ECM και Touchstones λοιπόν. Μια αναδρομή στο μακρινό και στο όχι τόσο μακρινό παρελθόν της εταιρίας που πολλοί ορκίζονται στο όνομα της ( τι ορκίζονται πάντως δεν ξέρω) . 40 επανεκδόσεις με το αυθεντικό διπλό εξώφυλλο σε μινιατούρα – λίγο πιο μικρό από τα γιαπωνέζικα cardboard sleeves και σε τιμή αρκούντως δελεαστική ( μόνο 9,90 ) .
Η ECM είναι μια εταιρία ταυτισμένη στην συνείδηση του κόσμου των απανταχού μουσικόφιλων με την ποιότητα . Με το που αναφέρεις το όνομα της , ένα κύρος σε περιβάλλει . Ηχογραφήσεις υψηλού επιπέδου από μουσικούς ταλαντούχους , υψηλής ακουστικής ποιότητος , μία ευρύτατη γκάμα ρεπερτορίου από την τζαζ έως το έθνικ , ένα brand name τόσο γνωστό όσο η Blue Note , η Impulse κ.ο.κ. Η ECM είναι το διαβατήριο για έναν «εναλλακτικό» μουσικό κόσμο .
Υπάρχουν αντιρρήσεις ; Ναι , θα έλεγα εγώ . Στα δικά μου αυτιά η ECM είναι ικανή για το καλύτερο και για το χειρότερο . Γι αυτό ανοίγω αυτό το θρεντ , για να πούμε , χωρίς φόβο και δισταγμό την άποψη μας για τους δίσκους της , τουλάχιστον γι αυτή την σειρά που κυκλοφορεί εδώ και λίγες βδομάδες .
Εγώ θα μιλήσω σήμερα για δύο δίσκους της , αντιπροσωπευτικούς αυτού που έλεγα πιο πάνω , του ύψους και του βάθους των κυκλοφοριών της , πάντοτε για τα δικά μου γούστα . Από την μια ο Ιταλός τρομπετίστας Enrico Rava και το ντεμπούτο το για την εταιρία The Pilgrim and the stars ηχογραφημένο το 1975 με τους John Abercombie στην κιθάρα , τον Palle Danielsson στο διπλό μπάσο και τον Jon Christensen στα ντραμς . Aν κάτι δικαιούται να προσάψει κανείς ενάντια στον μεσογειακό φίλο μας είναι πως έχει επηρεαστεί από τον Miles Davis. Ε και ; Ξέρετε κανένα τρομπετίστα που να μην έχει επηρεαστεί από τον Miles ; Το The Pilgrim and the stars είναι φταγμένο από πρώτης ποιότητος υλικό . Και οι επτά συνθέσεις είναι όλες original του ίδιου του Rava και είναι πραγματική τζαζ με σαφή βέβαια ευρωπαϊκή χροιά , άλλοτε μελωδική , άλλοτε παθιασμένη , γεμάτη φωτιά , άλλοτε ατμοσφαιρική και άλλοτε να προσεγγίζει , δειλά αλλά με σαφήνεια στόχου την αβαντ γκαρντ . Ο Abercrombie ποτέ άλλοτε δεν ήχησε στ’ αυτιά μου τόσο ενδιαφέρων και ευρηματικός , o Danielsson με άφησε άφωνο στο διπλό μπάσσο με ένα δαντελένιο παίξιμο , γεμάτο δύναμη και ο Christensen παίζει εξίσου άψογα ( ****1/2)
Κι από την άλλη ο Ralph Towner , ο Eddie Gomez και ο Jack DeJonhette στο Batik που παρά το ότι αναφέρει και τους τρείς στο εξώφυλλο , πρέπει να χρεωθεί στον Towner . Κυκλοφορία του 1978 . Η απόλυτη αδιαφορία . Μια μουσική ( ; ) που δεν πάει πουθενά – όπως λέει κι ο φίλος μου ο Μήτσος ( όχι για τον Towner αλλά δανείζομαι την εύστοχη παρατήρηση του εδώ ) ψυχρή σαν ανοργασμιακή πενηντάχρονη γεροντοκόρη, αποστασιοποιημένη , με μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της , που δεν καταφέρνει ούτε μία στιγμή να λειτουργήσει πουθενά , ούτε καν σε επίπεδο background . Ναι ο Towner είναι μεγάλος κιθαρίστας ( έτσι λένε όλοι άλλωστε ) . Το ίδιο και αυτοί που τον συνοδεύουν . Αλλά αυτή η μουσική που παίζει εδώ – και πάλι όλα τα κομμάτια είναι του ίδιου – ένα κράμα εθνικ/τζαζ/φόλκ ήχου , κοντά σε αυτό που έπαιζαν οι Oregon – είναι μια μουσική χωρίς ούτε ένα θελκτικό στοιχείο . Είναι άχρωμη , άοσμη , άγευστη . Κι αν αυτές είναι σημαντικές ιδιότητες για το νερό , για την μουσική δυστυχώς δεν είναι . Τα λεπτά κυλούν χωρίς κανένα απολύτως σκοπό κι η διάρκεια τους διπλασιάζεται καθώς η ώρα δεν περνά με τίποτα . Ούτε καν για να σκοτώνεις την ώρα σου( ** )
Και τώρα που τα είπα , ας ακούσουμε και άλλες γνώμες
Η ECM είναι μια εταιρία ταυτισμένη στην συνείδηση του κόσμου των απανταχού μουσικόφιλων με την ποιότητα . Με το που αναφέρεις το όνομα της , ένα κύρος σε περιβάλλει . Ηχογραφήσεις υψηλού επιπέδου από μουσικούς ταλαντούχους , υψηλής ακουστικής ποιότητος , μία ευρύτατη γκάμα ρεπερτορίου από την τζαζ έως το έθνικ , ένα brand name τόσο γνωστό όσο η Blue Note , η Impulse κ.ο.κ. Η ECM είναι το διαβατήριο για έναν «εναλλακτικό» μουσικό κόσμο .
