- 17 June 2006
- 49,442
Daniel Lanois - Acadie - WB 1989
Ίσως ένας από τους πιο ταλαντούχος μουσικούς παραγωγούς της τελευταίας εικοσαετίας, ο γαλλοκαναδός Daniel Lanois γνώρισε την διεθνή φήμη και αναγνώριση από την παραγωγή του ιστορικού άλμπουμ των U2 Joshua tree το 1987. Πιο πριν όμως ήταν συνοδοιπόρος του μεγάλου Brian Eno σε τέτοιο βαθμό που να είναι δύσκολο να καταθέσει κανείς με σαφήνεια αν ο Eno επηρέασε τον Lanois ή το αντίστροφο. Για την ιστορία ας μείνει ίσως το πρώτο, μια και ο Eno είχε κατοχυρώσει την επιτυχία τουλάχιστον 10 χρόνια πριν απ αυτόν.
Μάστορας της τεχνικής του στούντιο, και από πολύ μικρός επενδύοντας κάθε δεκάρα του σ αυτό, μάζεψε κοντά του πολύ μεγάλα ονόματα που ζητούσαν κάτι περισσότερο από έναν απλό παραγωγό, αλλά και μια έμπνευση και ένα διαφορετικό ήχο μια διαφορετική φωνή.
Ο ήχος του Lanois (ως παραγωγού, γιατί είναι και ικανότατος κιθαρίστας, πιανίστας και τραγουδιστής) χαρακτηρίζεται ως υποβλητικός και σαγηνευτικός, με μεγέθη Eno, ενώ έχει την ικανότητα να απομυζά από κάθε όργανο την τελευταία αρμονική ή αν θελήσουμε να το θέσουμε αλλιώς τις αρμονικές που κανείς δεν παρατηρεί και όμως όταν μας τις παρουσιάσει μένουμε με ανοιχτό το στόμα.
Αυτόν τον ήχο έψαξαν και βρήκαν, και μαζί μ αυτόν και την επιτυχία ονόματα τρανά, σε δύσκολες καμπές της καριέρας τους, όπως U2, Peter Gabriel (So), Neville Brothers (Yellow moon), Robbie Robertson (πρώτος προσωπικός), Bob Dylan και τόσοι άλλοι.
To Acadie είναι το δισκογραφικό του ντεμπούτο που κυκλοφόρησε το 1989 και ηχογραφήθηκε σχεδόν όλος στη Νέα Ορλεάνη.
Όπως θα περίμενε κανείς ο δίσκος περιλαμβάνει σχεδόν όλους τους άσσους που ο συνθέτης παραγωγός έκρυβε στο μανίκι του.
Ο ήχος είναι απλά μαγικός. Ποτέ ίδιος. Τα όργανα εναλλάσσονται με κύριο βάρος μια ή περισσότερες αριστοτεχνικά ζυγισμένες ακουστικές ή ηλεκτρικές κιθάρες, πάνω σε ένα χαλί από ηλεκτρονικά συνθεσάιζερ δια χειρός του Eno, του ίδίου ή άλλων ταλαντούχων μουσικών. Οι ίδιες οι κιθάρες έχουν άλλο χρώμα από αυτό που ξέρουμε, εκφραστικό, γεμάτο, είτε είναι εξάχορδες ή δωδεκάχορδες. Αλλα όργανα δεν αφήνονται να βγαίνουν στο προσκήνιο, κάποια από τα κομμάτια θα μπορούσε κανείς να τα περιγράψει ς «folk» ή «country» κάνοντας ένα τεράστιο λάθος, αλλά ταυτόχρονα πέφτοντας και πολύ κοντά. Το μπάσο αντίθετα έχει σαφή και κύριο ρόλο, μερικές πρωταγωνιστικό, ενώ τα τύμπανα σχεδόν λάμπουν δια της απουσίας τους ή όταν υπάρχουν μπορεί να είναι καταιγιστικά…Ποτέ δεν σου λείπει τίποτα όμως. Κάτι υπάρχει να αναπληρώσει το χαμένο συστατικό.
Το κομμάτι που ανοίγει το δίσκο, Still Water, δίνει από νωρίς το στίγμα του δίσκου. Ακουστική κιθάρα, χωρίς βάθος – νομίζεις ότι είναι δίπλα σου, τύμπανα υπάρχουν ως υποψία από ένα Linn, ενώ το μπάσο βαρύ και με βιμπράτο φέρνει και την αντήχηση με την πρώτη νότα, αργότερα και μια ηλεκτρική. Η φωνή του Lanois σε παραξενεύει με την εκφραστικότητά της μια και δεν είναι καθόλου επιτηδευμένη και τα background φωνητικά απλά… Eno, μαγευτικά.
The maker… Ίσως τον καθρεφτίζει? Ξερή ηχογράφηση, με αντήχηση δωματίου, στεγνά τύμπανα, μπλουζ ροκ δομή με διπλές αρμονικές στο μπάσο και φωνητικά από τους Nevills.
Το O Marie είναι από τα δυνατά χαρτιά του δίσκου. Τραγουδισμένο στα γαλλικά και αγγλικά από τον ίδιο, με δυό ακουστικές στα δυό κανάλια, ρυθμό από μια τρίτη με χτύπημα στο σκάφος. H μια, πιο γλυκόηχη ακουστική ντουμπλάρει τη φωνή. Ένα τραγούδι για το μαζεμα του καπνού στο Οντάριο… Η γοητεία της απλότητας.
Περίπου στο ίδιο κλίμα είναι και το Jolie Louise. Τραγουδισμένο και αυτό στα γαλλικά και αγγλικά, είναι σε άλλο στυλ με ακορντεόν, θυμίζει ευχάριστο γαλλικό τραγούδι παιγμένο ζωντανά σε μπαράκι. Οι τόνοι χαμηλοί και οι μελωδίες πολύ δυνατές για άλλη μια φορά.
Γρήγορα φτάνουμε στο βαρύ πυροβολικό. Η ατμόσφαιρα που φτιάχνει ο Eno με ένα στοιχειωμένο βασικό μοναδικό ακόρντο στα πλήκτρα του δένει αρμονικά με δυό ακουστικές του Daniel. Το ακόρντο σε υπνωτίζει γλυκά, στη νύχτα στον κυματισμένο ωκεανό για να σε ξυπνήσει απότομα η φωνή του Daniel με την ξερή απαγγελία ενός ναυτικού ποιήματος.
I laid awake a whole night long,
waiting for the sun to beat down on my head
in this broken bed
I laid awake and dreamt of ships
passing through night,
searching for shelter,
stopping at no harbor
I heard the screaming waters
call sixty sailors' names
Raging words, pounding on the sail
like an angry whale
I felt the iron rudder skip
the smell of seeping oil,
the heat of slipping rope.
Failing hands, failing hope
Every sailor asks...
asks the question about the cargo
he is carrying
God's anger broke through the clouds
and He spilt the cargo for all to see -
The fault of the sailor,
the fault of he who asks no questions
about the cargo he is carrying
Γρήγορα συνέρχεσαι, το μυαλό συνεχίζει ταξιδεύει, όλα σβήνουν και μένει μόνος ο Daniel να τραγουδάει ένα δίστιχο
Fishes and tales and a fisherman's daughter
walks in the rain, she walks to the water
to the sea...
και συ μένεις αποσβολωμένος…με τις τρίχες στα χέρια σου σηκωμένες.
Το κομμάτι αυτό αρκεί για να αγοράσει κανείς το δίσκο. Ευτυχώς έχει κι άλλα τόσο καλά.
Η white mustang II που ακολουθεί, φέρνει μια εισαγωγή σε μια stratocaster, καθαρή και απαραμόρφωτη, με δακτυλισμούς, και από πίσω πάλι μια σωρεία synthesizers του Eno…. Το ταξίδι αρχίζει και παλι, γλάροι πετάνε, και μια τρομπέτα με σουρντίνα, από έναν πλανόδιο που βρήκε ο Daniel δίπλα στο σπίτι του, συμπληρώνουν την εικόνα.
Το under a stormy sky, είναι άλλο ένα γαλλοαγγλικό κομμάτι, στα πλαίσια του Jolie Louise σε ύφος χαλαρού rock ‘n roll. Οι δόσεις είναι μετρημένες και πάλι.
Η υψηλή τεχνική του στούντιο έρχεται και πάλι στο where the hawkwind kills όπου τα τύμπανα είναι πολλά και βαρειά επεξεργασμένα. Πολλαπλές κιθάρες και πλήκτρα σε ένα επικό σχεδόν κομμάτι, θυμίζει Bolero…. Η φωνή του Bono στο ρεφραιν δίνει το κάτι άλλο.
Το Silium’s Hill συνδυάζει ένα gospel τραγούδι με το shoe shine mama με μόνο μια ακουστική και ένα keyboard μέσα στην τεχνητή ηχώ. Ο Daniel σχεδόν απαγγέλλει και πάλι. Η μελωδία σε γαληνεύει για άλλη μια φορά.
Η απλή μελωδία του ice ξεχωρίζει καθώς είναι τραγουδισμένη πάνω σε μια υπερφορτωμένη ηλεκτρική με πολλά εφέ, χωρίς όμως να είναι στο προσκήνιο, όπως το ίδιο γίνεται και με τα keyboards.
Ο δίσκος κλείνει σχεδόν στο ίδιο χαλαρό κλίμα με το St Ann’s Gold και το Amazing Grace τραγουδισμένο από τον Aaron Nevill.
Ταλέντο αντίστοιχο ενός Spector, με τις επιπλέον ιδιότητες του τραγουδιστή και άρτιου μουσικού, ο Lanois έφτιαξε έναν περίτεχνο δίσκο, όπως τον ονειρευότανε. Το δίσκο της ζωής του.
Το δίσκο για την πατρίδα του, τη γή που πρώτα πάτησαν πόδι στην Αμερική οι Γάλλοι.
Η επιτυχία ήταν δυσανάλογη με το ήδη βαρύ του όνομα ή ακόμα πιο πολύ των ονομάτων, τον ήχο των οποίων ο ίδιος διαμόρφωσε.
Δεν έχει καμιά σημασία. Είναι εκεί έξω και θα μείνει διαμάντι για πάντα.