Ο Γιάννης ήτανε φίλος. Ήταν τότε γύρω στα 17 και δούλευε ήδη στις οικοδομές . Το σύστημα του ενα no name κάτι. Τα λεφτά, όποτε περισσεύανε, πηγαίνανε στους δίσκους. Αυτό γινότανε συνήθως με κάτι έκτακτα οικοδομικά βοηθήματα ή εποχή εορτών. Εγώ ήμουν μια απο τις πηγές πληροφόρησης του. Ερχόταν σπίτι, αράζαμε και ακούγαμε.
Τι να βάλω; ρωτούσα. Ότι γουστάρεις, έλεγε.
Ακούγαμε λοιπόν τα πάντα, οτι είχα τέλος πάντων. Αμα κάτι του άρεσε πολύ, τόλεγε. Αν όχι , απο διακριτικότητα, δεν έλεγε τίποτα. Αλλά τα άκουγε όλα. Προτίμηση του αρχικά, οι δυνατές κιθάρες, hard μουσική. Μετά Stones, Who και τα σχετικά. Αφού σταμπάριζε αυτά που του αρέσανε, τ’άγόραζε. Τά’βλεπα στη δισκοθήκη του.
Σε μιά μαζική αγορά του, ήμουν παρών. Αφού πήρε τις ροκιές του και ετοιμαζόμασταν να φύγουμε, μου λέει : θα πάρω άλλον έναν.
Ποιόν; Ρωτάω.
Τη γκόμενα με το πουράκι, μου λέει και μένω άναυδος.
Γιατί με κοιτάς ρε, λέει γελώντας, αφού γουστάρω.
Τι να βάλω; ρωτούσα. Ότι γουστάρεις, έλεγε.
Ακούγαμε λοιπόν τα πάντα, οτι είχα τέλος πάντων. Αμα κάτι του άρεσε πολύ, τόλεγε. Αν όχι , απο διακριτικότητα, δεν έλεγε τίποτα. Αλλά τα άκουγε όλα. Προτίμηση του αρχικά, οι δυνατές κιθάρες, hard μουσική. Μετά Stones, Who και τα σχετικά. Αφού σταμπάριζε αυτά που του αρέσανε, τ’άγόραζε. Τά’βλεπα στη δισκοθήκη του.
Σε μιά μαζική αγορά του, ήμουν παρών. Αφού πήρε τις ροκιές του και ετοιμαζόμασταν να φύγουμε, μου λέει : θα πάρω άλλον έναν.
Ποιόν; Ρωτάω.
Τη γκόμενα με το πουράκι, μου λέει και μένω άναυδος.
Γιατί με κοιτάς ρε, λέει γελώντας, αφού γουστάρω.