Υπάρχει τελικά "άλλη" λύση......??

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Στο thread "Που πάει η χώρα", έχουν διατυπωθεί ένα κάρο λύσεις, αλλά με την συνεχή ροή ειδήσεων κάποιοι συνφορουμίτες τα χάνουν και επανερχόμαστε συχνά να ξαναλέμε τα ίδια....

Αν συμφωνούν και οι διαχειριστές, ανοίγω αυτό το thread το οποίο θα περιέχει ιδέες κυρίως από δημοσιογράφους(όσο γίνεται πιο έγκυρους) για την "έξοδο" από αυτήν την κατάσταση, αν όντως αυτά που λέει η κυβέρνηση μας "βάζουν" αντί να μας βγάζουν από την κρίση και να γίνεται κουβέντα πάνω στις ιδέες και προτάσεις που πέφτουν.....

Επίσης ας μπαίνουν και οικονομικές ειδήσεις από όλον τον κόσμο που αφορούν την παγκόσμια κρίση...

Ξεκινάμε???-bye-
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Παύση πληρωμών ή επαναδιαπραγμάτευση χρέους;

Πηγή: Αυγή

Ημερομηνία δημοσίευσης: 09/05/2010
Του Γιάννη ΤΟΛΙΟΥ

Η χώρα έχει βυθιστεί στη δίνη μιας πρωτοφανούς κρίσης, της χειρότερης μεταπολεμικά. Οι τεράστιες θυσίες των εργαζομένων έχουν ήδη γίνει βορά των κερδοσκόπων.

Η ελληνική κυβέρνηση και η Ε.Ε., βάζουν το ΔΝΤ μπροστά, σε ρόλο «κακού μπάτσου», να κάνει τη «βρώμικη δουλειά» προσπαθώντας να κρύψουν τις ευθύνες τους. Ανακοίνωσαν νέο κύκλο θυσιών και αίματος (δραστικές περικοπές μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, νέους φόρους, απελευθέρωση απολύσεων και... έπεται συνέχεια με ξεθεμελίωση ασφαλιστικού, απολύσεις στους ΟΤΑ, ξεπούλημα ό,τι έχει απομείνει από δημόσια περιουσία, πλήρη ασυδοσία αγορών κ.ά.).

Πάνω απ’ όλα όμως βάζουν ενέχυρο την εθνική κυριαρχία και τη μετατροπή του «μηχανισμού στήριξης» σε νεοαποικιακό μηχανισμό υποδούλωσης των Ελλήνων.

Το χρέος δεν... ξεχρεώνεται!

Όλα αυτά στο όνομα της αντιμετώπισης των ελλειμμάτων και του χρέους, χωρίς όμως να χτυπούν και τις αιτίες.

Ειδικότερα το δημόσιο χρέος από 298,5 δισ. ευρώ (125,7% του ΑΕΠ) το 2009, προβλέπεται να φθάσει 374,6 δισ. ευρώ (167,8%) το 2014, ενώ είναι αμφίβολο αν θα δημιουργηθεί πρωτογενές πλεόνασμα, με την ύφεση, την ανεργία, τη φτώχεια και την περιθωριοποίηση που φέρουν τα νέα μέτρα.

Στην πραγματικότητα μόνο θεωρητική πιθανότητα υπάρχει για εξόφληση του χρέους (απαιτούνται ρυθμοί ανάπτυξης τουλάχιστον 5% ετησίως για μια εικοσαετία). Ήδη οι δαπάνες εξυπηρέτησης απορρόφησαν το 2009 πάνω από 41 δισ. ευρώ (17% του ΑΕΠ ή 75% των δημοσίων εσόδων), ενώ με εκείνες του βραχυπρόθεσμου δανεισμού (Euro-commercial paper) οι συνολικές δαπάνες ανήλθαν σε 77 δισ. ή 32% του ΑΕΠ.

Η Ελλάδα το διάστημα 2010-2014 θα χρειαστεί συνολικά γύρω στα 420 δισ. ευρώ για εξυπηρέτηση του χρέους, ενώ ο «μηχανισμός στήριξης» μπορεί με βάση δημοσιεύματα να εξασφαλίσει 45-110 δισ. ευρώ κι αυτά με τοκογλυφικά επιτόκια (5%-6% για τρία χρόνια) και άλλους σκληρούς όρους. Πώς θα προκύψουν τα υπόλοιπα χωρίς πολύ ακριβό δανεισμό, εξαθλίωση εργαζόμενων και ξεπούλημα κυριολεκτικά της χώρας;

Κατ’ αρχήν πολύ σημαντικό είναι ποιος βρίσκεται στην κυβέρνηση και ποια συμφέροντα κατά προτεραιότητα υπερασπίζεται. Με δεδομένο ότι η Ελλάδα είναι ουσιαστικά σε αδυναμία αποπληρωμής του χρέους, ο χαρακτήρας της κυβέρνησης είναι καθοριστικός στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν.

Τα σενάρια μπροστά μας είναι τρία.

«Ελεγχόμενη χρεωκοπία»,

«επαναδιαπραγμάτευση χρέους»,

«μονομερή παύση πληρωμών».

Κάθε περίπτωση σηματοδοτεί διαφορετική πολιτική συμπεριφορά και παράγει διαφορετικά οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα, ανάλογα με τον προσανατολισμό επίλυσης του προβλήματος (με όρους κεφαλαίου ή με όρους κοινωνίας).

A. Η πολιτική της «ελεγχόμενης χρεωκοπίας» προωθείται από Ε.Ε., ΔΝΤ, ελληνική κυβέρνηση και μεγάλα συμφέροντα. Στόχος είναι η Ελλάδα να μην χρεωκοπήσει επίσημα, γιατί σύμφωνα με αξιωματούχους των Βρυξελλών θα ήταν κακή εξέλιξη για το ευρώ. Στο πλαίσιο της «ελεγχόμενης χρεωκοπίας» ίσως γίνει κάποια αναδιάρθρωση χρέους με παράταση χρόνου αποπληρωμής αλλά με επαχθείς όρους. Πρόκειται για το πλέον δυσμενές σενάριο, που εξυπηρετεί τους τραπεζίτες, κερδοσκόπους, πολυεθνικές και «ευρωκράτες».

Β. Από την άλλη το αίτημα «επαναδιαπραγμάτευσης» χωρίς προσφυγή σε μονομερή στάση πληρωμών σηματοδοτεί μια ήπια μορφή διεκδίκησης για ρύθμιση χρέους, με αμφίβολα όμως αποτελέσματα. Εκτός από παράταση του χρόνου αποπληρωμής, θα μπορούσε να απαιτηθεί μείωση επιτοκίων (παλιών και νέων δανείων) σε επίπεδα λίγο πιο πάνω από αυτό που δανείζει η ΕΚΤ τις τράπεζες (π.χ. 1,5%).

Ωστόσο η συγκεκριμένη επιλογή εμπεριέχει δύο αδύνατα σημεία. Πρώτον δεν απαντάει στο πρόβλημα πώς θα εξασφαλιστεί εξυπηρέτησή του χωρίς διαρκή προγράμματα λιτότητας, ενώ από την άλλη δεν διαθέτει αποφασιστική δύναμη πίεσης στους πιστωτές ώστε να δεχτούν ρύθμιση. Η μόνη ελπιδοφόρα προοπτική θα ήταν μια κυβέρνηση με φιλολαϊκό πρόγραμμα και αποφασιστική στάση διεκδίκησης, με παράλληλη αναζήτηση άλλων πηγών δανεισμού και δημιουργία κοινού μετώπου με χώρες και λαούς του ευρωπαϊκού Νότου.

Γ. «Παύση πληρωμών» και προεκτάσεις της


Η τρίτη επιλογή είναι η «μονομερής παύση πληρωμών». Πρόκειται για ριζοσπαστική διεκδίκηση (μη καταβολή τοκοχρεωλυσίων), που εξασφαλίζει οικονομική ανακούφιση στο δημοσιονομικό αδιέξοδο. Τα σκανδαλώδη δάνεια με «τοκογλυφικά» επιτόκια δίνουν ηθικό έρεισμα για μη αποπληρωμή τους. Σε μια τέτοια ενέργεια προχώρησε το Εκουαδόρ το 2008 διαθέτοντας μόνο 10% των συναλλαγματικών του εισπράξεων από εξαγωγές για την εξυπηρέτηση του χρέους.

Μια τέτοια ενέργεια θα έχει οπωσδήποτε σοβαρές προεκτάσεις στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, στις σχέσεις με την Ε.Ε., καθώς, στην οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας. Είναι πολύ πιθανόν η ΕΚΤ (διαθέτει το αποκλειστικό προνόμιο έκδοσης ευρώ) να σταματήσει τη διάθεση ευρωνομισμάτων για συναλλαγές, οπότε μοιραία θα οδηγηθούμε στην έκδοση εθνικού νομίσματος.

Η επιστροφή στη δραχμή περιέχει θετικές και αρνητικές πλευρές. Από τη μια δίνει δυνατότητα χάραξης συναλλαγματικής και νομισματικής πολιτικής, απεγκλωβισμού από τις ρυθμίσεις του Συμφώνου Σταθερότητας και χάραξης ευέλικτης εθνικής οικονομικής πολιτικής. Από την άλλη προκύπτει ζήτημα κατεύθυνσης της συναλλαγματικής πολιτικής και τρόπου αντιμετώπισης του χρέους.

Θεωρητικά στον καθορισμό της συναλλαγματικής ισοτιμίας υπάρχουν οι εξής επιλογές: Υποτίμηση, ανατίμηση ή πρόσδεση δραχμής στο ευρώ. Ξεκινώντας από το τελευταίο, μια πρόσδεση με ίδια ισοτιμία (340,75 δραχμές) δεν θα δημιουργήσει μάλλον πρόβλημα στις συναλλαγές. Κατά καιρούς στο παρελθόν (δεκαετίες ’50 και ’60 και ένα διάστημα στη δεκαετία ’80) υπήρχε σταθερή πρόσδεση δραχμής στο δολάριο, ενώ στον μεσοπόλεμο στη χρυσή λίρα Αγγλίας.

Ωστόσο η μόνιμη πρόσδεση δεν μπορεί να διατηρηθεί και αργά ή γρήγορα θα προκύψει αναπροσαρμογή με βάση την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Η περίπτωση ανατίμησης μόνο θεωρητικά αναφέρεται (αν η οικονομία διέθετε υψηλή ανταγωνιστικότητα). Κατά συνέπεια το πιο ρεαλιστικό είναι η σημαντική υποτίμησή της.

Η πολιτική υποτίμησης (όπως κάθε επιλογή συναλλαγματικής ισοτιμίας) ασκεί αντιφατικές επιδράσεις στα βασικά μεγέθη του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών και τα αποτελέσματά της πρέπει να εξετάζονται συγκεκριμένα. Για παράδειγμα με υποτίμηση οι εισαγωγές γίνονται ακριβότερες και οι εξαγωγές φθηνότερες. Η αύξηση των εξαγωγών και μερική υποκατάσταση εισαγωγών (από εγχώρια προϊόντα) θα ασκήσουν θετική επίδραση στην εγχώρια παραγωγή, απασχόληση και εισόδημα.

Όμως από την άλλη οι ανελαστικές εισαγωγές (καύσιμα, μηχανήματα, τρόφιμα κ.ά.), θα οδηγήσουν σε αύξηση δαπανών για εισαγωγές και πιθανότατα σε αύξηση εμπορικού ελλείμματος. Ωστόσο το ισοζύγιο «αδήλων» (τουριστικό, ναυτιλιακό, μεταναστευτικό) μάλλον θα ευνοηθεί (η Ελλάδα θα γίνει φθηνότερη) και άρα θα ενισχυθεί ο τουρισμός.

Τέλος, από την πλευρά της κίνησης κεφαλαίων, θα υπάρξει θετική ροή (φθηνότερο κόστος εργασίας και πλουτοπαραγωγικοί πόροι για ξένες επενδύσεις), ενώ η εξωτερική επέκταση ελληνικών επιχειρήσεων για επενδύσεις σε άλλες χώρες θα αποθαρρυνθεί. Ταυτόχρονα όμως θα έχουμε εκροή κεφαλαίων λόγω αύξησης δαπανών εξυπηρέτησης χρέους. Σήμερα το δημόσιο χρέος είναι σε ευρώ και το μεγαλύτερο βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια ξένων τραπεζών με μορφή ομολόγων Δημοσίου.

Η μετάβαση στη δραχμή και η υποτίμησή της σημαίνει αυτόματα ανατίμηση χρέους και δαπανών εξυπηρέτησης σε εθνικό νόμισμα. Μια υποτίμηση π.χ. 10%, σημαίνει ανατίμηση κατά 12,5 δισ. και αύξηση των δαπανών εξυπηρέτησης κατά 7,7 δισ. σε δραχμές. Βεβαίως μπορεί να παρθεί απόφαση υποτίμησης των κρατικών ομολόγων σε βάρος των κατόχων (φυσικών ή νομικών προσώπων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό). Όμως αυτό απαιτεί οικονομικό και πολιτικό υπολογισμό των συνακόλουθων πιέσεων και αντιδράσεων.

Σοβαρό πρόβλημα ενδεχομένως, προκύψει στο τραπεζικό σύστημα από πιθανή μείωση του «δείκτη φερεγγυότητας» των τραπεζών. Σήμερα το ενεργητικό και παθητικό των τραπεζών είναι σε ευρώ.

Με το πέρασμα στη δραχμή ορισμένα στοιχεία του ενεργητικού (και παθητικού) θα υποτιμηθούν, ενώ άλλα θα ανατιμηθούν.

Αν το τελικό αποτέλεσμα είναι αύξηση υποχρεώσεων, ίσως προκύψει κίνδυνος κατάρρευσης. Αντίστοιχο πρόβλημα θα εμφανισθεί με τις ελληνικές επιχειρήσεις (κυρίως μεγάλες) που έχουν δανειστεί σε ευρώ και πρέπει να αποπληρώσουν σε ευρώ.

Μια υποτίμηση θα επιφέρει απομείωση ενεργητικού (π.χ. πάγια), αύξηση υποχρεώσεων, άρα πρόβλημα βιωσιμότητας, απώλεια θέσεων εργασίας κ.ά.

Παρ’ όλα αυτά η «παύση πληρωμών» αποτελεί ισχυρό μέσο πίεσης και δίνει μια μεγάλη ανάσα στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Τα κονδύλια της «παύσης πληρωμών» (τοκοχρεωλύσια), αν αξιοποιηθούν σωστά (τόνωση οικονομικής δραστηριότητας, αύξηση απασχόλησης, μείωση ανεργίας, αύξηση εθνικού εισοδήματος, προστασία αγοραστικής δύναμης μισθών και συντάξεων, στήριξη κοινωνικών δαπανών κ.ά.), θα έχουν θετική επίδραση στην οικονομία και κοινωνία.

Ταυτόχρονα σταματά το άγχος του πρόσθετου δανεισμού. Προκύπτει ωστόσο το ερώτημα: Τι άλλους είδους πιέσεις θα ασκηθούν στη χώρα και ποιος θα εξασφαλίσει την ορθολογική διαχείριση των κονδυλίων και σωστές αναπτυξιακές επιλογές; Μπορεί μια κυβέρνηση που ακολουθεί τον «οδικό χάρτη» του νεοφιλελευθερισμού και συμπεριφέρεται ως υποτελής στην αποικιοκρατική «τρόικα» της Ε.Ε.-ΕΚΤ-ΔΝΤ να εξασφαλίσει αυτόν τον στόχο; Σίγουρα όχι.

Κατά συνέπεια το πρόβλημα γίνεται πολιτικό. Δηλαδή αφορά τις προϋποθέσεις δημιουργίας μιας προοδευτικής κυβέρνησης που θα διεκδικήσει με αποφασιστικότητα και ενεργητική στήριξη του λαού μια ουσιαστική επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, φτάνοντας έως τη μονομερή παύση πληρωμών, με παράλληλη προώθηση μέτρων οικονομικής και κοινωνικής ανόρθωσης και αναγέννησης της χώρας.

Μια τέτοια προοδευτική διέξοδος συνεπάγεται:

Εθνικοποίηση τραπεζών (τα 28 δισ. ξεπερνούν κατά πολύ το μετοχικό τους κεφάλαιο) και αξιοποίηση λαϊκών αποταμιεύσεων για στήριξη προγραμμάτων ανάπτυξης.

Προώθηση παραγωγικής ανασυγκρότησης, με ευρύ πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και κλαδικές πολιτικές, αύξηση απασχόλησης και εισοδήματος, μείωση ανεργίας. Ριζοσπαστική φορολογική μεταρρύθμιση με πάταξη φοροδιαφυγής και φοροκλοπής, δικαιότερη κατανομή φορολογικών βαρών, αύξηση φορολογίας «εχόντων και κατεχόντων».

Ορθολογική διαχείριση πόρων, περικοπή στρατιωτικών δαπανών, κυρίως αυτών που συνδέονται με σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ. Επιστροφή κερδοφόρων ΔΕΚΟ στο δημόσιο έλεγχο, επέκταση σε τομείς στρατηγικής σημασίας. Έλεγχος αγορών και κίνησης κεφαλαίων, καταπολέμηση καρτέλ και ασυδοσίας πολυεθνικών.

Προγράμματα στήριξης οικογενειακής γεωργίας, μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Στήριξη ασφαλιστικού συστήματος και δημόσιου τομέα υγείας, πρόνοιας, παιδείας και περιβάλλοντος. Διασφάλιση αγοραστικής δύναμης μισθών, συντάξεων και στήριξη ανέργων. Ειδικά προγράμματα απασχόλησης ιδιαίτερα της νέας γενιάς, προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων κ.ά.

Όχι στους δραγουμάνους του ΔΝΤ. Προοδευτική διέξοδος

Το παραπάνω πλαίσιο προοδευτικής εξόδου αποτελεί αφετηρία μιας ριζικής στροφής στην οικονομική πολιτική και καταπολέμηση των βαθύτερων αιτίων της κρίσης. Για να γίνει όμως η «στροφή», χρειάζεται ανατροπή του κοινωνικού και πολιτικού συσχετισμού δυνάμεων υπέρ των δυνάμεων που αντιτίθενται στον νεοφιλελευθερισμό και επιζητούν προοδευτική διέξοδο με προοπτική τον σοσιαλισμό.

Η ανάπτυξη μαζικού κινήματος αντίστασης των εργαζόμενων και η κοινή δράση όλων των δυνάμεων της αριστεράς είναι αναντικατάστατος παράγοντας. Η πρόταση για δημοψήφισμα κατά της προσφυγής στο ΔΝΤ μπορεί να δώσει το έναυσμα μιας καθολικής και μαχητικής αντίστασης του ελληνικού λαού, για ριζικές ανατροπές στο πολιτικό σκηνικό και στόχο τη συγκρότηση μιας προοδευτικής κυβέρνησης με πυρήνα τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς για ελπιδοφόρα πορεία στο μέλλον.


* Ο Γιάννης Τόλιος είναι διδάκτωρ οικονομικών επιστημών
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Μονά ζυγά, κερδίζουν οι τράπεζες

ΠΗΓΗ: ΑΥΓΗ
Ημερομηνία δημοσίευσης: 06/08/2010

Χθες ανακοινώθηκε άλλη μία γενναία δόση στήριξης των τραπεζών από δημόσιο χρήμα. Συγκεκριμένα, βρίσκονται σε πρώτη ζήτηση, σε ρευστό ή σε εγγυήσεις, άλλα 25 δισ. ευρώ. Η συνολική προίκα των ελληνικών τραπεζών από την έναρξη της κρίσης ανέρχεται σε 75 δισ. ευρώ.

Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι πρέπει οι τράπεζες να αφεθούν να χρεωκοπήσουν.

Δεν είναι δυνατόν, όμως, να μην έχουμε βγάλει συμπεράσματα από τις ευθύνες των τραπεζών στη δημιουργία της κρίσης και γενικότερα για την κρίση του τραπεζοκεντρικού μοντέλου ανάπτυξης. Ολόκληροι τομείς της οικονομίας διαλύθηκαν στη δεκαετία του 2000 και η προσδοκία της ανάπτυξης εστιάστηκε στην τοκογλυφική γιγάντωση των τραπεζών, εντός και εκτός συνόρων.

Η κρίση αποκάλυψε ότι οι τραπεζίτες δεν λειτουργούν μόνο με μειωμένη κοινωνική ευθύνη, αλλά είναι και κακοί διαχειριστές του χρήματος. Τα κράτη ήρθαν σε αρωγή τους, με αποτέλεσμα η κρατική επιδότηση των τραπεζών να παροξύνει τα δημόσια ελλείμματα.

Τώρα, οι τράπεζες ζητούν τα ρέστα.
Χθες, στο Χρηματιστήριο, το σύνολο της κεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών ήταν περίπου 20 δισ. ευρώ. Από τα 75 δισ. ευρώ, οι τράπεζες έχουν πάρει σε ρευστό περίπου 12 δισ. ευρώ, δηλαδή ποσό που προσεγγίζει την κεφαλαιοποίησή τους.

