- 17 June 2006
- 14,350
Chopin: Polonaise op.44 in F-sharp minor
Ο Chopin πήρε τη φόρμα του χορού 'Πολωνέζα' και της εμφύσησε πνοή concertante. Τη μετέτρεψε, περίπου, σε επικό ποίημα. Στις 'Πολωνέζες' του ακούς συχνά πλεγμένα άψογα μέσα στη διάρθρωση πολεμικά τύμπανα και εμβατήρια που θυμίζουν έφοδο του ιππικού καθώς τα θέματα επιστρέφουν συνεχώς, εκτινάσσονται δεξιά αριστερά και εξοστρακίζονται σαν τρελά μέσα στην αρχιτεκτονική δομή σαν φλιπεράκι, αλλάζουν κλειδιά και οκτάβες συνέχεια, γκαστρωμένα με άπειρα μοτίβα που αδημονούν να ανθίσουν, με πολυφωνικά blocks που σπάνε σαν υδρία κι από μέσα τους ξεχύνονται δύο, τρείς, άπειρες φωνές. Που παίρνουν τη σκυτάλη κι αρχίζουν να τρέχουν, η μία να συμπληρώνει και να απελευθερώνει και να συνοψίζει την άλλη, να πλέκουν φανταχτερά αρμονικά υφάδια που τα σκορπίζουν δεξιά-αριστερά, σαν φάρους που σε βοηθούν να βρίσκεις το δρόμο σου μέσα στην καταιγίδα. Και να νιώθεις ένα τεράστιο οικοδόμημα που, ενώ δείχνει ετοιμόρροπο, κάστρο που κρέμεται στον αέρα, κάθε του στροφή είναι τόσο αποτελεσματική στο να επιβεβαιώνει τη στιβαρότητά του: κάθε επαναφορά διαλέγει τμήματα από τα προηγούμενα, τα εκφέρει περιληπτικά, αλλάζει ότι της κατέβει στην πορεία, αντικαθιστά μελωδίες ολόκληρες με το απλό σκαρίφημά τους, το αρχικό γενεσιουργό σχέδιο - κι όμως το όλο χτίζεται βαθμιαία εκεί, μπροστά στα μάτια σου, στρώση προς στρώση και μοιάζει να πατάει σε γρανίτη.
Είναι τρομαχτική η βία στην οποία εκτίθεσαι με τη μουσική του Chopin. Σ αυτές τις Συμφωνίες Τσέπης, στα Scherzi, φτάνει στο απόγειό της και είναι η ακρότητα ηχοποιημένη. Αλλά στις Πολωνέζες ελλοχεύει πάντα εκεί, έτοιμη να εξαπολύσει απάνω σου τα σκυλιά - ή σαν ένα άγριο άτι που δεν το αφήνουν να ξεχυθεί και να τρέξει.
Η Πολωνέζα op. 44 σε φα δίεση ελάσσονα είναι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, η πιο ξεχωριστή από όλες όσες έγραψε ο μεγάλος Πολωνός.
Είναι, επίσης, η πιο φιλόδοξη.
Αρχίζει με ένα αναιμικό μοτίβο από τέσσερις νότες. Ένα μελωδικό θραύσμα που περνάει μέσα από τις οκτάβες και μεταμορφώνεται ολοκληρωτικά: γίνεται στεντόρειο. Μέχρι να καταλάβεις ότι δεν σου την έπεσαν οι ορδές του Ταμερλάνου και να μαζέψεις τα αυτιά σου από το πάτωμα, έχει γίνει ήδη η εισαγωγή της Πολωνέζας. Εγκαθιδρύεται σαν δικτατορία και δεν ακούς πια τίποτα άλλο γύρω σου. Η ρυθμική της δύναμη είναι αδυσώπητη. Νιώθεις να σφουγγαρίζει με το κουφάρι σου το πάτωμα. Αρχιτέκτονας περιωπής βάζει τις εξαίσιες μελωδίες να περνοδιαβαίνουν: καθεμία από αυτές σέρνει μαζί της το δύσμορφο, κακοποιημένο ξαδερφάκι της, είτε κακοφωνία, είτε επίμονες νότες και αρπισμούς που επαναλαμβάνονται συνεχώς σπρώχνοντας η μία την άλλη στο χείλος του γκρεμού. Στη μέση της Πολωνέζας, καταμεσής στα ανελέητα fortissimi ξεπηδάει μια ουράνια μελωδία. Νιώθεις σαν βρωμιάρης κονκισταδόρος με βλεννόρροια και σκορβούτο, χαμένος μέσα στη ζούγκλα του Περού. Ακούς μια εξαίσια μελωδία, ‘τα φλάουτα των ινδιάνων Γκουαράνι, σίγουρα’... σκέφτεσαι, ο τηλέγραφος: μιλάνε μεταξύ τους αλλά δεν ξέρεις αν στα μάτια τους μοιάζεις με εχθρό ή φίλο. Είναι το trio. Ο Chopin το έχει σημαδέψει Tempo di Mazurka και υποδεικνύει να παιχτεί sotto voce. Τι κάνει αυτή η νησίδα φωτός και γαλήνης μέσα στη θύελλα;
Ολοι οι σύγχρονοί του μαρτυρούν τη λατρεία του για την όπερα. Ο Chopin δεν έγραψε ποτέ καμία: προτίμησε να αποδώσει τον προσωπικό φόρο τιμής του στο ιδίωμα μέσω του πιάνου. Ο Rosen μας λέει ότι αυτό εδώ το trio είναι μία ευθύτατη αναφορά στους μεγάλους Ιταλούς δάσκαλους: στον Rossini, στον Donizetti και στον Bellini. Όπως αυτοί διέκοπταν το παραδοσιακό αργό-γρήγορο στις άριες στη ροή της οπερατικής γραφής τους παρεμβάλλοντας ένα χορικό ή, πολλές φορές, μία ολόκληρη σκηνή, ο Chopin, χρησιμοποιώντας αυτό το σπάραγμα φωτός, αυξάνει τη δραματική δύναμη του αρχικού θέματος που επανέρχεται εν πλήρη δόξη και με τις πάντες και κατακλύζει όλο το τοπίο. Μοιάζει με πληγωμένο θρασίμι που το κυνήγησαν και κρύφτηκε στα φυλλώματα. Είναι σε διαρκή εγρήγορση: τινάζεται ηλεκτρικά σε κάθε ανεπαίσθητο ήχο, σε κάθε φευγαλέα υποψία κίνησης γύρω του, γρυλλίζει, δείχνει τα δόντια και τα νύχια του.
Πως ήσουν άραγε όταν το έγραφες ωχρέ πρίγκιπα;
1840-41, η αρρώστια είχε εγκατασταθεί μέσα σου για τα καλά, έβλεπες το τέλος αλλά δεν ήξερες την ακριβή ημερομηνία λήξης.
Ησουν μεγάλος εραστής κάποτε - τώρα, η ερωμένη σου είχε γίνει η μαμά σου: Σε φρόντιζε, σαν μικρό παιδί ή ευπαθές φυτό εσωτερικού χώρου.
Πως είναι άραγε όταν το αντικείμενο του πόθου σου μετατρέπεται σε νοσοκόμα; και τα μόνα ρίγη που νιώθει πια η σάρκα σου δεν έχουν να κάνουν με την ηδονή αλλά με τον πυρετό;
Σε ποιά φριχτά κρεβάτια παζαρεύεις τότε τις εκτρώσεις της καρδιάς σου;
Απειρες οι εξαιρετικές εκτελέσεις του έργου καθώς σε ολόκληρη την περιπέτεια της δισκογραφίας από καταβολής της, κάθε μεγάλος βιρτουόζος που σέβεται τον εαυτό του έχει αναμετρηθεί μαζί του. Απαιτεί φυσικά λαμπρή δεξιοτεχνία που ταυτόχρονα να προβάλει τη δραματική αρχοντιά του, τα ορμητικά ρεύματα και τις συνεχείς σπρωξιές που σου δίνει και μαζί τον απεριόριστο σεβασμό, την ευλάβεια στις λεπτοκαμωμένες εύθραυστες κατασκευές που το απαρτίζουν. Τη δύναμη και την αποφασιστικότητα μαζί με ολόκληρη την πανσπερμία των επί μέρους λεπτομερειών, των ρυθμικών διακυμάνσεων, των λεπτοφυών αποχρώσεων εκπεφρασμένων με απόλυτη ακρίβεια. Γιατί Chopin χωρίς ακρίβεια και αίσθηση ισορροπίας απλά δεν υπάρχει. Είναι ακριβώς αυτός ο χορός των σπαθιών, αυτή η διελκυστίνδα ανάμεσα στην Τάξη και στο Χάος, στη δημαγωγία των εντυπώσεων και στην τέλεια καθαρότητα της εκφοράς που του δίνει όλη τη μοναδικότητα και την ομορφιά του. Η ρυθμική ευλυγισία, οι ανταύγειες της απέραντης χρωματικής παλέτας, ο τόνος ‘πάντα πικρός αλλά ποτέ μίζερος’, ο φλογερός λυρισμός, η παιχνιδιάρικη τρυφερότητα. Η ολοκληρωτική αποπλάνηση.
Θεωρώ τις ηχογραφήσεις του Rubinstein υπόδειγμα ισορροπίας και μέτρου.
Αλλά προσωπικά προτιμώ τους πιο ακραίους εκτελεστές. Τους ιδιοσυγκρασιακούς. Τους πυρομανείς. Γιατί Chopin χωρίς την αναρχική του ποίηση, χωρίς την αιθάλη και τους καπνούς από όπιο, στα δικά μου αυτιά, ηχεί ‘λίγος’.
Με δυό λόγια: Samson Francois από τους παλιούς, Maurizio Pollini από τους νεότερους.