Εντελώς-εξωφρενικό! [Soft Machine]

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
SoftMachine.jpg

Ξεκινά με μια ευλογία, τελειώνει με μια κατάρα
Κάνοντας τη ζωή πιο εύκολη, κάνοντας τα πράγματα χειρότερα
"Η μάσκα μου είναι ο δάσκαλός μου", κλαίει ο σαλπιγκτής
Αλλά η φωνή του είναι τόσο αδύναμη, καθώς μιλάει από τον ύπνο του
Λέγοντας: "Γιατί, γιατί, γιατί... Γιατί κοιμόμαστε;"
Οι άνθρωποι παρακολουθούν, αυτούς που ατενίζουν
Περιμένοντας για κάτι που είναι ήδη εκεί
"Αύριο θα το βρω", κραυγάζει ο σαλπιγκτής
Και θυμάται ότι πεινάει και πνίγεται στα όνειρά του
Λέγοντας: "Γιατί, γιατί, γιατί... Γιατί κοιμόμαστε;"
Το κεφάλι μου είναι ένα νυχτερινό κλαμπ με ποτήρια και κρασί
Οι πελάτες χορεύουν ή απλά διαθέτουν χρόνο
Ενώ ο Ντέιβιντ αναθεματίζει, οι πελάτες ουρλιάζουν
Όλοι τώρα φωνάζουν, "Βγες έξω από το όνειρό μου!"

Λέγοντας: "Γιατί, γιατί, γιατί... Γιατί κοιμόμαστε;"
- Why Are We Sleeping? (στίχοι, Ayers)​

SM.gif

"Η μουσική των Soft Machine περιλαμβάνει σοκαριστικές αξίες αδόμητης σύνθεσης, αν και πολλά από τα έργα τους είναι τραγούδια. Ηλεκτρονικές συσκευές προσθέτουν τον αντίκτυπο του βομβαρδισμού των αισθήσεων. Αλλά αυτά τα αποτελέσματα είναι απλώς τεχνάσματα εκτός εάν χρησιμοποιούνται με ευαισθησία και λογική. Οι Soft Machine είναι μια συναρπαστική μαρτυρία: οι άνθρωποι χρειάζονται μηχανές αλλά οι μηχανές χρειάζονται τους ανθρώπους και τις ιδέες για να παράγουν σημαντική εμπειρία. Το γκρουπ δημιουργεί μουσική που έχει νόημα, επίσης είναι ελκυστική, επειδή έχει καλό γούστο, δεξιοτεχνία και πάνω απ' όλα συμμετοχή." - Arnold Shaw

Η μηχανή αυτή δεν ήταν απωθητική, αποξενωτική, προγραμματισμένη για συγκεκριμένο αποτέλεσμα, ούτε απαιτούσε καθορισμένες και επαναλαμβανόμενες ενέργειες. Αντίθετα ήταν μαγική, απρόβλεπτη και παιχνιδιάρα, ανορθόδοξη και αινιγματικά προκλητική. To ταξίδι που πρόσφερε, ήταν μοναδικό και όποιος τη χρησιμοποιούσε, είχε κάθε φορά πρωτόγνωρες, αλλόκοτες και διαφορετικές εμπειρίες, γιατί αυτή τρεφόταν με ιδέες και όνειρα. Όταν όμως λειτουργούσε, με ρυθμό άλλοτε στο ρελαντί και άλλοτε ανεβάζοντας στροφές στο όριο, έκοβε την ανάσα και απελευθέρωνε τον νου. Και το πετύχαινε φτιάχνοντας μουσική, όχι με την "κοινή", επικρατούσα έννοια, αλλά με την πιο αφηρημένη, λοξοδρομημένη, ευρεία και ευρηματική, που ήταν όμως και συνεκτική, παραδόξως περιεκτική αν και αφαιρετική, αλλά προπαντός αβίαστα υπαινικτική, σαν την ποίηση. Ναι σίγουρα αυτός ήταν ο στόχος και σκοπός της, η απελευθέρωση, που όμως δημιουργούσε απαίτηση και υποχρέωση, γιατί άλλαζε διαπαντός την οπτική των πραγμάτων...

Να, λοιπόν, που έφτασε η στιγμή να εξιστορήσουμε έναν από τους πιο ενδιαφέροντες, πραγματικούς Θρύλους του Καντέρμπουρι. Και σε πείσμα των καιρών, δεν θα το κάνουμε επιγραμματικά, αλλά θα επεκταθούμε γιατί έτσι αρμόζει και απαιτείται, οπότε ετοιμαστείτε, όσοι βέβαια κρίνετε ότι το αξίζει, να διαθέσετε κάποιο χρόνο, που σίγουρα δεν συνηθίζεται να δίνεται, αφού όλα πια γίνονται γρήγορα, πρόχειρα και συνοπτικά... Πάμε;

WyattAllenAyersRatledge.jpg
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα

Εξω-γ@μημέν@-φρενικό!​

Soft Machine - Out-Bloody-Rageous: An Anthology 1967-1973 (2005, Sony BMG Music, 2CD συλλογή)

OutBloodyRageous.jpg

Τραγούδια:
-- 1ος Δίσκος (76:09): 1-01 Feelin' Reelin' Squelin' (Ayers) - 2:50, 1-02 Love Makes Sweet Music (Ayers) - 2:27, 1-03 Hope Of Happiness (Hopper/Ayers/Ratledge) - 4:21, 1-04 Joy Of A Toy (Ayers/Ratledge) - 2:50, 1-05 Hope For Happieness (Reprise) (Hopper/Ayers/Ratledge) - 1:38, 1-06 We Did It Again (Ayers) - 3:46, 1-07 Plus Belle Qu'une Poubelle (Ayers) - 1:03, 1-08 Why Are We Sleeping? (Ayers/Ratledge/Wyatt) - 5:33, 1-09 Pataphysical Introduction - Part One (Wyatt) - 1:00, 1-10 A Concise British Alphabet - Part One (Hopper/Wyatt) - 0:09, 1-11 Hibou Anemone & Bear (Ratledge/Wyatt) - 6:00, 1-12 A Concise British Alphabet - Part Two (Hopper/Wyatt) - 0:12, 1-13 Hullo Der (Hopper/Wyatt) - 0:54, 1-14 As Long As He Lies Perfectly Still (Ratledge/Wyatt) - 2:35, 1-15 Dedicated To You But You Weren't Listening (Hopper) - 2:32, 1-16 Out-Bloody-Rageous (Ratledge) - 19:11, 1-17 Moon In June (Wyatt) - 19:08
-- 2ος Δίσκος (78:04): 2-01 Teeth (Ratledge) - 9:12, 2-02 Virtually - Part 4 (Hopper) - 3:20, 2-03 Kings And Queens (Hopper) - 5:00, 2-04 All White (Ratledge) - 6:07, 2-05 Drop (Ratledge) - 7:42, 2-06 Pigling Bland (Ratledge) - 4:24, 2-07 Gesolreut (Live) (Ratledge) - 6:17, 2-08 The Soft Weed Factor (Jenkins) - 11:13, 2-09 Chloe And The Pirates (Ratledge) - 9:28, 2-10 Penny Hitch (Jenkins) - 6:38, 2-11 Down The Road (Jenkins) - 5:49, 2-12 The German Lesson (Ratledge) - 1:53, 2-13 The French Lesson (Jenkins) - 1:01
Άλμπουμ:
1-01 & 1-02 από σινγκλ, 1967 [A]
1-03 έως 1-08 από το LP "The Soft Machine", 1968 [Β]
1-09 έως 1-15 από το LP "Volume Two", 1969 [C]
1-16 & 1-17 από το LP "Third", 1970 [D]
2-01 έως 2-03 από το LP "Fourth", 1971 [E]
2-04 έως 2-06 από το LP "Fifth", 1972 [F]
2-07 έως 2-09 από το LP "Six", 1973 [G]
2-10 έως 2-13 από το LP "Seven", 1973 [H]
Μουσικοί: Kevin Ayers (μπάσο, κιθάρα, φωνή [A, B]), Daevid Allen (μπάσο, κιθάρα [A]), Robert Wyatt (τύμπανα, φωνή [A, B, C, D, E]), Mike Ratledge (πλήκτρα [A, B, C, D, E, F, G, H]), Hugh Hopper (μπάσο [B, C, D, E, F, G]), Elton Dean (σαξόφωνα [D, E, F]), Lyn Dobson (σαξόφωνα, φλάουτο [D]), Nick Evans (τρομπόνι [D, E]), Roy Babbington (κοντραμπάσο [E, F, H]), Mark Charig (τρομπέτα [E]), Phil Howard (τύμπανα [F]), John Marshall (τύμπανα [F, G, H]), Karl Jenkins (όμποε, σαξόφωνο, φλογέρα, πλήκτρα [G, H])
-- Συμμετοχές
Brian Hopper (σαξόφωνα, φλάουτο [C]), Jimmy Hastings (φλάουτο, κλαρινέτο μπάσο [D, E]), Rab Spall (βιολί [D]), Alan Skidmore (τενόρο σαξόφωνο [E])

SoftMachine-2.jpg

Στην ιστορία της ροκ μουσικής λίγες μπάντες υποβλήθηκαν σε ένα τέτοιο υφολογικό μουσικό μετασχηματισμό όπως οι Soft Machine. Υιοθετώντας στο ξεκίνημα μια ιδιάζουσα ποπ τραγουδιστική φόρμα με ένθεση οργανικών τμημάτων, το γκρουπ ήταν ένα από τα πρώτα που αγκάλιασε την ψυχεδέλεια πριν εκτραπεί σε σχήμα επηρεασμένο από την τζαζ. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας τους οι Soft Machine θα υποβληθούν σε μια σειρά από περίπλοκες αλλαγές σύνθεσης που τελικά δεν θα αφήσουν κανένα από τα αρχικά μέλη στις τάξεις τους. Εξετάζοντας εκ των υστέρων την πορεία τους, η εξέλιξη των Soft Machine δεν θα μπορούσε να είχε συμβεί παρά μόνο στο, ελεύθερα σκεπτόμενο, μουσικό περιβάλλον των τελών του '60 / αρχών του '70. Ήταν μια εξέλιξη που μπόρεσε να παράγει μερική από την πιο εκπληκτικά έξοχη και πρωτοποριακή μουσική της περιόδου.

SoftMachine67.jpg
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα

Ελπίδα για την ευτυχία​

AllenWildeFlowers.jpg
Daevid Allen έξω από το σπίτι του Robert Wyatt το 1961 / Wilde Flowers, από αριστ. Hugh Hopper, Richard Coughlan, Robert Wyatt (καθισμένος), Brian Hopper

Οι ρίζες των Soft Machine βρίσκονται στην πόλη του Canterbury στο Kent και στον κύκλο των μποέμ φίλων με τον Robert Wyatt (1945), στον πυρήνα τους. Μαζεμένοι στο μεγάλο Γεωργιανό σπίτι, της μητέρας του Robert, Honor, ο Kevin Ayers (1944-2013), οι αδελφοί Brian και Hugh Hopper (1945-2009), ο Mike Ratledge (1943) και ο περιφερόμενος Αυστραλός μπήτνικ, Daevid Allen (1938-2015) μοιράζονταν την παρέα του Wyatt, περνώντας πολλές ώρες ακούγοντας σύγχρονη τζαζ και εκτιθέμενοι στον κόσμο της μπιτ ποίησης και στην ντανταϊστική τέχνη.

Μέχρι τον Ιούνιο του 1963, αυτός ο κύκλος των μουσικών είχε σχηματίσει την μπάντα Wilde Flowers με τον Robert Wyatt στα τύμπανα, τον Hugh Hopper στο μπάσο, τον Brian Hopper στην κιθάρα και το σαξόφωνο, τον Richard Sinclair στη ρυθμική κιθάρα και τον Kevin Ayers σαν τραγουδιστή. Οι Wilde Flowers οδηγήθηκαν σε πολλές αλλαγές μουσικών, με μέλη σαν τους Richard Coughlan και Pye Hastings. Η πρώτη απ' αυτές τις αλλαγές συνέβη το 1965, όταν ο Ayers ταξίδεψε στην Ίμπιζα με τον Daevid Allen, δελεασμένοι από την προοπτική του καλού καιρού, της γαλάζιας θάλασσας, του φαγητού και κρασιού. Ήταν σε αυτό το ταξίδι που οι Ayers και Allen συστήθηκαν στον Wes Brunson, ένα μποέμ Αμερικανό, κληρονόμο περιουσίας. Ο Brunson προέτρεψε τους δύο ταξιδευτές να ξεκινήσουν μια "σοβαρή" μπάντα, προσφέροντάς τους αφειδώς χρηματικά ποσά για το εγχείρημα.

SoftMachine-3.jpg

Τον Ιούνιο του 1966 ο Kevin και ο Daevid επέστρεψαν στο Canterbury και σχημάτισαν την μπάντα Mister Head με τον Robert Wyatt και τον Αμερικάνο κιθαρίστα, Larry Nowlin. Τα απομεινάρια των Wilde Flowers, (Pye Hastings, Richard Coughlan και Richard Sinclair) σχημάτισαν τελικά την εξίσου επιδραστική μπάντα Caravan με κιμπορντίστα τον Dave Sinclair. Μέχρι τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, ο Mike Ratledge ενώθηκε με τους Allen, Ayers, Nowlin και Wyatt και ηχογράφησαν μια σειρά από ντέμο με σκοπό την επίτευξη δισκογραφικού συμβολαίου. Αμέσως μετά οι Mister Head έγιναν Soft Machine, παίρνοντας το όνομα από ένα μυθιστόρημα του William Burroughs, με τον Allen να εξασφαλίζει την άδεια του συγγραφέα για τη χρήση του ονόματος. Οι πρώτες καταγεγραμμένες εμφανίσεις των Soft Machine έγιναν τον Σεπτέμβριο του 1966 στο περίφημο Star Club του Αμβούργου, όπου μια προγραμματισμένη κράτηση, για τρεις βραδιές, κατέληξε σε λιγότερο από μια, όταν η μπάντα φέρεται να εγκατέλειψε λόγω του αφιλόξενου κοινού. Επιστρέφοντας στο Λονδίνο, έδωσαν παράσταση σε ένα από τα πρώτα Spontaneous Underground/αυθόρμητα αντεργκράουντ "δρώμενα" στο Marquee Club και στο All Saints Hall στο Ladbroke Grove σαπορτάροντας τους Pink Floyd Sound (έτσι τους έλεγαν τότε). Όπως και οι συνάδελφοι από το μουσικό περιβάλλον τους, οι Soft Machine άρχισαν να ενσωματώνουν μεγάλης διάρκειας αυτοσχεδιασμούς στη μουσική τους και σύντομα χαρακτηρίστηκαν σαν ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές της "ψυχεδελικής" μουσικής.

Ως τον Οκτώβριο του 1966 ο Larry Nowlin είχε αποχωρήσει και η μπάντα ήταν τώρα οι αγαπημένοι της αναδυόμενης "αντεργκράουντ" σκηνής στο Λονδίνο, με τακτικές βραδινές εμφανίσεις στο ψυχεδελικό κλαμπ UFO, που πραγματοποιούνταν στο Blarney Ballroom στην Tottenham Court Road. Μέχρι το τέλος του 1966, οι Soft Machine και οι Pink Floyd ήταν τα πιο πολυσυζητημένα γκρουπ στο Λονδίνο.

1.Singles.jpg

Τον Ιανουάριο του 1967, η μπάντα μπήκε στα Olympic Studios του Λονδίνου για να ηχογραφήσουν το πρώτο τους σινγκλ, "Love Makes Sweet Music" με το "Feelin', Reelin', Squealin'" στη δεύτερη πλευρά, που κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους. Ένας αξιοσημείωτος δίσκος, που απόκτησε σημαντική μετάδοση στους "πειρατικούς" ραδιοφωνικούς σταθμούς, ιδιαίτερα στο σόου "Perfumed Garden"/Αρωματισμένος Κήπος του John Peel στο πλωτό Wonderful Radio London και εξασφάλισε τη ζήτηση των Soft Machine σαν ζωντανή ατραξιόν. Τον Απρίλιο πραγματοποιήθηκαν, τα σέσιον ηχογραφήσεων με τον παραγωγό Giorgio Gomelski, στα στούντιο De Lane Lea με στόχο τη διαμόρφωση του πρώτου άλμπουμ της μπάντας. Οι ηχογραφήσεις κρίθηκαν ανεπαρκείς και θα παρέμεναν ακυκλοφόρητες μέχρι το 1971, όταν η γαλλική ετικέτα BYG Records πρόσθεσε τα κομμάτια σε δύο συλλογές. Οι ηχογραφήσεις αργότερα θα αποκτούσαν κακή φήμη όταν κυκλοφόρησαν σαν Jet Propelled Photographs. Τον ίδιο μήνα οι Soft Machine συμμετείχαν στη μεγαλύτερη ψυχεδελική συγκέντρωση στο Λονδίνο, το 14-Hour Technicolor Dream, που πραγματοποιήθηκε στο Alexandra Palace στις 29 Απριλίου και επίσης εμφανίζονταν οι Pink Floyd, Move, Pretty Things, Crazy World of Arthur Brown, Graham Bond και Social Deviants. Η εκδήλωση απόκτησε αυξημένη μιντιακή κάλυψη και οδήγησε σε μεγάλη δημοσιότητα τους Soft Machine, που παρά το γεγονός ότι είχαν κυκλοφορήσει μόνο ένα σινγκλ, απολάμβαναν ένα αφοσιωμένο κοινό. Το καλοκαίρι του 1967 εμφανίστηκαν στη Γαλλία, όπου η μπάντα έπαιξε σε διάφορες συναυλίες μέσα και γύρω από το Σαιν-Τροπέ και παρείχε τη μουσική για τις παραστάσεις του έργου του Πάμπλο Πικάσο "Le Desir Attrape Par Le Queue". Επιστρέφοντας στο Ηνωμένο Βασίλειο στις 24 Αυγούστου, απορρίφθηκε η επανείσοδος του Deavid Allen με την αιτιολογία ότι η βίζα του είχε λήξει. Ξαναγυρίζοντας στη Γαλλία, ο Allen εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και τελικά θα σχηματίσει τη θρυλική μπάντα Gong.

UFOClubPoster67.jpg
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα

Η χαρά του παιχνιδιού​

SoftMachine-4.jpg

Πίσω στην Αγγλία, οι Ayers, Ratledge και Wyatt, αποφάσισαν να συνεχίσουν σαν τρίο και εξασφάλισαν περισσότερη δουλειά στην Ολλανδία, το Βέλγιο και τη Γαλλία, αναλαμβάνοντας εμφανίσεις σε τηλεοπτικές εκπομπές. Η μπάντα έκλεισε τη χρονιά με μια εμφάνιση στο "Christmas on Earth Revisited" στο εκθεσιακό κέντρο Olympia στο Λονδίνο, όπου συμμετείχαν οι Pink Floyd, Jimi Hendrix Experience, Who, Eric Burdon and the Animals, Tomorrow και λοιποί σε μια από τις τελευταίες μεγάλες ψυχεδελικές εκδηλώσεις του Λονδίνου. Η γνωριμία τους με τους μάνατζερ Τσας Τσάντλερ και Mike Jeffery του Jimi Hendrix, εξασφάλισε την εμφάνιση του γκρουπ σαν σαπόρτ στην αμερικάνικη περιοδεία των Hendrix Experience, που πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1968. Συνοδευόμενη από τον φροντιστή/roadie Hugh Hopper, η περιοδεία αποδείχτηκε ιδιαίτερα περιπετειώδης, με την μπάντα να εξασφαλίζει τελικά δισκογραφικό συμβόλαιο με την ABC/Probe Records. Οι ηχογραφήσεις έγιναν στα στούντιο Record Plant της Νέας Υόρκης τον Απρίλιο του 1968 με τον παραγωγό, Tom Wilson, των Mothers Of Invention, Velvet Underground και Eric Burdon & The Animals και τον μάνατζερ Τσας Τσάντλερ, στην γενική εποπτεία. Αν και απέτυχε να κάνει εμπορική επιτυχία, το Soft Machine είναι ένα από τα καλύτερα άλμπουμ της εποχής. Συνθέσεις όπως τα "We Did It Again", "Why Are We Sleeping", "Hope for Happiness" και "Joy of a Toy" είχαν όλα παρουσιαστεί και δοκιμαστεί σε συναυλίες και στον δίσκο οι Soft Machine αποκάλυψαν την έκταση της σημαντικής μουσικότητας και δημιουργικότητάς τους. Παρά την παραγωγή μιας τέτοιας έξοχης δουλειάς, δεν ήταν όλα αρμονικά στις τάξεις τους. Σύντομα με την επιστροφή στο Λονδίνο το Μάιο, οι Ayers, Ratledge και Wyatt προσέλαβαν τον πρώην κιθαρίστα των Dantalian's Chariot, Andy Summers (1942) για τις επερχόμενες ημερομηνίες στην Αμερική το καλοκαίρι του 1968. Μέχρι τα μέσα Ιουλίου, ο Summers αποχώρησε από τους Soft Machine για να λειτουργήσουν πάλι σαν τριμελές σχήμα. Τους επόμενους δύο μήνες περιόδευσαν με τον Jimi Hendrix για μια ακόμη φορά, τερματίζοντας στο Λος Άντζελες, όπου άρχισαν οι μουσικές διαφωνίες μεταξύ του Kevin Ayers και του δίδυμου Wyatt και Ratledge. Ενώ τα μέλη της μπάντας πέταξαν πίσω στην Αγγλία, ο Robert Wyatt παρέμεινε στο Λος Άντζελες για μερικές ακόμα εβδομάδες για να συνεργαστεί με τον Jimi Hendrix. Μετά την επιστροφή του στην Αγγλία, ο Kevin Ayers ανακοίνωσε την πρόθεσή του να εγκαταλείψει το συγκρότημα για να ακολουθήσει σόλο καριέρα.

2.VolumeTwo.jpg

Εδώ τελειώνει, η πρώτη αυθεντική σύνθεση των Soft Machine. Οι Ayers και Allen ήταν ιδιαίτερα ιδιοσυγκρασιακοί, ο καθένας για τους δικούς του λόγους και ήταν μάλλον σίγουρο ότι δεν θα μακροημέρευαν στην μπάντα. Για τον Wyatt, την καταλυτική του επενέργεια στην ταυτότητα του γκρουπ και την περίοδο πριν και μετά απ' αυτόν, θα διαβάσετε παρακάτω, πολλά και ενδιαφέροντα. Θα επιθυμούσα, όμως εδώ να "τιμήσω" τον αφανή ( ; ) Mike Ratledge και την προσφορά στον διαχρονικό ήχο του γκρουπ, μιας και ήταν ο τελευταίος που αποχώρησε και θεωρώ ότι μετά απ' αυτόν χαριστικά και για λόγους αναγνωρισιμότητας διατηρήθηκε το όνομα Soft Machine. Γεννημένος στο Μέιντστοουν του Κεντ και με εκπαίδευση στην κλασική μουσική, ενδιαφέρθηκε νωρίς για την τζαζ και εξοικειώθηκε με τη μουσική των Thelonious Monk, Miles Davis, John Coltrane και Cecil Taylor. Ο ήχος του οργάνου του (συνήθως ενός Lowrey Holiday Deluxe με ένα Hohner Pianet από πάνω του), χαρακτηριστικός και σήμα κατατεθέν για το γκρουπ. Ήταν δε, η έκσταση δεδομένη όταν το έκανε να μουρμουρίζει, μουγκρίζει ή να κροταλίζει και έδιωχνε για πάντα την αίσθηση της έλλειψης της κιθάρας, αφού την υπερκάλυπτε πανηγυρικά, σολιστικά αλλά και συνοδευτικά. Αλλά και το μπάσο με τα πνευστά, για να μην αδικήσουμε και τους υπόλοιπους, όταν απαιτείτο πρωταγωνιστούσαν, πέρα από τον κλασικό τους ρόλο στη ρυθμ σέξιον και τη συνοδεία, ειδικά την επόμενη περίοδο, που η τζαζ φάση τους το ενθάρρυνε.

WyattHopperRatledge.jpg

Η κενή, λοιπόν, θέση του Ayers καλύφθηκε τελικά με τον Hugh Hopper, που ανέλαβε τον ρόλο του μπασίστα, με τις πρόβες για το δεύτερο άλμπουμ της μπάντας να ξεκινούν αμέσως μετά. Ηχογραφημένο στα στούντιο Olympic τον Φεβρουάριο και Μάρτιο του 1969, το Volume Two ήταν ένα σημαντικό άλμα προς τα εμπρός όσον αφορά την επινοητικότητα. Με μια πιο "προοδευτική" κατεύθυνση, με κομμάτια όπως το "A Concise British Alphabet - Part One" / "Hibou Anemone and Bear" / "A Concise British Alphabet - Part Two" και τη συμμετοχή του Brian Hopper (αδελφό του Hugh και πρώην μέλος των Wilde Flowers) στο σαξόφωνο, το άλμπουμ επέδειξε την αυξανόμενη τζαζ κατεύθυνση της μπάντας. Μέχρι τον Οκτώβριο του 1969 οι Soft Machine είχαν εξελιχθεί σε μια πολύ διαφορετική μουσική μονάδα με έμφαση στις φρι και προγκρέσιβ επιρροές της τζαζ. Το γκρουπ περιλάμβανε τώρα στις τάξεις του, τους άλτο σαξοφωνίστα Elton Dean (1945-2006), τρομπετίστα Mark Charig (1944), τρομπονίστα Nick Evans (1947), σαξοφωνίστα και φλαουτίστα Lyn Dobson. Για τους επόμενους μήνες οι Soft Machine περιόδευσαν εκτεταμένα, οικοδομώντας ένα μεγάλο και ενθουσιώδες κοινό, ιδίως στη Γαλλία. Το 1969 τελείωσε, με το συγκρότημα να υπογράφει με τη CBS Records, το βρετανικό τμήμα της μεγάλης αμερικανικής δισκογραφικής, Columbia.

2.VolTwoInside.jpg
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα

Σελήνη τον Ιούνιο​

3.ThirdFourth.jpg

Οι συναυλίες στο Fairfield Hall του Croydon και στο Mothers Club του Μπέρμιγχαμ στις 4 και 11 Ιανουαρίου αντίστοιχα ηχογραφήθηκαν και προοριζόταν να παίξουν ένα ζωτικό ρόλο στο επόμενο άλμπουμ των Soft Machine. Τα στούντιο σέσιον, γι' αυτό που θα γίνει γνωστό σαν Third έγιναν τον Απρίλιο στα στούντιο IBC, οπότε ο Lyn Dobson αποχώρησε για να ενταχθεί στην Keef Hartley Band. Αυτά τα σέσιον ήταν εξίσου καινοτόμα, με μόλις τέσσερις συνθέσεις, διάρκειας πλευράς η κάθε μια. Το "Facelift" απαρτιζόταν από επιλεγμένα μουσικά αποσπάσματα, ηχογραφημένα τον προηγούμενο Ιανουάριο, ενωμένα μεταξύ τους με την εντυπωσιακή χρήση τεχνικών επεξεργασίας. Το "Slightly All the Time" του Mike Ratledge, αποτελούνταν από μέρη του "Noisette" του Hugh Hopper και περιλάμβανε το θαυμάσιο "Backwards", που αργότερα το 1973 χρησιμοποιήθηκε από τους Caravan σαν μέρος της σουίτας "L'Auberge du Sanglier".