Θα ήταν, άραγε, παράλογο και εκτός των υγιών κανόνων ανταγωνισμού, αν το κράτος παρενέβαινε στη λειτουργία των τραπεζών, έθετε κανόνες, δημιουργούσε έναν ισχυρό δημόσιο πυλώνα και -γιατί όχι- προχωρούσε ακόμη και σε εθνικοποίηση τραπεζών που ζουν με κρατικές ενέσεις; Κι όλα αυτά, όταν αυτή την περίοδο επιχειρείται αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος με συγχωνεύσεις και εξαγορές.

Το κράτος δανείστηκε 10 δισ. ευρώ από τον “μηχανισμό” για να συγκροτήσει ταμείο στήριξης των τραπεζών.

Πληρώνει κάθε χρόνο τόκους 500 εκατομμύρια ευρώ. Θα ήταν παράλογο και εκτός των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού αν οι τράπεζες πλήρωναν τους τόκους γι' αυτόν τον κουμπαρά;
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Τι σημαίνει στάση πληρωμών και γιατί είναι αναγκαία


Δημήτρης Καζάκης
Οικονομολόγος Αναλυτής

Πηγή: ΠΡΙΝ 11-4-2010

Η σύγχυση που βασιλεύει στην αριστερά σήμερα είναι τέτοια, που ακόμη συζητά αν η χρεωκοπία της χώρας είναι αληθινή ή ένα απλό πρόσχημα για να επιβληθούν τα ήδη προαποφασισμένα μέτρα. Την ίδια ώρα που οι προετοιμασίες για την επίσημη είσοδο του ΔΝΤ υπό την πολιτική εποπτεία της ΕΕ βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη. Η κατάσταση θυμίζει κάποιες άλλες εποχές που η αριστερά διαβεβαίωνε σε όλους τους τόνους ότι στην Ελλάδα δεν πρόκειται να γίνει πραξικόπημα, τις ημέρες που η χούντα είχε τεθεί σε κίνηση. Όσοι αδυνατούν να κατανοήσουν το μέγεθος και τον χαρακτήρα του προβλήματος και επομένως εύκολα εικάζουν ότι το όλο ζήτημα δεν είναι παρά μια μπλόφα, δεν αγνοούν απλώς –σκοπίμως ή μη, αδιάφορο– τα πραγματικά δεδομένα του δημόσιου χρέους. Αδυνατούν να αντιληφθούν ότι αυτό που εμφανίζεται ως δημοσιονομική χρεωκοπία, συνιστά την χρεωκοπία ολόκληρου του τρόπου εξαρτημένης καπιταλιστικής ανάπτυξης της χώρας.

Ολόκληρος ο ελληνικός καπιταλισμός συνθλίβεται κάτω από το βάρος των δικών του εσωτερικών αδιεξόδων, αλλά και των αντιθέσεων που έχει αναδείξει η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού. Ο φόβος που εμπνέει σε ορισμένους η ιστορική καμπή στην οποία βρισκόμαστε και τα επιτακτικά καθήκοντα που αντικειμενικά απορρέουν απ’ αυτήν, είναι αυτό που βρίσκεται πίσω από τις θεωρίες περί χρεωκοπίας-μπλόφα. Γι’ αυτό και κάνει εντύπωση ότι δείχνουν περισσότερη εμπιστοσύνη στη δύναμη του συστήματος να αυτορρυθμίζεται και να ξεπερνά τις κρίσεις του, ακόμη κι από τους πιο επίσημους εκπροσώπους του. Αυτή η τυπική πολιτική ουράς και συνθηκολόγησης μπροστά στα δύσκολα, εμφανίζεται σήμερα από κάποιους ως ακραιφνώς «αριστερή» και μάλιστα «ταξική» πολιτική.


Οι εργαζόμενοι δεν έχουν απλά να αντιμετωπίσουν μια άγρια επίθεση εναντίον τους, αλλά την χρεοκοπία ενός ολόκληρου συστήματος που καταρρέει και απειλεί να συμπαρασύρει μαζί του τη χώρα και το λαό της. Η ντόπια ολιγαρχία έχει εναποθέσει την ανασυγκρότηση του χρεοκοπημένου συστήματος στους γνωστούς μηχανισμούς του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου. Αυτό το νόημα έχει η μετατροπή της χώρας σε πραγματική αποικία των διεθνών αγορών, τραπεζών και κερδοσκόπων υπό την εποπτεία της ΕΕ και του ΔΝΤ. Η διεθνής εμπειρία έχει αποδείξει ότι καμμιά χώρα δεν βγήκε από μια τέτοια ανασυγκρότηση αλώβητη ή ακέραια.

Αυτό σημαίνει ότι η μάχη που καλούνται να δώσουν οι εργαζόμενοι σήμερα συνδέεται στενότερα παρά ποτέ με την συνολική κατάσταση και τις προοπτικές της χώρας. Κι αυτό το καταλαβαίνουν πρώτοι απ’ όλους οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, γι’ αυτό και δεν είναι διατεθειμένοι να αναλωθούν σε μάχες οπισθοφυλακής εντοπισμένες μόνο στην απόκρουση των μέτρων της κυβέρνησης. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι λογαριασμοί που ανοίγουν σήμερα δεν μπορούν να κλείσουν με διαμαρτυρίες ενάντια στην κυβερνητική πολιτική. Αναζητούν εναγωνίως την πολιτική ηγεσία που θα τους εμπνεύσει και θα θέσει ως άμεση προτεραιότητα τη διάσωση της χώρας από την ελεγχόμενη πτώχευση και την αποικιοκρατική ανασυγκρότηση υπό το ΔΝΤ και την ΕΕ. Μόνο έτσι μπορεί σήμερα να τεθεί στις πιο πλατιές μάζες η ανάγκη της πάλης για την ανατροπή του κυρίαρχου συστήματος εξουσίας.

Ενδιαφέρει την αριστερά και μάλιστα εκείνη που αυτοπροσδιορίζεται ως ταξική, η μετατροπή της χώρας σε αποικία του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου; Την ενδιαφέρει η επιβολή καθεστώτος δημοσιονομικής κατοχής από τους δανειστές της χώρας, την ΕΕ και το ΔΝΤ; Ή της αρκεί απλά να καταγγέλλει τον καπιταλισμό; Αν δεν της αρκεί, τότε θα πρέπει να απαντήσει συγκεκριμένα στο τι πρέπει να γίνει με το δημόσιο χρέος, το οποίο έχει αναδειχθεί σε βασικό μοχλό όχι μόνο της επιβολής των αντιλαϊκών και αντεργατικών μέτρων, αλλά και της συνολικής εκποίησης της χώρας στους διεθνείς κερδοσκόπους.

Το βασικό πρόβλημα με το δημόσιο χρέος δεν είναι τα υψηλά επιτόκια δανεισμού, όπως ισχυρίζεται η επίσημη προπαγάνδα, αλλά η αδυναμία εξυπηρέτησής του. Για να πάρουμε μια ιδέα αρκεί να πούμε τούτο: ενώ το ελληνικό δημόσιο δαπάνησε για το 2009 συνολικά 59,1 δις ευρώ σε αποδοχές και συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων, σε ασφάλιση, περίθαλψη, κοινωνική προστασία, λειτουργικές δαπάνες, κοκ, για εξυπηρέτηση του χρέους δαπάνησε συνολικά 41,4 σε τοκοχρεολύσια και 42,7 σε δαπάνες για βραχυπρόθεσμους τίτλους του δημοσίου, ειδικές εκδόσεις ομολόγων και βραχυπρόθεσμη ταμειακή διευκόλυνση. Σύνολο εξυπηρέτησης 84,1 δις ευρώ, δηλαδή 142% των πρωτογενών δαπανών του δημοσίου ή 35% του ΑΕΠ!

Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτή η επιβάρυνση και πόσο ανατροφοδοτεί την έξαρση του δημόσιου χρέους, αρκεί να πούμε το εξής: Την τελευταία δεκαετία (2000-2009) το ελληνικό δημόσιο πλήρωσε στους δανειστές του περίπου 450 δις ευρώ. Παρ’ όλα αυτά το δημόσιο χρέος της χώρας όχι μόνο δεν συγκρατήθηκε, αλλά αυξήθηκε την ίδια δεκαετία κατά 155 δις ευρώ! Και μιλάμε για μια περίοδο όπου το ύψος των επιτοκίων με το οποίο δανειζόταν το ελληνικό δημόσιο ήταν το ίδιο με αυτό της Γερμανίας. Επομένως το ζήτημα δεν είναι να βρεθούν με κάποιο τρόπο νέα χαμηλότοκα δάνεια. Κάθε νέο δάνειο που συνάπτει το ελληνικό δημόσιο αποτελεί ένα ακόμη καρφί στο φέρετρο της ελληνικής οικονομίας. Ακόμη κι αν κατορθώσει να αποσπάσει ξανά επιτόκιο του επιπέδου της Γερμανίας.

Αυτός είναι ο λόγος που δεν μπορεί να υπάρξει καμμιά άλλη πολιτική, αν δεν αντιμετωπιστεί πρώτα απ’ όλα ο βρόγχος του δανεισμού και δεν ξεφύγει η χώρα από τη θανάσιμη λαβή που της έχουν εφαρμόσει οι δανειστές της με όπλο το ευρώ και την συνεπικουρία της ΕΕ. Όσο λοιπόν η αριστερά θεωρεί ότι το όλο ζήτημα της χρεωκοπίας είναι ένα παραμύθι που σκαρφίστηκαν ο δικομματισμός και οι αγορές για να επιβάλουν τις πολιτικές που θέλουν, τόσο περισσότερο θα αιχμαλωτίζεται από την κυρίαρχη πολιτική. Όσο κι αν στο ερώτημα των «άδειων ταμείων» που θέτει κάθε τόσο η κυβέρνηση, η αριστερά απαντά με το πάρτε τα από το μεγάλο κεφάλαιο. Με άλλα λόγια, ζητά να τα πάρουν από το ντόπιο μεγάλο κεφάλαιο και να τα δώσουν όχι στους εργαζόμενους, αλλά στο διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο που δανείζει το ελληνικό δημόσιο. Κι αυτό αποκαλείται από ορισμένους αντικαπιταλιστική πολιτική. Η μόνη αυθεντικά αριστερή και ταυτόχρονα ταξική απάντηση που μπορεί να δοθεί εδώ και τώρα είναι μία: Άμεση στάση πληρωμών ώστε να διασώσουμε τους πόρους που ιδιοποιούνται σήμερα οι διεθνείς τοκογλύφοι και κερδοσκόποι προκειμένου να δρομολογήσουμε μια άλλου τύπου ανάπτυξη της χώρας.

Όταν μιλάμε για άμεση μονομερή στάση ή παύση πληρωμών δεν εννοούμε μια μεθόδευση αναστολής της αποπληρωμής των δανείων, μέσα από αναδιαπραγμάτευση με τους δανειστές ή την αναδιάρθρωση του χρέους. Το λέμε αυτό γιατί όσο πιο πολύ πλησιάζει η στιγμή της εγκαθίδρυσης του καθεστώτος ελεγχόμενης πτώχευσης από την ΕΕ και το ΔΝΤ, τόσο περισσότερο θα ακούγονται απόψεις που θα συγχέουν την άμεση παύση πληρωμών με διάφορα σχήματα αναδιαπραγμάτευσης ή αναδιάρθωσης του χρέους εξασφαλίζοντας μια προσωρινή μερική ή ολική αναστολή των πληρωμών. Οι απόψεις αυτές συγχέουν την μονομερή παύση πληρωμών με την πτώχευση της χώρας, επιτρέποντας στο ΔΝΤ να εμφανιστεί ως αναγκαία και συμφέρουσα λύση από τη στιγμή που έρχεται να επιβάλλει μια αρχική αναστολή των πληρωμών με σκοπό την επαναδιαπραγμάτευση και αναδιάρθρωση του χρέους. Μια τέτοια αναστολή των πληρωμών όχι μόνο δεν συμφέρει το λαό και τον τόπο, αλλά θα οδηγήσει με μαθηματική βεβαιότητα σε μεγαλύτερη όξυνση το πρόβλημα της υπερχρέωσης, ενώ θα εκθέσει τη χώρα στους εκβιασμούς των πιο κερδοσκοπικών κεφαλαίων διεθνώς που ειδικεύονται στην εκμετάλλευση χρεοκοπημένων κρατών.

Δεν είναι λοιπόν μια οποιαδήποτε στάση ή αναστολή των πληρωμών που απαντά στο πρόβλημα του χρέους από τη σκοπιά και το συμφέρον των εργαζομένων, αλλά μόνο εκείνη η μονομερής παύση πληρωμών που αντιτίθεται σε κάθε προσπάθεια πτώχευσης της χώρας και επιβολής καθεστώτος κηδεμονίας από το ΔΝΤ και την ΕΕ. Ποια είναι η θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στη μονομερή παύση πληρωμών και στην αναστολή των πληρωμών μέσα από μια διαδικασία πτώχευσης; Το γεγονός ότι με την πρώτη αρνείται επίσημα η χώρα να αναγνωρίσει τις υποχρεώσεις της απέναντι στους δανειστές της, αρνείται να αναγνωρίσει κάθε δικαίωμα ή απαίτηση των δανειστών, ενώ με τη δεύτερη όχι μόνο δεν αρνείται τα δικαιώματα των δανειστών πάνω της, αλλά δηλώνει αδυναμία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών της και τίθεται στη διάθεση των δανειστών της.

Η πρώτη επιλογή συνδέεται με την πάλη του λαού για την πολιτική, οικονομική και κοινωνική αυτοδιάθεσή του, για τη διάσωση της χώρας του από τις άρπαγες του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου, ενώ η δεύτερη επιλογή αποτελεί τη βάση όλων των πολιτικών του ΔΝΤ. Αυτός είναι ο λόγος που η μονομερής παύση πληρωμών που αρνείται να αναγνωρίσει δικαιώματα στους δανειστές, που αρνείται να θέσει τη χώρα υπό καθεστώς πτώχευσης και κηδεμονίας, αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά αιτήματα όλων των λαϊκών επαναστατικών και απελευθερωτικών κινημάτων, από την εποχή που οι μπολσεβίκοι αρνήθηκαν μονομερώς να πληρώσουν τα τσαρικά χρέη και η διπλωματία τους πρωτοστάτησε να ενσωματωθεί στη διεθνή νομολογία η ρήτρα για το απεχθές χρέος (odious debt). Μια ρήτρα που προβλέπει ότι μια χώρα έχει κάθε δικαίωμα να αρνηθεί την αποπληρωμή των χρεών της όταν αυτά αποτελούν προϊόν διαφθοράς, ρεμούλας και κερδοσκοπίας.

