Ιδιαίτερα από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 και μετά, τα ροκ και μέταλ γκρουπ που ‛έβγαιναν’ από την Καλιφόρνια (από το Λος Άντζελες περισσότερο) έμοιαζαν με οτιδήποτε άλλο στην πόλη: φλασάτα, περισσότερο εντυπωσιακά παρα ουσιαστικά, εγωκεντρικά, με μία νοοτροπία του νταή που κοιτάει να την ‛μπεί’ σε όλους. Κόντρα σε αυτή την τάση και νοοτροπία των μουσικών της Καλιφόρνια ήρθε μία μπάντα που έμελλε να απασχολήσει έντονα το περιβάλλον του ροκ για τα επόμενα χρόνια.
Ο λόγος για τους Kyuss, την μπάντα που έγινε η γεννεσιουργός αιτία ολόκληρου είδους νέου ήχου, του stoner rock. Οι αρχικά επονομαζόμενοι Katzenjammer(‛πονοκέφαλος’ στην γερμανική slang), άλλαξαν τ όνομα τους σε Sons of Kyuss και στη συνέχεια, χάρην συντομίας, σε Kyuss. Δημιουργήθηκαν το 1988 στην πόλη Palm Desert της Καλιφόρνια από τους John Garcia στα φωνητικά, Joshua Homme στην κιθάρα, Brant Bjork στα ντράμς και Chris Cockrell στο μπάσο. Την θέση του τελευταίου θα έπαιρνε σύντομα ο Nick Oliveri. Οι Kyuss έβγαλαν αρχικά κάποια EPs εως τον πρώτο τους δίσκο το Σεπτέμβριο του 1991 με τίτλο ‛Wretch’. Το μεγαλύτερο κομμάτι του δίσκου περιέχει τα κομμάτια του demo που είχε στείλει το γκρουπ στη δισκογραφική εταιρία. Γι αυτό δικαιολογείται σε μεγάλο βαθμό η άσχημη παραγωγή και το γεγονός ότι ο δίσκος είναι ακατέργαστος τόσο τεχνικά όσο και μουσικά.
Για πολλούς, το ντεμπούτο των Kyuss έγινε με την κυκλοφορία του ‛Blues for the red sun’ την αμέσως επόμενη χρονιά, ένα άλμπουμ με σαφώς πιο ξεκάθαρα πλαίσια κι ελαφρώς καλύτερη παραγωγή υπο την αιγίδα της Dali records. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του ήχου ο ιδιαίτερα χαμηλός, μπάσος τόνος στην παραμόρφωση που την έκανε να ακούγεται ως ένας ξερός ήχος, αποσταγμένος από κάθε στοιχείο που θα μπορούσε να του προσδώσει ρευστότητα. Από εκεί προκύπτει άλλωστε και τ όνομα του είδους (stoner/desert rock)καθώς ο ήχος παρομοιάζεται με την ξηρασία της ερήμου. Σ αυτό βέβαια συνεισφέρει και το γεγονός ότι η κιθάρα είναι συνδεδεμένη με ενισχυτή μπάσου και το ότι και τα δύο έγχορδα έχουν το χαμηλότερο κούρδισμα που θα μπορούσαν να έχουν. Ο δίσκος αποτελούμενος από πολύ απλά, πιασάρικα και ιδιαίτερα ρυθμικά riffs αλλά και με το δίδυμο του...’μηχανοστασίου’ Bjork και Oliveri να είναι καταιγιστικό, κατάφερε να δημιουργήσει μία ξεχωριστή θέση στο ράφι πολλών ροκάδων αλλά και να αποτελέσει μεγάλη πηγή έμπνευσης για μετέπειτα μπάντες.
Και αν το σημάδι των Kyuss στον ήχο των nineties είχε αρχίσει να γίνεται έντονο με την κυκλοφορία αυτού του δίσκου, αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά στο μέγεθος στο οποίο θα εξελίσσονταν. Η φυγή του Oliveri στο τέλος της ηχογράφησης του ‛Blues for the red sun’ δεν στάθηκε αρκετή για να σταματήσει την ξέφρενη πορεία του γκρουπ, το οποίο με τον νέο(τότε) Scott Reeder στο μπάσο έβγαλε το ‛Welcome to Sky valley’ – τιτλοφορούμενο ως ‛Kyuss’ και γνωστό στους οπαδούς με το ανώθι όνομα – το 1994. Ό ήχος πλέον πιο ώριμος, με πιο σαφή προσανατολισμό και με μία ευδιάκριτη ψυχεδελική πινελιά αλλά σταθερά στο ίδιο πλαίσιο: απλότητα στη σύνθεση. Ο δίσκος κατα διαστήματα παίρνει funk ύφος, αφήνοντας τα βαρύγδουπα drive των γκρουπ με την νοοτροπίας της Καλιφόρνια και καταφέρνει να είναι πιο ευέλικτος μουσικά απ ότι το προηγούμενο άλμπουμ, ιδιαίτερα με κομμάτια όπως το Space Cadet.
