- 17 June 2006
- 14,350
Δυσκολεύομαι να περιγράψω το σοκ που έπαθα όταν απέκτησα το "Barleycorn" των Traffic. 1970, ήμουνα 16,
η ακουστική μου ...διατροφή ήταν οι Kinks (primus inter pares), οι Αnimals, οι Rolling Stones. Το άλμπουμ με παραξένεψε. Κατ αρχήν, δεν έμοιαζε στο ελάχιστο για rock. Ηταν ευαίσθητο, τρωτό, απίστευτα λυρικό αλλά μ ένα λυρισμό Ανοιχτό σε κάθε λογής "εισβολείς" - έμοιαζε να κατοικείται από φαντάσματα, στοιχειωμένο από "φωνές" που παρέπεμπαν σε άλλους κόσμους. Στ αυτιά μου ακουγόταν σαν εκείνες τις μουσικές που βγαίνουν από μαγικά κουτιά: εύθραυστες, σχεδόν τρεμάμενες, υποδόριες και πολύ πλουμιστές. Με το "καλημέρα" υποψιαζόσουν πως οι τύποι που έπαιζαν ήταν ικανοί για πολύ περισσότερα αλλά, με κάποιο μυστήριο τρόπο, έδειχναν συγκρατημένοι: δεν ενδιαφέρονταν να εντυπωσιάσουν. Θα πρέπει να είναι η πρώτη φορά που ήρθα σ επαφή με αυτό που λένε The Art that conceals itself. Ο τρόπος που ακουγόταν το άλμπουμ ήταν πολύ ιδιαίτερος: η ενορχήστρωση δωρική και ασυνήθιστη. Ακουστική κιθάρα, πιάνο - όργανο, ντέφι, λίγα κρουστά εδώ κι εκεί, κάτι σεμνά σαξόφωνα κι ένα φλάουτο που έμοιαζε να φωσφορίζει: σαν να φωτίζει τη μουσική από μέσα (!) - το όλο άκουσμα έφερνε στο νού ακουστικό shadow-box. Οι πιο μεγάλοι αποφάνθηκαν: "την πάτησες κορόϊδο: αυτό είναι jazz!" (sic). Toν τόνο βλέπετε, τότε, τον έδιναν οι Zep και οι Purple. Σχεδόν οτιδήποτε άλλο έμπαινε στην Κατηγορία "απλώς οδοντόκρεμες" (sic).
Και ούτε λόγος φυσικά για το Τι πραγματευόταν ο δίσκος. Ηταν εποχές που την πληροφόρηση την ξετρύπωνες σκάβοντας με τα νύχια που λένε. Πέρασαν καναδυό χρόνια πριν αρχίσω να ξετυλίγω το κουβάρι, με τη βοήθεια ενός τεύχους της Melody Maker -δυσεύρετης και ακριβής τότε, προτιμούσες να κρατήσεις τα λεφτά για να πάρεις κάποιο single. Eμαθα λοιπόν με τα κουτσά -τότε- "αγγλικούλια" μου, πως στη Βρετανία είχε σκάσει ένα ρεύμα αναβίωσης της folk και ο δίσκος ήταν πολύ αντιπροσωπευτικός του είδους. Και, φυσικά, έλυσα το μυστήριο του Τι εστί Barleycorn:
Ο μύθος του John Barleycorn έρχεται από πάρα πολύ παλιά: μιλάμε για τα Βρετανικά νησιά την εποχή που ο Χριστιανισμός διαδέχεται την ειδωλολατρεία και τον παγανισμό. Ο Barleycorn είναι το κριθάρι (barley), από το οποίο παράγεται η μπύρα. Σύμφωνα με το μύθο, ο Barleycorn, οδηγείται σ ένα μαρτυρικό θάνατο που συμβολίζει όλα τα στάδια της καλλιέργειας, του θερισμού και της επεξεργασίας του κριθαριού μέχρι να γίνει η μπύρα. Ο Barleycorn πεθαίνει για τους άλλους: για να ζήσουν και να απολαύσουν τα αποτελέσματα του να πίνουν το αίμα του.
Αμα είσαι σχετικά "χαλασμένος" πιτσιρής, να κατεβαίνει ο Θρύλος σου στον Ταύρο και να περιδρομιάζει τριάρα απ το Φωστήρα κι εσύ να χαίρεσαι γιατί χαλάλι του του Φωστήρα, ήτανε "φονιάς γιγάντων" όνομα και πράμα, σκέτη ιδεολογία δηλαδή, άμα είσαι ψιλο-σάπιος λοιπόν κάτι τέτοιοι μύθοι, σου βάζουν φωτιά και ανατάσσουν τις εγκεφαλικές σου συνάψεις και χάνεις τον ύπνο σου.
Το λάτρεψα το "Barleycorn".
Συστήνω λοιπόν ανεπιφύλακτα μία Συλλογή που κυκλοφόρησε το 2008 από την Cold Spring/Woven Wheat Records με τίτλο John Barleycorn Reborn: Dark Britannica. Διπλό CD-πανόραμα όπου παρελαύνουν όλες οι τάσεις του σύγχρονου Βρετανικού experimental folk underground από μπουμπούκια -κυριολεκτώ- όπως η Sharron Kraus, oι Pumajaw, οι Οwl Service, οι Straw Beer Band και άλλοι που μπολιάζουν το άκουσμα με γερές δόσεις punk, Industrial και electronics.
"Ενας παγανιστικός ύμνος στον Φυσικό Κύκλο" έγραψαν Εξω - και λίγα λένε.
Λίγο μετά, κυκλοφόρησε και το sequel John Barleycorn Reborn: Ribirth, ενδιαφέρον επίσης αλλά χωρίς να φτάνει στα επίπεδα του Dark Britannica.
Enjoy!
...και το άλμπουμ των Traffic
Last edited by a moderator: