Το σκυλί τ' ουρανού...

«
Θυμηθείτε τον Duane Allman», σκαλισμένο σε μια εκσκαφή δίπλα στον αυτοκινητόδρομο
Interstate 20 το 1973
Το 1970 στο ραδιοφωνικό σταθμό
WQMC του κολλεγίου
Queens στη Νέα Υόρκη, ο
Duane Allman μίλησε για το πώς επέλεξε τη σλάιντ. Ήταν τέλη του 1967 και με το γκρουπ
Hourglass: «
Άκουσα τον Ry Cooder να παίζει πριν από λίγο καιρό και είπα, φίλε, αυτό είναι για μένα. Πήρα ένα μπουκάλι και κλείστηκα στο σπίτι για περίπου τρεις εβδομάδες και είπα, "Έι φίλε, πρέπει να μάθουμε μερικά τραγούδια... Το λατρεύω αυτό..." Έτσι αρχίσαμε να το κάνουμε και για λίγο καιρό όλοι με κοιτούσαν και σκεφτόντουσαν, "Ωχ όχι! Ετοιμάζεται να το ξανακάνει!" Όλοι χαμήλωσαν τα κεφάλια τους... Αλλά μετά έγινα λίγο καλύτερος σε αυτό και το βελτίωσα...».
Και η βελτίωση ήρθε! Η μανία που θα μπορούσε να εξαπολυθεί ή η γλυκύτητα που θα μπορούσε να απελευθερωθεί, όταν πέρασε ένα
Coricidin μπουκάλι από χάπια στον παράμεσο δάκτυλο του δεξιού χεριού του, γλιστρώντας το κατά μήκος της ταστιέρας της κιθάρας του, καθόρισε μια προσέγγιση στο παίξιμο, με αισθητές όμως επιρροές. Από το βασικό "
Dust My Broom" και τον τονισμό των
Elmore James και
Muddy Waters, έως τον
Earl Hooker, ήταν τελικά ο
Allman που καθιέρωσε την ηλεκτρική σλάιντ σαν μελωδική δύναμη. Ήταν η αίσθησή του στη μελωδία, συνδυασμένη με τις επηρεασμένες από το γουέστερν σουίνγκ, διπλές κιθαριστικές αρμονίες, στηριζόμενες σε μόνταλ τζαζ υπόβαθρο που διέκριναν τους
Allman Brothers Band από τα συνηθισμένα μπλουζ μπούγκι σύνολα, των αρχών της δεκαετίας του '70.
Γεννημένος στις 20 Νοεμβρίου του 1946, στο Νάσβιλ του Τενεσί, ο
Howard Duane Allman "κόλλησε" στο ρυθμ εντ μπλουζ σε νεαρή ηλικία, ακούγοντας αργά το βράδυ μπλουζ από το σταθμό
WLAC. Ο μικρότερος αδελφός του,
Gregg είχε αρχίσει να παίζει κιθάρα και, αφού ο
Duane πούλησε τα ανταλλακτικά μιας μοτοσικλέτας που είχε διαλύσει, αγόρασε κι αυτός μια. Μετά από μια μετακίνηση στην Ντεϊτόνα Μπιτς της Φλόριντα, τα δύο αδέλφια στην αρχή της εφηβείας τους σχημάτισαν μια μπάντα, τους
Y-Teens, με το όνομα από τον τοπικό
YMCA. Λίγα χρόνια αργότερα προσχώρησαν στους
House Rockers που υποστήριζε ένα σόουλ φωνητικό γκρουπ, τους
Untils. Στη συνέχεια, το 1965, σχηματίζουν τους
Allman Joys.
Όταν ο
Bill McEuen, μάνατζερ των
Nitty Gritty Dirt Band, άκουσε το συγκρότημα μετά την κυκλοφορία του σινγκλ "
Spoonful" του
Willie Dixon στην ετικέτα
Dial του
Buddy Killen, ενθάρρυνε το γκρουπ να μετεγκατασταθεί στο Λος Άντζελες. Εκεί οι
Allman Joys είχαν μικρή επιτυχία και επιστρέφοντας στην πατρίδα τους μετασχηματίστηκαν για λίγο σε
Almanac και στη συνέχεια στους
Hourglass.
Οι
Hourglass ηχογράφησαν δύο ανεπιτυχή άλμπουμ για τη
Liberty στην Καλιφόρνια. Δυσαρεστημένοι με τον τρόπο που η
Liberty τους επέλεγε υλικό και απογοητευμένοι από την ψευδο-ψυχεδελική εικόνα που πλάσαραν γι' αυτούς, οι
Hourglass πήγαν στην Αλαμπάμα, στα στούντιο
Fame του
Rick Hall στο
Muscle Shoals. Εκεί ηχογράφησαν υλικό πλησιέστερο προς αυτούς, όπως ποτ-πουρί από τραγούδια του
B.B. King. Αλλά όταν τα ντέμο πήγαν πίσω στη
Liberty στο Λος Άντζελες, στη δισκογραφική εταιρεία δεν άρεσε η νέα κατεύθυνση της μπάντας και ο μάνατζέρ τους στη Δυτική Ακτή, χαρακτήρισε το μπλουζ υλικό σαν "φρικτό και άχρηστο". Οι
Hourglass είχαν τελειώσει.
Πίσω στην Αλαμπάμα, ωστόσο, ο
Rick Hall ήταν τόσο εντυπωσιασμένος με το παίξιμο του
Duane κατά τη διάρκεια των ντέμο σέσιον που, κατά την επιστροφή του απογοητευμένου κιθαρίστα, του τηλεφώνησε ο ίδιος και τον προσέλαβε σαν σέσιον μουσικό στα
Fame. Ο
Wilson Pickett είχε "κλείσει" το στούντιο στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1968. Έτσι ξεκίνησε η καριέρα του
Allman σαν στούντιο μουσικός.
Σχεδόν αμέσως, ο μακρυμάλλης ξανθός κιθαρίστας, που έπαιζε πάντα όρθιος, κερδίζει αρκετή φήμη από τις σέσιον δουλειές του. Και καθώς δραστηριοποιούνταν στα
Fame, στα στούντιο
Criteria στο Μαϊάμι και
Atlantic στη Νέα Υόρκη, αφού τον άκουσε ο
Jerry Wexler, εκτός από τα στουντιακά του καθήκοντα, συγκρότησε τους
Allman Brothers Band.
Μέχρι το τραγικό ατύχημα με τη μοτοσικλέτα, στις 24 Οκτωβρίου του 1971, που του στοίχισε τη ζωή στα εικοσιτέσσερά του χρόνια, ο
Duane εμφανίστηκε σε περίπου τρεισήμισι άλμπουμ των
Allman Brothers Band. Με κάθε άλμπουμ, ξεκινώντας με το
The Allman Brothers Band του 1969, το εξαμελές σύνολο αποκτούσε όλο και περισσότερους υποστηρικτές. Ο θάνατος του
Duane ήταν μια από τις πιο πρόωρες ροκ τραγωδίες. Η μπάντα που καθοδηγούσε επεδίωκε να κερδίσει την εθνική προσοχή που της άξιζε, όταν έκανε ελιγμό με τη μηχανή του για να αποφύγει ένα φορτηγό στο Μέικον της Τζόρτζια και σίγησε την σλάιντ του για πάντα. Ο αδελφός του και οι άλλοι έφτασαν τη μεγάλη, αν και ταραχώδη επιτυχία, αλλά η μπάντα δεν ήταν μουσικά ποτέ ξανά η ίδια.
Καθ' όλη την περίοδο της ανόδου της δημοτικότητας των
Allman Brothers Band και συχνά στα ενδιάμεσα των εξαντλητικών περιοδειών τους, ο
Duane διατηρούσε τη σέσιον δουλειά του. Ωστόσο προτιμώντας το ζωντανό, συναυλιακό περιβάλλον, όπου μεγάλο μέρος από το καλύτερο παίξιμό του είχε ακουστεί και δεν ηχογραφήθηκε, άρχισε μετά το 1970 να κουράζεται από τη στείρα στούντιο ασχολία. Από τότε, πια, ήταν σε θέση να επιλέγει τα σέσιον στα οποία εμφανιζόταν. Πολλά από τα ξεχωριστά αυτά κομμάτια περιλήφθηκαν σε δύο σημαντικές διπλές ανθολογίες που κυκλοφόρησαν από την
Capricorn στις αρχές της δεκαετίας του '70:
An Anthology και
An Anthology Volume Two.

O
Jerry Wexler (βλέπε, στην επάνω φωτογραφία) περιγράφει τον
Duane σαν ένα αριστοτέχνη παίκτη, ο οποίος, όντας από το Νότο, είχε μια φυσική αίσθηση και εκτίμηση για το μπλουζ. Είχε επαινέσει το στυλ του στην μποπ και κάντρι κιθάρα, με επιρροές του
Hank Garland και
Chet Atkins στην τελευταία. Στο μπλουζ, τόνισε την αγάπη του για καλλιτέχνες όπως οι
B.B. King,
Albert King,
Slim Harpo,
T-Bone Walker,
Blind Willie Johnson και φυσικά,
Robert Johnson. Η κιθάρα του συμβάδιζε με τους καλύτερους από αυτούς.
Στο Μέικον της Τζόρτζια στο παρεκκλήσι, ήταν o
Wexler που έκανε το εγκώμιο στην κηδεία του. Οι
Dr. John,
Delaney Bramlett και οι έκπληκτοι
Allman Brothers Band έπαιζαν παραπίσω. Εκατοντάδες άνθρωποι παρακολούθησαν τον
Skydog να θάβεται με μια κιθάρα
Gibson και ένα μπουκάλι σλάιντ στο δεξί του χέρι...

Η προσωπική φιλοσοφία της ζωής του
Duane Allman ήταν πολύ απλή και βασική. Ο ίδιος είπε κάποτε, «
Τα πάντα είναι ίδια παντού. Υπάρχουν καλά παιδιά και μ@λ@κες και πρέπει να μάθεις να διακρίνεις μεταξύ των δύο, προκειμένου να τα καταφέρεις. Και αυτός που είναι κόπανος για κάποιον, μπορεί να είναι ωραίος σε κάποιον άλλο, έτσι πρέπει να μάθετε να είστε καλοί με τον καθένα και να δείχνετε σεβασμό σε όλους, αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να σας σέβονται οι άνθρωποι. Πρέπει να έχετε αμοιβαίο σεβασμό και αγάπη και μην φοβάστε να μοιράζεστε ό,τι είναι μέσα σας με τους άλλους. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να απελευθερωθείτε και να περνάτε καλά...»
(πηγή: εξώφυλλα, Stuart Winkles/Goldmine, Richard Albero/Guitar Player)
