- 17 June 2006
- 49,356
Donald Fagen. The nightfly - 1982
Υπάρχουν δίσκοι και δίσκοι που αγοράσαμε, ξεφυλλίσαμε σε κυβοειδείς σκονισμένες κούτες σε δισκάδικα είτε σε βινύλια είτε σε cd. Όλοι λίγο πολύ αφήσανε κάποια σημάδια επάνω μας. Και ναι ίσως κάποιοι να άφησαν βαθύτερα γιατί συνδέθηκαν με παραστάσεις, εικόνες της εφηβείας ή προσωπικές στιγμές. Ιδίως οι δίσκοι που αναζητήθηκαν με προσμονή λίγες μέρες μετά την αναγγελία της κυκλοφορίας τους.
Υπάρχουν όμως και άλλοι που θεωρητικά δεν ήταν τίποτα από όλα αυτά. Ήταν απλά δίσκοι που αγοράστηκαν κάποια στιγμή, μεταγενέστερη στο πλαίσιο του «ας πάρουμε και αυτό».
Κάπως έτσι, σε ώριμη ηλικία, και γνωρίζοντας ελάχιστα ακουστικά δείγματα από το περιστασιακό airplay αγόρασα το 1990, οκτώ ολόκληρα χρόνια μετά την κυκλοφορία του το Nightfly, μάλιστα σε τιμή ευκαιρίας, απ τα πανέρια που λένε….
Όντας ένας hard core fan του ντουέτου της ελιτίστικης τρέλλας που άκουγε στο όνομα Steely Dan και αρχικά εμφανίστηκε ως συγκρότημα στις αρχές της χρυσής δεκαετίας δεν θα έπρεπε να περιμένω και πολλά.
Ελειπε βλέπεις ο εγκέφαλος. Ο Walter. Ετσι ήταν για μένα. Το μυαλό από τη μια και η φωνή από την άλλη.
Η τσιβδή, ατάλαντη φωνή, που όμως έκρυβε μέσα της την μπλαζέ αδιαφορία για ο,τιδήποτε ήταν κλισέ τότε, σήμερα και αύριο.
Το παιδί της μαμάς που μεγάλωσε ακούγοντας ελαφριά μουσική, μαύρη μουσική και soundtracks του Broadway. Ευτυχώς που γνώρισε τον Walter που έκανε το άλλο μισό της διαδρομής από την άλλη πλευρά. Και πάλι ευτυχώς που συνάντησαν τον Denny Dias και του κατέστρεψαν το συγκρότημά του. Τελικά τίποτα δεν γίνεται από μόνο του.
Μετά την παρακμή των Dan, (αν μπορεί κάποιος σήμερα να αποκαλέσει έτσι το αριστουργηματικό Gaucho) ήταν φανερό ότι οι δυο δεν τα πήγαιναν όπως πριν. Δυο χρόνια αποχής ή προετοιμασίας είναι αρκετά για τον Donald για να ξαναμπεί στο στούντιο.
Οι μουσικοί που τον πλαισιώνουν απλά οι καλύτεροι.
Η μουσική η ίδια, ρομαντική, ελαφριά φαινομενικά, ίσως με ετικέτα ποπ to whom it may concern, αλλά unclassified για μένα. Εκτός από τις σφιχτές ενορχηστρώσεις, όπως πάντα η μερίδα του λέοντος πάει στους στίχους, το δυνατό χαρτί πάντα για τον Donald. Οι εφηβικοί έρωτες, η επιστημονική φαντασία, η αστική καθημερινότητα, ή κόκκινη απειλή και ο ψυχρός πόλεμος, η μαγεία των fm, μια κοσμοπολίτικη Καζαμπλάκα, και η φαντασίωση του Τζην Κέλλυ, όλα υπάρχουν εδώ περίτεχνα καμουφλαρισμένα και μαεστρικά δομημένα.
Τα φωνητικά από μόνα τους είναι επιπέδου εγχειρίδιου καλού background vocalist και η δικιά του φωνή εκτός τόπου και χρόνου.
Και όμως όλα αυτά τα συστατικά συντίθενται μαγικά και αναβλύζουν από το δίσκο αυτό σαν βάλσαμο στις πληγές των απογοητευμένων από τη ροκ μουσική. Αλήθεια υπήρχε ροκ το 1982 ή υπάρχει σήμερα ? Μάλλον όχι. Και αυτό είναι ροκ ? Μάλλον όχι επίσης.
Τι είναι λοιπόν ?
Ας το αφήσουμε για τους ιστορικούς του μέλλοντος.
Αυτό που σίγουρα έχουμε, είναι το μαγικό χέρι του Roger Nichols στις κονσόλες και του Bob Ludwig στο μάστερ, σε μια από τις πρώτες, πρωτόγονες, ψηφιακές ηχογραφήσεις σε 3Μ 32 track.
32 κανάλια, για να χωρέσουν τον τεράστιο πλούτο λεπτομέρειας, υφής, ηχοχρωμάτων που ακούγονται τελικά, είναι τόσο λίγα, που ίσως το φέρνουν σε ίδια αναλογία με ένα Sgt Pepper’s του 67.
Ο δίσκος ανοίγει με το σχεδόν, σφυρίζοντας αδιάφορα I.G.Y., χωρίς ιδιαίτερες υποσχέσεις για την συνέχεια, αλλά τα φωνητικά και μόνο σε υποψιάζουν ότι κάτι παίζεται.
Το Green Flower Street, σε κάνει να νοιώσεις ότι η μαγεία υπάρχει. Οι στίχοι κοφτοί, οι κιθάρες λιτές, με μόνο μια ιδιαίτερα φλύαρη να μουρμουρίζει δεξιά, και τα πρώτα πολυφωνικά σύνθι με τον αρχέγονο ήχο τους. Το σόλο του Larry…θεϊκό..
Ruby baby..Το τέμπο είναι καθαρά στηλιντανικό, τα όργανα παρουσιάζονται και εμπλέκονται ένα ένα, σαδιστικά αργά, εκείνο το Ahhh, στο αριστερό κανάλι στην εισαγωγή είναι όλα τα λεφτά, ενώ ο Fagen δοκιμάζει πόσα πλήκτρα μπορεί να χωρέσει στα 32 τρακς του 3Μ. Ατμόσφαιρα early sixties, αλλά με λουστραρισμένα πνευστά και φωνητικά σε στυλ impressions…
Η ώρα για το αργό blues κομμάτι, έρχεται με το Maxine… Δύσκολο και πολύπλοκο στη δομή του, αργό και μελαγχολικό love song, με τάσεις φυγής προς το νότο..
Στο New frontier η ενορχήστρωση πυκνώνει πραγματικά. Δεν υπάρχει κάτι που να ξεχωρίζει, όλα είναι δεμένα μεταξύ τους σφιχτά εκτός από την ειρωνική φωνή του Donald τα φωνητικά και φυσικά πάλι το λιτο καθαρό σόλο του Larry Carlton.
Αργό και steady rock το The nightfly, ξεχωρίζει ίσως για το σφιχτό μπάσο του Marcus Miller πριν γίνει φίρμα.
Το βαρύ πυροβολικό του δίσκου είναι τα δυό τελευταία κομμάτια. The goodbye look με τις μαρίμπες και την ανάλαφρη ατμόσφαιρα μπουρζουαζίας και το Walk between the raindrops, με μια εισαγωγή παρωδία εμβατηρίου, ταχύτατο τέμπο, καμιά νότα χαμένη, δυόμιση λεπτά διαμάντι, ελάχιστα δευτερόλεπτα σόλο και όλα με το σταγονόμετρο και τη ζυγαριά δοσμένα.
Αν ήθελα να βρώ λέξεις να το περιγράψω θα χρησιμοποιούσα κάποιες από αυτές:
Μαργαριτάρι, στιλπνάδα, λούστρο, δομή, απλότητα, ελιτισμός, περφεξιονισμός, ουσία, χάρη.
Αν είναι κάτι που θα ήθελα ή του λείπει: ο Walter. Βέβαια ίσως με αυτόν να μην ήταν αυτό το αποτέλεσμα αλλά κάτι άλλο. Ίσως να μην βλέπαμε ποτέ κάτι ολοκληρωμένο από τον Donald. Που μας συνήθισε σε ολοκληρωμένες δουλειές και αργότερα (kamakiriad, Morph the cat) αλλά γιά μένα όχι τόσο όσο αυτό το δείγμα.
Δεν ξέρω για σας, τι μουσικές ακούτε, αν είναι ροκ, ελληνική κλασική.
Πολλές φορές αναρωτήθηκα και τώρα ξέρω την απάντηση: Όταν μια μέρα φύγω από τον μάταιο τούτο κόσμο το θέλω, αυτό και 5-6 ακόμα στο κουτί μου.
Για τους φανατικούς: αναζητείστε μια γιαπωνέζικη κόπια. Έχει ουσία, γεύση, πλούτο που για κάποιο άδικο λόγο πάντα ήταν θαμένη στις ευρωπαϊκές κόπιες.