Αυτό είχα γράψει όταν είχε βγει η ταινία:
"Δε μαθαίνεται η συμπεριφορά, είναι ένστικτο. Συγκρατείται όμως, αλλοιώνεται από τη ζωή που μας μοιράστηκε και τις συνθήκες που μας εγκλωβίζουν. Δοκίμασε να συμπεριφερθείς άνευ όρων και προετοιμάσου για την αποτυχία και τον κατήφορο. Χιλιάδες χρόνων για να μπούμε τελικά σε καλούπια, φίλε. Η Νέα Υόρκη ορίζει τη μεγαλούπολη γύρω από τον φυλακισμένο συναισθηματικά άνθρωπο, ο Στιβ ΜακΚουίν εμπιστεύεται ξανά στο μεγαλειώδες ταλέντο του Μίκαελ Φασμπέντερ ένα σκληρό πορτρέτο αστικής απομόνωσης, η αυτοκαταστροφική μανία βαφτίζεται σεξουαλική. Και έτσι περνάει ως μανία διαχείρισης, μανία επινοημένης ενοχής, περνάει ως ντροπή του συμπλέγματος της επικοινωνίας και ως, τελικά, το πιο απλό πράγμα στο ένστικτο του ανθρώπου που κατάφερε να γίνει ο εφιάλτης του. Ο φόβος της αποτυχίας γιγαντώνεται σε ένα στημένα χαμένο παιχνίδι εκτόνωσης. Δεν υπάρχει απόλυτη διαγραφή στο βάσανο, δεν υπάρχει reset στις ανθρώπινες σχέσεις, δεν υπάρχει ξαναγράψιμο (ούτε καν ξαναδιάβασμα) του οικογενειακού παρελθόντος κι ας επιστρέφει τείνοντας το χέρι. Υπάρχει η γυμνή αλήθεια που φέρνει εσωτερικό, καθολικό πόνο και για να κοιτάξεις στα μάτια (ακόμα κι αν τελικά παραιτηθείς τρομαγμένος), χρειάζεσαι την ψυχή των λίγων. Εκείνων των λίγων που τολμούν να εκθέσουν στον καθρέφτη το σύγχρονο άνδρα ως φυσική συνέχεια της ιστορίας του “αρσενικού”, κλεισμένου πια σε έναν μικρόκοσμο με απαράβατα σύνορα. Του άνδρα δηλαδή σε ελεύθερη πτώση, στην οδυνηρή έκσταση της λανθασμένης κορύφωσης, εκεί που κανείς συναντά όλο το παρελθόν του σε μερικές στιγμές, απλά επειδή τόλμησε να πιστέψει πως το είχε ξεγελάσει."