- 17 June 2006
- 49,351
Ποτέ μου Δε θα το περίμενα να γράψω ένα αφιέρωμα σε ένα κιθαρίστα που δεν παίζει ροκ ή τζαζ.
Αυτό ίσως αποδεικνύει τη μεγάλη αξία και τη συνεισφορά του Nile Rodgers στη σύγχρονη μουσική.
Παίρνοντας λοιπόν αφορμή από τα κείμενα του Κώστα Λυμπερόπουλου που μου τον θύμισε ας γράψω και εγώ τι θυμάμαι απ´αυτόν.
Στις αρχές των 80ς πήρα τον δίσκο της Madona like a virgin. Ήταν ο πρώτος και από τους λίγους χορευτικούς δίσκους που είχα ποτέ. Και εγώ ο ίδιος προσπαθούσα να δικαιολογήσω τον εαυτό μου. Και όμως ο δίσκος αυτός είχε κάτι το τραβηχτικό. Μια εξαιρετικά ζωντανή και ρυθμικότατη παραγωγή που σε άρπαζε από την καρέκλα σου και σου ξεκόλλαγε τα πόδια σου (κάτι σαν τη διαφήμιση της μπύρας που βλέπαμε πρόσφατα).
Γρήγορα μέσα στην γεμάτη και καλοδουλεμένη (για ποπ δίσκο) ενορχήστρωση ξεχώριζες ένα χαρακτηριστικό ήχο κιθάρας. Το κύριο χαρακτηριστικό της ήταν ότι ακουγότανε σαν κρουστό. Ήταν κάτι σαν χτύπος, σαν ξερό κουδούνισμα, μια κιθάρα χωρίς σώμα μόνο με αττάκα και beat. Το όνομα άγνωστο για μένα τότε Nile Rodgers, καθώς ο δόλιος σνομπάριζα τις ντίσκο και της εκδοχές της.
Στη συνέχεια έτυχε να πάρω το Let’s dance του Bowie. Και πάλι χορευτικός δίσκος θα μου πείτε!
Bowie όμως θα απαντήσω. Ο ήχος είχε κάτι γνώριμο:
Κοιτάζω στις σημειώσεις. Stevie Ray Vaughan. Α, εντάξει, Ο μεγάλος!
Και όμως δεν ήταν αυτό το γνώριμο που έψαχνα. Ξαναβλέπω,… όπα παραγωγή και κιθάρα Nile Rodgers!
Την ίδια εποχή επίσης βλέποντας ένα video clip του Jeff Beck παίζοντας το ambitious με ένα εξοργισμένο σόλο τρέχω και αγοράζω το δίσκο Flash. Ακούγοντας ξανά και ξανά πάλι κάτι γνώριμο. Μια ματιά πάλι στο εξώφυλλο και πάλι ο Nile στα όργανα και στην παραγωγή.
Μήπως λοιπόν δεν ήταν όλα τυχαία? Σίγουρα.
Είχαμε λοιπόν εδώ το βασικό μέλος των Chic, ενός συγκροτήματος funk disco ακριβώς την εποχή που ο όρος disco έπαιρνε σημασία, που στις γνωστές του επιτυχίες με έκανε να λέω, όταν τις άκουγα από το ραδιόφωνο, για δες που υπάρχουν και αξιόλογα κομμάτια εκεί. Φυσικά το hype του ροκ και της σοβαρής jazz που δειλά δειλά αλλά περήφανα ασπαζόμασταν εκείνη την εποχή δεν μας άφηναν να παραδεχτούμε –δημόσια- κάτι τέτοιο.
Ο Nile Rodgers μαζί με τον επίσης σπουδαγμένο Bernard Edwards στο μπάσο φτιάξανε τον κορμό των chic που αν θυμάμαι καλά πρέπει να κάνανε 2-3 επιτυχημένους δίσκους πριν ο Nile να προσπαθήσει να ακολουθήσει σόλο καριέρα σαν παραγωγός.
Ξεκίνησε την παραγωγή με τους Sister Sledge και την Diana Ross από τον κοντινό του – μαύρο- χώρο και γρήγορα η αίγλη του τον έκανε περιζήτητο!
Πρώτα με του Duran Duran (Δε δίνω δεκάρα για το γκρουπάκι αυτό, είχα ένα δίσκο του και τον πούλησα ή τον χάρισα- απλά τους αναφέρω γιατί όχι μόνο ήταν διάσημοι τότε.. ήταν και καρακω….φαρδοι να τους κάνει την παραγωγή) και μετά πέφτουν επάνω του τα μεγαθήρια:
Madona like a virgin, mick Jagger She’s the boss, Jeff Beck Flash, Bowie Let’s Dance.
Για τους δίσκους της Madona και του Bowie τι να πούμε?
Ότι ήταν οι πιο χρυσοπουλημένοι τους? ότι ο Bowie έφαγε το κράξιμο της ζωής του αλλά το εισέπραξε χοντρά στο ταμείο?
Μιλάμε για μεγάλο κεφάλι στο χώρο της παραγωγής χορευτικής μουσικής.
Πως όμως τα κατάφερνε όλα αυτά και ιδίως πως κατάφερνε να βγάζει αυτό τον ήχο που με αφετηρία το c’est chic έγινε ποθητός και περιζήτητος?
Βασικά οι παραγωγές του στηρίζονται στο ρυθμό.
Υπάρχει στη βάση ένα linn drum machine που όχι σπάνια υποστηρίζεται και από έναν αληθινό drummer. (dress me up Μadona- ambitious, escape Beck)
Το μπάσο πολλές φορές είναι προγραμματισμένο ηλεκτρονικά, ενώ όταν είναι ζωντανό είναι σλαπαριστό και χωρίς βασικές αρμονικές (material girl, let’s dance).
Ο ρυθμός λοιπόν είναι καταιγιστικός ενώ πολλές φορές εμπλουτίζεται με τρίηχα (δηλαδή τρείς νότες στην χρονική αξία μιάς ή δύο για να το πω απλά) κάτι που τον τονίζει ιδαίτερα, ενώ δίνει και χορευτική ιδιότητα.
Τα συνθεσάιζερ που χρησιμοποιεί είναι συνήθως διακριτικά και ακούγονται σαν κουδουνάκια ή τρίγωνα (material girl, dress you up).
Τα φωνητικά τώρα φλύαρα, με κοφτές φράσεις, πολυπληθή (σίγουρα μια ή δύο επιπλέον φωνές του ίδιου του τραγουδιστή και 2-3 άλλοι, δεξιά αριστερά και αναλλάσσονται.
Στους δίσκους που κάνει παραγωγή χρησιμοποιεί βασικά τα ίδια πρόσωπα, τον παλιό γνώριμο Bernanrd Edwards, τον Jason Corsaro, Jimmy Brawler, Rob Sabino, ενώ στα φωνητικά τους πασίγνωστους Curtis King, David Simms, George Simms, Frank Simms.
Βέβαια διόλου παράξενο (ξέρω το έχω ξαναπεί) τα master είναι σχεδόν παντού του Bob Ludwig!
Και η κιθάρα του?
Βασικά σε όλους τους δίσκους παίζει ρυθμική – είναι το μεγάλο ατού του. Παίζει stratocaster κυρίως με έμφαση στο κάτω μαγνήτη ή στη θέση 1.5 ή 2.5 που δίνει περισσότερες αρμονικές και εκτός φάσης ήχο.
Προφανώς χρησιμοποιεί μεσσαίες προς βαριές χορδές και χτυπάει κοντά στον καβαλάρη ή παίζει τσιμπητά (dress you up) όπως συνηθίζουν οι μαύροι μπασίστες.
Χρησιμοποιεί σχεδόν πάντα ένα ελαφρό chorus (let’s dance, ambitious), χωρίς καθόλου παραμόρφωση και μερικές φορές ένα slap back echo που τονίζει ιδιαίτερα τις μικρές και σύντομες φράσεις.
Τοποθετεί την κιθάρα του πάντα στα άκρα της στερεοφωνικής εικόνας και την ντουμπλάρει με ελαφριά καθυστέρηση ή φυσικό ντουμπλάρισμα στο άλλο κανάλι.
Τα ακόρντα του είναι σφιχτά και απότομα, ταχύτατα σαν να παίζει κρουστό (ambitious, without you, material girl).
Μερικές φορές παίζει και σόλο, αλλά τότε χρησιμοποιεί πολλή παραμόρφωση σαν να θέλει να δείξει έναν άλλο εαυτό από εκείνο του ΡΥΘΜΙΚΟΥ κιθαρίστα και είναι φανερό ότι δεν θέλει να δείξει ότι είναι Ο κιθαρίστας.
Πολλές φορές μάλιστα φαίνεται να θέλει για το λόγο αυτό να διακωμωδήσει το σόλο πχ material girl με έντονο τρέμολο και πολύ fuzz.
Κατά την προσωπική μου άποψη ο ήχος Nile Rodgers είναι αποτυπωμένος στα
C’est chic των chic
Dress you up, material girl, like a virgin της madona
China girl, Let’s dance, without you, criminal world του Bowie
Ambitious του Beck.
Και φυσικά μιλάω μόνο για τους δίσκους που έχω.
Πάντως σ αυτά θα τον αναγνωρίσετε.
Μιά σημαντική παρουσία που θα μείνει ανεξίτηλη στη σύγχρονη μουσική
Αυτό ίσως αποδεικνύει τη μεγάλη αξία και τη συνεισφορά του Nile Rodgers στη σύγχρονη μουσική.
Παίρνοντας λοιπόν αφορμή από τα κείμενα του Κώστα Λυμπερόπουλου που μου τον θύμισε ας γράψω και εγώ τι θυμάμαι απ´αυτόν.
Στις αρχές των 80ς πήρα τον δίσκο της Madona like a virgin. Ήταν ο πρώτος και από τους λίγους χορευτικούς δίσκους που είχα ποτέ. Και εγώ ο ίδιος προσπαθούσα να δικαιολογήσω τον εαυτό μου. Και όμως ο δίσκος αυτός είχε κάτι το τραβηχτικό. Μια εξαιρετικά ζωντανή και ρυθμικότατη παραγωγή που σε άρπαζε από την καρέκλα σου και σου ξεκόλλαγε τα πόδια σου (κάτι σαν τη διαφήμιση της μπύρας που βλέπαμε πρόσφατα).
Γρήγορα μέσα στην γεμάτη και καλοδουλεμένη (για ποπ δίσκο) ενορχήστρωση ξεχώριζες ένα χαρακτηριστικό ήχο κιθάρας. Το κύριο χαρακτηριστικό της ήταν ότι ακουγότανε σαν κρουστό. Ήταν κάτι σαν χτύπος, σαν ξερό κουδούνισμα, μια κιθάρα χωρίς σώμα μόνο με αττάκα και beat. Το όνομα άγνωστο για μένα τότε Nile Rodgers, καθώς ο δόλιος σνομπάριζα τις ντίσκο και της εκδοχές της.
Στη συνέχεια έτυχε να πάρω το Let’s dance του Bowie. Και πάλι χορευτικός δίσκος θα μου πείτε!
Bowie όμως θα απαντήσω. Ο ήχος είχε κάτι γνώριμο:
Κοιτάζω στις σημειώσεις. Stevie Ray Vaughan. Α, εντάξει, Ο μεγάλος!
Και όμως δεν ήταν αυτό το γνώριμο που έψαχνα. Ξαναβλέπω,… όπα παραγωγή και κιθάρα Nile Rodgers!
Την ίδια εποχή επίσης βλέποντας ένα video clip του Jeff Beck παίζοντας το ambitious με ένα εξοργισμένο σόλο τρέχω και αγοράζω το δίσκο Flash. Ακούγοντας ξανά και ξανά πάλι κάτι γνώριμο. Μια ματιά πάλι στο εξώφυλλο και πάλι ο Nile στα όργανα και στην παραγωγή.
Μήπως λοιπόν δεν ήταν όλα τυχαία? Σίγουρα.
Είχαμε λοιπόν εδώ το βασικό μέλος των Chic, ενός συγκροτήματος funk disco ακριβώς την εποχή που ο όρος disco έπαιρνε σημασία, που στις γνωστές του επιτυχίες με έκανε να λέω, όταν τις άκουγα από το ραδιόφωνο, για δες που υπάρχουν και αξιόλογα κομμάτια εκεί. Φυσικά το hype του ροκ και της σοβαρής jazz που δειλά δειλά αλλά περήφανα ασπαζόμασταν εκείνη την εποχή δεν μας άφηναν να παραδεχτούμε –δημόσια- κάτι τέτοιο.
Ο Nile Rodgers μαζί με τον επίσης σπουδαγμένο Bernard Edwards στο μπάσο φτιάξανε τον κορμό των chic που αν θυμάμαι καλά πρέπει να κάνανε 2-3 επιτυχημένους δίσκους πριν ο Nile να προσπαθήσει να ακολουθήσει σόλο καριέρα σαν παραγωγός.
Ξεκίνησε την παραγωγή με τους Sister Sledge και την Diana Ross από τον κοντινό του – μαύρο- χώρο και γρήγορα η αίγλη του τον έκανε περιζήτητο!
Πρώτα με του Duran Duran (Δε δίνω δεκάρα για το γκρουπάκι αυτό, είχα ένα δίσκο του και τον πούλησα ή τον χάρισα- απλά τους αναφέρω γιατί όχι μόνο ήταν διάσημοι τότε.. ήταν και καρακω….φαρδοι να τους κάνει την παραγωγή) και μετά πέφτουν επάνω του τα μεγαθήρια:
Madona like a virgin, mick Jagger She’s the boss, Jeff Beck Flash, Bowie Let’s Dance.
Για τους δίσκους της Madona και του Bowie τι να πούμε?
Ότι ήταν οι πιο χρυσοπουλημένοι τους? ότι ο Bowie έφαγε το κράξιμο της ζωής του αλλά το εισέπραξε χοντρά στο ταμείο?
Μιλάμε για μεγάλο κεφάλι στο χώρο της παραγωγής χορευτικής μουσικής.
Πως όμως τα κατάφερνε όλα αυτά και ιδίως πως κατάφερνε να βγάζει αυτό τον ήχο που με αφετηρία το c’est chic έγινε ποθητός και περιζήτητος?
Βασικά οι παραγωγές του στηρίζονται στο ρυθμό.
Υπάρχει στη βάση ένα linn drum machine που όχι σπάνια υποστηρίζεται και από έναν αληθινό drummer. (dress me up Μadona- ambitious, escape Beck)
Το μπάσο πολλές φορές είναι προγραμματισμένο ηλεκτρονικά, ενώ όταν είναι ζωντανό είναι σλαπαριστό και χωρίς βασικές αρμονικές (material girl, let’s dance).
Ο ρυθμός λοιπόν είναι καταιγιστικός ενώ πολλές φορές εμπλουτίζεται με τρίηχα (δηλαδή τρείς νότες στην χρονική αξία μιάς ή δύο για να το πω απλά) κάτι που τον τονίζει ιδαίτερα, ενώ δίνει και χορευτική ιδιότητα.
Τα συνθεσάιζερ που χρησιμοποιεί είναι συνήθως διακριτικά και ακούγονται σαν κουδουνάκια ή τρίγωνα (material girl, dress you up).
Τα φωνητικά τώρα φλύαρα, με κοφτές φράσεις, πολυπληθή (σίγουρα μια ή δύο επιπλέον φωνές του ίδιου του τραγουδιστή και 2-3 άλλοι, δεξιά αριστερά και αναλλάσσονται.
Στους δίσκους που κάνει παραγωγή χρησιμοποιεί βασικά τα ίδια πρόσωπα, τον παλιό γνώριμο Bernanrd Edwards, τον Jason Corsaro, Jimmy Brawler, Rob Sabino, ενώ στα φωνητικά τους πασίγνωστους Curtis King, David Simms, George Simms, Frank Simms.
Βέβαια διόλου παράξενο (ξέρω το έχω ξαναπεί) τα master είναι σχεδόν παντού του Bob Ludwig!
Και η κιθάρα του?
Βασικά σε όλους τους δίσκους παίζει ρυθμική – είναι το μεγάλο ατού του. Παίζει stratocaster κυρίως με έμφαση στο κάτω μαγνήτη ή στη θέση 1.5 ή 2.5 που δίνει περισσότερες αρμονικές και εκτός φάσης ήχο.
Προφανώς χρησιμοποιεί μεσσαίες προς βαριές χορδές και χτυπάει κοντά στον καβαλάρη ή παίζει τσιμπητά (dress you up) όπως συνηθίζουν οι μαύροι μπασίστες.
Χρησιμοποιεί σχεδόν πάντα ένα ελαφρό chorus (let’s dance, ambitious), χωρίς καθόλου παραμόρφωση και μερικές φορές ένα slap back echo που τονίζει ιδιαίτερα τις μικρές και σύντομες φράσεις.
Τοποθετεί την κιθάρα του πάντα στα άκρα της στερεοφωνικής εικόνας και την ντουμπλάρει με ελαφριά καθυστέρηση ή φυσικό ντουμπλάρισμα στο άλλο κανάλι.
Τα ακόρντα του είναι σφιχτά και απότομα, ταχύτατα σαν να παίζει κρουστό (ambitious, without you, material girl).
Μερικές φορές παίζει και σόλο, αλλά τότε χρησιμοποιεί πολλή παραμόρφωση σαν να θέλει να δείξει έναν άλλο εαυτό από εκείνο του ΡΥΘΜΙΚΟΥ κιθαρίστα και είναι φανερό ότι δεν θέλει να δείξει ότι είναι Ο κιθαρίστας.
Πολλές φορές μάλιστα φαίνεται να θέλει για το λόγο αυτό να διακωμωδήσει το σόλο πχ material girl με έντονο τρέμολο και πολύ fuzz.
Κατά την προσωπική μου άποψη ο ήχος Nile Rodgers είναι αποτυπωμένος στα
C’est chic των chic
Dress you up, material girl, like a virgin της madona
China girl, Let’s dance, without you, criminal world του Bowie
Ambitious του Beck.
Και φυσικά μιλάω μόνο για τους δίσκους που έχω.
Πάντως σ αυτά θα τον αναγνωρίσετε.
Μιά σημαντική παρουσία που θα μείνει ανεξίτηλη στη σύγχρονη μουσική