Ο ύμνος του ήλιου! [The Grateful Dead]

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,303
Αθήνα
Wishes-2.gif

KyparissiaByGreg.jpg

Αυτά που ακολουθούν αποτελούν μπόνους των ευχών και όχι το αντίθετο. Όσοι πιστοί προσέλθετε!
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,303
Αθήνα

Όσο γρηγορότερα πηγαίνουμε, τόσο περισσότερο ταξιδεύουμε...​

The Grateful Dead - Anthem Of The Sun (Ιούλιος 1968, Warner Bros. - Seven Arts Records)

AnthemOfTheSun.jpg

Τραγούδια: A1 That's It For The Other One [I. Cryptical Envelopment, II. Quadlibet For Tender Feet, III. The Faster We Go, The Rounder We Get, IV. We Leave The Castle] A2 New Potato Caboose, A3 Born Cross-Eyed, B1 Alligator, B2 Caution (Do Not Stop On Tracks)
-- Μπόνους κομμάτια της επανέκδοσης 2001/2003:
Alligator, Caution (Do Not Stop on Tracks), Feedback, Born Cross-Eyed (σινγκλ έκδοση)
Μουσικοί: Jerry Garcia (ληντ κιθάρα, ακουστική κιθάρα, καζού, βίμπρασλαπ), Bob Weir (ρυθμική κιθάρα, δωδεκάχορδη κιθάρα, ακουστική κιθάρα, καζού), Ron McKernan (όργανο, τσελέστα), Phil Lesh (μπάσο, τρομπέτα, αρπίχορδο, γκουίρο, καζού, πιάνο, τυμπάνι), Mickey Hart/Bill Kreutzmann (ντραμς, κουδούνια ορχήστρας, γκονγκ, ανεμόκρουστα, κρόταλα, προετοιμασμένο πιάνο, κύμβαλα δακτύλων), Tom Constanten (προετοιμασμένο πιάνο, πιάνο, ηλεκτρονικές ταινίες)
Παραγωγή: Grateful Dead, David Hassinger

Ηχογραφήθηκε τον Σεπτέμβριο 1967 έως 31 Μαρτίου 1968
-- στα στούντιο:
RCA Studio A, Χόλιγουντ, Σεπτέμβριος 1967
American Studios, Βόρειο Χόλιγουντ, Οκτώβριος 1967
Century Sound, Olmstead Studios, Νέα Υόρκη, Δεκέμβριος 1967
-- ζωντανά:
Shrine Exposition, Λος Άντζελες, 10-11 Νοεμβρίου, 1967
Eureka Municipal Auditorium, Γιουρίκα, 20 Ιανουαρίου 1968
Eagles Auditorium, Σιάτλ, 26-27 Ιανουαρίου 1968
Crystal Ballroom, Πόρτλαντ, 2-3 Φεβρουαρίου 1968
Carousel Ballroom, Σαν Φρανσίσκο, 14 Φεβρουαρίου, 15-17 Μαρτίου, 29-31 Μαρτίου 1968
Kings Beach Bowl, Λίμνη Τάχο, 22-24 Φεβρουαρίου 1968
-- τα μπόνους κομμάτια:
Shrine Auditorium, Λος Άντζελες, Αύγουστος 23, 1968

GratefulDeadCirca1968.png
Grateful Dead (γύρω στα 1968), φωτο από τα αρχεία των Malcolm Lubliner/Michael Ochs

Το φθινόπωρο του 1967, οι Grateful Dead, μια από τις αρχικές μπάντες της σκηνής του Σαν Φρανσίσκο είχαν πρόβλημα. Μέσα στον χρόνο νωρίτερα, απέτυχαν με το πολυαναμενόμενο ντεμπούτο άλμπουμ τους, μια μάλλον αδύναμη συλλογή που κυριαρχούνταν από μπλουζ και φολκ διασκευές. Το εξώφυλλο του άλμπουμ ήταν σίγουρα ψυχεδελικό, αλλά τίποτα άλλο στο άλμπουμ δεν ήταν τόσο πειστικό. «Το επόμενο δεν θα είναι έτσι με κανέναν τρόπο», δήλωσε ο Γκαρσία στους τοπικούς ραδιοφωνικούς ακροατές.

Η θερμοκρασία είχε ανέβει και η Περιοχή του Κόλπου είχε ήδη δημιουργήσει ένα ζευγάρι μεθυστικών ψυχεδελικών αριστουργημάτων: το Surrealistic Pillow των Jefferson Airplane και το Electric Music for the Mind and Body των Country Joe and the Fish. Ωστόσο, οι Dead, χάραξαν πορεία για τη δική τους θέση στον μύθο. Αποφασισμένοι να συλλάβουν την ουσία των ψυχεδελικών τους συναυλιών, η μπάντα επέστρεψε στο στούντιο με τον David Hassinger, που είχε κάνει την παραγωγή στο πρώτο τους άλμπουμ. Ο Hassinger τα παράτησε περίπου στο ένα τρίτο της διαδρομής του Anthem πρότζεκτ. «Δεν ήξεραν τι διάολο έψαχναν», γκρίνιαξε ο παραγωγός αστέρι. Στην ετικέτα του Hassinger και των Dead, Warner Bros., σκέφτηκαν ότι το συγκρότημα «απλώς χάζευε» στο στούντιο.

Αλλά με τον ηχολήπτη Dan Healy ως επικεφαλή μηχανικό, οι Dead βρήκαν αυτό που ήθελαν ή χρειάζονταν. Αντί να κάνουν ένα ορθόδοξο άλμπουμ, αποφάσισαν να αναμείξουν στούντιο και ζωντανές ηχογραφήσεις σε ένα ηχητικό "κολάζ" που θα απλωνόταν και στις δύο πλευρές του άλμπουμ. Η μετέπειτα βαριά επεξεργασία έγινε από τον κιθαρίστα Jerry Garcia και τον μπασίστα Phil Lesh. «Ο Phil και εγώ αντιμετωπίσαμε το "μείγμα" σαν να ήταν ηλεκτρονική μουσική σύνθεση», θυμάται δεκαετίες αργότερα ο Garcia.

Κανείς δεν αμφέβαλε για τα ψυχεδελικά διαπιστευτήρια της μπάντας μετά το Anthem: «Το μιξάραμε παραπέμποντας στις παραισθήσεις», θα έλεγε ο Γκαρσία, χωρίς όμως να διευκρινίζει εάν επρόκειτο για εμπειρία της μπάντας κατά τη διάρκεια της μείξης ή αφορούσε την προσπάθεια για τις εντυπώσεις των ακροατών. Όποια και αν είναι η περίπτωση, η ακρόαση του άλμπουμ μπορεί να είναι ένα ψυχεδελικό ταξίδι όπως είχε επιδιωχθεί. Το Χίντι-επηρεασμένο εξώφυλλο του άλμπουμ, σχεδιασμένο από τον κολλητό της μπάντας Bill Walker, έγινε από μόνο του διάσημο. Αυτό το δεύτερο άλμπουμ των Grateful Dead ήρθε σε περισσότερο από ένα χρόνο μετά το πρώτο. Ο κριτικός του Rolling Stone έδωσε ένα γρήγορο υπαινικτικό σχόλιο: «Το Anthem ήταν εξαιρετικά επιτυχημένο, ειδικά σε σύγκριση με το πρώτο άλμπουμ των Dead».

Παλιά όταν οι άνθρωποι διάβαζαν τα εξώφυλλα των άλμπουμ, το Anthem πρόσφερε ένα μικρό μπέρδεμα. Το εναρκτήριο κομμάτι, "That's It For The Other One", απλώνεται σε τέσσερα τμήματα. Στο πρώτο μέρος του κύκλου του τραγουδιού, "Cryptical Envelopment", ο Γκαρσία παίζει κιθάρα και τραγουδάει για έναν άνθρωπο που «πρέπει να πεθάνει... κάθε φύλλο γύρισε για να τον δει να πεθαίνει, ξέρεις πρέπει να πεθάνει» - ο κιθαρίστας αργότερα είπε ότι ο στίχος ήταν η έμμεσή του ερμηνεία για τον Γολγοθά, μια προσπάθεια να παλέψει με τον συμβολισμό του Χριστού. Είναι ένα παραπλανητικά απλό ξεκίνημα σε ένα μεγάλο ψυχεδελικό δίσκο. Η "παραξενιά" του "The Other One" ξεκινάει περίπου στο ενάμιση λεπτό, στο τμήμα του αινιγματικού "Quadlibet for Tenderfeet" που εκτοξεύεται σαν πύραυλος, όταν οι δίδυμοι ντράμερ της μπάντας (το άλμπουμ ήταν το ντεμπούτο του Mickey Hart με τους Dead) την οδηγούν σε ένα σύντομο αλλά βαρύ τζαμάρισμα.

Στο "The Faster We Go, the Rounder We Get", ο Bob Weir τραγουδάει βιαστικά την ιστορία μιας «Ισπανίδας κυρίας» της οποίας το τριαντάφυλλο «άφησε έναν καπνισμένο κρατήρα στο μυαλό μου». Το τριαντάφυλλο είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα σύμβολα στους στίχους και την εικονογραφία των Dead φορτωμένο με νοήματα ολοκλήρωσης, άριστης επίτευξης και τελειότητας. Και στη συνέχεια το περίφημο μεταδοτικό ρεφρέν, αποτελεί γλυκιά ανακούφιση που συγκρατεί τη σουίτα από την πλήρη παρεκτροπή: «Έρχεται, έρχεται, έρχεται γύρω, έρχεται γύρω, σε έναν κύκλο...», είναι το ρεφρέν που ενέπνευσε εκατομμύρια προσπάθειες έκστασης στις σούφι περιστροφές των πιστών (να τοι πάλι). Στο δεύτερο μέρος του τραγουδιού, το ταξίδι ξεκινά για τη Χώρα του Ποτέ, μια άμεση αναφορά στον τόπο του Πίτερ Παν όπου κανείς δεν μεγαλώνει, με τον Weir να εξυμνεί το είδωλο της μπιτ γενιάς Neal Cassady, που τα κατορθώματά του περιλάμβαναν την οδήγηση του ψυχεδελικού σχολικού λεωφορείου των Merry Pranksters. Ο Weir τραγουδάει:

Το λεωφορείο ήρθε και το πήρα
Τότε ξεκίνησαν όλα
Υπήρχε ο καουμπόη Νιλ
Στο τιμόνι
Ενός λεωφορείου για τη χώρα του ποτέ-ξανά

Περαιτέρω άγριο τζαμάρισμα οδηγεί στο σκοτεινά σουρεαλιστικό οργανικό τμήμα "We Leave the Castle", που δημιουργήθηκε από τον φίλο της μπάντας Tom Constanten (σύντομα θα προσχωρούσε στο γκρουπ), έναν επαγγελματία της ηλεκτρονικής μουσικής και έναν μεταλλωρύχο δειγμάτων και ηχογραφήσεων θορύβου/"found sounds". Το "Castle" είναι ένα αριστούργημα φουτουριστικών ήχων, κινηματογραφικό και βαρύ σε προφητικούς υπαινιγμούς.

AnthemOfTheSunPromo.jpg
 
  • Like
Reactions: Cicadelic Ranger

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,303
Αθήνα

Προσοχή (Μη σταματάτε στα κομμάτια)​

GratefulDeadDec67.jpg
Μπιλ Κρέουτζμαν, Μπομπ Γουέιρ, Μίκι Χαρτ, Τζέρι Γκαρσία, Ρον "Πιγκπεν" ΜακΚέρναν, Φιλ Λες​

Το δεύτερο τραγούδι του άλμπουμ, το "New Potato Caboose", ένα πρωτότυπο τζαμάρισμα των Dead, δημιούργησε ένα πρότυπο που θα χρησιμοποιήσει η μπάντα καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής της. Το "Caboose" επεκτείνει το ψυχεδελικό ηχοτοπίο του "The Other One" ενώ αποδεικνύεται πολύ πιο φιλικό προς τον ακροατή. Ακόμα κι έτσι, το "Caboose" κάνει πολλούς ελιγμούς και αγνοεί τη συνηθισμένη δομή τραγουδιού, κουπλέ και ρεφρέν. Ο Γκαρσία κάλεσε το τραγούδι «εντελώς παράξενο». Το τμήμα στούντιο που ξεκινά το κομμάτι χρησιμοποιεί αρπίχορδο, τσελέστα, πιάνο, όργανο και ανεμόκρουστα, ενώ το εκτενές δεύτερο μισό ηχογραφήθηκε ζωντανά, με τα διεξοδικά αλλά ακριβή σόλο του Garcia. Οι δύο ντράμερ και το επίμονο όργανο του Ron "Pigpen" McKernan το διατηρούν σταθερά σε ροκ τροχιά. Το "Caboose" γράφτηκε από τον μπασίστα Phil Lesh και τον ποιητή Robert Petersen, με τους στίχους να συνεχίζουν τη σκοτεινή νατουραλιστική απεικόνιση που χρησιμοποιείται στη σουίτα "The Other One":

Ο ήλιος ανεβαίνει ματωμένος κόκκινος
Ο αέρας φωνάζει ανάμεσα στην πέτρα
Όλα τα γεμάτα χάρη όργανα/εργαλεία είναι γνωστά

Ο Γκαρσία δήλωσε στο ντοκιμαντέρ Anthem to Beauty ότι αυτός και ο Λες μιξάρισαν κάθε πλευρά του Anthem σαν ενιαίο κομμάτι, αντί για τραγούδι προς τραγούδι. Το "The Other One" (7:40) και το "New Potato Caboose" (8:26) καταλαμβάνουν σχεδόν όλη την πρώτη πλευρά, εκτός από το παράξενο ρόκερ "Born Cross-Eyed". Ένα διάσημο κλασικό κομμάτι του Bob Weir, μάλλον σύντομο σε σχέση με τα υπόλοιπα, που διαθέτει μερικές ωραίες μελωδίες και αρμονίες, τύπου Crosby, Stills και Nash, με τον Γκαρσία να χρησιμοποιεί έναν ηπιότερο τόνο και τον Lesh να παίζει μια γραμμή τρομπέτας (είχε εκπαιδευτεί στο όργανο αυτό πριν το γυρίσει στο μπάσο) που προσθέτει μια ισπανική γεύση στην σύνθεση.

Η δεύτερη πλευρά παρουσιάζει μόνο δύο τραγούδια, αθροίζοντας περίπου εικοσιένα λεπτά. Το "Alligator" σηματοδοτεί την πρώτη εμφάνιση του στιχουργού Robert Hunter, που μοιράζεται τη σύνθεση με τους McKernan και Lesh. Το τραγούδι ξεκινάει σαν κομμάτι που περίσσεψε από το πρώτο άλμπουμ, με το καζού και την τρελαμένη χίπικη ερμηνεία. Στα τρία και πλέον λεπτά, οι ντράμερ αναλαμβάνουν, ο ρυθμός επιταχύνει και για άλλη μια φορά η μπάντα περιπλανιέται μέσα από το, γνωστό πια, τζαμάρισμα γρήγορου τέμπου. Στο ένατο λεπτό, ο Γκαρσία κάνει κάποια απολαυστικά ριφ πάνω στο θέμα του "There Is a Mountain" του Donovan, ένα μικρό ραδιοφωνικό χιτ των ημερών - ο μεγάλος Duane Allman, που παρακολουθούσε, χρησιμοποίησε την ιδέα στο "Mountain Jam" των Allman Brothers το 1972, αλλά εδώ πρωτακούστηκε.

Το "Caution (Do Not Stop On Tracks)" χρονολογείται από τις ημέρες των Warlocks. Ο McKernan κάνει κάποια αρκετά πετυχημένα λευκά φανκ ξεσπάσματα καθώς οι ντράμερ κρατούν ακμαίο το "σιδηροδρομικό" μοτίβο. Η ανάδραση, που χρησιμοποιείται στο σημείο αυτό, γίνεται ένας σημαντικός παράγοντας στο τελικό τμήμα του τραγουδιού, με τον Garcia να καλεί ηλεκτρονικά θεριά και δαίμονες από τον ενισχυτή του. Στην επανέκδοση του CD, η ανάδραση θα πάρει το δικό της μπόνους κομμάτι, "Feedback", μετά από τις εξαιρετικές ζωντανές εκδόσεις του "Alligator" και "Caution".

Τα τραγούδια του άλμπουμ, όλα πρωτότυπα, θα (επι)ζούσαν στο μετέπειτα ρεπερτόριο των Dead, ειδικά το "The Other One" και το "New Potato Caboose". Με το τρίτο τους άλμπουμ "Aoxomoxoa" (1969) η μπάντα ξεκίνησε το ταξίδι της μακριά από τις αμφισημίες της σκληροπυρηνικής ψυχεδέλειας και προς τα σπουδαία, βασισμένα στις ρίζες, μουσικά έργα "Workingman's Dead" και "American Beauty".

Οι Dead χρησιμοποίησαν το Anthem ως ευκαιρία να μάθουν πώς λειτουργεί ένα στούντιο, αλλά με το δικό τους μοναδικό στυλ. Η δημιουργία τους ήταν πολύ καινοτόμος λόγω του πετυχημένου τελικά ηχητικού κολάζ που επιχείρησαν και η παραγωγή, που ουσιαστικά κι' αυτή ήταν δική τους, υπήρξε πραγματικά απρόσκοπτη. Ενώ πολλές από τις ζωντανές εμφανίσεις που χρησιμοποιήθηκαν είναι αναγνωρίσιμες, είναι σχεδόν αδύνατο να διακριθεί πού τα επίπεδα και τα κομμάτια συμπλέκονταν. Το άλμπουμ εκείνη την εποχή έτυχε θετικής υποδοχής από τους κριτικούς και αυτή η αναγνώριση άντεξε στο χρόνο. Βέβαια, ο Joe Smith, πρόεδρος της Warner Bros. εκείνη την εποχή, αναφέρθηκε στο Anthem of the Sun ως «το πιο παράλογο έργο που έχουμε εμπλακεί ποτέ».

Μια ρεμιξαρισμένη έκδοση του Anthem of the Sun, υπό την επίβλεψη του Phil Lesh, εκδόθηκε το 1972, ενώ παραδόξως για τις CD επανεκδόσεις χρησιμοποιήθηκε η αρχική μείξη, μια πραγματικά από τις λίγες περιπτώσεις που το CD δικαιώθηκε. Το βινύλιό μου, με την αρχική μείξη, αρχές της δεκαετίας του '80 "δανείστηκε", οπότε αναγκάστηκα να το αναπληρώσω με το ρεμιξαρισμένο. Όπως και να 'χει, ο δίσκος στιχουργικά, συνθετικά, εκτελεστικά αλλά και σαν παραγωγή ανήκει στους πολύ ξεχωριστούς που οι σημερινοί ντρέπονται και να το αντικρίσουν... (κατά τη ταπεινή μου γνώμη, πάντα). Σίγουρα δύσκολο άκουσμα και ακατανόητο για μεγάλη μερίδα ακροατών, που δεν γνωρίζουν να το "ξεκλειδώσουν", με τον χαρακτηρισμό αβάν-γκαρντ να είναι πλέον κατάλληλος, αφού υπήρξε και παραμένει πρωτοποριακό και πειραματικό. Τι μεγάλο, παράξενο ταξίδι που ήταν!

Για το τέλος, ας θυμηθούμε την εξήγηση του Ken Kesey (μέσω του Tom Wolfe στο The Electric Kool-Aid Acid Test) για τη σημασία της ύπαρξης στο λεωφορείο:

«Θα υπάρξουν στιγμές που δεν μπορούμε να περιμένουμε κάποιον. Τώρα, είτε είσαι στο λεωφορείο, είτε δεν είσαι. Εάν βρέθηκες στο λεωφορείο και μείνεις πίσω, τότε θα το βρεις ξανά. Εάν βγεις από το λεωφορείο αρχικά - τότε αυτό δεν θα 'χει νόημα...».

(*****, πηγές: εξώφυλλο, wikipedia.org, psychedelicsight.com, David Dodd-The Complete Annotated Grateful Dead Lyrics)

McKernanGarcia1968.jpg
 
  • Like
Reactions: Cicadelic Ranger

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,303
Αθήνα
- That's It for the Other One: Cryptical Envelopment / Quadlibet for Tender Feet /
The Faster We Go, the Rounder We Get / We Leave the Castle
-
 

Stellios papa

AVClub Fanatic
17 June 2006
10,826
Ελλαδα
Γρηγορη γραφεις ιστορια ......
να συμπληρωσω ο Νeal Cassady ο καουμπου οδηγος στο θρυλικο βανακη των G.DEAD ηταν αδελφικος φιλος του J.Kerouac
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,303
Αθήνα
Σας ευχαριστώ!
...να συμπληρωσω ο Νeal Cassady ο καουμπου οδηγος στο θρυλικο βανακη των G.DEAD ηταν αδελφικος φιλος του J.Kerouac
Σωστός!
...Το ταξίδι προς τον νότο του Σαλ και του Ντην (δηλαδή του συγγραφέα και του φίλου του Νηλ Κάσαντι), στους ατέλειωτους δρόμους του Τέξας και του Μεξικού, είναι στην πραγματικότητα ένα ταξίδι προς το πουθενά...
...προτού ο Κέρουακ γνωρίσει τον Κάσαντι κι αρχίσουν να διασχίζουν μαζί τις Ηνωμένες Πολιτείες από το Ντένβερ στα ανατολικά και πάλι πίσω, ως το Μπιγκ Σουρ...
 

Stellios papa

AVClub Fanatic
17 June 2006
10,826
Ελλαδα
εχω παθει εθισμο με αυτους τους αλητες τους g.dead
και το επαθα τωρα στα γεραματα
Γρηγορη δωσε κι αλλες ιστοριες