Ο λόγος για τους Kyuss, την μπάντα που έγινε η γεννεσιουργός αιτία ολόκληρου είδους νέου ήχου, του stoner rock. Οι αρχικά επονομαζόμενοι Katzenjammer(‛πονοκέφαλος’ στην γερμανική slang), άλλαξαν τ όνομα τους σε Sons of Kyuss και στη συνέχεια, χάρην συντομίας, σε Kyuss. Δημιουργήθηκαν το 1988 στην πόλη Palm Desert της Καλιφόρνια από τους John Garcia στα φωνητικά, Joshua Homme στην κιθάρα, Brant Bjork στα ντράμς και Chris Cockrell στο μπάσο. Την θέση του τελευταίου θα έπαιρνε σύντομα ο Nick Oliveri. Οι Kyuss έβγαλαν αρχικά κάποια EPs εως τον πρώτο τους δίσκο το Σεπτέμβριο του 1991 με τίτλο ‛Wretch’. Το μεγαλύτερο κομμάτι του δίσκου περιέχει τα κομμάτια του demo που είχε στείλει το γκρουπ στη δισκογραφική εταιρία. Γι αυτό δικαιολογείται σε μεγάλο βαθμό η άσχημη παραγωγή και το γεγονός ότι ο δίσκος είναι ακατέργαστος τόσο τεχνικά όσο και μουσικά.
Για πολλούς, το ντεμπούτο των Kyuss έγινε με την κυκλοφορία του ‛Blues for the red sun’ την αμέσως επόμενη χρονιά, ένα άλμπουμ με σαφώς πιο ξεκάθαρα πλαίσια κι ελαφρώς καλύτερη παραγωγή υπο την αιγίδα της Dali records. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του ήχου ο ιδιαίτερα χαμηλός, μπάσος τόνος στην παραμόρφωση που την έκανε να ακούγεται ως ένας ξερός ήχος, αποσταγμένος από κάθε στοιχείο που θα μπορούσε να του προσδώσει ρευστότητα. Από εκεί προκύπτει άλλωστε και τ όνομα του είδους (stoner/desert rock)καθώς ο ήχος παρομοιάζεται με την ξηρασία της ερήμου. Σ αυτό βέβαια συνεισφέρει και το γεγονός ότι η κιθάρα είναι συνδεδεμένη με ενισχυτή μπάσου και το ότι και τα δύο έγχορδα έχουν το χαμηλότερο κούρδισμα που θα μπορούσαν να έχουν. Ο δίσκος αποτελούμενος από πολύ απλά, πιασάρικα και ιδιαίτερα ρυθμικά riffs αλλά και με το δίδυμο του...’μηχανοστασίου’ Bjork και Oliveri να είναι καταιγιστικό, κατάφερε να δημιουργήσει μία ξεχωριστή θέση στο ράφι πολλών ροκάδων αλλά και να αποτελέσει μεγάλη πηγή έμπνευσης για μετέπειτα μπάντες.
Και αν το σημάδι των Kyuss στον ήχο των nineties είχε αρχίσει να γίνεται έντονο με την κυκλοφορία αυτού του δίσκου, αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά στο μέγεθος στο οποίο θα εξελίσσονταν. Η φυγή του Oliveri στο τέλος της ηχογράφησης του ‛Blues for the red sun’ δεν στάθηκε αρκετή για να σταματήσει την ξέφρενη πορεία του γκρουπ, το οποίο με τον νέο(τότε) Scott Reeder στο μπάσο έβγαλε το ‛Welcome to Sky valley’ – τιτλοφορούμενο ως ‛Kyuss’ και γνωστό στους οπαδούς με το ανώθι όνομα – το 1994. Ό ήχος πλέον πιο ώριμος, με πιο σαφή προσανατολισμό και με μία ευδιάκριτη ψυχεδελική πινελιά αλλά σταθερά στο ίδιο πλαίσιο: απλότητα στη σύνθεση. Ο δίσκος κατα διαστήματα παίρνει funk ύφος, αφήνοντας τα βαρύγδουπα drive των γκρουπ με την νοοτροπίας της Καλιφόρνια και καταφέρνει να είναι πιο ευέλικτος μουσικά απ ότι το προηγούμενο άλμπουμ, ιδιαίτερα με κομμάτια όπως το Space Cadet.
Last edited by a moderator: