Ο John Mayall (γεν. 1933) είναι ερμηνευτής, συνθέτης, και πολυοργανίστας. Θεωρείται, μαζί με τον Alexis Corner, από τους γεννήτορες του Βρετανικού μπλουζ και υπήρξε πρωτοπόρος και επιδραστικός σε όλη τη μουσική σκηνή της εποχής του. Από τους Bluesbreakers, την μπλουζ μπάντα του, ξεπήδησαν όλοι οι μετέπειτα μεγάλοι μουσικοί που πρωτοστάτησαν τα επόμενα χρόνια. Η ικανότητά του να ανακαλύπτει ταλέντα και να τα αναδεικνύει ήταν χαρακτηριστική. Από τις τάξεις των Bluesbreakers παρήλασαν οι κιθαρίστες Eric Clapton, Peter Green, Mick Taylor, Harvey Mandel, οι μπασίστες John McVie, Jack Bruce, Andy Fraser, Larry Taylor, οι ντράμερ Hughie Flint, Mick Fleetwood, Aynsley Dunbar, Jon Hiseman, οι "πνευστοί" Dick Heckstall-Smith, Johnny Almond, ο βιολιστής Don "Sugarcane" Harris, για να αναφέρουμε μερικούς και εκλεκτούς. Ο Mayall, όπως ερμήνευσε στο Hard Road, ήρθε να ταράξει να ήσυχα νερά και στηριζόμενος στην παράδοση των μπλουζ παρουσίασε τη δική του εκδοχή στην οποία εμμένει μέχρι και σήμερα.
Το παρακάτω οικογενειακό δένδρο του Pete Frame δείχνει με παραστατικό τρόπο τους μετασχηματισμούς και τις μεταλλάξεις των Bluesbreakers της συγκεκριμένης περιόδου που θα μας απασχολήσει.
Ο άλλος βασικός πόλος της παρουσίασής μας είναι ο Eric Patrick Clapton (γεν. 1945) γνωστός και ως "αργοχέρης". «Ο μάνατζέρ μας, ο Giorgio Gomelsky επινόησε το όνομα σε μία από τις πνευματώδεις στιγμές του. Συνήθιζε να με παρουσιάζει με αυτόν τον τρόπο, όταν εμφανιστήκαμε στη σκηνή του Crawdaddy Club». Η δεκαοκτάμηνη παραμονή του Ερικ στους Yardbirds (Οκτώβριος '63 - Μάρτιος '65) και η πρώτη μεγάλη επιτυχία τους, το "For Your Love", του έδωσε κάποια αναγνωρισιμότητα αλλά η αλλαγή προσανατολισμού του γκρουπ, στην ποπ, τον δυσαρέστησε. Ήδη είχε αρχίσει να προσελκύεται από τα μπλουζ και να επιζητά ανάλογη εκφραστική διέξοδο.
Τον Απρίλιο του 1965 ο Κλάπτον προσχώρησε στους Bluesbreakers του John Mayall και παρέμεινε μέχρι τον Αύγουστο, όταν μέσα στην καλοκαιρινή παραζάλη, με μερικούς συντρόφους έφυγε για την Ελλάδα με ένα μεγάλο αμερικανικό αυτοκίνητο. Ο ιστορικός Christopher Hjort στο βιβλίο του Strange Brew: Eric Clapton And The British Blues Boom 1965-1970 αναφέρεται στην "Οδύσσεια" του Κλάπτον στην Ελλάδα η οποία κράτησε μέχρι τον Οκτώβριο του '65 με το αγγλικό γκρουπ The Glands ή όπως μετονομάστηκε σε Greek Loon Band.
Βέβαια, ο Κλάπτον είχε και συμμετοχή στο ελληνικό γκρουπ Τζούνιορς, αφού κατά τον Ν. Μαστοράκη ξεμυαλίστηκε στο καφέ-ξενυχτάδικο της γειτονιάς μου, "Σόνια" της Λ. Αλεξάνδρας και πείσθηκε να τους πλαισιώσει. «Είχαν ένα φοβερό κιθαρίστα που πες-πες στη "Σόνια", τον ξεμυαλίσαμε και παράτησε τους συμπατριώτες του. Το αγγλικό γκρουπ διαλύθηκε κι ο κιθαρίστας έπαιξε με τους Τζούνιορς στα ρεσιτάλ της "Τερψιθέας", αφήνοντας το ακροατήριο εμβρόντητο». Στους Τζούνιορς ο Κλάπτον αντικαθιστούσε τον σπουδαίο κιθαρίστα Αλέκο Καρακαντά (εκπληκτικός στα Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα του Γιώργου Ρωμανού) ο οποίος είχε τραυματιστεί στο αυτοκινητιστικό δυστύχημα που έχασε πρόωρα τη ζωή του ο Θάνος Σουγιούλ. Εμφανίσεις έγιναν στο "Ιγκλού Κλαμπ" στην Κυψέλη και στο σινέ "Τερψιθέα" στον Πειραιά.