3.ThirdInside.jpg

Η τρίτη πλευρά του άλμπουμ παρουσίαζε το "Out-Bloody-Rageous", έναν άλλο θρίαμβο επεξεργασίας και επαναληπτικής αναπαραγωγής ήχων με μαγνητοταινίες. Ίσως το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του κουαρτέτου στο "Third" ήταν το "Moon in June"/Σελήνη τον Ιούνιο, του Robert Wyatt. Ένα νεύμα στο στυλ των δύο προηγούμενων άλμπουμ της μπάντας, ήταν το τελευταίο κομμάτι των Soft Machine που διέθετε φωνητικά κάθε είδους και ήταν ουσιαστικά μια σόλο προσπάθεια από τον ντράμερ και τραγουδιστή Wyatt, που έπαιζε επίσης όργανο και με τους Ratledge και Hopper να συμβάλλουν σ' ένα μικρό μόνο μέρος του κομματιού. Ο Wyatt είχε συνθέσει τα διάφορα τμήματά του ήδη από το 1967 και είχε ολοκληρώσει το κομμάτι στο Λος Άντζελες το 1968. Η απουσία φωνητικών από όλες τις μελλοντικές δουλειές των Soft Machine άρχισε να προκαλεί τριβές στους κόλπους της μπάντας, οδηγώντας τον Wyatt να ηχογραφήσει ένα σόλο άλμπουμ για τη CBS το καλοκαίρι του 1970 (ανάμεσα σε ζωντανή εμφάνιση με τους Soft Machine), το εξαιρετικά εφευρετικό The End Of An Ear. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου οι Soft Machine δημιούργησαν ιστορία, γίνοντας το πρώτο "ροκ" συγκρότημα που εμφανίστηκε στις ετήσιες συναυλίες κλασικής μουσικής Promenade στο Royal Albert Hall του Λονδίνου.

SoftMachine70.jpg

Τον Οκτώβριο του 1970, το κουαρτέτο των Mike Ratledge, Robert Wyatt, Hugh Hopper και Elton Dean, άρχισε να ηχογραφεί στα Olympic Studios το άλμπουμ "4". Τα σέσιον (που συνεχίστηκαν και τον Νοέμβριο) έδωσαν μερικές υπέροχες οργανικές στιγμές, ιδιαίτερα το "Teeth" και το πολυ-τμηματικό "Virtually". Το Fourth κυκλοφόρησε το 1971, στα τέλη του Φεβρουαρίου και υποστηρίχτηκε μ' ένα εκτεταμένο πρόγραμμα συναυλιών στην Ευρώπη. Σ' εκείνη την τελευταία ευρωπαϊκή περιοδεία τους, με τον Robert Wyatt στη σύνθεση, βρέθηκαν στη Βρέμη και ηχογράφησαν για τη ραδιοφωνία της. Η μετέπειτα κυκλοφορία του άλμπουμ Virtually από την Cuneiform Records το 1998, απαθανατίζει αυτή τη δημιουργική στιγμή τους και δίνει αφορμή στον Κώστα για μια "εσωτερική" ματιά...

Τον Ιούλιο του 1971, οι Soft Machine επέστρεψαν στις Ηνωμένες Πολιτείες για περιοδεία διάρκειας ενός μήνα. Μετά την επάνοδό του στην Αγγλία, ο Robert Wyatt ανακοίνωσε την αποχώρησή του από το γκρουπ. Ο Wyatt προχώρησε στον σχηματισμό της μπάντας Matching Mole (που ονομάστηκε έτσι από ένα λογοπαίγνιο σχετικά με τη γαλλική μετάφραση για τους Soft Machine, "Machine Molle") και περιλάμβαναν στις τάξεις τους, τον κιμπορντίστα των Caravan, Dave Sinclair. Η μπάντα ηχογράφησε δύο άλμπουμ για τη CBS Records πριν ο Wyatt τραυματιστεί σοβαρά και μείνει παράλυτος μετά από πτώση από παράθυρο τέταρτου ορόφου ενώ παρευρισκόταν σε ένα πάρτι. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ίδιος ακολούθησε μια εξαιρετικά καινοτόμο σόλο καριέρα ξεκινώντας με το άλμπουμ Rock Bottom, που κυκλοφόρησε από την Virgin Records το 1974. Συνεχίζει να είναι ένας εμπνευσμένος μουσικός.

SoftMachine-5.jpg
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα

Σαλπίσματα​

4.FifthSixSeven.jpg

Ο αντικαταστάτης του Wyatt ήταν ο Phil Howard. Υπέρμαχος της φρι τζαζ, παρέμεινε στην μπάντα για το υπόλοιπο του 1971, συμβάλλοντας στις αρχικές ηχογραφήσεις του άλμπουμ Fifth. Δυσαρεστημένοι με τη μουσική κατεύθυνση της μπάντας, οι Ratledge και Hopper αντικατέστησαν τον Howard με τον πρώην Nucleus και ντράμερ των Jack Bruce Band, John Marshall (1941). Τον Φεβρουάριο του 1972, ακολούθησαν περαιτέρω στούντιο σέσιον, πριν οι Soft Machine ξεκινήσουν περιοδεία στην Ιταλία και Γαλλία. Σύντομα μετά την ολοκλήρωση της περιοδείας ο Elton Dean άφησε το σχήμα και αντικαταστάθηκε από ένα άλλο πρώην μέλος των Nucleus, τον Karl Jenkins (1944), στο σαξόφωνο και τα πλήκτρα. Το υπόλοιπο του 1972 πέρασε σε εξαντλητικές περιοδείες σε όλη την Ευρώπη που οδήγησαν σε μια σειρά από συναυλίες που ηχογραφήθηκαν. Η χρονιά ολοκληρώθηκε με ηχογραφήσεις στα στούντιο της CBS στο Λονδίνο. Οι ζωντανές ηχογραφήσεις (που έγιναν στο Civic Hall στο Γκίλφορντ και στο Ντομ του Μπράιτον) και τα στούντιο σέσιον μιξαρίστηκαν, επεξεργάστηκαν, επιμελήθηκαν και κυκλοφόρησαν σαν το εξαιρετικό Six τον Φεβρουάριο του 1973. Μια δουλειά, περισσότερο ροκ, από το προηγούμενο άλμπουμ, το Six περιείχε χάιλαϊτ, όπως τα εξαιρετικά "Soft Weed Factor" και "Gesolreut". Μετά από περαιτέρω ζωντανές εμφανίσεις ο Hugh Hopper ανακοίνωσε την απόφασή του να αποχωρήσει από την μπάντα. Αντικαταστάτης του, ήταν ο Roy Babbington (1940), που είχε συμμετάσχει σαν μουσικός σε προηγούμενα σέσιον των Soft Machine, παίζοντας κοντραμπάσο.

SoftMoleGong.jpg
Συνάντηση των Soft Machine, Matching Mole και Gong στο Wyndham Theatre του Λονδίνου, το 1972, αριστερά προς τα δεξιά: Daevid Allen, Karl Jenkins, John Marshall, Bill MacCormick, Mike Ratledge, Robert Wyatt, Elton Dean και Francis Monkman

Με την αλλαγή σε ηλεκτρικό εξάχορδο μπάσο, η άφιξη του Babbington είδε το συγκρότημα να παρασύρεται πιο μακριά από την πειραματική τζαζ υπέρ μιας προσέγγισης με πιο ροκ προσανατολισμό. Τον Ιούλιο του 1973 οι Soft Machine ηχογράφησαν το τελευταίο τους άλμπουμ για τη CBS Records, το Seven, που περιείχε τα "Penny Hitch" και "Down the Road". Κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του ίδιου έτους και υποστηρίχτηκε από μια σύντομη περιοδεία στο Ηνωμένο Βασίλειο, που περιελάμβανε το άνοιγμα για τους Pink Floyd σε μια συναυλία συμπαράστασης για τον πρόσφατα παραλυμένο Robert Wyatt στο Rainbow Theatre του Λονδίνου στις 4 Νοεμβρίου. Ακόμα περισσότερες αλλαγές στη σύνθεση ακολούθησαν τον Ιανουάριο του 1974, όταν ο κιθαρίστας Allan Holdsworth (1946) προσλήφθηκε εγκαίρως στις τάξεις των Soft Machine, για μια περιοδεία στην Ιταλία και Γερμανία, ακολουθούμενη από μια σειρά συναυλιών στην Αμερική και Καναδά. Η περιοδεία διακόπηκε απότομα όταν η CBS Records απέσυρε την υποστήριξή της για μια σειρά ημερομηνιών στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ που είχε σαν αποτέλεσμα η μπάντα να αφήσει την ετικέτα.

Advertisements.jpg
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα

Πίσω από την κρυστάλλινη κουρτίνα​

Οι Soft Machine, τον Ιούλιο του 1974, ηχογράφησαν το άλμπουμ "Bundles" και αμέσως μετά την ολοκλήρωσή του, υπέγραψαν στην "προοδευτική" ετικέτα της EMI, Harvest Records στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Atlantic Records στις ΗΠΑ. Μια ευρωπαϊκή περιοδεία, σαν μέρος του ταξιδιωτικού φεστιβάλ "Star Trucking", ακολούθησε την κυκλοφορία του άλμπουμ την άνοιξη του 1975 με τη συμμετοχή του John Etheridge (1948) στην κιθάρα (που αντικατέστησε τον Holdsworth αμέσως μετά την κυκλοφορία του "Bundles"). Τον Μάρτιο του 1976, ο Mike Ratledge, το τελευταίο αρχικό μέλος των Soft Machine, αποχώρησε, αφήνοντας τον Karl Jenkins και John Marshall σαν τις κυρίαρχες μουσικές δυνάμεις στην μπάντα. Το άλμπουμ Softs είδε την προσθήκη του Alan Wakeman (1947) στο σαξόφωνο, που με τη σειρά του αποχώρησε για να αντικατασταθεί από τον ηλεκτρικό βιολονίστα, Ric Sanders (1952). Ακόμη πιο περίπλοκες αλλαγές στη σύνθεση ακολούθησαν όταν ο Roy Babbington εγκατέλειψε το γκρουπ για να αντικατασταθεί σύντομα από τον Percy Jones (1947), από τη φιούζιον μπάντα Brand X και αυτός αργότερα από τον Steve Cook. Μια σειρά από παραστάσεις ηχογραφήθηκαν στη Γαλλία τον Ιούλιο του 1977 και εμφανίστηκαν το 1978 σαν Alive and Well, Recorded in Paris. Τώρα πλέον, κάθε δυναμική που απέμεινε στην μπάντα εξασθένιζε γρήγορα και τον Δεκέμβριο του 1978 οι Soft Machine έκαναν την τελευταία τους, συναυλία της δεκαετίας, στη Βρέμη της Γερμανίας.

Το 1981, η μπάντα επανενεργοποιήθηκε για το άλμπουμ Land of Cockayne στο οποίο συμμετείχαν οι Karl Jenkins και John Marshall με τον Jack Bruce στο μπάσο και τον Allan Holdsworth στην κιθάρα. Παρά την επιβλητική σύνθεση, το άλμπουμ δεν αντιστοιχεί στην έμπνευση της προηγούμενης δουλειάς των Soft Machine. Το 1984 η μπάντα αναστήθηκε για άλλη μια φορά, για μια σειρά συναυλιών στο κλαμπ Ronnie Scott στο Λονδίνο με σύνθεση τους Jenkins, Marshall, Etheridge, Dave MacRae και Paul Carmichael, μετά τις οποίες το γκρουπ διαλύθηκε, δίνοντας ένα υποτονικό τέλος στην ιστορία των Soft Machine. Τον Οκτώβριο του 2004, μια νέα παραλλαγή, με την αντικατάσταση του Holdsworth από τον John Etheridge, πήρε το όνομα Soft Machine Legacy, που με τη σειρά του, άλλαξε πάλι σε Soft Machine στα τέλη του 2015...

TurnsOnComingMiddleEarthPosters.jpg

Η ανθολογία αυτή χρησιμεύει σαν φόρος τιμής σε μια από τις πιο πρωτότυπες και μουσικά περιπετειώδεις μπάντες της Βρετανίας κατά τη διάρκεια των πιο εφευρετικών χρόνων της ζωής της. Η επαφή με τους πολυσχιδείς Soft Machine -γι' αυτούς που τους πρωτογνωρίζουν και ενδιαφέρονται- δεν πρέπει να σταματήσει εδώ, αντίθετα, θα έλεγα ότι πρέπει να γίνει εφαλτήριο, αναζητώντας τη δισκογραφία τους. Εγώ "χρησιμοποίησα" τη συλλογή σαν αφορμή για να δώσω την ιστορία και να ανακαλέσω στη μνήμη μου προσωπικές στιγμές που είχαν συσχετιστεί μ' αυτούς.

Και μην σκεφθείτε ότι η μουσική αυτή είναι παρωχημένη. Ακούστε ένα οποιοδήποτε κομμάτι της ανθολογίας και θα καταλάβετε... Η καλή (sic) μουσική ή τέλος πάντων αυτό που εμάς, μας τρέφει και αναζωογονεί δεν έχει ημερομηνία λήξης. Δεν είναι προϊόν που το αποσύρουν, από το σούπερ μάρκετ, όταν παρέλθει η ημερομηνία κατανάλωσής του. Και οι αναμνήσεις είναι η ιστορία μας, όχι σαν μια νοσηρή νοσταλγία αλλά σαν μια παρακαταθήκη που οικοδόμησε το είναι μας...

Είναι το κρεβάτι μου, που ξαπλώνεις
Είναι το κρεβάτι μου, που θέλεις απεγνωσμένα
Εκτός αν είναι το κεφάλι μου, που θέλεις να βασιστείς
Πρέπει να σώσεις τον εαυτό σου
Μην υποδουλώνεσαι
Μόνο να σώσεις τον εαυτό σου
Μείνε στο δικό σου κρεβάτι τη νύχτα
- Save Yourself
...
Την άνοιξη, σκέφτομαι τον έρωτα και το μέσο για το στόχο
Το καλοκαίρι, μου αρέσει να κάθομαι στο χορτάρι
Τις φθινοπωρινές νύχτες πάω στα πάρτι με τους φίλους μου
Το χειμώνα σκέφτομαι τα περασμένα
Αλλά φυσικά, όλα αυτά, τα κάνω όλο τον χρόνο
Θέλω να πω, όλα τα καλά πράγματα είναι εκεί για να τα βρεις
Εδώ είναι όλα, ξεκίνα
Αν δεν το κάνεις, η ζωή σου σίγουρα θα αλλοφρονήσει
Ή ακόμη θα σκυλοβαρεθείς, που είναι χειρότερο;
Αν κάτι δεν αξίζει να το πεις
Τραγούδα το!
- Hibou Anemone & Bear (Robert Wyatt)​

(*****, πηγές: βιβλιαράκι της συλλογής, οικογενειακό δένδρο του Pete Frame, wikipedia)

PeteFrameFamilyTree.jpg
 
17 June 2006
14,350
Το ανάθεμα που ρίχνουν οι πολέμιοί του στο jazz-rock, είναι ότι αυτό το υβρίδιο ακολούθησε τις χειρότερες υπερβολές των δύο ιδιωμάτων στα οποία στηρίχθηκε, προκαλώντας ανεπανόρθωτες βλάβες και στα δύο. Είχα ενστερνισθεί αυτή την άποψη για χρόνια. Τώρα, όσο μεγαλώνω, τείνω να αμφιβάλλω. Oχι γιατί αγάπησα αυτό το στυλ -απ’ την αρχή του μου είχε κάτσει στο λαιμό- αλλά γιατί πολλές από τις εκφραστικές φόρμες που αγαπώ είναι επιρρεπείς στις καταχρήσεις και κάποιος θα πρέπει να μου εξηγήσει γιατί είναι υπερβολικός ο John ΜcLaughlin ή ο Al Di Meola και όχι ο Sonny Rollins ή οι Grateful Dead. Οπως και να ‛χει, η φωτεινή -και ίσως μοναδική- εξαίρεση, από εχθρούς και φίλους του jazz rock, θεωρούνται οι Soft Machine. Στο απόγειό του, αυτό το σοβαρό όσο και εκκεντρικό βρετανικό σχήμα πέτυχε μία ολοκληρωμένη σύνθεση του ροκ και της τζάζ, ένα αμάλγαμα σχολαστικό αλλά και παιχνιδιάρικο που οι διακαείς επιθυμίες του δεν το εκτροχίαζαν ποτέ - ήξερε να διαχειρίζεται την πλεονεξία του και να της δίνει Ψυχή: γνώριζε, για παράδειγμα, πώς να δανείζεται τα ασυμμετρικά ostinati του Στραβίνσκυ και να τα ενσωματώνει πειστικά. Το κυριότερο: γνώριζε πως να παίρνει τα καλύτερα στοιχεία από τις δύο συνιστώσες του, πράγματα όπως την ακατέργαστη, ηφαιστιακή ενέργεια και την υψηλή ένταση από το ροκ, την ελευθερία, τους περίπλοκους χρόνους, την υποδειγματική δεξιοτεχνία και τους εξπρεσιονιστικούς αυτοσχεδιασμούς από τη τζαζ. Η διαχείριση ενός τέτοιου ποτ-πουρί δεν είναι απλή υπόθεση, ιδιαίτερα όταν δεν έχεις πίσω σου μία προσωπικότητα μεγάλου ειδικού βάρους όπως π.χ. ο Teo Macero.
 
Last edited by a moderator:
17 June 2006
14,350
Θα έλεγα ότι τα πρώτα τους 7 studio albums είναι πολύ καλά με τα 3 απ αυτά -1, 2, 3- να είναι εκ των ών ουκ άνευ. Από τα υπόλοιπα, μετά την ουσιαστικά εκπαραθύρωση του Robert Wyatt, η μουσική τους γίνεται μουσειακό έκθεμα. Μαυσωλείο. Σεβάσμιο εννοείται, τουλάχιστον για τα επόμενα 2 ή 3 άλμπουμ, αλλά έχει χάσει τους ψυχεδελικούς απόηχους, την αποκοτιά, το απρόβλεπτο, τη χαρά - ένα μεγάλο κομμάτι από την ίδια την ψυχή του. Προσωπικά έχω μία αδυναμία στο 6ο: έχει κάμποσο ...ξύγκι αλλά έχει επίσης το αριστουργηματικό "1983" του Hugh Hopper αμέσως πριν αφήσει το γκρουπ και αντικατασταθεί από το Roy Babbington που ποτέ δεν μου έκατσε καλά στον ήχο τους. Επίσης: ο καινούργιος ντράμερ, ο John Marshall -αυτός από τους Nucleus του Ian Carr- έχει μια πολύ καλή χημεία με τον Hopper και η rhythm section μασάει σίδερα, ιδιαίτερα στα live tracks, στο πρώτο μισό του άλμπουμ, ηχογραφημένα στο Brighton και στο Guildford: στήνουν ένα καμβά με πολλαπλές στρώσεις, κάτι ρυθμικά σχέδια που παραπέμπουν κατευθείαν στον Steve Reich, στον Terry Riley και στον Philip Glass. Πνευστά σαν αυτά που είχαν στο Third δεν ξαναβρήκαν ποτέ, αλλά εκεί έπαιζαν τα τζιμάνια του Keith Tippett (Elton Dean, Mark Charig), εδώ τα επιστόμια τα έχει αναλάβει ο Κarl Jenkins που δεν θα τον έλεγες και ..."λίγο". Το ρολόι έχει αρχίσει να μετράει αντίστροφα και για τον Mike Ratledge: μαζί με τον Jenkins θα φτιάξει το Seven που μοιάζει περισσότερο με διελκυστίνδα ανάμεσα στους δύο, στο Bundles είναι σχεδόν ανύπαρκτος και στις ηχογραφήσεις του Softs εγκατέλειψε (παίζει σε μόλις 2 κομμάτια). Μικρό το κακό γιατί η ζημιά είναι πια ανεπανόρθωτη: πρώτος ο Alan Holdsworth και μετά ο John Etheridge, κιθαρίστες και οι δύο, επιτηδευμένοι, βαρύγδουποι, υπερδιαχυτικοί και κενοί, αναλαμβάνουν να αποδείξουν ότι όντως οι άδειοι τενεκέδες είναι αυτοί που κάνουν τον περισσότερο θόρυβο. Μετά την αποχώρηση του Kevin Ayers και μέχρι το Bundles, οι Soft Machine Δεν είχαν κιθαρίστα: είχαν παίξει με support τον Hendrix στην Αμερική και αποφάσισαν ότι δεν υπάρχει άλλος που θα μπορούσε να τους κάνει. Αλλά καθώς ο Ratledge, το τελευταίο από τα ιδρυτικά μέλη, πέρναγε στη θέση του συνοδηγού, ο Jenkins έκανε πια το κουμάντο.

Virtually.jpg

Πέρα από την επίσημη δισκογραφία του γκρουπ, σε όποιον θα ήθελε να ψάξει λίγο παραπάνω θα σύστηνα να ακούσει το Virtually (ζωντανή ηχογράφηση από τα αρχεία του Radio Bremen), το BBC Radio (4 CDs με τις ηχογραφήσεις που έκαναν για τον John Peel από το 1967 μέχρι το 1974, ντοκουμέντο της πορείας ενός γκρουπ σε συνεχή αλλαγή καθώς και του μεγέθους της απώλειας του Robert Wyatt μετά το Third) και επίσης τα Noisette και Facelift. Oλοι αυτοί οι δίσκοι δείχνουν πόσο καλύτερο ήταν το γκρουπ στις συναυλίες σε σχέση με το studio. Από τους δύο τελευταίους, ο πρώτος είναι από τη συναυλία στο Croydon Fairfield Hall (Ιανουάριος 1970) ενώ ο δεύτερος είναι ηχογραφημένος σε κασέτα από τον αδελφό του Hugh Hopper που ήταν στις πρώτες σειρές του ακροατηρίου στην αμέσως επόμενη συναυλία τους στο Croydon, 3 μήνες αργότερα. Η ηχογράφηση είναι πολύ κακή αλλά σ αυτή τη φάση, η μουσική του γκρουπ είναι μια επίδειξη δύναμης που σου κόβει την ανάσα. Έχει πιάσει επίπεδα τόσο υψηλά που είναι σχεδόν τρομαχτική: πότε αυστηρή και πότε χαριτωμένη, πάντα εφευρετική, αλλόκοτη και καυτή, με τους πολύπλοκους λαβύρινθους του Ratledge, το βίαιο σπρώξιμο από το μπάσο του Hopper, το μαστίγωμα από τα τύμπανα και τα πιατίνια του Wyatt και το σαξόφωνο του Dean να αλωνίζει ξέφρενο.

Που να ήμουν άραγε, τι να έκανα εκείνο το βράδυ;
 
Last edited by a moderator:

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
Soft Machine - Live in Paris 1970

Άν φτάσατε μέχρι εδώ, τότε δείτε και το παρακάτω, το αξίζετε...

Soft Machine Legacy: Paris Concert
 

ecodrifter

Supreme Member
27 January 2009
3,012
Ευγε, φοβερό το αφιερωμα για μια απο τις δημιουργικοτερες μπαντες της συγχρονης μουσικης.
Σε ένα προφατο ντοκυμανταιρ του BBC με τιτλο Psychedelic Britannia, εμφανιζεται ο Wyatt και μιλα για την αρχική περιοδο των SM γυρω στο 67-70.
Αναφέρει αρκετα ενδιαφέροντα στοιχεια, οπως το γεγονος ότι ζουσαν σε ενα μικρο μερος δεν αφηνε περιθωριο για επιλογες μελων.
Ολοι γνωριζαν ενα drummer, ενα κιμπορντιστα και οτι γενικως δεν ειχαν κοινα ενδιαφεροντα περαν της μουσικης.
Επισης οτι επηρεαστηκαν απο την modal jazz (δεν τον ηξερα σαν ορο, ομολογω οτι και μετα απο διαβασμα επισης δεν αντιλαμβανομαι τι ειναι ακριβως μουσικα, αν και εχω ακουσει πολλα εργα αυτου του ειδους - https://en.wikipedia.org/wiki/Modal_jazz).

Λεει χιουμοριστικα οτι το club Ufo ηταν το μονο μερος που μπορουσαν να παιξουν χωρις να τους προγκαρουν γιατι ολοι στο κοινο ηταν high και το μονο που τους ενδιεφερε ηταν να μην υπαρχουν διακοπες στο μουσικο νιρβανα

θα μου επιτρεψετε να βαλω ενα αγαπημενο απο εκεινη τους την περιοδο

 

Cicadelic Ranger

AVClub Fanatic
16 December 2014
15,302
Μαγικά εξωφρενικό
Εξωφρενικά μαγικό

Οργανικος μηχανισμός
Μηχανικός οργανισμος
 

supersonic

Μέλος Σωματείου
17 June 2006
49,351
Αν μή τι άλλο...
η βασίλισα άκουγε ΙΙΙ

http://www.walesonline.co.uk/whats-on/arts-culture-news/queens-birthday-honours-karl-jenkins-9444122

--- Αυτόματη συγχώνευση μηνύματος ---

Μικρό το κακό γιατί η ζημιά είναι πια ανεπανόρθωτη: πρώτος ο Alan Holdsworth και μετά ο John Etheridge, κιθαρίστες και οι δύο, επιτηδευμένοι, βαρύγδουποι, υπερδιαχυτικοί και κενοί, αναλαμβάνουν να αποδείξουν ότι όντως οι άδειοι τενεκέδες είναι αυτοί που κάνουν τον περισσότερο θόρυβο. Μετά την αποχώρηση του Kevin Ayers και μέχρι το Bundles, οι Soft Machine Δεν είχαν κιθαρίστα: είχαν παίξει με support τον Hendrix στην Αμερική και αποφάσισαν ότι δεν υπάρχει άλλος που θα μπορούσε να τους κάνει. Αλλά καθώς ο Ratledge, το τελευταίο από τα ιδρυτικά μέλη, πέρναγε στη θέση του συνοδηγού, ο Jenkins έκανε πια το κουμάντο.

δεν θα μπορούσα να διαφωνήσω περισσότερο.
Στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή ο Alan έσωσε την εικόνα τους δείχνοντας ένα καινούργιο μονοπάτι όταν πιά είχαν στερέψει.
Ο Etheridge προσπάθησε (κακώς) να αντιγράψει τον Alan, αλλά παρ όλα αυτά άφησε έντονο στίγμα.

Προσωπικά μου είναι αδιάφορη μια μπάντα χωρίς κιθάρα. Όταν δε είναι ενδιαφέρουσα σημαίνει ότι είναι εξαιρετική. Μιά προσθήκη κιθάρας όμως ανοίγει άλλους ορίζοντες. Και στον τομέα αυτό, πάντα κάτι μου έλειπε σ αυτούς.
 

grio

Αν. Γενικός Διαχειριστής
Staff member
16 March 2011
4,305
Αθήνα
...Προσωπικά μου είναι αδιάφορη μια μπάντα χωρίς κιθάρα. Όταν δε είναι ενδιαφέρουσα σημαίνει ότι είναι εξαιρετική. Μιά προσθήκη κιθάρας όμως ανοίγει άλλους ορίζοντες. Και στον τομέα αυτό, πάντα κάτι μου έλειπε σ αυτούς.
Αρχηγέ και εγώ τη "θέλω" την κιθάρα, αλλά δεν την θεωρώ ικανή και αναγκαία προϋπόθεση για να μου αρέσει κάτι. Άλλωστε γουστάρω μουσικές, που δεν έχουν μπάσο (Doors), ντραμς (Turning Point)... Τώρα για τους Softs, πραγματικά δεν μου λείπει η κιθάρα, αφού πιστεύω ότι...
...Ο ήχος του οργάνου..., χαρακτηριστικός και σήμα κατατεθέν για το γκρουπ. Ήταν δε, η έκσταση δεδομένη όταν το έκανε να μουρμουρίζει, μουγκρίζει ή να κροταλίζει και έδιωχνε για πάντα την αίσθηση της έλλειψης της κιθάρας, αφού την υπερκάλυπτε πανηγυρικά, σολίστικα αλλά και συνοδευτικά...
 

petros_m

Supreme Member
18 June 2006
8,210
Αλιμος
Ξανακουω για δισεκατομμυριοστη φορα το 6th τωρα. Δεν παει παραπανω απο αυτο, δεν μπορει, δε γινεται!!!
Ανασταινει νεκρους!!!!