Υπάρχουν αντιρρήσεις ; Ναι , θα έλεγα εγώ . Στα δικά μου αυτιά η ECM είναι ικανή για το καλύτερο και για το χειρότερο . Γι αυτό ανοίγω αυτό το θρεντ , για να πούμε , χωρίς φόβο και δισταγμό την άποψη μας για τους δίσκους της , τουλάχιστον γι αυτή την σειρά που κυκλοφορεί εδώ και λίγες βδομάδες .
Εγώ θα μιλήσω σήμερα για δύο δίσκους της , αντιπροσωπευτικούς αυτού που έλεγα πιο πάνω , του ύψους και του βάθους των κυκλοφοριών της , πάντοτε για τα δικά μου γούστα . Από την μια ο Ιταλός τρομπετίστας Enrico Rava και το ντεμπούτο το για την εταιρία The Pilgrim and the stars ηχογραφημένο το 1975 με τους John Abercombie στην κιθάρα , τον Palle Danielsson στο διπλό μπάσο και τον Jon Christensen στα ντραμς . Aν κάτι δικαιούται να προσάψει κανείς ενάντια στον μεσογειακό φίλο μας είναι πως έχει επηρεαστεί από τον Miles Davis. Ε και ; Ξέρετε κανένα τρομπετίστα που να μην έχει επηρεαστεί από τον Miles ; Το The Pilgrim and the stars είναι φταγμένο από πρώτης ποιότητος υλικό . Και οι επτά συνθέσεις είναι όλες original του ίδιου του Rava και είναι πραγματική τζαζ με σαφή βέβαια ευρωπαϊκή χροιά , άλλοτε μελωδική , άλλοτε παθιασμένη , γεμάτη φωτιά , άλλοτε ατμοσφαιρική και άλλοτε να προσεγγίζει , δειλά αλλά με σαφήνεια στόχου την αβαντ γκαρντ . Ο Abercrombie ποτέ άλλοτε δεν ήχησε στ’ αυτιά μου τόσο ενδιαφέρων και ευρηματικός , o Danielsson με άφησε άφωνο στο διπλό μπάσσο με ένα δαντελένιο παίξιμο , γεμάτο δύναμη και ο Christensen παίζει εξίσου άψογα ( ****1/2)
Κι από την άλλη ο Ralph Towner , ο Eddie Gomez και ο Jack DeJonhette στο Batik που παρά το ότι αναφέρει και τους τρείς στο εξώφυλλο , πρέπει να χρεωθεί στον Towner . Κυκλοφορία του 1978 . Η απόλυτη αδιαφορία . Μια μουσική ( ; ) που δεν πάει πουθενά – όπως λέει κι ο φίλος μου ο Μήτσος ( όχι για τον Towner αλλά δανείζομαι την εύστοχη παρατήρηση του εδώ ) ψυχρή σαν ανοργασμιακή πενηντάχρονη γεροντοκόρη, αποστασιοποιημένη , με μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της , που δεν καταφέρνει ούτε μία στιγμή να λειτουργήσει πουθενά , ούτε καν σε επίπεδο background . Ναι ο Towner είναι μεγάλος κιθαρίστας ( έτσι λένε όλοι άλλωστε ) . Το ίδιο και αυτοί που τον συνοδεύουν . Αλλά αυτή η μουσική που παίζει εδώ – και πάλι όλα τα κομμάτια είναι του ίδιου – ένα κράμα εθνικ/τζαζ/φόλκ ήχου , κοντά σε αυτό που έπαιζαν οι Oregon – είναι μια μουσική χωρίς ούτε ένα θελκτικό στοιχείο . Είναι άχρωμη , άοσμη , άγευστη . Κι αν αυτές είναι σημαντικές ιδιότητες για το νερό , για την μουσική δυστυχώς δεν είναι . Τα λεπτά κυλούν χωρίς κανένα απολύτως σκοπό κι η διάρκεια τους διπλασιάζεται καθώς η ώρα δεν περνά με τίποτα . Ούτε καν για να σκοτώνεις την ώρα σου( ** )
Και τώρα που τα είπα , ας ακούσουμε και άλλες γνώμες