Η μονομερής παύση πληρωμών θέτει σε πρώτη προτεραιότητα την ανάγκη να σταθεί η χώρα και ο λαός της στα πόδια τους, χωρίς τον φόρο αίματος στους δανειστές. Όμως για να γίνει αυτό δεν αρκεί η παύση πληρωμών. Αντίθετα, η παύση πληρωμών δεν έχει ουσιαστικά κανένα πρακτικό νόημα, αν δεν συνοδευτεί με ένα πακέτο άμεσων μέτρων θωράκισης της οικονομίας και της χώρας από τυχόν εκβιασμούς και πιέσεις. Δεν έχει κανένα νόημα αν δεν συνοδευτεί άμεσα με την επιβολή δραστικών ελέγχων στην κίνηση του κεφαλαίου, με την εθνικοποίηση των κύριων τραπεζών, με την έξοδο από το ευρώ και την ΟΝΕ και με μια γενναία αναδιανομή πλούτου προς όφελος των εργαζομένων όχι μόνο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά ως βασική προϋπόθεση για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας σε νέα κοινωνική, ταξική και οικονομική βάση. Μόνο έτσι μπορεί να ορθοποδήσει η οικονομία και να οικοδομηθεί ένα ριζικά διαφορετικό κράτος από το σημερινό. Μόνο έτσι δεν θα χρειαστεί το δημόσιο να καταφύγει ξανά στη διεθνή κερδοσκοπία για δανεισμό.
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Άγγλος τραπεζίτης: "Φάτε από τις αποταμιεύσεις σας"
by ciaoant1

Όταν οι τράπεζες άρχισαν να αρπάζουν το ένα "πακέτο σωτηρίας" μετά το άλλο, από το ξέσπασμα της κρίσης το 2008 και μετά, οι κυβερνήσεις ανακοίνωσαν μέτρα εκτύπωσης χρήματος από το πουθενά, ώστε να βρεθούν τα απαραίτητα κονδύλια για να καλυφθούν οι [τεράστιες] ζημιές των τραπεζών.

Πχ σε παλιότερο άρθρο της, η "Ημερησία" αναφέρει:

Την Τετάρτη η Fed αιφνιδίασε τις αγορές, ανακοινώνοντας την πρόθεσή της να αγοράσει ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου συνολικής αξίας 300 δισ. δολ. Ουσιαστικά, δηλαδή, η κεντρική τράπεζα θα δανείσει με επιπλέον 300 δισ. δολ. την κυβέρνηση. Και καθώς η κεντρική τράπεζα βρίσκει τα χρήματα που διαθέτει στο τυπογραφείο της, η απόφαση ισοδυναμεί με αύξηση του χρήματος που τυπώνεται κατά 300 δισ. δολ. Το σημαντικό, στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι τόσο το ύψος του ποσού όσο η υιοθέτηση της πολιτικής αυτής από τη Fed. Κάτι αντίστοιχο έχουν ήδη πράξει η Τράπεζα της Ιαπωνίας και η Τράπεζα της Αγγλίας. Στην διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αντίθετα, έντονες είναι οι διαφωνίες για την υιοθέτηση μιας τέτοιας πολιτικής, προοίμιο της οποίας συνήθως είναι η μείωση του βασικού επιτοκίου σε μηδενικά επίπεδα.»


Επειδή το θέμα με την εκτύπωση χρήματος από το πουθενά το έχουμε ξαναδεί, ας δούμε τι σημαίνει η "μείωση του βασικού επιτοκίου σε μηδενικά επίπεδα", η οποία ως μέτρο έχει επίσης υιοθετηθεί από την τράπεζα της Αγγλίας, της Ιαπωνίας, της ευρωζώνης, κτλ.


Για παράδειγμα, δείτε αυτά τα άρθρα που κυκλοφόρησαν τις τελευταίες μέρες και είναι πιο "φρέσκα":


Η Τράπεζα της Αγγλίας κρατά φθηνό το χρήμα εν όψει σκληρών μέτρων

Στο Σίτι, η Τράπεζα της Αγγλίας άφησε χθες το εθνικό επιτόκιο στο ιστορικό ναδίρ του 0,5%. Στα επίπεδα αυτά το επιτόκιο μειώθηκε στις 5 Μαρτίου του 2009 και είναι τα χαμηλότερα επίπεδα από την ίδρυση της Τράπεζα της Αγγλίας το 1694. Επίσης, παρέτεινε και τις αγορές εταιρικών τίτλων και ομολόγων του βρετανικού Δημοσίου, για να ρίξει περισσότερο χρήμα στην οικονομία. Το πρόγραμμα αξίας 200 δισ. στερλινών (ή 308 δισ. δολαρίων) υλοποιείται μέσω της αγοράς κρατικών τίτλων με την έκδοση νέου χρήματος (quantitative easing). Να θυμίσω ότι ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα που άρχισε την πολιτική της quantitative easing.


Στο ναδίρ διατήρησε τα επιτόκια η ΕΚΤ

Παράταση των έκτακτων μέτρων στήριξης των ευρωπαϊκών τραπεζών έως τις αρχές του 2011 αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποίαδιατήρησε αμετάβλητο στο ιστορικό χαμηλό του 1% το βασικό της επιτόκιο.

Γενικά, οι τράπεζες έχουν ένα επιτόκιο για τις καταθέσεις, και ένα επιτόκιο για το δανεισμό. Προκειμένου να προσελκύσουν πελάτες να καταθέσουν σε αυτές το κεφάλαιο τους, οι τράπεζες γενικά τους δίνουν ένα επιτόκιο. Αν δηλαδή εγώ καταθέσω στην τράπεζα ένα Χ ποσό και μετά από ένα χρόνο πάω να το πάρω πίσω, η τράπεζα θα πρέπει να μου επιστρέψει το αρχικό μου ποσό + κάτι ακόμα (τον τόκο).

Η τράπεζα παίρνει με αυτό τον τρόπο το κεφάλαιο μου, το οποίο αλλιώς θα ήταν ανενεργό(δε θα το επένδυα δηλαδή κάπου, θα το είχα ουσιαστικά κλειδωμένο σε κάποιο σεντούκι, σε μορφή «θησαυρού»), και το μετατρέπει σε ενεργό:

Το χρησιμοποιεί είτε επενδύοντας το η ίδια κάπου, είτε δανείζοντας το (με τόκο εννοείται). Το κεφάλαιο γενικά δε θέλει να μένει στάσιμο άλλωστε - αντίθετα αυτό που λαχταρά είναι να αυγατίζει, και αυτό προϋποθέτει ότι δε θα κάθεται ανενεργό, αλλά ότι θα επενδύεται.

Όταν λοιπόν οι ΗΠΑ, η Αγγλία, η Ιαπωνία, η ΕΚΤ, κτλ «μειώνουν το βασικό επιτόκιο κοντά στο μηδέν» όπως μας λέει η «Ημερησία», αυτό που μηδενίζουν είναι το επιτόκιο δανεισμού: Αν δηλαδή κάποιος θέλει να δανειστεί χρήματα από την τράπεζα, η τράπεζα έχει φτάσει στο σημείο να του τα δανείζει με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο, και άρα με σχεδόν μηδενικό κέρδος για αυτή (και σχεδόν μηδενικό κόστος για το δανειζόμενο). Αυτό γίνεται διότι οι κυβερνώντες προσπαθούν με κάθε τρόπο να ωθήσουν τον κόσμο να δανειστεί, μπας και «κινηθεί η αγορά». Όταν όμως ο κεφαλαιοκράτης δεν πιστεύει ότι επενδύοντας τα χρήματα του κάπου θα έχει κέρδος, τότε δεν επενδύει, όσο εύκολο ή δύσκολο και αν είναι το να βρει το απαραίτητο κεφάλαιο από την τράπεζα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά πολλές από τις σημερινές επενδύσεις γίνονταν, και συνεχίζουν σε σημαντικό βαθμό να γίνονται σε διάφορα «χρηματοπιστωτικά προϊόντα» (πχ «δομημένα ομόλογα», «τοξικά» παράγωγα, κτλ), δηλαδή σε μη παραγωγικές επενδύσεις .

Όσο για αυτούς που απλά θέλουν να αποταμιεύσουν τα χρήματα τους στην τράπεζα, αυτοί ουσιαστικά πέφτουν θύματα κλοπής, καθώς η τράπεζα τους δίνει επίσης σχεδόν μηδενικά επιτόκια, και έτσι όχι μόνο δεν επιβραβεύει την αποταμίευση (δηλαδή τη συσσώρευση κεφαλαίου που «λημνάζει», δεν κινείται/επενδύεται), αλλά ουσιαστικά την…χτυπάει (διότι ένας τέτοιος καταθέτης/»αποταμιευτής» είναι ουσιαστικά αιμοδότης της τράπεζας με κεφάλαιο, χωρίς όμως να κερδίζει σχεδόν τίποτα σε τόκους για αυτό του το ρόλο).



Σε μια επίδειξη αυτού του φαινομένου, ο Charlie Bean, υψηλόβαθμο στέλεχος της Τράπεζας της Αγγλίας, δήλωσε χθες (δείτε πχ εδώ για σχετικό άρθρο) ότι θα ήθελε οι Άγγλοι "να ξοδεύουν περισσότερο, αντί να αποταμιεύουν".

Ο Bean, ο οποίος βγάζει πάνω από 250.000 λίρες το χρόνο, αδιαφορεί για το ότι σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές πάνω από 140.000 Άγγλοι θα χρεωκοπήσουν για το 2010 - αυτό που θέλει είναι να "κινείται η αγορά" - και για να γίνει αυτό, θα πρέπει, σύμφωνα με το Bean, ο κόσμος να ψωνίσει, ή να ανακαινίσει το σπίτι του, κτλ.

Ουσιαστικά ζητά παράταση του μοντέλου σύμφωνα με το οποίο η παραγωγή γίνεται κατά κύριο λόγο στην Ασία, όπου οι μισθοί είναι χαμηλότεροι, και η κατανάλωση στη δύση (δεν είναι τυχαίο που οι εργάτες της Κίνας αποκαλούνται από την άρχουσα τάξη ως "εργάτες", ενώ οι εργάτες της δύσης αποκαλούνται πλέον "καταναλωτές" ή "καταναλωτικό κοινό", κτλ).

Μόνο που ο κόσμος δεν έχει πλέον λεφτά - ούτε δανεικά. Και όντως βέβαια πολλοί τρώνε από τις [όποιες] αποταμιεύσεις τους, διότι δεν έχουν άλλη πηγή εισοδήματος για να ζήσουν.

Για πόσο όμως μπορεί να διαρκέσει αυτό; Μάλλον όχι για πολύ...
---

ΥΓ: Επίσης, αν κάποιος παρατηρήσει τα 3 παραπάνω άρθρα, θα δει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα σε αυτό που μιλά για την ΕΚΤ και στα υπόλοιπα: Η ΕΚΤ έχει ρίξει τα επιτόκια "στο ναδίρ", αλλά δεν τυπώνει χρήμα (πλέον). Τύπωσε βέβαια και αυτή, με πολλές αντιρρήσεις από τη Γερμανία, αλλά τα ευρώ που τύπωσε ως τώρα είναι σχετικά λιγότερα...
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Η «τοξική» σχέση εκδοτών-τραπεζιτών…

ΠΗΓΗ: Sofokleous 10
Πέμπτη, 30 Σεπτεμβρίου 2010

Μια διαχρονική σχέση… στοργής, που εξελίχθηκε εν μέσω της κρίσης σε «τοξική» σχέση, βρίσκεται, σύμφωνα με τις πληροφορίες του “S10”, πίσω από τις δραματικές εξελίξεις των τελευταίων 24ώρων στις ιστορικές –και εισηγμένες στο ΧΑ- εκδοτικές επιχειρήσεις της χώρας.

Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν, ότι εδώ και αρκετούς μήνες οι τραπεζίτες έχουν απευθύνει τελεσίγραφο στους εκδότες, που άλλοτε δανείζονταν τεράστια ποσά, με ευχέρεια απολύτως δυσανάλογη της… υγείας των ισολογισμών των εκδοτικών επιχειρήσεων. Οι τραπεζίτες απαιτούν άμεση και δραστική μείωση λειτουργικού κόστους από τους εκδότες, κατ’ αναλογία προς τη συρρίκνωση των εσόδων των εκδοτικών επιχειρήσεων λόγω της κρίσης.
Και προειδοποιούν, ότι σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή οι ζημιές συνεχίσουν να καταγράφονται με τους ίδιους ρυθμούς, η περίοδος της «χαλαρής» μεταχείρισης των εκδοτικών επιχειρήσεων θα περάσει στο παρελθόν και θα έλθει η ώρα της προσφυγής στις άκρως δυσάρεστες τραπεζικές πρακτικές είσπραξης οφειλών.

Υπό το βάρος των δυσμενών εξελίξεων στα οικονομικά του Τύπου, που γίνονται ακόμη δραματικότερες αν συνεκτιμηθεί η απότομη πτώση των κυκλοφοριών ακόμη και των κυριακάτικων εφημερίδων, αλλά η «βουτιά» της διαφημιστικής δαπάνης μέσα στο 2010, οι μετοχές των τριών ιστορικών συγκροτημάτων Τύπου έκαναν χθες «βουτιά» στο ταμπλό του ΧΑ: Πήγασος -9,47%, Τεγόπουλος -5,71%, ΔΟΛ -4,60%.

Ο μόνος που φαίνεται να προεξοφλεί θετική έκβαση της κρίσης είναι ο εφοπλιστής κ. Β. Ρέστης. Στις τελευταίες συνεδριάσεις, η εταιρεία συμφερόντων του, Benbay Ltd., έχει προχωρήσει σε αγορές περισσότερων από 320.000 μετοχές του ΔΟΛ!

