Περί του αεικίνητου Κινέζου ο λόγος... (του Lang Lang το ανάγνωσμα...)

Μια και τις προάλλες έχουμε αρκετά διαφωνήσει ως προς την ποιότητα του συγκεκριμένου μουσικού, σας παραθέτω ένα πολύ ωραίο αφιέρωμα που τράκαρα τυχαία σήμερα το πρωί στο διαδίκτυο, γραμμένο από έναν από τους πολύ καλούς Έλληνες ερμηνευτές του πιάνου και του τσέμπαλου, τον Γεράσιμο Χοϊδά. Συμφωνώ στα περισσότερα, και δε θα είχα ποτέ χρόνο να διατυπώσω την άποψή μου τόσο αναλυτικά.

Πηγή: http://www.classicalmusic.gr/?p=165

Μια ματιά στο φαινόμενο Lang Lang

συντ. ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΧΟΪΔΑΣ ημ. 08/01/2012

Ο πρώτος διεθνούς φήμης Κινέζος νεαρός πιανίστας αποτελεί μια αμφιλεγόμενη φιγούρα στη συνείδηση πολλών. Πολλοί άλλοι τον θαυμάζουν και τον αναγνωρίζουν ως «έναν από τους μεγαλύτερους πιανίστες σήμερα». Αρκετοί είναι όμως κι εκείνοι που τον επικρίνουν.

Ως ένα βαθμό, η αίσθηση της αντίφασης είναι δικαιολογημένη. Ο σχεδόν τριαντάρης πια, Lang-Lang, είναι καλλιτέχνης πολυδιάστατος και με αρκετές στιγμές στην καριέρα του που από πολλούς θεωρούνται αμφιλεγόμενες. Παρουσιάζει έργα από το «ελαφρύ ρεπερτόριο» (κινηματογραφική μουσική), συνεργάζεται με καλλιτέχνες της τζαζ (Χέρμπυ Χάνκοκ) και γενικότερα ακροβατεί ανάμεσα στο ίματζ του κλασικού πιανίστα και του ροκ-σταρ. Πόσο δικαιολογημένα όμως, όλα αυτά, μπορούν να εκληφθούν ως αρνητικά, και πόσο έχουν σχέση με το ταλέντο και την επίδοσή του ως πιανίστα και σκεπτόμενου «κλασικού» μουσικού?

Η γνωριμία μου με την τέχνη του Lang Lang έγινε ακούγοντας ένα από τα αγαπημένα μου έργα: το τέταρτο κοντσέρτο για πιάνο του Μπετόβεν. Αυτό έχει μια ιδιαίτερη σημασία, καθώς το εν λόγω κοντσέρτο είναι ένα έργο όχι μόνο δύσκολο και μεγάλο, αλλά αποτελεί και ερμηνευτική πρόκληση, κατά γενική ομολογία. Η ωριμότητα του Μπετόβεν, ο στυλισμός του κλασικού κοντσέρτου στην τελευταία του περίοδο αλλά και το ίδιο το περιεχόμενο του έργου, οι δεξιοτεχνικές απαιτήσεις αλλά και η βαθειά εσωτερικότητα που διέπει τα δύο πρώτα μέρη, βάζουν τον πήχη πραγματικά ψηλά, ακόμα και για τους μεγαλύτερους σολίστες. Εκείνη την εποχή λοιπόν, αναζητούσα εκτελέσεις του έργου αυτού. Είχα ακούσει σχεδόν ό,τι κυκλοφορεί σε δισκογραφία αλλά και στο YouTube. Έτσι, το γεγονός πως έμεινα κυριολεκτικά αποσβολωμένος ακούγοντας τον Lang Lang να ερμηνεύει το 2ο μέρος, από τις πρώτες κι όλας νότες, πραγματικά σήμαινε για μένα πως, αν μη τι άλλο, άκουγα κάτι καινούριο, κάτι διαφορετικό. Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος κατάφερνε να αποδώσει το λυρικό σπαραγμό αυτού του μέρους με τόση ένταση και μεταδοτικότητα ώστε να σε καθηλώσει.

Δεδομένου του ότι η μουσική είναι ψυχολογική τέχνη, είναι δηλαδή κατά ένα μεγάλο μέρος η Τέχνη της μετάδοσης των συναισθημάτων, το να μπορέσει ένας πιανίστας να επιδράσει τόσο στην ψυχολογία του ακροατή, είναι πολύ σημαντικό επίτευγμα.
Πέρα από αυτό, συνέχισα να ακούω Lang Lang και σε διαφορετικό ρεπερτόριο, μόνο για να διαπιστώσω πως παντού επιδεικνύει την ίδια μουσική σκέψη, αλλά και μια εξαιρετική δεξιοτεχνία στα μεγάλα έργα συνθετών όπως Λιστ, Σοπέν κα.

Τη δεξιοτεχνία, την βιρτουοζιτέ του, δεν την αμφισβητεί κανείς. Πέρα από αυτό όμως, όπως λέει και ο μαέστρος και μέντοράς του, Christoph Eschenbach, o Lang Lang διαθέτει «βαθεία μουσική σκέψη και αίσθηση του ύφους, λαμπερό παίξιμο, αίσθηση της μελωδίας, της φράσης, βαθύ συναίσθημα». Διαθέτει επίσης κάτι που δεν είναι προφανές και δεν το αντιλαμβάνονται όλοι: εξαιρετικό χρονισμό, αυτό που λέμε timing στο παίξιμό του. Τοποθετεί την κάθε νότα μέσα στο χρόνο με μεγάλη προσοχή, πρόθεση και μαεστρία.

Όπως είπαμε, η μουσική είναι μια ψυχολογική τέχνη. Για να γίνει λοιπόν αυτό που καταφέρνει ο Lang Lang, χρειάζεται να έχει κανείς πολύ σαφείς προθέσεις, οι οποίες πηγάζουν από την κατανόηση του περιεχομένου. Μόνο τότε μπορεί κανείς να αναπαραγάγει με πειστικό αλλά και αβίαστο τρόπο και την παραμικρή απόχρωση του έργου, και να τη μεταδώσει στον ακροατή.

Στο 2ο μέρος του κοντσέρτου του Μπετόβεν, ο Lang Lang ενθουσιάζεται από την ιδέα του μύθου του Ορφέα. «Βλέπει» στοιχεία της πλοκής του μύθου σε κάθε σημείο, και έτσι μπορεί και ερμηνεύει με εξαιρετικό αποτέλεσμα. Μόνο με την αναγωγή του περιεχομένου του κάθε μουσικού έργου στο Συγκεκριμένο, ώστε να μπορεί ο ερμηνευτής να αναγνωρίσει καταστάσεις και να ταυτιστεί, είναι δυνατή η μετάδοση των συναισθημάτων με το παίξιμο, μέσω της ψυχολογικής διαδικασίας της προβολής.


Δεν έχει σημασία αν η ιστορία που έχει στο μυαλό του είναι αληθινή ή αν είναι όντως αυτή που σκεφτόταν ο συνθέτης. Αρκεί να αρμόζει με το χαρακτήρα και την κάθε πτυχή του περιεχομένου, κάτι που ένας καλός γνώστης του ύφους και της μουσικής γλώσσας ξέρει να αναγνωρίζει και να εκτιμά ορθά. Ο Lang Lang, καλά ενημερωμένος για το έργο που ερμηνεύει, γνώστης του ύφους και της γλώσσας, αλλά και με το ταλέντο του, φτάνει σε ένα αποτέλεσμα εξαιρετικό, όπως μας λέει και ο Eschenbach, χαρακτηρίζοντάς τον ως ιδανικό ερμηνευτή του Μπετόβεν και σημειώνοντας: «έχει ένα ιδιαίτερο, εξαιρετικό τουσέ και φινέτσα. Έχει τη δυνατότητα να δώσει σχήμα και μορφή και στο πιο δύσκολο πέρασμα, ακόμη και στις πιο γρήγορες οκτάβες. Έχει μια απίστευτη τεχνική, αλλά πάνω από όλα είναι ο απόλυτος μουσικός».


Πολλοί κατηγορούν τον Lang Lang επειδή κινείται πολύ όταν παίζει, και είναι ιδιαίτερα εκφραστικός όχι μόνο με τις κινήσεις αλλά και με τις εκφράσεις του προσώπου και των ματιών του. Το θέμα της κινησιολογίας του πιανίστα είναι μεγάλο κεφάλαιο και ως ένα βαθμό υποκειμενικό. Υπάρχουν πιανίστες που κινούνται άσκοπα, ή άλλοι που κινούνται για να επιδείξουν μια επιτηδευμένη θεατρικότητα ή χάρη. Το θέμα είναι πως ο Lang Lang, με τις κινήσεις και τις εκφράσεις του, αποδίδει πιστά το περιεχόμενο του έργου που ερμηνεύει. Στο πρόσωπό του βλέπει κανείς να ζωγραφίζεται η έκπληξη σε μια στιγμή απρόσμενης αρμονικής αλλαγής, η θλίψη ως και ο θρήνος, και η μεταμόρφωση του στην ευτυχία. Έτσι λοιπόν, οι κινήσεις και οι εκφράσεις του Lang Lang δεν είναι ούτε επιτηδευμένες ούτε άσκοπες, ούτε εκτός περιεχομένου. Αντίθετα, σαφέστατα τον βοηθούν να φτάσει στο μεγαλύτερο βάθος της εκφραστικότητας. Ίσως να μπορούμε να κάνουμε και μια υπόθεση: πως έχει ανάγκη αυτή την υπερβολή, καθώς τα ανθρώπινα εκφραστικά μέσα που έχει από μικρός διδαχθεί αλλά και η ίδια η έκφραση των συναισθημάτων, διαφέρουν από αυτά της ευρωπαϊκής κουλτούρας. Και για να μπορέσει ένας άνθρωπος από την Άπω Ανατολή να αισθάνεται και κατόπιν να εκφράζεται όπως απαιτεί η ευρωπαϊκή μουσική, «σαν Ευρωπαίος», πρέπει να τα διδαχθεί και να τα θέτει σε λειτουργία, ενδεχομένως με κάποια δόση θεατρικής υπερβολής. Όπως και να έχει όμως, η κριτική που ασκούν πολλοί στην κινησιολογία του, δεν μπορεί να τον χαρακτηρίζει ως μουσικό, και μοιάζει να είναι επιφανειακή, καθώς εστιάζει σε ζητήματα παράπλευρα του μουσικού αποτελέσματος.

Ο πολυδιάστατος και αμφιλεγόμενος αυτός καλλιτέχνης, συγκαταλέγεται σίγουρα στους σημαντικότερους πιανίστες της εποχής μας. Το παίξιμό του χαρακτηρίζεται από απαράμιλλη δεξιοτεχνία και ποικιλία ηχοχρωμάτων, από ασυναγώνιστη εκφραστικότητα και βαθειά, διορατική και οργανωμένη μουσική πρόθεση.

Ένα υπέροχο βίντεο που μας λέει πως ο Lang Lang έγινε πιανίστας, εμπνευσμένος από τους Tom & Jerry, και τον δείχνει να μαθητεύει κοντά στον Baremboim.