John Mayall- «Ο Έρικ ήταν πάντα ένας ανήσυχος μουσικός - αλλά μένοντας δυσαρεστημένος με τους Yardbirds, ενώθηκε μαζί μας και έπαιξε σε μια ατέλειωτη σειρά από νυχτερινές παραστάσεις... Υποθέτω ότι απλά βαρέθηκε με αυτό. Έτσι, αποφάσισε να πάρει μερικούς φίλους και να πάει στην Ελλάδα. Φυσικά, για μένα ήταν μια κατάσταση πανικού γιατί είχαμε βασιστεί σε αυτόν τόσο πολύ και εκεί έξω υπήρχαν τόσο λίγοι άνθρωποι για να τον αντικαταστήσουν. Πήραμε αμέτρητες απαντήσεις από μια αγγελία στο Melody Maker και για την εβδομάδα μετά την αποχώρηση του, χρησιμοποιούσα από έναν κιθαρίστα κάθε νύχτα...»
Ο Κλάπτον τελικά επέστρεψε και έπαιξε με τον Mayall, από το Νοέμβριο του 1965 για άλλους 8 μήνες. Από αυτή την περίοδο, αρχίζει να κερδίζει τη φήμη του και να κτίζει τον μύθο του. Τότε ήταν που εμφανίστηκε το γκράφιτι στο Λονδίνο με τη φράση "Clapton is God". Ο ήχος που ενέπνεε τις εκδηλώσεις λατρείας έβγαινε πλέον από τον συνδυασμό μιας κιθάρας Gibson Les Paul Standard του '60 και ενισχυτή Marshall αντί της Telecaster και Vox που χρησιμοποιούσε προηγούμενα.
Ο Paul Trynka του MOJO αναφέρει «μαζί με τη θρασύτητα του Έρικ και τη διδασκαλία του Mayall ήρθε και η τύχη. Έχοντας δει την πόζα του Freddie King με την τότε πρόσφατα διακοπείσα Gibson Les Paul σε ένα εξώφυλλο (πιθανότατα στο "Let's Hide Away and Dance Away"), ο Έρικ αποφάσισε να δοκιμάσει το τότε παλιομοδίτικο όργανο, ελπίζοντας ότι θα είναι σε θέση να πάρει κάτι κοντά στον τόνο του King. Συμπτωματικά, όταν συνδυάζεται με τον αγγλικής κατασκευής ενισχυτή Marshall 1962 Model combo, οι ισχυροί humbucking μαγνήτες της Les Paul Sunburst έδιναν ένα πιο παχύ, σταθερό και υπεροδηγημένο ήχο από οτιδήποτε είχε μέχρι τότε ακουστεί από το Chicago. Δεν ξέρω πώς ανακάλυψα τον Marshall», μου είπε πρόσφατα. «Υποθέτω ότι ο στόχος μου ήταν να πάρω κάποιο "πάχος" το οποίο άκουγα να παίζουν σε συνδυασμό με την "παράταση"/sustain μιας σλάιντ κιθάρας. Εγώ ίσως απλά βρήκα τυχαία τον Marshall, αλλά ξέρω ότι ανακάλυψα ένα ενισχυτή που λειτούργησε χωρίς να το ξέρουν. Ποτέ ξανά δεν επανέλαβα αυτόν τον ήχο».
Ο Neil Slaven θυμάται το σοκ. «Εξακολουθώ να έχω την εικόνα του Eric στη σκηνή του κλαμπ Klooks Kleek και ήταν η ίδια που είχα στο μυαλό μου όταν έγραφα τις σημειώσεις του εξωφύλλου. Ο Eric είχε αλλάξει εντελώς. Τα μαλλιά ήταν διαφορετικά, οι φαβορίτες είχαν φυτρώσει και έπαιζε την Les Paul, η οποία είχε ένα εντελώς διαφορετικό ήχο από την Tele. Και ο Mayall απλά τον άφηνε, ήταν ο ένας καταλύτης για τον άλλο. Ο John άλλαξε την προσωπική του προσέγγιση ριζικά, επειδή ο Eric ήταν τόσο αδιάλλακτα μπλουζ-προσανατολισμένος. Ο Eric άνοιξε την πόρτα για τα τραγούδια του Otis Rush. Πιστεύω ότι ο Eric είπε: Αυτό είναι που πρέπει να κάνουμε».