Sonic Youth / Rather Ripped ( Geffen 2006 cd/lp)
Το «Rather Ripped» δείχνει να συνεχίζει το ταξίδι των Sonic Youth προς την pop , όπως το “Murray Street” και το “Sonic Nurse” . Οι ημέρες του θορύβου για τους Sonic έχουν απομακρυνθεί κι ο ίδιος ο Moore άλλωστε σε μια συνέντευξη του δηλώνει ότι η αποδοχή του θορύβου σε μαζικό επίπεδο σήμερα , είναι μια καλή ευκαιρία για noise free music . Ο θόρυβος είναι πιά mainstream …
Αυτό βέβαια , για τους από 25ετίας σχεδόν οπαδούς τους , γι αυτούς που θεωρούν το “Evol” ή το “Daydream Nation” τις κορωνίδες ενός αλά Glenn Branca θορυβώδους πανκ με τις ρίζες του στους Velvets , μπορεί να είναι μη αποδεκτό , στα δικά μου όμως αυτιά το Evol για παράδειγμα φάνταζε ως άσκοπος θόρυβος , ως άσκηση κακοφωνίας και δυσαρμονίας .Από τότε πέρασε καιρός πολύς και συγχρόνως πολύ νερό κύλησε στο αυλάκι της συνθετικής ικανότητας των Sonic αφ’ ενός και της ηθελημένης κακοφωνίας τους αφ’ ετέρου . Κι αυτό μπορεί να ερμηνευθεί με πολλούς τρόπους : Ως συμβιβασμός , ως κούραση , ως απώλεια εμπνεύσεως , ως υποχώρηση στο mainstream . Συμβαίνει κάτι από αυτά στο “Rather Ripped” ; Όχι βέβαια . Οι Sonic Youth είναι μια πολύ μεγάλη ροκ’ εν’ ρολ μπάντα με σημαντικότατη συνεισφορά στο ιδίωμα , που αποκτά μεγαλύτερη σπουδαιότητα λόγω της διαχρονικά υψηλής ποιότητας των δισκογραφημάτων τους . Αλλά αυτό ακούγεται λιγάκι σαν επικήδειος κι οι Sonic Youth κάθε άλλο παρά τελειωμένοι είναι .
Απλώς το “Rather Ripped” έχει μια ποπ διάθεση που εκφράζεται κυρίως μέσα από τις μελωδικές γραμμές των περισσότερων κομματιών του . Στο “Reena” πχ ακούγονται πιο ποπ από κάθε άλλη φορά αλλά η ροή του κομματιού είναι τόσο αέρινη που που θέλουν δέκα ποπάδες για πρωϊνό στην καθησιά τους ενώ στο “Do you believe in Rapture” – την πιο αδύναμη στιγμή του νέου τους δίσκου - κατεβάζουν τις στροφές τόσο πολύ που ηχούν αδιάφοροι . Αλλά μετά έρχονται τα “Sleeping around” με την κιθάρες να βρυχώνται στην εισαγωγή με μπόλικο feedback , το “Torquoise boy” το “What a waste” για να ροκάρουν αγρίως , και στο “Free” να φανκάρουν το ίδιο επιθετικά , με τις κιθάρες των Moore και Ranaldo να μπλέκονται με χάρη , να σολάρουν με αρχέγονο ροκ τρόπο , να κοντράρονται υπόγεια και όλα μπαίνουν στην θέση τους . Κι εκείνη η φωνή της Kim , με τις χροιές της να είναι τόσο κοντά στης Nico , αέρινα υποτονική και παγερά παθιασμένη . Αυτός ακριβώς είναι κι χαρακτήρας όλου του δίσκου . Σαν να καίνε φωτιές κάτω από μια επίστρωση πάγου , σαν να θέλουν να παίξουν μόνον μελωδίες κι αυτές να προσπαθούν να εκτροχιασθούν από μόνες τους λές και είναι σ’ ένα τρένο και παίζουν με τα φρένα ανάγκης πάνω στις στροφές . Προς το τέλος μας προσφέρουν το tour de force του δίσκου, το “Pink Steam” , ένα υπνωτικά ρομαντικό κομμάτι – τζαμάρισμα αντάξιο της φήμης τους , ενώ το bonus track , σχεδόν σε αντίθεση με το υπόλοιπο αλμπουμ έχει κάτι από θόρυβο που πασχίζει να γίνει μελωδία και ρυθμός .
Oι Sonic Youth λοιπόν 24 χρόνια μετά την κυκλοφορία της πρώτης κασέτας τους παίζουν ροκ , όπως αντίστοιχα θα έπρεπε να παίζουν κι οι Rolling Stones αμα δεν τους είχε φάει το διεθνές τζετ σετ ( 8/10 ) .