Ομολογώ ότι ξεκίνησα προκατειλημμένος . Η όπερα είναι ένα είδος με το οποίο δεν είμαι εξοικειωμένος . Την προκατάληψη αυτή επέτεινε και η άποψη ενός συναδέλφου ο οποίος σήμερα το πρωϊ μου είπε , ούτε λίγο ούτε πολύ , ότι η παράσταση δεν έχει σκηνικά , μα ούτε και κουστούμια – «φορούν τα πουλοβεράκια τους» ήταν οι λέξεις που χρησιμοποίησε , την ίδια ώρα που μια φίλη της γυναίκας μου της έλεγε το ίδιο πράγμα , το οποίο μάλιστα την ώθησε στο να φύγει μόλις έκανε διάλειμμα . Ετσι λοιπόν μέσα μου , ήδη προτού φτάσω στο ΜΜΘ , είχα αρχίσει να γράφω το κείμενο , ή τουλάχιστον τον τίτλο «Μozart στο ΜΜΘ ή πήγε ο Εβραίος εκδρομή κι έτυχε η μέρα Σάββατο» , υπονοώντας την απογοήτευση που a priori είχε δοκιμάσει.
Εισήλθαμε λοιπόν μετά της συζύγου και με βαρειά καρδιά , έχοντας συμφωνήσει ότι αν δεν μας αρέσει θα φύγουμε κι εμείς στο διάλειμμα και καθήσαμε στις ωραίες θέσεις μας – 8η σειρά στο κέντρο. Όταν χαμήλωσαν τα φώτα και άνοιξε η αυλαία , αφού η ορχήστρα είχε ήδη πάρει τη θέση της , ήρθαμε αντιμέτωποι με ένα απλό και απολύτως αφαιρετικό σκηνικό . Στο κέντρο της σκηνής δέσποζε μια ξύλινη πλατφόρμα ανισοϋψής σε κάθε πλευρά , ενώ από πάνω κρεμόταν από το ταβάνι ένα τεράστιο ξύλινο τελάρο , σχηματίζοντας γωνία με το δάπεδο , αλλά χωρίς να εφάπτεται με αυτό . Στο φόντο , ένα μπλέ χρώμα . Με το που εμφανίστηκαν οι δυο ερωτοχτυπημένοι νέοι με το Ντον Αλφόνσο να συζητούν , διαπιστώσαμε ότι πράγματι οι πρωταγωνιστές φορούσαν απλά καθημερινά ρούχα – ακομη και η ολόμαυρη στολή του ντον Αλφόνσο ήταν απλή αν εξαιρέσει κανείς την μακριά επίσης μαύρη μπέρτα του. Συγχρόνως στο μεν αιωρούμενο τελάρο , προβάλλονταν εικόνες με αφηρημένα θέματα , πρόσωπα , φύση , θάλασσα , ενώ οι φωτισμοί δημιουργούσαν ενδιαφέρουσες σκιές και χρώματα . Παράλληλα στην επικλινή κατασκευή προβάλλονταν επίσης εικόνες , άλλοτε ίδιες με αυτές του τελάρου και άλλοτε διαφορετικές .
Ηταν αυτό σκηνικό για όπερα ; Ηταν αυτά κοστούμια για όλες αυτές που κάνουν έτσι; Ε ναι . Ηταν . Και ήταν μαγικά . Γιατί αφαιρώντας κάθε μπαρόκ διάκοσμο , κάθε αναμενόμενη πολυτέλεια και χλιδή , κάθε βαρυφορτωμένο σκηνικό και κάθε χιλιοποίκιλτο κοστούμι , όλο το σκηνικό λειτουργούσε υπέρ της μουσικής και του τραγουδιού . Η καθημερινή σχεδόν , απλότητα των κοστουμιών , το απόλυτα λιτό σχεδόν δωρικό σκηνικό και οι εμπνευσμένοι φωτισμοί και τα παιχνιδίσματα τους , έκαναν μια οπερα 200 ετών περίπου , να φαντάζει σύγχρονη , μοντέρνα , σημερινή . Και βοηθούσαν τον θεατή να επικεντρωθεί στην μουσική και στο κείμενο , να αισθανθεί πιο οικεία , να μπορέσει να γελάσει χωρίς ενοχές και να απολαύσει μια κωμική υπόθεση , αμπαλαρισμένη σε μια γευστική μουσική , γεμάτη συμμετρία , ομορφιά , ένταση , συγκίνηση , πάθος .
Ολοι οι συντελεστές της παράστασης ήταν εξαιρετικοί , διαθέτοντες υπέροχες φωνές και ωραία σκηνική παρουσία , που στην περίπτωση του Γιάννη Γιαννίση ( Ντόν Αλφόνσο ) και ιδίως της Θεοδώρας Μπάκα ( Δέσποινας ) έφτανε τα όρια του πληθωρικού . Μεγάλες οι ερμηνευτικές ικανότητες της σοπράνο Beatrix Fodor ( Φιορντιλίτζι ) και της Μαίρης – Ελεν Νέζη ( Ντοραμπέλα ) , διακρίθηκαν και επιβεβαιώθηκαν ιδιαίτερα στις άριες και τα ρετσιτατίβι. Ο Κύρος Πατσαλίδης ( Γκουλιέλμο ) και ο Stefano Ferrari ( Φεράντο ) συμπλήρωνα με χάρι , ένα ολοκληρωμένο και υψηλών ερμηνευτικών και φωνητικών ικανοτήτων καστ .
Αψογη η συμφωνική ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης υπό την διεύθυνση του Νίκου Αθηναίου διατήρησε με ευκολία μέχρι τέλους το παιγνιώδες τέμπο και την ανάλαφρη αέρινη διάθεση που χρειάζεται η μουσική του Mozart για να αποδοθεί σωστά .
Για την ιστορία η σκηνοθεσία ήταν του Daniele Abbado και τα σκηνικά και τα κοστούμια του Giovani Carluccio. Εν κατακλείδι ήταν μια καθηλωτική παράσταση , αρκετά διαφορετική και συνάμα αρκούντως γοητευτική στην διαφορετικότητα της , τουλάχιστον για έναν άνθρωπο που δεν έχει και μεγάλη επαφή με τις παραστάσεις όπερας . Μού άρεσε . Το φχαριστήθηκα ( στο διάλειμμα κοίταξα την γυναίκα μου και της είπα "Εγώ πάντως δεν φεύγω" ."Ούτε κι εγω" ήταν αμέσως η απάντηση της
Υ.Γ.1 Οσο περισσότερο πάω στο μέγαρο , τόσο περισσότερο πείθομαι ότι μάλλον Μagnepan χρειαζόμαστε για μια σωστή αναπαράσταση σπίτι μας ( αλλά όχι τα πειραγμένα του Κακαλιού :flipout: )
Εισήλθαμε λοιπόν μετά της συζύγου και με βαρειά καρδιά , έχοντας συμφωνήσει ότι αν δεν μας αρέσει θα φύγουμε κι εμείς στο διάλειμμα και καθήσαμε στις ωραίες θέσεις μας – 8η σειρά στο κέντρο. Όταν χαμήλωσαν τα φώτα και άνοιξε η αυλαία , αφού η ορχήστρα είχε ήδη πάρει τη θέση της , ήρθαμε αντιμέτωποι με ένα απλό και απολύτως αφαιρετικό σκηνικό . Στο κέντρο της σκηνής δέσποζε μια ξύλινη πλατφόρμα ανισοϋψής σε κάθε πλευρά , ενώ από πάνω κρεμόταν από το ταβάνι ένα τεράστιο ξύλινο τελάρο , σχηματίζοντας γωνία με το δάπεδο , αλλά χωρίς να εφάπτεται με αυτό . Στο φόντο , ένα μπλέ χρώμα . Με το που εμφανίστηκαν οι δυο ερωτοχτυπημένοι νέοι με το Ντον Αλφόνσο να συζητούν , διαπιστώσαμε ότι πράγματι οι πρωταγωνιστές φορούσαν απλά καθημερινά ρούχα – ακομη και η ολόμαυρη στολή του ντον Αλφόνσο ήταν απλή αν εξαιρέσει κανείς την μακριά επίσης μαύρη μπέρτα του. Συγχρόνως στο μεν αιωρούμενο τελάρο , προβάλλονταν εικόνες με αφηρημένα θέματα , πρόσωπα , φύση , θάλασσα , ενώ οι φωτισμοί δημιουργούσαν ενδιαφέρουσες σκιές και χρώματα . Παράλληλα στην επικλινή κατασκευή προβάλλονταν επίσης εικόνες , άλλοτε ίδιες με αυτές του τελάρου και άλλοτε διαφορετικές .
Ηταν αυτό σκηνικό για όπερα ; Ηταν αυτά κοστούμια για όλες αυτές που κάνουν έτσι; Ε ναι . Ηταν . Και ήταν μαγικά . Γιατί αφαιρώντας κάθε μπαρόκ διάκοσμο , κάθε αναμενόμενη πολυτέλεια και χλιδή , κάθε βαρυφορτωμένο σκηνικό και κάθε χιλιοποίκιλτο κοστούμι , όλο το σκηνικό λειτουργούσε υπέρ της μουσικής και του τραγουδιού . Η καθημερινή σχεδόν , απλότητα των κοστουμιών , το απόλυτα λιτό σχεδόν δωρικό σκηνικό και οι εμπνευσμένοι φωτισμοί και τα παιχνιδίσματα τους , έκαναν μια οπερα 200 ετών περίπου , να φαντάζει σύγχρονη , μοντέρνα , σημερινή . Και βοηθούσαν τον θεατή να επικεντρωθεί στην μουσική και στο κείμενο , να αισθανθεί πιο οικεία , να μπορέσει να γελάσει χωρίς ενοχές και να απολαύσει μια κωμική υπόθεση , αμπαλαρισμένη σε μια γευστική μουσική , γεμάτη συμμετρία , ομορφιά , ένταση , συγκίνηση , πάθος .
Ολοι οι συντελεστές της παράστασης ήταν εξαιρετικοί , διαθέτοντες υπέροχες φωνές και ωραία σκηνική παρουσία , που στην περίπτωση του Γιάννη Γιαννίση ( Ντόν Αλφόνσο ) και ιδίως της Θεοδώρας Μπάκα ( Δέσποινας ) έφτανε τα όρια του πληθωρικού . Μεγάλες οι ερμηνευτικές ικανότητες της σοπράνο Beatrix Fodor ( Φιορντιλίτζι ) και της Μαίρης – Ελεν Νέζη ( Ντοραμπέλα ) , διακρίθηκαν και επιβεβαιώθηκαν ιδιαίτερα στις άριες και τα ρετσιτατίβι. Ο Κύρος Πατσαλίδης ( Γκουλιέλμο ) και ο Stefano Ferrari ( Φεράντο ) συμπλήρωνα με χάρι , ένα ολοκληρωμένο και υψηλών ερμηνευτικών και φωνητικών ικανοτήτων καστ .
Αψογη η συμφωνική ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης υπό την διεύθυνση του Νίκου Αθηναίου διατήρησε με ευκολία μέχρι τέλους το παιγνιώδες τέμπο και την ανάλαφρη αέρινη διάθεση που χρειάζεται η μουσική του Mozart για να αποδοθεί σωστά .
Για την ιστορία η σκηνοθεσία ήταν του Daniele Abbado και τα σκηνικά και τα κοστούμια του Giovani Carluccio. Εν κατακλείδι ήταν μια καθηλωτική παράσταση , αρκετά διαφορετική και συνάμα αρκούντως γοητευτική στην διαφορετικότητα της , τουλάχιστον για έναν άνθρωπο που δεν έχει και μεγάλη επαφή με τις παραστάσεις όπερας . Μού άρεσε . Το φχαριστήθηκα ( στο διάλειμμα κοίταξα την γυναίκα μου και της είπα "Εγώ πάντως δεν φεύγω" ."Ούτε κι εγω" ήταν αμέσως η απάντηση της
Υ.Γ.1 Οσο περισσότερο πάω στο μέγαρο , τόσο περισσότερο πείθομαι ότι μάλλον Μagnepan χρειαζόμαστε για μια σωστή αναπαράσταση σπίτι μας ( αλλά όχι τα πειραγμένα του Κακαλιού :flipout: )