- 17 June 2006
- 14,350
Beethoven: Piano Sonata No 17, Op.31 No.2 “The Tempest” / Sviatoslav Richter, piano (EMI CD)
Η Σονάτα τελείωσε το 1802 αλλά πήρε το παρατσούκλι “Τρικυμία” πολύ αργότερα. Ο Anton Schindler, που ήξερε το συνθέτη, είπε πως ο Beethoven την εμπνεύσθηκε από το έργο του Σαίξπηρ.
Είναι ανάμεσα στις δημοφιλέστερες από τις Σονάτες για πιάνο του μεγάλου Γερμανού.
Τη θυμήθηκα γιατί πρόσφατα έκανα μιά αναδιάταξη στη δισκοθήκη μου κι έπεσα πάνω της. Την έχω με διάφορους, βέβαια. Αλλά η αγαπημένη μου εκδοχή είναι αυτή του Sviatoslav Richter. Θεωρείται μέσα στις 3-4 κορυφαίες ηχογραφήσεις που κληροδότησε συνολικά ο Ρώσος στους ανθρώπους. Ερχεται από το 1961, τότε που ο Richter ήταν στο απόγειό του. Είναι ηχογραφημένη εξαιρετικά στα στούντιο Abbey Road του Λονδίνου. Η ΕΜΙ την προσέθεσε σαν συμπλήρωμα στο 2ο διπλό άλμπουμ με τις Σουίτες του Handel (EMI double forte 5 69340-2)
Κατ αρχήν να πώ πως το έργο είναι σπουδαίο ακόμα κι άν το ακούσεις από έναν μέτριο πιανίστα.
Αλλά χρειάζεται ένας μαίτρ για να το απογειώσει. Με άγγιγμα ακτινοβόλο, υπέροχο από άποψη βάθους και πυκνότητας, με απέραντη παλέτα από αποχρώσεις και ηχητικές φωτοσκιάσεις που μεταγγίζουν στη συγκεκριμένη Σονάτα όλη την υπνωτική της δύναμη.
Αυτό που σου κάνει εντύπωση κατ αρχήν με την εκτέλεση του Richter, είναι ο ήχος του: αυτός εδώ είναι ένας Beethoven νεανικός και ευερέθιστος, εμπρηστής που αντιδρά στα ερεθίσματα με την ευαισθησία σεισμογράφου και εκρήγνυται μέσα σ ένα ήχο γεμάτον από φλογερή υγεία. Το Largo ξεκινάει με ένα παράτολμο, εκφραστικό rubato κι έπειτα σκάει το Allegro μέσα σε φρενήρη ταχύτητα με υποδειγματική άρθρωση, ανάλαφρο και μαζί μεγαλειώδες. Το τραγούδι του στο Adagio, πολύ συγκινητικό, σχεδόν λυπητερό, μοιάζει φορτωμένο με μιά εσωτερική ένταση απλά τρομερή. Μόλις έρχονται οι παραλλαγές, στο Allegretto, έχεις πια την εντύπωση ότι είσαι μάρτυς ενός φανταστικού άθλου, τόσο πιανιστικού όσο και μουσικού.
Ισως η πιο προσωπική “Τρικυμία” της δισκογραφίας και μέσα στις πιο λαμπρές στιγμές του Μπετοβενικού πιάνου, από καταβολής ηχογραφήσεων μέχρι τις μέρες μας.
Αξεπέραστη.
Jean-Michel Pilc Trio: Welcome Home (Dreyfus CD 2001)
Ενα άλμπουμ που αντιλαλεί από έξαψη απ άκρη σ άκρη, έργο μιάς έξοχης φαντασίας.
Ο Jean-Michel Pilc είναι Γάλλος, από τους 4 ή 5 πιο σημανικούς Ευρωπαίους πιανίστες σήμερα.
Ποτέ δεν ακούς αυτόν ή τους μουσικούς που τον συνοδεύουν να καταφεύγουν σε εύκολες λύσεις, να παίζουν τα προφανή ή να κρύβονται πίσω από την εξαιρετική τεχνική τους. Αποδομούν εδώ πασίγνωστα standards και τα ξαναπροσδιορίζουν απ την αρχή. Η ευθεία μπορεί να είναι η συντομότερη διαδρομή αλλά δεν είναι πάντα η πιο συναρπαστική – και, ώρες ώρες, έχεις την εντύπωση, πως το τρίο κάνει τα πράγματα όσο πιο δύσκολα γίνονται και για τους ίδιους και για τον ακροατή. Οι μελωδίες σχεδόν ποτέ δεν διατυπώνονται ευθέως, οι αρμονικές γίνονται οχήματα για ακολουθίες από εξαίσιους αυτοσχεδιασμούς. Ο Pilc ιδαθέτει αξιοζήλευτη τεχνική, γόνιμο συνθετικό ταλέντο κι ένα ασυνήθιστα επινοητικό χάρισμα για αυτοσχεδιασμό. Οι 4 δικές του συνθέσεις εδώ είναι περίπλοκες, πρωτότυπες και πολύ πλούσιες σε ιδέες. Από κοντά μιά rhythm section που μασάει σίδερα: οι Francois Moutin (μπάσο) και Ari Hoenig (τύμπανα), και οι δύο με ααστραπιαία αντανακλαστικά, σε διαρκή εγρήγορση και με τα αυτιά πάντα ορθάνοιχτα.
Το Rhythm-A-Ning του Monk αποσυναρμολογείται ανελέητα, το Giant Steps του Coltrane το μεταποιούν απ την αρχή και αλλάζουν τα φώτα στο Scarborough Fair των Simon & Garfunkel.
Δύσκολος δίσκος: Θέλει την απόλυτη προσοχή του ακροατή του απ την αρχή ως το τέλος - αλλά τον ανταμοίβει πλουσιοπάροχα γι αυτήν.
Ran Blake Trio: Sonic Temples (GM CD 2001)
Ran Blake: All That Is Tied (Tompkins Square CD 2006)
Ο Blake είναι πιά 72 ετών. Διδάσκει πιάνο και σύνθεση στο Κονσερβατουάρ της Νέας Αγγλίας. Πρόσφατα οργάνωσε σεμινάρια πάνω στον Σοστακόβιτς που έκαναν παγκοσμίως πάταγο και νιώθει σαν στο σπίτι του στη μουσική του Thelonious Monk. Εχει κυκλοφορήσει κάπου 35 άλμπουμ και θεωρείται εμβληματική φιγούρα αυτής της “σχολής” που στη τζάζ ονομάζεται Τρίτο Ρεύμα και είναι εξίσου παραδοσιόπληκτοι και εικονοκλάστες: έχουν δηλαδή το ένα πόδι στην παράδοση και το άλλο στη Σύγχρονη Σοβαρή Μουσική.
H δεξιοτεχνία του Blake στο πιάνο δεν έχει να κάνει με δακτυλισμούς και απαστράπτουσες τρεχάλες πάνω στο κλαβιέ. Είναι υπαινικτικός, αφαιρετικός, εσωστρεφής και πάρα πολύ προσωπικός, γεμάτος αρμονικές παραφωνίες και ρυθμική ανακολουθία. Με μιά φοβερή αίσθηση timing, αποφασισμένος να αποδομήσει και να φέρει στα μέτρα του κάθε τραγουδάκι που άκουσε ποτέ, ένας ποιητής των δυναμικών μικροσκιάσεων, άγγιγμα ζυγισμένο με το μικρογραμμάριο. Τους εκκλησιαστικούς ύμνους των βαπτιστών, το gospel, το swing και το stride (τη Μαύρη σχολή του πιάνου, των χαμαιτυπείων του Χάρλεμ), περισσότερο τα μαντεύεις μέσα στο παίξιμό του παρά τα ακούς. Κάθε λεπτό νιώθεις ότι είσαι σε μιά περιήγηση που κάνει στάσεις σε όλα τα στιλ της Σύγχρονης έντεχνης μουσικής. Τα blues, όταν διαμείβεται με άλλους, θα έκαναν τους Grateful Dead να πουλήσουν τη μάνα τους στο διάβολο. Tα ακούσματα που εκπορεύονται από έθνικ ρίζες μοιάζουν να κινούνται ανάμεσα στο ερεβώδη πεσσιμισμό και στην πιό χαρμόσυνη, κραυγαλέα γιορτή. Συχνά, με το γκρούπ του, αρέσκoνται να ψιθυρίζουν – νιώθεις τότε το μεγάλο σκοτεινό φτερό ενός αγγέλου να σου χαϊδεύει απαλά το πρόσωπο. Κάνεις περίεργες συγκρίσεις: οι Can, ο Hendrix, το jam - αλλά όχι σαν επίδειξη, περισσότερο σαν πνευματική λύτρωση.
O δίσκος με το σόλο πιάνο (All That IS Tied) μοιάζει με σύνοψη ολόκληρης της πορείας του μέχρι σήμερα. Μονόλογοι, περισυλλογή, εσωτερική ενατένιση, όλες οι ιδιαιτερότητες κι όλη η ομορφιά της γραφής του στη βιτρίνα-πρώτο πλάνο. Το γεγονός ότι σαν μουσικός είναι βαθύτατα θεατρικός έκανε τον κόσμο Εξω να μιλάει για μουσική υπόκρουση σε film-noir.
Αλλά εγώ το βλέπω περισσότερο σαν διαθήκη.
Ενα Αριστούργημα.
Last edited: