Γεννήθηκε στο Calzada de Calatrava στην περιοχή του Almagro στην Ισπανία. Σε ηλικία 8 ετών παρακολούθησε καθολικό σχολείο. Οι εμπειρίες του από το σχολείο αυτό και από τους εκκλησιαστικούς θεσμούς σε συνδυασμό με τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη, αποτέλεσαν την έμπνευση για την ταινία του Κακή εκπαίδευση (2004).
Στα 16 του μετακόμισε στη Μαδρίτη και ασχολήθηκε με διάφορες δουλειές του ποδαριού, αφού λόγω της δικτατορίας του Φράνκο ο ισπανικός κινηματογράφος δεν ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένος.
Στη συνέχεια δούλεψε για 12 χρόνια στον ισπανικό οργανισμό τηλεπικοινωνιών και έτσι κατάφερε να αγοράσε την πρώτη του κάμερα, μια Super 8.
Τα χρόνια εκείνα δούλεψε σε θεατρικές ομάδες, ίδρυσε το σατιρικό πανκ-ροκ συγκρότημα Almodovar y McNamara και γύρισε πολλές χιουμοριστικές ταινίες σε super 8, τις οποίες παρουσίαζε σε ιδιωτικές προβολές. Η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία είναι το Η Πέπι, η Λούση, η Μπομ και τ' άλλα κορίτσια που ολοκληρώθηκε με πολλές δυσκολίες το 1980.
Ακολούθησαν πολλές ταινίες,στις οποίες υπογράφει ο ίδιος και το σενάριο, που έφεραν και την διεθνή αναγνώριση για το σκηνοθέτη.
Αγαπημένο του κινηματογραφικό είδος είναι το μελόδραμα , η επιρροή και η εξέλιξη του οποίου είναι εμφανής στο έργο του.
Η γυναίκα σε όλες της τις εκδοχές είναι ένα από τα βασικά θέματα στις ταινίες του.
Μέσα από τις ταινίες του βλέπουμε την εξέλιξη της χώρας του, τη σκοτεινιά της καθολικής δικτατορίας του Φράνκο που κράτησε 40 χρόνια, την πτώση της (1975) και την εξέλιξη της Ισπανίας σε ένα δημοκρατικό κράτος.
Χαρακτηριστική είναι επίσης η αισθητική των έντονων χρωμάτων, που χρησιμοποιεί σε πολλές ταινίες του.
Συνηθίζει να δουλεύει με τους ίδιους ηθοποιούς, τους οποίους βλέπουμε να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε αρκετές ταινίες του. Κάποιες από τις μούσες του είναι η Κάρμεν Μάουρα, η Σεσίλια Ροθ, η Μαρίσα Παρέδες, η Πενέλοπε Κρουζ, η Τσους Λαμπρεάβε.
Η σχέση του με τη μητέρα του επηρέασε σημαντικά τόσο τη ζωή του όσο και τη δημιουργία του. Η μητρική φιγούρα είναι καθοριστική στις περισσότερες ταινίες του.
wikipedia
Το 1980 μας «σύστησε» στις «Πέπυ, Λούσυ, Μπούμ και τα άλλα κορίτσια». Στη συνέχεια μας «οδήγησε» στον «Λαβύρινθο του πάθους»(1982), μας έφερε αντιμέτωπους με «Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης»(1988), ενώ φόρεσε σε θηλυκά και αρσενικά «Ψηλά τακούνια»(1991). H «Καυτή Σάρκα»(1997) του προκάλεσε αίσθηση και δηλώνοντας «Όλα για τη Μητέρα μου»(1999) συγκίνησε τον θείο Όσκαρ. Η συμβουλή-προτροπή του «Μίλα της»(2002) κέρδισε μια θέση στις καρδίες μας ενώ η «Κακή Ανατροφή»(2004) χτύπησε την Ισπανία εκεί που πονούσε.
O Πέδρο Αλμοδόβαρ είδε τις πρώτες εικόνες τις ζωής του στις 24 Σεπτεμβρίου του 1949, στη La Mancha της Ισπανίας. Αν και μεγάλωνε σύμφωνα με τις παραδοσιακές Ισπανικές αρχές, από νωρίς κατάλαβε τη σημασία της φαντασίας στη καθημερινότητα από την ίδια του την μητέρα. Έχοντας αναλάβει να γράφει την αλληλογραφία των αγράμματων γειτόνων της, διάβαζε και τις απαντήσεις τους. Ο μικρός Πέδρο παρατήρησε ότι αρκετές φορές η μητέρα του διαβάζοντάς τα γράμματα παραποιούσε το πραγματικό τους περιεχόμενο, προσθέτοντας με τη φαντασία της και άλλα στοιχεία τα οποία ήξερε πως θα ευχαριστούσαν τον παραλήπτη. Ο γιος της αν και στην αρχή έκρινε την πρωτοβουλία της μητέρας του ως απαράδεκτη, σύντομα κατάλαβε μέσα από αυτή κάτι πολύ βασικό : ‛Η πραγματικότητα χρειάζεται μια πινελιά φαντασίας για να γίνεται καλύτερη.’
Ο φανταστικός κόσμος του σινεμά τον μάγεψε από μικρό και στα 16 του με ελάχιστα χρήματα εγκατέλειψε την επαρχία για να εγκατασταθεί στη Μαδρίτη με ένα όνειρο: να κάνει σπουδές κινηματογράφου. Το όνειρό του όμως δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Το δικτατορικό καθεστώς του Φράνκο είχε κλείσει την Εθνική Σχολή Κινηματογράφου(National School of Cinema) της πρωτεύουσας και ο νεαρός Πέδρο έπρεπε να αλλάξει τα σχέδιά του. Μετά από διάφορες δουλειές του ποδαριού έγινε υπάλληλος στην εθνική τηλεφωνική εταιρία, θέση που του εξασφάλιζε ένα σταθερό μισθό. Αποταμιεύοντας, απέκτησε την πρώτη του κάμερα Super-8 και άρχισε να «γυρίζει» ερασιτεχνικά βίντεο τα οποία έβλεπε παρέα με φίλους του. Η δικτατορία δεν φάνηκε ικανή να σταματήσει τη δημιουργικότητά του και ενώ την ημέρα ήταν υπάλληλος, τα βράδια έγραφε φανταστικές ιστορίες μερικές από τις οποίες δημοσιευόταν σε περιοδικά της εποχής, και αργότερα αποτέλεσαν τη βάση στην οποία στήριξε σενάρια ταινιών του.
Όταν η αυλαία του δικτατορικού καθεστώτος έπεσε οριστικά με τον θάνατο του Φράνκο (1975), τα «άχρωμα» χρόνια υπό την «κυριαρχία» του τα διαδέχτηκε κλίμα αισιοδοξίας και απερίγραπτης ελευθερίας. Τα πράγματα άλλαξαν φυσικά προς το καλύτερο και οι Ισπανοί άρχισαν να ανακτούν τα χαμένα τους δικαιώματα, όπως την ελευθερία λόγου και έκφρασης. Καθώς το καθεστώς «χαλάρωνε», μειώνονταν η λογοκρισία προς όλες τις μορφές τέχνης.
Ο Αλμοδόβαρ, με την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα του αποφασίζει να κάνει το μεγάλο βήμα. Με προτροπή των φίλων του, το 1980 ο ανήσυχος δημόσιος υπάλληλος μετατρέπει σε σενάριο μια από τις μικρές του ιστορίες και το σκηνοθετεί ο ίδιος για τη μεγάλη οθόνη. Έτσι γεννήθηκε η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους «Πέπυ, Λούσυ, Μπούμ και τα άλλα κορίτσια». Το πρώτο δείγμα δουλειάς του ξεχειλίζει από χρώματα και ζωντάνια ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζει το διάχυτο κλίμα ελευθερίας της δημοκρατικής πλέον Ισπανίας.
Με το ντεμπούτο του ο Αλμοδόβαρ έκανε το όνομά του συνώνυμο με τη Movida (καλλιτεχνικό ‛κίνημα’ που επικράτησε στην Ισπανία μετά την μεταπολίτευση). Η πολιτική αλλαγή απελευθέρωσε τους ανθρώπους των τεχνών και ο Αλμοδόβαρ βρήκε την ευκαιρία όχι μόνο να εκφραστεί δίχως το φόβο της λογοκρισίας αλλά και να προβάλει σε όλη την Ευρώπη το νέο πρόσωπο της Ισπανίας. Έτσι με το πρώτο του έργο καθιέρωσε το προσωπικό του στυλ και τα δικά του «θέματα» που ακόμη και σήμερα είναι ευδιάκριτα στις περισσότερες ταινίες του. Χρησιμοποιώντας το μοναδικό, ιδιόρρυθμο χιούμορ του σατιρίζει την εικόνα του στερεότυπου αρσενικού της εποχής του Φράνκο. Μέσα σε χώρους και σκηνικά όπου δεσπόζουν τα έντονα χρώματα, απομυθοποιεί τη φιγούρα του άτρωτου, αυστηρού και παντογνώστη πατέρα-συζύγου. Αντίθετα βρίσκουμε τις γυναίκες στα σενάριά του να κινούν πολλές φορές τα νήματα από θέση ισχύος. Επίσης, συνηθίζει να «τοποθετεί» τους γυναικείους χαρακτήρες σε επαγγέλματα περισσότερο καταξιωμένα κοινωνικά, απ’ότι τους άνδρες που τις περιβάλουν. Θα έλεγε κανείς ότι οι γυναίκες κυριαρχούν σαν θεματολογία στο σινεμά του εν λόγω δημιουργού και η φιλία μεταξύ γυναικών είναι ένα ακόμη από τα αγαπημένα του «μοτίβα» αναμφισβήτητα.
Αναπόσπαστο κομμάτι του σινεμά του Αλμοδόβαρ είναι βέβαια και τα θέματα taboo που συχνά θίγει. Το 1983 τόλμησε να δείξει μια άλλη πλευρά των μοναχών με την ταινία του «Αμαρτωλές Καλόγριες» ενώ το 1984 «μίλησε» ανοιχτά για την κακοποίηση της γυναίκας μέσα στο γάμο με το «Μια ζωή ταλαιπωρία». Πιο πρόσφατα, με την «Κακή Εκπαίδευση» έδειξε χωρίς φόβο την κακοποίηση μικρών αγοριών στους κόλπους της Καθολικής εκκλησίας. Στα πλαίσια των θεμάτων taboo που κυριαρχούν στην πλοκή των ταινιών του και διαφοροποιούν το σινεμά του Αλμοδόβαρ από τον κλασικό ισπανικό κινηματογράφο βρίσκεται και ο ομοφυλόφιλος έρωτας. Βασικό συστατικό της πλοκής ή όχι, η σεξουαλικότητα των ηρώων του φαίνεται να τον απασχολεί πολύ.
Η πλειοψηφία των χαρακτήρων στο σινεμά του Αλμοδόβαρ «αρνείται» την ετικέτα ενός φύλλου και δύσκολα μπορεί κανείς να τους κατατάξει σε μια «κατηγορία» με βάση τη σεξουαλικότητα τους. Άλλοι είναι σε αναζήτηση της σεξουαλικής τους ταυτότητας όπως ο ήρωας που υποδύεται ο Μπαντέρας στο «Mαταντόρ», άλλοι εντελώς αινιγματικοί όπως ο Μπενίνιο στο «Μίλα της». Το κοινό όμως στοιχείο των περισσότερων ηρώων που δημιουργεί ο Αλμοδόβαρ είναι η ανάγκη να βγουν από τη μοναξιά, να αγαπήσουν και να αγαπηθούν.
Ο Αλμοδόβαρ από τη στιγμή που πρωτοεμφανίστηκε στο κινηματογράφο, γράφοντας, σκηνοθετώντας και πολλές φορές υποδυόμενος μικρούς ρόλους στις ταινίες του, απέκτησε φανατικούς οπαδούς αλλά το έργο του δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί αντικείμενο σχολιασμού. Έχει διχάσει αρκετές φορές τους κριτικούς. Σήμερα, γνωστός πλέον σε πολλές χώρες (ευρωπαϊκές και μη), κάτοχος όσκαρ, σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός, έχοντας εικοσιέξι χρόνια καριέρας, παραμένει το ίδιο δημιουργικός. Στα πενήντα επτά του είναι σχεδόν έτοιμος για την καινούργια του ταινία που θα βγει στις αίθουσες μέσα στο 2006. Ο τίτλος αυτής «Volver».
cineek
Last edited by a moderator: