Προοίμιο
Τον Ιούνιο που μας πέρασε (του 2017) γιορτάσαμε και μια επέτειο, τα 50χρονα του Λοχία Πιπέρη, οπότε η αφορμή υφίστατο (εντάξει, και να μην υπήρχε θα τη δημιουργούσαμε) για να αναφερθούμε σε μια σειρά ακόμη άλμπουμ από κείνη τη χρυσή περίοδο, 1966 έως 1969, που όλα υπηρετούν ιδανικά την ταξιδιάρικη διάθεσή μας. Παρότι ανήκουν στο ευρύτερο φάσμα της ψυχεδέλειας και κάποιοι θα υπέθεταν ότι είναι δεμένα με την εποχή τους, άρα ξεπερασμένα, αυτά παραδόξως αντιστέκονται σθεναρά στη λήθη, όχι τόσο γιατί οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που τα γέννησαν, δεν εξέλειπαν (ελέγχεται κι' αυτό) αλλά γιατί το μήνυμα που μεταφέρουν μουσικά δεν έπαψε να μας γοητεύει.
Τροφή των αισθήσεων ή για μερικούς απόσταγμα παραισθήσεων, η ψυχεδέλεια, σίγουρα δεν είναι κάτι που μπορεί να οριοθετηθεί και να περιγραφεί με ακρίβεια, πόσο μάλλον όταν προέρχεται από τη Γηραιά Αλβιώνα με το Κεφάτο Λονδίνο/Swinging London[1], τη σκηνή του Καντέρμπουρι[2] και την ποικιλόμορφη προσέγγιση. Ο κανόνας της προέλευσης των γκρουπ έχει και μια εξαίρεση, άλλωστε τι κανόνας θα ήταν. Υπάρχει ένα καλιφορνέζικο γκρουπ που μετακινήθηκε και ηχογράφησε στο Λονδίνο κάνοντας αίσθηση, αλλά για όλα αυτά, περισσότερα στη συνέχεια...
Ενώ για τους Αμερικανούς, η ψυχεδέλεια αποτέλεσε από ένα σημείο και μετά την κύρια έκφραση και συνισταμένη της μουσικής τους, στη Βρετανία εκδηλώθηκε πιο ιδιοσυγκρασιακά, βιωμένη με διαφορετικό τρόπο, άκρως συναρτώμενο με τις μακραίωνες ευρωπαϊκές μουσικές καταβολές και παραδόσεις της, σίγουρα κάτι που δεν ίσχυε εκ των πραγμάτων για την Αμερική, με τη σύντομη ιστορία και τη δική της (αφροαμερικάνικη/αποίκων) μουσική παράδοση. Γεγονός είναι ότι και στις δύο πλευρές του ατλαντικού προσέτρεξαν στις ρίζες και στην ίδια την παράδοση για να ανανεώσουν και να εξελίξουν τη μουσική τους. Και όπως η μουσική πειραματιζόμενη εξωθήθηκε στα όριά της, λόγω του ότι η ψυχεδέλεια σαν ροκ απότοκο υπήρξε φυσικά πρωτίστως πρόταση και στάση ζωής, δοκιμάστηκαν και τα ανθρώπινα ανακλαστικά και οι εμπειρίες που απεκομίσθησαν διαμόρφωσαν τις συνειδήσεις, όχι πάντα χωρίς κόστος...
Για τους σωστούς ή λάθος λόγους, κάποια από τα άλμπουμ μας, δικαίως αναγνωρίστηκαν ενώ άλλα αδίκως αγνοήθηκαν. Γι' αυτά που δικαιώθηκαν, θα υπερθεματίσουμε, για τα άλλα όμως, όσο κι αν ενοχλεί κάποιους που εμπιστεύονται το συλλογικό αισθητήριο, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η προσπέρασή τους, οφείλεται περισσότερο στην αδυναμία του κοινού να αναγνωρίσει τις πρωτοποριακές ποιότητές τους σε σχέση με τις πιθανές καλλιτεχνικές ελλείψεις τους. Εάν τώρα με ρωτήσετε πως μπορεί οι ίδιοι που αρέσκονταν σε κάποια ακούσματα να μην εκτιμούσαν άλλα της ίδιας εποχής και συγγενικού κλίματος, θα σας απαντήσω ότι αυτό συμβαίνει, γιατί τα κριτήρια των ανθρώπων είναι πολυσύνθετα και με διαφορετική αφετηρία... Όμως, δεν θέλω να επεκταθώ άλλο, άλλωστε ο σκοπός είναι να δίνονται ερεθίσματα με στόχο πάντα την ακρόαση μουσικών, των οποίων η σημαντικότητα δεν υπαγορεύεται ούτε σπεκουλάρεται αλλά εμπεδώνεται προσωπικά!
Το νήμα ονοματίστηκε "Ταξιδιωτικές οδηγίες", με την έννοια φυσικά της πληροφόρησης για τη μεγαλύτερη απόλαυση της μουσικής περιπλάνησης και όχι με την αρνητική, των συστάσεων για κίνδυνο που εγκυμονείται! Η παράθεση είναι καθαρά χρονολογική και όχι αξιολογική, άλλωστε πως μπορείς να ξεχωρίσεις τις αγάπες σου!
__________
[1]. Ο όρος Swinging London αναφέρεται σε μια πολιτιστική επανάσταση της νεολαίας, που έλαβε χώρα στο Λονδίνο από τα μέσα έως τα τέλη της δεκαετίας του '60. Υπήρξε μια άνθηση στην τέχνη, τη μουσική και τη μόδα και συμβολίστηκε από τις «εξαγωγές ποπ και μόδας» της πόλης, όπως η Βρετανική Εισβολή, το μίνι φόρεμα της Μαίρη Κουάντ, τα δημοφιλή μοντέλα σαν τις Τουίγκι και Τζιν Σρίμπτον, η μοντ υποκουλτούρα, το εμβληματικό στάτους των δημοφιλών εμπορικών περιοχών (όπως Κινγκς Ρόουντ, Κένσινγκτον και Κάρναμπυ Στρητ), ο πολιτικός ακτιβισμός του αντιπυρηνικού κινήματος και η σεξουαλική απελευθέρωση. Η μουσική υπήρξε ένα μεγάλο μέρος της σκηνής, με "τον ήχο του Λονδίνου" συμπεριλαμβανομένων των Who, Kinks, Small Faces και των Rolling Stones, συγκροτήματα που αποτελούσαν τον στυλοβάτη των πειρατικών ραδιοφωνικών σταθμών όπως το Radio Caroline και το Swinging Radio England. Το Swinging London άγγιξε επίσης τον βρετανικό κινηματογράφο, που «είδε μια εκτόξευση στον αληθινό πειραματισμό, την ελευθερία της έκφρασης, το χρώμα και την κωμωδία». Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, «δημιουργικοί τύποι όλων των ειδών ελκύονται στην πρωτεύουσα, από καλλιτέχνες και συγγραφείς έως εκδότες περιοδικών, φωτογράφοι, διαφημιστές, κινηματογραφιστές και σχεδιαστές προϊόντων».
[2]. Η σκηνή (ή ο ήχος) του Καντέρμπουρι καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από ένα σύνολο μουσικών που αλληλεπηρεάζονταν και συγκροτημάτων με μέλη που εναλλάσσονταν μεταξύ τους. Δεν συνδέονταν με πολύ έντονες μουσικές ομοιότητες, αλλά κοινά στοιχεία στο έργο τους μπορούν να θεωρηθούν, μια παρεμφερής ιδιοσυγκρασία, τα αγγίγματα ψυχεδέλειας, οι μάλλον δυσνόητοι στίχοι, το χιούμορ και μια δόση αυτοσχεδιασμού προερχόμενη από την τζαζ. Πυρήνας υπήρξε η μητρική μπάντα Wilde Flowers, από την οποία πέρασε ένας κύκλος σπουδαίων μουσικών που τροφοδότησε τα πιο γνωστά γκρουπ της σκηνής. Πολύ εξετάζουν τη σκηνή σαν παρακλάδι ή σαν αδελφική του προοδευτικού ροκ, το οποίο είναι μερικώς σωστό, δεδομένου ότι μέχρι την αρχή της δεκαετίας του '70, στη σκηνή υπερίσχυε η ψυχεδέλεια ενώ αργότερα άρχισε η τζαζ-ροκ ανάμειξη και η προγκρέσιβ μετάλλαξη. Στα πλαίσια λοιπόν αυτής της ψυχεδελικής "εκδήλωσης", αναφερόμαστε στη σκηνή και σε εξέχοντες εκπροσώπους της.