Ο Μάρτιος του 1786 βρήκε τον Μότσαρτ να εργάζεται στη Βιέννη σε φρενήρεις ρυθμούς. Αρχές του μήνα παρουσίασε σε συναυλία το 23ο κονσέρτο του για πιάνο και ορχήστρα, έργο αριστοκρατικής ομορφιάς και χάρης, τέλειο δείγμα του 'καθώς πρέπει' στυλ της εποχής, που η ιδιοφυΐα του συνθέτη το μπόλιασε με ακαταμάχητη ευαισθησία και ζεστασιά. Η τελευταία αναδύεται τόσο από το πιασάρικο δεύτερο - αργό - μέρος, όσο και από την ενοχρήστρωση που διάλεξε ο Μότσαρτ, όπου αντικατέστησε τα όμποε με τα κλαρινέτα, που με το βελούδινο, χαϊδευτικό ηχόχρωμα τους συμβάλλουν σε αυτήν την εντύπωση.
Παράλληλα δούλευε για την πρεμιέρα της όπερας του Οι Γάμοι του Φίγκαρο - πραγματοποιήθηκε δύο μήνες μετά - και ξεκίνησε το γράψιμο του επόμενου κονσέρτου για πιάνο, του 24. Το τελευταίο είναι ένα από τα δύο κονσέρτα του για πιάνο σε ελάσσονα κλίμακα - το άλλο είναι το αρ. 20 - και το ύφος του είναι στον αντίποδα του 23. Ανήσυχο, σκοτεινό, με έντονη δραματική φόρτιση, που υπογραμμίζεται από την 'βαριά' ενορχήστρωση - διαθέτει την μεγαλύτερη ορχήστρα από όλα τα υπόλοιπα κονσέρτα για πιάνο. Τόσο το 24, όσο και το 20, άρεσαν ιδιαίτερα στον Μπετόβεν. Είναι λοιπόν μάλλον φυσική η συγγένεια ύφους του πρώτου μέρος του 24, με την υποβλητική εισαγωγή της ορχήστρας, με αυτήν του αντίστοιχου μέρους του τρίτου κονσέρτου για πιάνο του τελευταίου.
Το cd της DG με το Βίλχελμ Κεμπφ στο πιάνο, τη Συμφωνική της Βαμβέργης και το Φέρντιναντ Λάιτνερ στη διεύθυνση, προσφέρει εξαιρετικές ερμηνείες του 23 και του 24. Μάλιστα στο 24 είναι η απολύτως κορυφαία, με απόσταση από οποιαδήποτε άλλην έχω ακούσει. Απόλυτη εκφραστικότητα, εσωτερικότητα και ισορροπία, με παράλληλη απουσία κάθε μανιέρας και πομπώδους θεατρικότητας - μια παγίδα που πέφτουν συχνά μέσα οι ερμηνευτές λόγω της προφανούς δραματικής φύσης του έργου.
Η μακροσκελής ορχηστρική εισαγωγή ξετυλίγεται ευέλικτα και απειλητικά, κλιμακώνοντας την ανησυχία. Η στιγμή που μπαίνει το πιάνο, διστακτικά και επιφυλακτικά, μετά το κρεσέντο της ορχήστρας, είναι συγκλονιστική. Δημιουργεί την αίθηση ότι περιστοιχίζεται από την ορχήστρα όπως από μιαν αγέλη λύκων. Αυτή η ασφυκτική αίσθηση, χαλαρώνει και αποδομείται βαθμιαία, καθώς το πιάνο αρχίζει να παίζει τα θέματα της ορχήστρας και να συνδιαλέγεται μαζί της. Η διαύγεια, οι χρωματισμοί και η φυσικότητα του παιξίματος του Κεμπφ - χωρίς ίχνος βιρτουοζισμού - είναι μνημειώδης.
Ο Κεμπφ έμεινε στην ιστορία ως μεγάλος ερμηνευτής του Μπετόβεν. Εδώ αποδεικνύεται τουλάχιστον ισάξιος ερμηνευτής του Μότσαρτ.
Δίσκος απόκτημα! :firstprize:
Παράλληλα δούλευε για την πρεμιέρα της όπερας του Οι Γάμοι του Φίγκαρο - πραγματοποιήθηκε δύο μήνες μετά - και ξεκίνησε το γράψιμο του επόμενου κονσέρτου για πιάνο, του 24. Το τελευταίο είναι ένα από τα δύο κονσέρτα του για πιάνο σε ελάσσονα κλίμακα - το άλλο είναι το αρ. 20 - και το ύφος του είναι στον αντίποδα του 23. Ανήσυχο, σκοτεινό, με έντονη δραματική φόρτιση, που υπογραμμίζεται από την 'βαριά' ενορχήστρωση - διαθέτει την μεγαλύτερη ορχήστρα από όλα τα υπόλοιπα κονσέρτα για πιάνο. Τόσο το 24, όσο και το 20, άρεσαν ιδιαίτερα στον Μπετόβεν. Είναι λοιπόν μάλλον φυσική η συγγένεια ύφους του πρώτου μέρος του 24, με την υποβλητική εισαγωγή της ορχήστρας, με αυτήν του αντίστοιχου μέρους του τρίτου κονσέρτου για πιάνο του τελευταίου.
Το cd της DG με το Βίλχελμ Κεμπφ στο πιάνο, τη Συμφωνική της Βαμβέργης και το Φέρντιναντ Λάιτνερ στη διεύθυνση, προσφέρει εξαιρετικές ερμηνείες του 23 και του 24. Μάλιστα στο 24 είναι η απολύτως κορυφαία, με απόσταση από οποιαδήποτε άλλην έχω ακούσει. Απόλυτη εκφραστικότητα, εσωτερικότητα και ισορροπία, με παράλληλη απουσία κάθε μανιέρας και πομπώδους θεατρικότητας - μια παγίδα που πέφτουν συχνά μέσα οι ερμηνευτές λόγω της προφανούς δραματικής φύσης του έργου.
Η μακροσκελής ορχηστρική εισαγωγή ξετυλίγεται ευέλικτα και απειλητικά, κλιμακώνοντας την ανησυχία. Η στιγμή που μπαίνει το πιάνο, διστακτικά και επιφυλακτικά, μετά το κρεσέντο της ορχήστρας, είναι συγκλονιστική. Δημιουργεί την αίθηση ότι περιστοιχίζεται από την ορχήστρα όπως από μιαν αγέλη λύκων. Αυτή η ασφυκτική αίσθηση, χαλαρώνει και αποδομείται βαθμιαία, καθώς το πιάνο αρχίζει να παίζει τα θέματα της ορχήστρας και να συνδιαλέγεται μαζί της. Η διαύγεια, οι χρωματισμοί και η φυσικότητα του παιξίματος του Κεμπφ - χωρίς ίχνος βιρτουοζισμού - είναι μνημειώδης.
Ο Κεμπφ έμεινε στην ιστορία ως μεγάλος ερμηνευτής του Μπετόβεν. Εδώ αποδεικνύεται τουλάχιστον ισάξιος ερμηνευτής του Μότσαρτ.
Δίσκος απόκτημα! :firstprize: