Ένα πλάσμα που ζητούσε απεγνωσμένα να αγαπήσει και να αγαπηθεί... Ένα κορίτσι, που ήθελε ένα σώμα για να κουβαλάει τη ψυχή της. Γεμάτη ανασφάλειες, αντιμέτωπη με τους δαίμονές της, αλλά χωρίς να φοβάται την κάμερα, αν και δεν υπήρξε η ομορφότερη, σαν να πάσχιζε να απαθανατίσει αυτό που δεν φαινόταν! Αντλούσε αυτοπεποίθηση από την αποδοχή του κοινού της και έχανε την ενέργειά της, όταν ήταν εκτός σκηνής. Και αφού "ενέδωσε" ολοκληρωτικά στα πάθη της, έσβησε στα 27, στην παγίδα που η ίδια έστησε στον εαυτό της.
Αλλά η κυρία ήξερε να τραγουδά τα μπλουζ...
Γιατί άμα δεν απελπιστείς, παθιαστείς, πονέσεις, πως μπορείς να βγάλεις το συναίσθημα που απαιτείται για την ερμηνεία τους;
Η Janis Joplin (1943-1970), στα είκοσί της, μετά από μια ανήσυχη εφηβεία, παράτησε το Τέξας που γεννήθηκε και τράβηξε για το Σαν Φρανσίσκο, γιατί όπως έλεγε και η ίδια, το μυαλό της ήταν αλλού. Εκεί συνάντησε το γνώριμό μας, κιθαρίστα Jorma Kaukonen και άρχισαν να ηχογραφούν. Τότε, άρχισε και την χρήση ουσιών και αλκοόλ και επειδή όπως εξομολογήθηκε αργότερα, δεν είχε πολλούς φίλους και αυτούς που είχε δεν τις άρεσαν, επέστρεψε στο Τέξας για να αποκοπεί από τις "κακές" συνήθειες και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Ώστιν. Το φθινόπωρο του 1965 αρραβωνιάστηκε, αλλά τα σχέδια για το γάμο δεν τελεσφόρησαν.
Το 1966, ο παραγωγός Chet Helms την έφερε πίσω στο Σαν Φρανσίσκο, αφού η φωνή της προσέλκυσε το ενδιαφέρον του, για να γίνει μέλος της ψυχεδελικής μπάντας που μανατζάριζε, τους Big Brother and the Holding Company. Οι Big Brother ξεκίνησαν, όταν ο Peter Albin, ένας κάντρι-μπλουζ κιθαρίστας, γνώριμη φιγούρα στους μουσικούς κύκλους, συνάντησε το Sam Andrew, ένα επαγγελματία ροκ εντ ρολ κιθαρίστα, με υπόβαθρο, τζαζ και κλασικής. Το ζευγάρι πλησίασε τον κιθαρίστα James Gurley και μαζί με τον ντράμερ Chuck Jones, που τους βρήκε ο Chet Helms, σχημάτισαν το γκρουπ τον Ιανουάριο του 1966. Σύντομα ο Jones αντικαταστάθηκε από τον τζαζ ντράμερ, David Getz και ξεκίνησαν να παίζουν στο Avalon Ballroom, του οποίου υπήρξαν η "σπιτική" μπάντα.
H Joplin, πρόσθεσε μια νέα διάσταση στη ψυχεδελική μουσική κατεύθυνση του γκρουπ, με το τριών οκτάβων φωνητικό εύρος της. Μετά τη συνταρακτική εμφάνισή τους, τον Ιούνιο του 1967, στο Monterey Pop Festival, η Columbia Records πρόσφερε ένα νέο συμβόλαιο και το πρώτο άλμπουμ με την νέα τους εταιρεία, επρόκειτο να ηχογραφηθεί την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1968 και κυκλοφόρησε αργότερα το ίδιο έτος.
Αλλά η κυρία ήξερε να τραγουδά τα μπλουζ...
Γιατί άμα δεν απελπιστείς, παθιαστείς, πονέσεις, πως μπορείς να βγάλεις το συναίσθημα που απαιτείται για την ερμηνεία τους;
Η Janis Joplin (1943-1970), στα είκοσί της, μετά από μια ανήσυχη εφηβεία, παράτησε το Τέξας που γεννήθηκε και τράβηξε για το Σαν Φρανσίσκο, γιατί όπως έλεγε και η ίδια, το μυαλό της ήταν αλλού. Εκεί συνάντησε το γνώριμό μας, κιθαρίστα Jorma Kaukonen και άρχισαν να ηχογραφούν. Τότε, άρχισε και την χρήση ουσιών και αλκοόλ και επειδή όπως εξομολογήθηκε αργότερα, δεν είχε πολλούς φίλους και αυτούς που είχε δεν τις άρεσαν, επέστρεψε στο Τέξας για να αποκοπεί από τις "κακές" συνήθειες και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Ώστιν. Το φθινόπωρο του 1965 αρραβωνιάστηκε, αλλά τα σχέδια για το γάμο δεν τελεσφόρησαν.
Το 1966, ο παραγωγός Chet Helms την έφερε πίσω στο Σαν Φρανσίσκο, αφού η φωνή της προσέλκυσε το ενδιαφέρον του, για να γίνει μέλος της ψυχεδελικής μπάντας που μανατζάριζε, τους Big Brother and the Holding Company. Οι Big Brother ξεκίνησαν, όταν ο Peter Albin, ένας κάντρι-μπλουζ κιθαρίστας, γνώριμη φιγούρα στους μουσικούς κύκλους, συνάντησε το Sam Andrew, ένα επαγγελματία ροκ εντ ρολ κιθαρίστα, με υπόβαθρο, τζαζ και κλασικής. Το ζευγάρι πλησίασε τον κιθαρίστα James Gurley και μαζί με τον ντράμερ Chuck Jones, που τους βρήκε ο Chet Helms, σχημάτισαν το γκρουπ τον Ιανουάριο του 1966. Σύντομα ο Jones αντικαταστάθηκε από τον τζαζ ντράμερ, David Getz και ξεκίνησαν να παίζουν στο Avalon Ballroom, του οποίου υπήρξαν η "σπιτική" μπάντα.
H Joplin, πρόσθεσε μια νέα διάσταση στη ψυχεδελική μουσική κατεύθυνση του γκρουπ, με το τριών οκτάβων φωνητικό εύρος της. Μετά τη συνταρακτική εμφάνισή τους, τον Ιούνιο του 1967, στο Monterey Pop Festival, η Columbia Records πρόσφερε ένα νέο συμβόλαιο και το πρώτο άλμπουμ με την νέα τους εταιρεία, επρόκειτο να ηχογραφηθεί την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1968 και κυκλοφόρησε αργότερα το ίδιο έτος.