Σικάγο Μπλουζ [+28 άλμπουμ]

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
BluesMusiciansMaxwellStreet.jpg
Μπλουζ μουσικοί στη Maxwell Street στο Σικάγο, Ιλινόις, περίπου το 1950​

Η Μπλουζ Πρωτεύουσα του Κόσμου​

Ενώ το Σικάγο είναι ευρέως γνωστό - ειδικά μεταξύ των μπλουζ οπαδών της πόλης - ως "Η Μπλουζ Πρωτεύουσα του Κόσμου", δεν είναι μυστικό ότι η μουσική για την οποία είναι γνωστή η πόλη, έχει εισαχθεί από την ύπαιθρο του Νότου. Στα πρώτα χρόνια του εικοστού αιώνα, καθώς Μαύροι από όλες τις Νότιες πολιτείες προσπάθησαν να ξεφύγουν από τις καταπιεστικές συνθήκες που εξακολουθούσαν να αντηχούν τις όχι και τόσο μακρινές ηχώ της δουλείας, πολλοί κατέληξαν στα μεγάλα αστικά και βιομηχανικά κέντρα του Βορρά. Ήταν το Πρώτο Κύμα Μετανάστευσης (1910-1930) από τον Νότο στον Βορρά, και το Σικάγο του Ιλλινόις αποτελούσε έναν από τους πιο επιθυμητούς προορισμούς των Αφροαμερικανών. Πολλοί μουσικοί που βρέθηκαν στο Σικάγο συνέχισαν εκεί να κάνουν αυτό που ήξεραν και σύντομα έγινε μια μεγάλη διασταυρούμενη επικονίαση στυλ και ρεπερτορίων, καθώς μουσικοί που είχαν διασκορπιστεί ευρέως σε όλο το Μισισιπή, το Τενεσί, το Αρκάνσας και τη Λουιζιάνα συγκεντρώθηκαν ξαφνικά μαζί στις ίδιες γειτονιές, ζώντας σε κοντινή απόσταση ο ένας από τον άλλο και αγωνίζονταν για τις ίδιες παραστάσεις. Όχι μόνο οι μουσικοί εκτέθηκαν τώρα σε τοπικά μπλουζ στυλ, στα οποία είχαν περιορισμένη πρόσβαση ενώ βρίσκονταν στον Νότο, αλλά επηρεάζονταν και από άλλα, πιο αστικά είδη μουσικής - τζαζ, χορευτικά συγκροτήματα και ποπ μπαλάντες. Χάρη στην απόλυτη συγκέντρωση ανθρώπων, μια μουσική ώσμωση γινόταν με επιταχυνόμενο ρυθμό και άρχισαν να ακούγονται πλούσιοι και ποικίλοι ήχοι αυτού που έγινε γνωστό ως Σικάγο Μπλουζ. Μπορεί να παρομοιαστεί με μια δεξαμενή ήχων, στην οποία διάφοροι παραπόταμοι, πολλοί από τους οποίους προέρχονταν από την περιοχή του Δέλτα του Μισισιπή, αδειάζουν συνεχώς, χρόνο με τον χρόνο, μουσικά ρεύματα, το ένα μετά το άλλο.

Παρόλο που η Πόλη των Ανέμων είχε μια αναπτυσσόμενη μπλουζ σκηνή πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με τον Lester Melrose[1], μια σειρά στοιχείων συνδυάστηκαν μετά τον πόλεμο για να θέσουν σε κίνηση τη σύγχρονη σκηνή του Σικάγο. Αρχικά, έπρεπε να αντιμετωπιστούν οι κοινωνικές συνέπειες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και ήταν η σειρά για τη Δεύτερη Μεγάλη Μετανάστευση (1940-1970) που υπήρξε πολύ μεγαλύτερη σε κλίμακα και ανόμοια σε χαρακτήρα από την αρχική μετανάστευση. Οι ιστορικοί θα υποστηρίξουν ότι τα αποτελέσματά της επιτάχυναν έναν πιο διαρκή μετασχηματισμό της αμερικάνικης ζωής, τόσο για τους Μαύρους όσο και για τους Λευκούς. Οι Μαύροι, αφού υπηρέτησαν τη χώρα τους και είδαν πώς ήταν ο υπόλοιπος κόσμος - επέστρεψαν στην πατρίδα τους, μάζεψαν τα λίγα υπάρχοντά τους και κατευθύνθηκαν πάλι βόρεια σε πιο εύφορα λιβάδια, καλύτερα αμειβόμενες δουλειές και την υπόσχεση μιας καλύτερης ζωής. Από τη στιγμή που οι Μαύροι είχαν αφήσει πίσω τους την καταπίεση στις φυτείες του Νότου και «είχαν δει τον κόσμο», η προοπτική του μόχθου σε ένα εργοστάσιο συσκευασίας κρέατος στο Σικάγο φαινόταν πολύ πιο υποσχόμενη από το να στέκονται πίσω από ένα μουλάρι κάπου στο Μισισιπή.

Αυτή η εισροή νέων μεταναστών που όλοι βρίσκουν νέες θέσεις εργασίας και στέγαση οδήγησαν στη διάθεση πολλών κεφαλαίων στο Σικάγο σ' αυτούς τους αναστατωμένους μεταπολεμικούς καιρούς. Η άνοδος της ανεξάρτητης δισκογραφικής εταιρείας μετά τον περιορισμό της γομαλάκας[2] και η εξέλιξη νέων πλαστικών υλικών είχαν επίσης μεγάλη σχέση με την ανάπτυξη του ήχου. Νέες δισκογραφικές που ασχολούνταν αποκλειστικά με τα μπλουζ για μια αγορά Μαύρων, άρχισαν να πολλαπλασιάζονται μετά το 1950. Η Chess με τις μυριάδες θυγατρικές της και η Vee-Jay είχαν τη μερίδα του λέοντος στην αγορά, αλλά μεσαίες έως μικροσκοπικές ετικέτες όπως οι Ora-Nelle (παρακλάδι της Maxwell Radio and Record Co.), JOB, Tempo Tone, Parkway, Cool, Atomic-H, Cobra, Chance, Opera, United, States, Blue Lake, Parrot, C.J., και άλλες βοήθησαν να μεταφερθεί η μουσική σε ένα ευρύτερο κοινό.
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
BlackFamilyInChicago.jpg
Μια φτωχή μαύρη οικογένεια στη Νότια Πλευρά του Σικάγο μέσα σε ένα ρημαγμένο διαμέρισμα​

Μέχρι αυτό το σημείο, οι John Lee "Sonny Boy" Williamson, Big Bill Broonzy και Tampa Red ήταν οι τρεις αναγνωρισμένοι πρωταγωνιστές της τοπικής σκηνής, αλλά η ηγεμονία τους επρόκειτο σύντομα να αμφισβητηθεί και τελικά εγκαταλείφθηκε στη νέα φυλή. Οι νέοι μετανάστες ήθελαν να αστικοποιηθούν και να αναβαθμιστούν, αλλά εξακολουθούσαν να έχουν ισχυρές αγροτικές ρίζες που όφειλαν να θυμούνται. Οι πιο τζαζ, τζαμπ μπλουζ επιλογές ήταν διαθέσιμες στην πόλη, αλλά οι νεοαφιχθέντες Νότιοι ήθελαν κάτι πιο έντονο, γεμάτο με λίγο περισσότερο ρεαλισμό και πολύ πιο συναισθηματικό αντίκτυπο. Μια μέρα ένα τρένο έφερε στην πόλη έναν νεαρό σλάιντ[3] κιθαρίστα από τον Μισισιπή και σύντομα το νέο κοινό είχε τον ήχο και το στυλ που ταίριαζε στις ανάγκες του, αστικό, αγροτικό και συναισθηματικό. Ο Muddy Waters είχε έρθει στο Σικάγο και ο ήχος του μπλουζ του Σικάγο όπως τον γνωρίζουμε ήταν έτοιμος να γεννηθεί.

Ο Waters δούλεψε αρχικά στο κύκλωμα των σπιτικών πάρτι[4], οδηγώντας ένα φορτηγό την ημέρα και παίζοντας τη μουσική του όπου και όταν είχε την ευκαιρία. Άρχισε να συναναστρέφεται μ' ένα χαλαρό γκρουπ παικτών που περιλάμβανε τους κιθαρίστες Baby Face Leroy Foster, Blue Smitty και Jimmy Rogers. Ο Muddy προσπάθησε να συνδεθεί με τη σκηνή ηχογράφησης στο στυλ Melrose, τρία χρόνια μετά την άφιξή του, αλλά μια μοναδική κυκλοφορία με ένα παλιομοδίτικο γκρουπ στην Columbia, χωρίς την αναφορά του ονόματός του, δεν τον βοήθησε. Ο ήχος ήταν αστικός, αλλά δεν ήταν το στυλ του, αυτό που καθήλωνε τους ακροατές του στα πάρτι σπιτιών στη Νότια πλευρά.

Ο Muddy παρατήρησε δύο πράγματα όταν έπαιζε στο Σικάγο. Πρώτον, χρειαζόταν ενίσχυση αν ήθελε να ακουστεί πάνω από το θορυβώδες βουητό σε μια ταβέρνα της γειτονιάς. Είχε ανάγκη μια ηλεκτρική κιθάρα και ενισχυτή να την υποστηρίζει και έπρεπε να ανεβάσει και στα δύο πλήρη ένταση αν επρόκειτο να κάνει εντύπωση. Δεύτερον, χρειαζόταν μια μπάντα, όχι ένα συγκρότημα με τρομπέτες και σαξόφωνα, αλλά μια σύγχρονη έκδοση του γκρουπ με τις κιθάρες, βιολί και μαντολίνο, που είχε όταν δούλευε γύρω από το Κλάρξντεϊλ του Μισισίπι (οι ηχογραφήσεις αυτές συγκεντρώθηκαν από τον Alan Lomax για τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου το 1941-42[5]). Είναι απόδειξη της ιδιοφυΐας του Muddy Waters ότι δημιούργησε το πρότυπο για την πρώτη μοντέρνα ηλεκτρική μπλουζ μπάντα και το τελειοποίησε με μια σύγχρονη, λαμπερή μουσική λάμψη. Σίγουρα υπήρχαν μπλουζ γκρουπ στην πόλη πριν από την άφιξη του Γουότερς, αλλά κανένα δεν ακουγόταν έτσι.

Η πρώτη μπάντα του Muddy ονομαζόταν Headhunters λόγω της συνήθειάς τους να 'απωθούν' εκτός σκηνής οποιοδήποτε συγκρότημα ερχόταν σε επαφή και συνήθως τους έπαιρναν την παράσταση στο παζάρεμα. Αν και ο Muddy είχε επιτυχίες στην Chess μόνο με την κιθάρα του και ένα κοντραμπάσο για υποστήριξη, μια ζωντανή κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετικό θέμα. Ο Baby Face Leroy Foster αντικαταστάθηκε σύντομα από τον Elgar Edmonds (γνωστός και ως Elgin Evans) στα τύμπανα, ο Jimmy Rogers έπλεξε σύνθετα μοτίβα δεύτερης κιθάρας στη μίξη και την κατάλληλη στιγμή, ο Otis Span θα έφερνε τα όμορφα στυλ του πιάνου του στο γκρουπ, ακολουθώντας κάθε κίνηση του Muddy. Αλλά ήταν με την προσθήκη του εκπληκτικού αρμονικίστα, Little Walter, που άρχισε να αλλάζει το πρόσωπο του μπλουζ ήχου του Σικάγο. Εάν οι κιθάρες του Muddy και του Jimmy ήταν ενισχυμένες και γκαζωμένες, ο Walter είχε το δικό του μικρόφωνο και ενισχυτή και ανταπέδωσε με τον ίδιο τρόπο. Αν και άλλοι έπαιζαν ηλεκτρικά πριν από αυτόν (ανάμεσά τους και ο Walter Horton), ήταν ο Little Walter που ουσιαστικά καθόρισε τον ρόλο και τον ήχο της ενισχυμένης φυσαρμόνικας, όταν παραβρέθηκε σε αυτό το νέο πλαίσιο μπάντας. Ο κορναριστός, επιθετικός τόνος της παραμόρφωσής του, με την ελεγχόμενη από το χέρι συμπίεση που συνδυάζεται με τις φράσεις σε στυλ ορμητικού σαξόφωνου έγινε ο ήχος για κάθε επίδοξο γκρουπ και παίκτη φυσαρμόνικας. Μέχρι τη στιγμή που ο Walter άφησε τον Muddy για να σχηματίσει τη δική του μπάντα, τους Jukes (που πήρε το όνομά της από την επιτυχία του οργανικού του), ο ήχος του ήταν τόσο διαπεραστικός που οι ιδιοκτήτες των κλαμπ θα προσλάμβαναν μόνο γκρουπ που είχαν έναν αρμονικίστα να δουλεύει σ' αυτό το στυλ.
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
HenrySims&MuddyWaters1943.jpg
Henry Sims και McKinley Morganfield στη φυτεία του Stovall στην κομητεία Coahoma το καλοκαίρι του 1943 (φωτογραφία John W. Work)​
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
HowlinWolfMuddyWaters1969.jpg
Howlin’ Wolf και Muddy Waters, στα παρασκήνια του Ann Arbor Blues Festival το 1969​

Σύντομα εμφανίστηκαν φρέσκες ενισχυόμενες μπάντες που ξεφύτρωσαν από παντού, καθώς κυκλοφόρησε γρήγορα η είδηση ότι το Σικάγο γινόταν η νέα γη της επαγγελίας των μπλουζ. Ο ανταγωνισμός ήταν άγριος και σκληρός, με λίγες μπάντες όπως οι Langley Avenue Jivecats του Bo Diddley ή ο Earl Hooker να εργάζονται για φιλοδωρήματα στη Maxwell Street, ενώ άλλες στριμώχνονταν σε λιλιπούτειες σκηνές προσπαθώντας απλώς να εδραιώσουν τη φήμη τους. Μεταξύ αυτών ήταν οι μελλοντικοί θρύλοι του μπλουζ, σε διαδικασία εξέλιξης, Big Walter Horton, Johnny Shines, J.B. Lenoir, Snooky Pryor, Jimmy Reed, John Brim, Billy Boy Arnold και J.B. Hutto. Η πρώτη πρόκληση για τον Muddy Waters στο νεοαποκτηθέν στέμμα του ως βασιλιάς του κυκλώματος ήρθε από τον μπλούζμαν του Μέμφις, Howlin' Wolf. Ο Wolf μόλις είχε υπογράψει συμβόλαιο με την Chess Records και είχε μια επιτυχία στα R&B τσαρτ να τον ακολουθεί. Ήρθε στην πόλη, αναζητώντας δουλειά και, κατά γενική ομολογία, ο Muddy ήταν πολύ χρήσιμος για να τον βοηθήσει να ξεκινήσει. Αλλά αυτό που άρχισε ως επαγγελματική ευγένεια σύντομα εξελίχθηκε σε μια πικρή, έντονη αντιπαλότητα μεταξύ των δύο αρχηγών γκρουπ που κράτησε μέχρι τον θάνατο του Wolf το 1976. Ο μοναδικός ήχος του Wolf ήταν ένας συνδυασμός άγριας έντασης και ενορχηστρωτικού σφυροκοπήματος, που συνδυάστηκαν με τη σχετικά εξελιγμένη κιθάρα του Willie Johnson και, αργότερα, του Hubert Sumlin.

Η επικράτηση της σκηνής των κλαμπ στο Σικάγο είναι καθοριστική για την κατανόηση, του πώς αναπτύχθηκε η μουσική. Παρά την επιχειρηματική τους οξυδέρκεια και την εμπορική τους ειδημοσύνη, η Chess και κάθε άλλη εταιρεία του Σικάγο που ηχογράφησε αυτή τη μουσική το έκανε επειδή ήταν δημοφιλής στην κοινότητα των Μαύρων. Αυτή ήταν μια ανεκμετάλλευτη αγορά που είχε βαρεθεί να ταΐζεται με τους δίσκους του Billy Eckstine και του Nat King Cole και ήθελε να την 'ταξιδέψουν' πίσω στο σπίτι, και ένα τρίλεπτο 78άρι απ' αυτό, θα ήταν ό,τι έπρεπε. Ακριβώς όπως κάθε άλλη ειλικρινής τάση ή εξέλιξη στην αμερικάνικη μουσική, απλά συνέβη. Το κοινό ανταποκρίθηκε, και κάποιος ήταν αρκετά έξυπνος για να το ηχογραφήσει και να το πουλήσει.

Αλλά μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '50 -όπως το έθεσε ένας μπλούζμαν- «ο ρυθμός είχε αλλάξει». «Το μπλουζ έκανε ένα μωρό και το ονόμασαν ροκ εντ ρολ». Ξαφνικά, όλοι, από τον Big Joe Turner μέχρι τον Bo Diddley, βρέθηκαν μαζί με τον Elvis και τον Bill Haley και εκατό φωνητικά γκρουπ που πήραν το όνομά τους από πουλιά ή αυτοκίνητα. Το Μαύρο κοινό άρχισε να στρέφεται από τα μπλουζ στη νέα μουσική και ξαφνικά η τοπική σκηνή χρειάστηκε μετάγγιση νέου αίματος. Στη Δυτική πλευρά, οι νεότεροι μουσικοί ερωτεύτηκαν πλήρως το στυλ παιξίματος και τραγουδιού του B.B. King και άρχισαν να ενσωματώνουν και τα δύο σε ένα νέο μπλουζ υβρίδιο του Σικάγο. Δουλεύοντας με ένα ζευγάρι σαξόφωνα, μπασίστα και ντράμερ, τα περισσότερα γκρουπ της Δυτική πλευράς ήταν περιορισμένες προσεγγίσεις της μεγάλης μπάντας του B.B. Όταν το γκρουπ δεν μπορούσε να αντέξει οικονομικά το τμήμα σαξοφώνων, οι κιθαρίστες άρχισαν να ρίχνουν βαριά τζαζ γεμίσματα, σαν-συγχορδίες, για να εμπλουτίσουν τον ήχο. Ξαφνικά οι Otis Rush, Buddy Guy και Magic Sam αντιμετωπίζονταν ισότιμα με τους ήδη καταξιωμένους κιθαρίστες, και ακόμη ο Howlin' Wolf και ο Elmore James άρχισαν τακτικά να ηχογραφούν και να παίζουν με σαξόφωνα. Καθώς το ρυθμ εντ μπλουζ άρχισε να αποκτά έναν πιο σκληρό ήχο ενώ μετακινούνταν από τα μέσα της δεκαετίας του '60 στην επικράτεια της σόουλ μουσικής, το μπλουζ άρχισε να έχει τα αυτιά του ανοιχτά και τον ρυθμό του να γίνεται χορευτικός. Αν και τα τρία κύρια γκρουβ μέχρι τώρα ήταν ένα αργό μπλουζ, ένα μπούγκι σαφλ και ένα "κατ σαφλ" (όπως το "Got My Mojo Working" του Muddy), ξαφνικά δεν πείραζε να αναμιχθεί μπλουζ σε ένα ροκ γκρουβ, μερικές φορές με αρκετά ικανοποιητικά αποτελέσματα.
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
BuddyGuyJuniorWellsAtNewport1968.jpg
Buddy Guy (Α) και Junior Wells (Δ) εμφανίζονται στο Φολκ Φεστιβάλ του Νιούπορτ του Ρόουντ Άιλαντ, τον Ιούλιο του 1968​

Ένας από τους πρώτους που ανταποκρίθηκε σ' αυτό, ήταν ο άσος της φυσαρμόνικας Junior Wells. Η πρώτη επιτυχία του Wells, "Messing With The Kid", ήταν μπλουζ με οδηγικό ρυθμό και υπέροχο κιθαριστικό ριφ, σηματοδοτώντας για άλλη μια φορά, ότι τα μπλουζ είχαν επανεφεύρει τον εαυτό τους για να ακολουθήσουν το πλήθος. Δουλεύοντας μαζί με τον Buddy Guy στο Pepper's Lounge, το δίδυμο λειτούργησε σαν μια μειωμένης κλίμακας παράσταση μπλουζ εντ σόουλ, συνδυάζοντας φάνκι ρυθμούς με τα μπλουζ της περιοχής του. Στα μέσα της δεκαετίας του '60, το Σικάγο επέδειξε το πρώτο του φυλετικά μικτό γκρουπ με τη γέννηση της εξαιρετικά επιδραστικής Paul Butterfield Blues Band, διαθέτοντας το υψηλής τάσης κιθαριστικό παίξιμο του Michael Bloomfield και μέλη από τη ρυθμ σέξιον του Howlin' Wolf. Και οι παραλλαγές που ήρθαν από τότε και ανθίζουν στην τρέχουσα σκηνή των κλαμπ του Σικάγο απηχούν αυτές τις δύο τελευταίες εξελίξεις του στυλ του Σικάγο. Οι ρυθμοί και οι μπασογραμμές μπορεί να γίνουν πιο φάνκι στην προσέγγιση, οι κιθάρες μπορεί να παίζουν με πιο μοντέρνο στυλ, πλησιάζοντας καμιά φορά ακόμα και τα ροκ πυροτεχνήματα. Αλλά κάθε φορά που ένας αρμονικίστας κρατάει τη φυσαρμόνικά του γύρω από ένα φτηνό μικρόφωνο ή ένα πλήθος φωνάζει για ένα αργό κομμάτι, η δομή μπορεί να αλλάξει και κάθε μουσικός και θαμώνας βγάζει το καπέλο του σε ένδειξη εκτίμησης για τον Muddy Waters και τις απαρχές των μπλουζ του Σικάγο, που παραμένει ακόμα πολύ ζωντανό και καλό σήμερα. Από το 1983, η πόλη του Σικάγου διοργανώνει έκτοτε μια ετήσια εκδήλωση για την αναζωογόνηση της μπλουζ αναβίωσης, το Chicago Blues Festival[6].

Πιθανώς κανένα μπλουζ στυλ δεν έχει παγκοσμίως μια πιο αναγνωρίσιμη φόρμα, αίσθηση και ήχο από το Σικάγο μπλουζ, όπως αυτό τελικά εξελίχθηκε μετά από όλες αυτές τις ζυμώσεις. Το Σικάγο είναι όπου η μουσική ενισχύθηκε και απέκτησε τον μεγάλο ρυθμό. Είναι ο ήχος με τις ενισχυμένες φυσαρμόνικες, των ηλεκτρικών σλάιντ κιθαρών, του μεγάλου μπούγκι πιάνου και ενός ασταμάτητου ρυθμικού τμήματος, με άγρια, στομφώδη φωνητικά να εκρήγνυνται από πάνω του. Είναι η ιδιοφυΐα των Muddy Waters, Howlin' Wolf, Elmore James και Little Walter που στόχευαν τα συλλογικά αυτιά ενός αστικού κοινού σε μια καπνισμένη, θορυβώδη ταβέρνα της Νότιας πλευράς, εκπέμποντας σήμα στον κόσμο. Είναι το μολυσματικό μπούγκι των Hound Dog Taylor, John Brim, Jimmy Reed και Joe Carter που εξόρυξαν παρόμοια εδάφη, την ώρα που ο Robert Nighthawk και ο Big John Wrencher έπαιζαν με γκρουπάκια για περαστικούς τα πρωινά της Κυριακής στην υπαίθρια αγορά της Maxwell Street. Και είναι τα σύγχρονα, εμπνευσμένα από τα γκόσπελ, φωνητικά και το στυλ μονής-νότας του B.B. King, των Otis Rush, Magic Sam και Buddy Guy που συμπλέκονταν με όλα αυτά.

Yπάρχει μια πρωτόγονη ομορφιά σε αυτό το είδος της μουσικής, χωρίς να υπάρχει τίποτα δυσνόητο, συγκεκαλυμμένο, μεταμφιεσμένο ή προσποιούμενο. Η ατμόσφαιρα των αιχμηρών άκρων του, είναι ο ήχος του Δέλτα, που αποδέχεται τα διάφορα στοιχεία της ζωής στην πόλη και εξηλεκτρίζεται για να συμβαδίσει με έναν κόσμο που αλλάζει. Το μπλουζ του Σικάγο ήταν το πρώτο στυλ που έφτασε σε ένα μαζικό κοινό και, με την πάροδο του χρόνου, το πρώτο που έφτασε επίσης σε ένα παγκόσμιο κοινό. Όταν ο απλός ακροατής σκέφτεται τα μπλουζ, δύο μουσικοί ήχοι ανακαλούνται στο μυαλό του. Ο ένας είναι ο ήχος του Δέλτα μπλουζ - συνήθως σλάιντ - που παίζεται με ακουστική κιθάρα και ο άλλος - αν παίζεται μέσω ενισχυτή - είναι σχεδόν πάντα Σικάγο μπλουζ.
________________________
[1]. Ο Lester Melrose (1891–1968) ήταν ανιχνευτής ταλέντων και ένας από τους πρώτους Αμερικάνους παραγωγούς δίσκων μπλουζ του Σικάγο.
[2]. Με χρήση της φυσικής ρητίνης, γομαλάκας ή σελάκης/shellac, φτιάχνονταν δίσκοι φωνογράφου και γραμμοφώνου 78 στροφών, ωστόσο μετά το 1948, αντικαταστάθηκαν από τους δίσκους βινυλίου μακράς διάρκειας.
[3]. Στυλ παιξίματος κιθάρας στο οποίο δημιουργείται ένα γκλισάντο εφέ με το σύρσιμο/γλίστρημα ενός λαιμού μπουκαλιού ή παρόμοιου αντικειμένου πάνω από τις χορδές.
[4]. Το πάρτι για το ενοίκιο/rent party (μερικές φορές ονομάζεται πάρτι στο σπίτι/house party), προέρχεται από το Χάρλεμ κατά τη δεκαετία του 1920, και είναι μια κοινωνική εκδήλωση όπου οι ένοικοι προσλαμβάνουν έναν μουσικό ή συγκρότημα για να παίξουν ώστε να συγκεντρωθούν χρήματα για να πληρώσουν το ενοίκιό τους. Αυτά τα πάρτι ήταν ένα μέσο για τους Μαύρους ενοικιαστές να φάνε, να χορέψουν και να ξεφύγουν από τις καθημερινές κακουχίες και τις διακρίσεις. Το πάρτι ενοικίου, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της τζαζ και μπλουζ μουσικής, παράλληλα με τις τεχνικές χορού σουίνγκ.
[5]. Αρχικά το 1966 κυκλοφόρησαν δεκατρία κομμάτια στην Testament Records ως Down on Stovall's Plantation και το 1993, σε μια εκτεταμένη επανέκδοση, στην Chess ως The Complete Plantation Recordings.
[6]. Το Chicago Blues Festival διοργανώνεται για ένα τριήμερο κάθε Ιούνιο, και έχει εξελιχθεί στο μεγαλύτερο φεστιβάλ μπλουζ και, στην πραγματικότητα, το μεγαλύτερο δωρεάν φεστιβάλ μουσικής οποιουδήποτε είδους, παγκόσμια. Εκεί παρουσιάζονται τα μεγαλύτερα ονόματα στο μπλουζ, αλλά παρέχεται και η απαραίτητη δημοσιότητα στα άγνωστα τοπικά ταλέντα, προσελκύοντας ετήσιο κοινό εκατοντάδων χιλιάδων από όλο τον κόσμο.

(πηγές: wikipedia.org, Feel Like Going Home / Peter Guralnick, Outerbridge & Dienstfrey, 1971, Chicago Blues: The City & the Music / Mike Rowe, Da Capo Press, 1981, All Music Guide to the Blues / Michael Erlewine, Vladimir Bogdanov, Chris Woodstra, Backbeat Books, 1999, Encyclopedia of the Blues / Edward M. Komara, Psychology Press, 2006, Cub Koda)
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
Bloomfield&RubyBusking.jpg
Mike Bloomfield και Roy Ruby με τις κιθάρες τους, καθώς παίζουν μουσική σε ένα πεζοδρόμιο, Σικάγο, Ιλινόις, Ιούνιος 1963​
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
Recommended.jpg

Είκοσι οκτώ προτεινόμενα μεταπολεμικά Σικάγο μπλουζ άλμπουμ

1. Muddy Waters - The Best Of Muddy Waters (Chess, 1957)
2. Little Walter - The Best Of Little Walter (Chess, 1957)
3. / 4. Howlin' Wolf - Moanin' In The Moonlight (Chess, 1958) / Howlin' Wolf (Chess, 1962)
5. / 6. Jimmy Reed - Jimmy Reed At Carnegie Hall / The Best Of Jimmy Reed (Vee Jay Records, 1961)
7. Memphis Slim - Memphis Slim At The Gate Of Horn (Vee Jay Records, 1959)
8. Homesick James - Blues on the South Side (Prestige, 1965)
9. Junior Wells' Chicago Blues Band - Hoodoo Man Blues (Delmark, 1965)
10. Otis Spann - The Blues Never Die! (Prestige, 1965)
11. The Paul Butterfield Blues Band - The Paul Butterfield Blues Band (Elektra, 1965)
12. Sonny Boy Williamson II - The Real Folk Blues (Chess, 1966)
13. / 14. / 15. Various - Chicago/The Blues/Today!, Volumes 1-3 (Vanguard, 1966)
16. Charley Musselwhite's South Side Band - Stand Back! Here Comes Charley Musselwhite's South Side Band (Vanguard, 1967)
17. Magic Sam Blues Band - West Side Soul (Delmark Records, 1968)
18. Earl Hooker - 2 Bugs And A Roach (Arhoolie Records, 1969)
19. Buddy Guy - I Was Walking Through The Woods (Chess, 1970)
20. Jimmy Rogers with Little Walter, Muddy Waters - Chicago Bound (Chess, 1970)
21. Hound Dog Taylor & The House Rockers - Hound Dog Taylor And The House Rockers (Alligator Records, 1971)
22. Robert Nighthawk - Live On Maxwell Street - 1964 (Rounder, 1979)
23. Johnny Shines & Robert Lockwood - Dust My Broom (Flyright Records, 1980)
24. Otis Rush - Groaning The Blues: Original Cobra Recordings 1956-58 (Flyright Records, 1980)
25. Billy Boy Arnold - Crying & Pleading (Charly R&B, 1981)
26. Elmore James - The Sky Is Crying: The History Of Elmore James (Rhino Records, 1993)
27. VariousBlues Masters, Volume 2: Postwar Chicago Blues (Rhino Records, 1992)
28. VariousLiving The Blues: Chicago Blues Classics (Time Life Music, 1998)

(η παράθεση των άλμπουμ είναι χρονολογική)
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
1. Muddy Waters - The Best Of Muddy Waters (Chess, 1957) [LP]
Τραγούδια: A1 I Just Want To Make Love To You - 2:50, A2 Long Distance Call - 2:39, A3 Louisiana Blues - 2:52, A4 Honey Bee - 3:20, A5 Rollin' Stone - 3:05, A6 I'm Ready - 3:02, B1 Hoochie Coochie - 2:49, B2 She Moves Me - 2:55, B3 I Want You To Love Me - 3:01, B4 Standing Around Crying - 3:19, B5 Still A Fool - 3:12, B6 I Can't Be Satisfied - 2:41
-- Περαιτέρω ακρόαση:
Muddy Waters - His Best 1947 To 1955 (Chess/MCA Records, 1997) [CD]

01.MuddyWaters_LPCD.jpg

Γεννημένος ως McKinley Morganfield στο Μισισιπή το 1915, ο Muddy Waters μετακινήθηκε για πρώτη φορά στο Σικάγο το 1943 και εγκαταστάθηκε εκεί λίγο αργότερα. Το The Best Of Muddy Waters, που κυκλοφόρησε από τη διάσημη εταιρεία Chess, συγκεντρώνει δώδεκα κομμάτια που ο θρυλικός μπλούζμαν ηχογράφησε και κυκλοφόρησε ως 78άρια μεταξύ 1948 και 1954. Αυτά τα τραγούδια, το ένα αριστούργημα μετά το άλλο, όχι μόνο έφτιαξαν τη φήμη του στην ανερχόμενη μπλουζ σκηνή του Σικάγο, αλλά χάραξαν την εξέλιξη της μουσικής μέχρι σήμερα. Σε αυτή τη συλλογή, ο Γουότερς εκτείνεται από τον στοιχειωμένο μινιμαλισμό σε στυλ-Δέλτα του "Rollin' Stone" (που έδωσε στο αγγλικό συγκρότημα το όνομά του) και του "Still a Fool" έως τον πιο εντυπωσιακό ήχο πλήρους-μπάντας του "I'm Ready" (που περιλαμβάνει την κλασική σύνθεση των Waters, Jimmy Rogers στην κιθάρα, Little Walter Jacobs στη φυσαρμόνικα, Otis Spann στο πιάνο, Willie Dixon στο μπάσο και Fred Below στα ντραμς). Καθ' όλη τη διάρκεια, ο Waters ενσαρκώνει μια περσόνα που σιγοβράζει από λαγνεία, απώλεια και μπελάδες. Όταν η φωνή του απελευθερώνει το συναρπαστικό ρεπερτόριό του από στεναγμούς, ουρλιαχτά, κραυγές, μουρμουρητά, βογκητά και γρυλίσματα, με το συρμάτινο κλαψούρισμα της σλάιντ κιθάρας του να μιμείται συχνά τους ρυθμούς της φωνής του, δημιουργείται η κλειστοφοβική εντύπωση ότι ο πόνος, η απόγνωση και οι εκρηκτικές παρορμήσεις του τραγουδιστή είναι τα μόνα συναισθήματα που υπάρχουν. Γοητεία, ξόρκια και ερωτική μαγεία κατακλύζουν αυτά τα τραγούδια, τα οποία όλα γράφτηκαν από τον ίδιο τον Γουότερς ή τον Γουίλι Ντίξον, επιτείνοντας τη δυσοιωνότητά τους. Το υλικό του, δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια μπλουζ αποκάλυψη και δεν έχει υπάρξει ποτέ κάτι παρόμοιο, πριν ή μετά, καθιστώντας το άλμπουμ διαχρονικά κλασικό και ασφαλώς απαραίτητο!
- Περισσότερα στο παλιότερο νήμα "Πέτρα που κυλάει..."...
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
2. Little Walter - The Best Of Little Walter (Chess, 1957) [LP]
Τραγούδια: A1 My Babe - 2:52, A2 Sad Hours - 2:37, A3 You're So Fine - 2:49, A4 Last Night - 3:23, A5 Blues With A Feeling - 3:08, A6 Can't Hold Out Much Longer - 2:59, B1 Juke - 2:47, B2 Mean Old World - 2:57, B3 Off The Wall - 3:01, B4 You Better Watch Yourself - 3:23, B5 Blue Lights - 3:08, B6 Tell Me Mamma - 2:40
-- Περαιτέρω ακρόαση:
Little Walter - His Best ‎(Chess, 1997) [CD]

02.LittleWalter_LPCD.jpg

Marion Walter Jacobs, ήταν το βαφτιστικό όνομα του Little Walter, γεννημένου στη Λουιζιάνα, που θεωρείται ευρέως ως ένας από τους καλύτερους μπλουζ παίκτες φυσαρμόνικας όλων των εποχών. Μ' αυτή τη συλλογή των δώδεκα τραγουδιών, κάθε αρμονικίστας σε όλο το φάσμα πήρε το βάπτισμα του πυρός. Όλες οι επιτυχίες είναι εδώ: "My Babe", "Blues With A Feeling", "You Better Watch Yourself", "Off The Wall", "Mean Old World" και το οργανικό "Juke" που τον εκτόξευσε, από μουσικό στην μπάντα του Muddy Waters, στην κορυφή των R&B τσαρτ, το 1952. Αυτές είναι οι ηχογραφήσεις που άλλαξαν τον ήχο και το στυλ της μπλουζ φυσαρμόνικας για πάντα, και όλοι όσοι τον ακολούθησαν επηρεάστηκαν από αυτόν, όσο και οι σαξοφωνίστες της τζαζ από τον Τσάρλι Πάρκερ. Ένα από τα καλύτερα άλμπουμ μπλουζ φυσαρμόνικας όλων των εποχών, ένα από τα καλύτερα μπλουζ άλμπουμ του Σικάγο όλων των εποχών και ένα από τα δέκα πρώτα άλμπουμ που πρέπει να αποκτηθούν για τη δημιουργία μιας μπλουζ συλλογής από το μηδέν.
- Περισσότερα στο παλιότερο νήμα "Γκραν μετρ - Τα τέσσερα μεγάλα "W" της Chess Records!"...
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
3. Howlin' Wolf - Moanin' In The Moonlight (Chess, 1958) [LP]
Τραγούδια: A1 Moanin' At Midnight - 2:43, A2 How Many More Years - 2:58, A3 Smokestack Lightnin' - 2:32, A4 Baby, How Long - 2:18, A5 No Place To Go - 2:31, A6 All Night Boogie - 2:16, B1 Evil - 3:01, B2 I'm Leavin' You - 2:29, B3 Moanin' For My Baby - 2:17, B4 I Asked For Water (She Gave Me Gasoline) - 2:47, B5 Forty-Four - 3:02, B6 Somebody In My Home - 2:59
4. Howlin' Wolf - Howlin' Wolf (Chess, 1962) [LP]
Τραγούδια: A1 Shake For Me - 2:12, A2 The Red Rooster - 2:22, A3 You'll Be Mine - 2:23, A4 Who's Been Talkin' - 2:18, A5 Wang-Dang Doodle - 2:18, A6 Little Baby - 2:43, B1 Spoonful - 2:42, B2 Going Down Slow - 3:18, B3 Down In The Bottom - 2:05, B4 Back Door Man - 2:45, B5 Howlin' For My Baby - 2:28, B6 Tell Me - 2:52
Howlin' Wolf - Howlin' Wolf / Moanin' In The Moonlight (Chess/MCA Records, 1986) [CD]
-- Περαιτέρω ακρόαση:
Howlin' Wolf - His Best ‎(Chess, 1997) [CD]

03.HowlinWolf_CD.jpg

Ο Chester Burnett, γεννημένος στο Μισισιπή, ήταν περισσότερο γνωστός ως Howlin' Wolf, ο οποίος με 136 κιλά και 1,90 ύψος ήταν μια επιβλητική ανδρική φιγούρα. Πιο αξιοσημείωτη ήταν η φωνή του όταν τραγουδούσε, η οποία μπορούσε να αλλάξει από ένα βαθύ βρυχηθμό σε ένα απόκοσμο λυκίσιο ουρλιαχτό. Το Moanin' In The Moonlight είναι ο κρίκος που λείπει μεταξύ του αγροτικού μπλουζ του Δέλτα του Μισισιπή και του ηλεκτρισμένου 'ξαδέλφου' του από το Σικάγο. Ο τραγουδιστής/κιθαρίστας/αρμονικίστας Γούλφ, άφησε για πρώτη φορά το στίγμα του με μια ισχυρή διαδοχή σινγκλ μεταξύ 1951 και 1956 για την Chess. Μερικά από αυτά εμφανίστηκαν σε αυτό, το ντεμπούτο του LP, μεταφέροντας το μοναδικό του μουσικό στυλ σε νέο κοινό. Με το επαναληπτικό ριφ της κιθάρας πάνω από ένα παιχνιδιάρικο αλλά υπνωτικό συμπληρωματικό μπιτ, το "Smokestack Lightnin'" αποδεικνύεται το δολοφονικό κομμάτι του άλμπουμ. Άλλες απολαύσεις περιλαμβάνουν το συναρπαστικό "How Many Years", το "Baby How Long" σε στιλ μπούγκι και το θρηνητικό "Forty Four" που οδηγείται από ένα ετοιμόρροπο τμήμα ρυθμού. Το ομώνυμο άλμπουμ, του 1962 ήταν το δεύτερο μεγάλης διάρκειας LP για την Chess Records του Σικάγο και αποτελούνταν κυρίως από υλικό γραμμένο από τον Willie Dixon. Το άλμπουμ είχε βαθιά επίδραση στα βρετανικά μπλουζ-ροκ συγκροτήματα. Οι Rolling Stones διασκεύασαν το "Little Red Rooster" το 1964, ενώ οι Cream ηχογράφησαν μια έκδοση του "Spoonful" δύο χρόνια αργότερα.
- Περισσότερα στο παλιότερο νήμα "Γκραν μετρ - Τα τέσσερα μεγάλα "W" της Chess Records!"...
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
5. / 6. Jimmy Reed - Jimmy Reed At Carnegie Hall / The Best Of Jimmy Reed (Vee Jay Records/Mobile Fidelity Sound Lab, 1961/1992) [2-LP/CD]
Τραγούδια:
-- Jimmy Reed At Carnegie Hall
A1 Bright Lights Big City - 2:45, A2 I'm Mr. Luck - 3:30, A3 What's Wrong Baby - 3:18, A4 Found Joy - 3:36, A5 Kind Of Lonesome - 2:47, B1 Aw Shucks, Hush Your Mouth - 2:28, B2 Tell Me You Love Me - 2:50, B3 Blue Carnegie - 2:48, B4 I'm A Love You - 2:01, B5 Hold Me Close - 2:33, B6 Blue, Blue Water - 2:40
-- The Best Of Jimmy Reed
C1 Baby What You Want Me To Do - 2:26, C2 You Don't Have To Go - 3:06, C3 Hush-Hush - 2:37, C4 Found Love - 2:19, C5 Honest I Do - 2:45, C6 You Got Me Dizzy - 2:53, D1 Big Boss Man - 2:49, D2 Take Out Some Insurance - 2:25, D3 Boogie In The Dark - 2:34, D4 Going To New York - 2:20, D5 Ain't That Lovin' You, Baby - 2:19, D6 The Sun Is Shining - 2:58
-- Περαιτέρω ακρόαση:
Jimmy Reed - The Legend - The Man (Vee Jay Records, 1964/Collectables, 2000) [LP/CD]

05.JimmyReed_LPCD.jpg

Μεταξύ 1955 και 1961, ο τραγουδιστής, κιθαρίστας και μάστερ της φυσαρμόνικας του Μισισιπή, Jimmy Reed, συγκέντρωσε δεκαοκτώ αμερικάνικα R&B σινγκλ για τη δισκογραφική Vee-Jay με έδρα το Σικάγο. Πολλά από αυτά εμφανίστηκαν σε αυτό το άλμπουμ, που παρά τον τίτλο του, ηχογραφήθηκε σε στούντιο και όχι μπροστά σε κοινό. Ανάμεσα στα άφθονα χάιλαϊτ είναι μερικά από τα πιο επιτυχημένα εμπορικά τραγούδια του Reed, όπως τα "Ain't That Lovin' You, Baby", "Bright Lights, Big City" και "You Got Me Dizzy". Εκείνοι που επηρεάστηκαν από τη μουσική του Reed ήταν ο Elvis Presley και τα μπιτ γκρουπ του Ηνωμένου Βασιλείου, οι Rolling Stones και οι Yardbirds.
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
7. Memphis Slim - Memphis Slim At The Gate Of Horn (Vee Jay Records, 1959/2000) [LP/CD]
Τραγούδια: A1 The Come Back - 2:20, A2 Steppin' Out - 2:01, A3 Blue And Lonesome - 3:11, A4 Rockin' The Blues - 2:09, A5 Slim's Blues - 3:09, A6 Gotta Find My Baby - 2:19, B1 Messin' Around - 3:07, B2 Wish Me Well - 2:42, B3 My Gal Keeps Me Crying - 2:39, B4 Lend Me Your Love - 3:14, B5 Sassy Mae - 2:45, B6 Mother Earth - 3:32
-- Περαιτέρω ακρόαση:
Memphis Slim - Rockin' The Blues (Charly R&B, 1981/1992) [LP/CD]

07.MemphisSlim_LPCD.jpg

Γεννημένος John Len Chatman στο Μέμφις, υιοθέτησε το όνομα του πατέρα του Peter, ο οποίος ήταν μπλουζ μουσικός. Μετακόμισε στο Σικάγο τη δεκαετία του 1930, όπου τον καθοδηγούσε ο Big Bill Broonzy, και άρχισε να ηχογραφεί ως αρχηγός το 1939 για τις Okeh και Bluebird. Αν και έπαιξε με το όνομα Memphis Slim, κυκλοφόρησε τραγούδια που είχε γράψει με το όνομα L.C. Frazier. Η παραγωγική δισκογραφική του καριέρα περιελάμβανε επίσης πλευρές για τις Peacock Records, Chess και Vee Jay Records, μεταξύ πολλών άλλων δισκογραφικών. Μετακόμισε στο Παρίσι το 1961, ζώντας εκεί μέχρι τον θάνατό του το 1988. Μόνο η μικρή διάρκεια των 34 λεπτών του δίσκου είναι άξια παραπόνου, διαφορετικά, πρόκειται για επιδραστικό μπλουζ πιάνο, ερμηνευμένο από τον σπουδαίο εκτελεστή και τραγουδιστή, Μέμφις Σλιμ. Το σέσιον αυτό, που παρά τον παραπλανητικό του τίτλο, δεν ηχογραφήθηκε στο κλαμπ The Gate of Horn, αλλά στο στούντιο της Vee-Jay στο Σικάγο το 1959, είχε τα πάντα: υπέροχο σόλο πιάνου, μια δυνατή σύνθεση από παίκτες πνευστών, έξυπνους, καλά γραμμένους και τραγουδισμένους στίχους και έναν απρόσκοπτο ρυθμό. Τιμές απονέμονται και στον κιθαρίστα Matt Murphy, έναν υπέροχο συνοδό που μπόρεσε να συνδυάσει φινέτσα, τεχνική και φυσικότητα σε ένα δυναμικό πακέτο. Μαζί με τα δοκιμασμένα, "Messin' Around", "Mother Earth", "Wish Me Well", υπάρχει το πιασάρικο οργανικό "Steppin' Out", που αργότερα διασκευάστηκε από τον Eric Clapton, το απαραίτητο "Slim's Blues" και το ιλιγγιώδες "Rockin' The Blues" όπου η μπάντα παραλίγο να τινάξει το στούντιο! Ακόμη και σύντομο, το At the Gate of Horn ανήκει στη συλλογή κάθε φαν των μπλουζ.
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
8. Homesick James - Blues on the South Side (Prestige/Original Blues Classics, 1965/1990) [LP/CD]
Τραγούδια: A1 The Woman I'm Lovin' - 1:40, A2 She May Be Your Woman - 2:40, A3 Goin' Down Swingin' - 3:45, A4 Homesick's Shuffle - 3:00, A5 Johnny Mae - 3:30, A6 Gotta Move - 2:30, B1 Lonesome Road - 3:25, B2 Working With Homesick - 3:20, B3 The Cloud Is Crying - 3:25, B4 Homesick's Blues - 3:10, B5 Crawlin' - 1:50, B6 Stones In My Passway - 3:20
-- Περαιτέρω ακρόαση:
Homesick James - Chicago Slide Guitar Legend (Official, 1998) [CD]

08.HomesickJames_LPCD.jpg

Σύγχρονος και γνωστός των Robert Johnson, Son House, Johnny Shines, Big Joe Williams, Elmore James και άλλων σημαντικών διασημοτήτων του μπλουζ, ο Homesick James έχει περιγραφεί ως ο απόλυτος μπλούζμαν —ένας κιθαρίστας που εξελίχθηκε από πλανόδιος τραγουδιστής του Δέλτα σε καλλιτέχνη ηχογράφησης και ερμηνευτή, με έδρα το Σικάγο. Οι αναφορές της ημερομηνίας και του έτους γέννησής του ποικίλουν, από τις 30 Απριλίου ή τις 3 Μαΐου και από το 1905, το 1910 ή το 1914. Ορισμένες πηγές αναφέρουν το όνομά του ως John William Henderson. Το Blues on the South Side, σε παραγωγή Samuel Charters, είναι ίσως το καλύτερο άλμπουμ του σλάιντ κιθαρίστα Homesick James που κυκλοφόρησε ποτέ. Οι στυλιστικές ομοιότητες με τον ξάδερφό του, τον μεγάλο Elmore James, είναι εμφανείς, αλλά ο Homesick αποκλίνει επανειλημμένα από τη φόρμα. Σκληρός ηχητικά, επιτίθεται με την μπότλνεκ του στα "Goin' Down Swingin'", "Johnny Mae" και "Gotta Move", με την υποστήριξη του πιανίστα Lafayette Leake, του κιθαρίστα (εδώ μπασίστα) Eddie Taylor και του ντράμερ Clifton James.
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
9. Junior Wells' Chicago Blues Band - Hoodoo Man Blues (Delmark, 1965/1993) [LP/CD]
Τραγούδια: A1 Snatch It Back And Hold It - 2:53, A2 Ships On The Ocean - 4:07, A3 Good Morning Schoolgirl - 3:50, A4 Hound Dog - 2:12, A5 In The Wee Hours - 3:42, A6 Hey Lawdy Mama - 3:10, B1 Hoodoo Man Blues - 2:49, B2 Early In The Morning - 4:44, B3 We're Ready - 3:33, B4 You Don't Love Me, Baby - 2:58, B5 Chitlin Con Carne - 2:12, B6 Yonder Wall - 4:10
-- Περαιτέρω ακρόαση:
Junior Wells - 1957-1963 (Messin' With The Kid) (Paula Records, 1991) [CD]

09.JuniorWellsChicagoBluesBand_LPCD.jpg

O Junior Wells, γεννημένος Amos Wells Blakemore Jr., ένας χαρισματικός τραγουδιστής και αρμονικίστας από το West Memphis του Αρκάνσας, κυκλοφόρησε το ντεμπούτο του άλμπουμ, Hoodoo Man Blues, για την ανεξάρτητη δισκογραφική του Σικάγο, Delmark. Αυτό αντιπροσωπεύει μια συναρπαστική εκφραστική επίδειξη μπλουζ δύναμης, οφειλόμενη εν μέρει και στον πυρετό της ταστιέρας του Buddy Guy, που για νομικούς λόγους έπαιξε με το όνομα "Friendly Chap". Το σετ περιλαμβάνει τραγούδια που σχετίζονται με τους Sonny Boy Williamson, Big Mama Thornton και Willie Cobbs, ενώ το φάνκι πρωτότυπο του Wells, "Snatch It Back And Hold It", βγάζει το καπέλο στο "Papa's Got A Brand New Bag" του James Brown. Θεωρείται ως ένα από τα καλύτερα μπλουζ άλμπουμ της δεκαετίας του 1960.
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
10. Otis Spann - The Blues Never Die! (Prestige/Original Blues Classics, 1965/1990) [LP/CD]
Τραγούδια: A1 The Blues Never Die - 3:40, A2 I Got A Feeling - 2:50, A3 One More Mile To Go - 3:45, A4 Feelin' Good - 3:30, A5 After Awhile - 4:05, B1 Dust My Broom - 2:35, B2 Straighten Up, Baby - 2:30, B3 Come On - 2:40, B4 Must Have Been The Devil - 2:40, B5 Lightnin' - 2:50, B6 I'm Ready - 3:05
-- Περαιτέρω ακρόαση:
Otis Spann - Walking The Blues (Barnaby Records/Candid, 1972/1988) [LP/CD]

10.OtisSpann_LPCD.jpg

Γεννημένος στο Τζάκσον του Μισισιπή, ο τραγουδιστής/πιανίστας Otis Span μετακόμισε στο Σικάγο όταν ήταν 22 χρονών και άφησε το στίγμα του στην ανερχόμενη μπλουζ σκηνή της Windy City στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Έκοψε μερικά σινγκλ για την Chess Records τη δεκαετία του '50 και αργότερα απέκτησε φανατικούς ακόλουθους στην Αγγλία, όπου ηχογράφησε ένα άλμπουμ το 1964 με τον Eric Clapton στην κιθάρα. Αμέσως μετά, ο Σπαν επέστρεψε στο Σικάγο όπου ηχογράφησε το The Blues Never Die!, σε παραγωγή Samuel Charters, όπου συμμετείχε ολόκληρη η μπάντα του Muddy Waters της περιόδου, ειδικά ο βιρτουόζος της φυσαρμόνικας και τραγουδιστής James Cotton, που αντάλλαζε φωνητικά με τον πιανίστα. Ο Muddy ήταν επίσης διαθέσιμος, καταχωρημένος ως "Dirty Rivers" για συμβατικούς λόγους. Συνδυάζοντας αξέχαστο πρωτότυπο υλικό ("After Awhile") με τέσσερα κομμάτια του Cotton και διασκευές του "I'm Ready" του Muddy Waters και μια συγκλονιστική εκδοχή του "Dust My Broom" του Robert Johnson, ο Spann έκανε μια καθηλωτική επίδειξη, τονίζοντας τη στεντόρεια φωνή του και ρευστές φράσεις πιάνου.
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
11. The Paul Butterfield Blues Band - The Paul Butterfield Blues Band (Elektra, 1965/1987) [LP/CD]
Τραγούδια: A1 Born In Chicago - 2:55, A2 Shake Your Money-Maker - 2:27, A3 Blues With A Feeling - 4:20, A4 Thank You Mr. Poobah - 4:05, A5 I Got My Mojo Working - 3:30, A6 Mellow Down Easy - 3:40, B1 Screamin' - 4:30, B2 Our Love Is Drifting - 3:25, B3 Mystery Train - 2:45, B4 Last Night - 4:15, B5 Look Over Yonders Wall - 2:23
-- Περαιτέρω ακρόαση:
The Butterfield Blues Band - East West (Elektra, 1966/1987) [LP/CD]

11.ThePaulButterfieldBluesBand_LPCD.jpg

Ο λευκός αρμονικίστας και τραγουδιστής του Σικάγο, Paul Butterfield, ηγήθηκε ενός από τα πιο σημαντικά και επιδραστικά μπλουζ αμερικάνικα συγκροτήματα της δεκαετίας του 1960, και υπήρξε ένας από τους πρώτους λευκούς που αναζωπύρωσε την μπλουζ μουσική. Το πρωτοποριακό πολυφυλετικό κουιντέτο του, σχηματίστηκε το 1963 και δύο χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε το ομότιτλο ντεμπούτο του, με μέλη τους κιθαρίστες Elvin Bishop και Mike Bloomfield, τους Jerome Arnold στο μπάσο, Sam Lay στα ντραμς και τον Mark Naftalin να παίζει όργανο. Το αποτέλεσμα ήταν μια υπέροχη παρουσίαση με ένταση και αγνό πάθος, πρωτότυπου υλικού μαζί με υπερτροφοδοτούμενες ερμηνείες διασκευών, με τη φυσαρμόνικα του Μπάτερφιλντ να υπαγορεύει υπέροχα τη διάθεση και τη γνήσια αίσθηση των μπλουζ. Κάθε τραγούδι αποτυπώνει την ουσία του μπλουζ του Σικάγο με διαφορετικό τρόπο, από το τοπικό χρώμα του μετέπειτα στάνταρ "Born in Chicago" (του δικού μας Νικ Γκραβενίτη), και το χαλαρό "Mellow Down Easy" του Willie Dixon μέχρι την αυθεντική αφοσίωση που πηγάζει από το "Our Love Is Drifting" των Bishop και Butterfield. Τα "Shake Your Money Maker", "Blues With a Feeling" και "I Got My Mojo Working" (με τον Lay στα φωνητικά) είναι όλα εξίσου συγκινητικά κομμάτια, που εκτελούνται με μια ακατέργαστη λατρεία για τα μπλουζ. Ο Mike Bloomfield, με το εξαιρετικό του παίξιμο στην κιθάρα αρχίζει να ξεχωρίζει, συνεισφέροντας μάλιστα και το συγκλονιστικό, διεγερτικό οργανικό "Screamin'". Ένα χρόνο αργότερα, το East West του 1966, συνέχισε με τον ίδιο αναιδή μπλουζ ήχο σε συνδυασμό με μια αυτοσχεδιαστική μόνταλ τζαζ προσέγγιση, εστιάζοντας περισσότερο στα οργανικά ταλέντα των Bishop και Bloomfield. Και τα δύο ανεκτίμητα!