Αυτό στο οποίο ίσως να «ποντάρει» ο κ. Ρέστης φαίνεται ότι είναι η επιτυχής εφαρμογή του σχεδίου των ισχυρών εκδοτών της χώρας, να συντρίψουν τις παραδοσιακά ισχυρές συνδικαλιστικές ενώσεις στο χώρο του Τύπου, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την εφαρμογή δραστικών προγραμμάτων μείωσης λειτουργικού κόστους, με περιορισμό δραστηριοτήτων, απασχόλησης και αμοιβών:

n Το σχέδιο των εκδοτών ξεδιπλώθηκε με επίκεντρο το ιστορικό συγκρότημα του ΔΟΛ, τον Πήγασο και την Χ.Κ. Τεγόπουλος, που έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν σε μαζικές απολύσεις προσωπικού.

n Κατά τη χθεσινή δραματική ημέρα, ο κ. Στ. Ψυχάρης έφθασε στο σημείο να προαναγγείλει το κλείσιμο του ημερήσιου «Βήματος», αντιδρώντας με τον τρόπο αυτό στην απόφαση της ΕΣΗΕΑ να κηρύξει απεργία των δημοσιογράφων στις τρεις εκδοτικές επιχειρήσεις, όπου προωθούνται μαζικές απολύσεις.

n Μετά τη δραματική αυτή πρωτοβουλία, οι δημοσιογράφοι τόσο στον ΔΟΛ, όσο και στον Πήγασο ψήφισαν υπέρ γενικής απεργίας και κατά της απεργίας στις εφημερίδες τους, «αδειάζοντας» την ΕΣΗΕΑ, σε μια πρωτοφανή, όσο και αρνητική εξέλιξη για το ιστορικό σωματείο των δημοσιογράφων.

n Μετά την ιστορική αυτή αρνητική εξέλιξη για την ΕΣΗΕΑ, τραπεζικά στελέχη σχολίαζαν στο “S10”, ότι ανοίγει πλέον ο δρόμος για την υλοποίηση των προγραμμάτων δραστικής μείωσης του λειτουργικού κόστους στις εκδοτικές επιχειρήσεις, που θα οδηγήσουν σε μεγάλη μείωση της απασχόλησης δημοσιογράφων και διοικητικών υπαλλήλων του Τύπου.

Κάπως έτσι, η στοργική σχέση, που εξελίχθηκε σε «τοξική», ανάμεσα στους εκδότες και τους τραπεζίτες φαίνεται πως αποτελεί σήμερα τον καταλύτη εξελίξεων στον κλάδο του Τύπου και των ΜΜΕ, που θα παραπέμπουν στο γνωστό φαινόμενο του ακορντεόν: ύστερα από αρκετά χρόνια «ξεχειλώματος» δραστηριοτήτων και απασχόλησης, Τύπος και ΜΜΕ προσαρμόζονται με δραματικό, κυρίως για τους εργαζομένους, τρόπο στη σκληρή εποχή του μνημονίου…
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Παρασκευή, 1 Οκτωβρίου 2010
Γιατί δεν αποκλείεται η στάση πληρωμών


ΠΗΓΗ: Sofokleous 10

Για ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις το κόστος δανεισμού από τις αγορές ομολόγων ολοένα και αυξάνει. Από τα τέλη της περασμένης βδομάδας η διαφορά αποδόσεων των κρατικών ομολόγων της Ιρλανδίας και Πορτογαλίας έναντι των γερμανικών έχει πάρει ξανά την ανηφόρα και βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα από την εισαγωγή του ευρώ. Κι όμως μέχρι την περασμένη εβδομάδα, όπου εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια αδυναμίας της ιρλανδικής οικονομίας αλλά και της γενικότερης αστάθειας της ανάκαμψης του ιδιωτικού τομέα στην Ευρώπη, στις αγορές επικρατούσε ησυχία, το δε ευρώ είχε φτάσει κοντά σε υψηλά 5 μηνών έναντι του δολαρίου.

Εδώ και λίγες μέρες όμως οι κινήσεις στις αγορές θυμίζουν ότι οι ανησυχίες για στάση πληρωμών ενός κράτους μέλους της Ευρωζώνης δεν εξέλειψαν, κι αυτό παρά τα μεγάλα πακέτα διάσωσης που σχεδιάστηκαν για την Ελλάδα και τις άλλες κλυδωνιζόμενες οικονομίες της Ευρωζώνης. Σε πρόσφατο άρθρο τους στελέχη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είχαν υποστηρίξει ότι η στάση πληρωμών των προηγμένων οικονομιών είναι «μη αναγκαία, μη επιθυμητή και μη πιθανή». Αλλά ένας εκ των οικονομολόγων που διαφοροποιείται από τις θέσεις αυτές 100%, ο Βίλεμ Μπούιτερ, επικεφαλής οικονομολόγος για θέματα ευρωπαϊκής οικονομίας της Citigroup, σε έκθεσή του απέρριψε τους ισχυρισμούς των στελεχών του ΔΝΤ με το αιτιολογικό ότι «βασίζονται σε κακή οικονομική σκέψη και απλοϊκή πολιτική οικονομία».

Ας δούμε το σκεπτικό του μέρες που είναι. Κατά τον Βίλεμ Μπούιτερ, καμιά κυβέρνηση δεν είναι πια απολύτως ασφαλής από τον κίνδυνο μιας στάσης πληρωμών, κι αυτό επειδή οι κυβερνήσεις δυσκολεύονται σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά να χαλιναγωγήσουν τα ελλείμματα. Αυτό με τη σειρά του συμβαίνει για τρεις λόγους:

Καταρχήν γιατί η ζήτηση για δημόσιες δαπάνες έχει αυξηθεί στις περισσότερες προηγμένες οικονομίας ταχύτερα από τις δυνατότητες των κρατών για φορολογία. Η αύξηση της φορολογίας, πέρα από το ότι προσκρούει στις αντιδράσεις του κόσμου, μπορεί να πλήξει τα κίνητρα για εργασία, εκπαίδευση, αποταμίευση και επενδύσεις.

Κατά δεύτερον, γιατί η πολιτική σε πολλές χώρες έχει αγγίξει σημεία υπερβολικής πόλωσης, κι αυτό δυσκολεύει τις αποφάσεις των κυβερνήσεων ως προς το ποιος θα σηκώσει το κόστος περικοπής των δημοσίων δαπανών. Εξαιρετικά παραδείγματα κοινωνιών υψηλής πόλωσης είναι η Ελλάδα και οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Κατά τρίτον, επειδή έχει γίνει λιγότερο αποτελεσματικό το φορολογικό σύστημα. Η φοροαποφυγή και η φοροδιαφυγή έχουν αυξηθεί σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, όπως και τις ΗΠΑ μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως επίσης έχει ενισχυθεί και η παραοικονομία, εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης. Το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας λαμβάνει χώρα εκτός της επίσημης οικονομίας.

Δεν είναι λοιπόν ότι οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να πληρώσουν. Αλλά είναι ότι ίσως μερικές να μην θελήσουν να το κάνουν ή να μην είναι σε θέση να επιβάλλουν στους λαούς τους το οικονομικό κόστος που απαιτείται ώστε να διασφαλιστεί η αποπληρωμή των χρεών στο σύνολό τους και ο περιορισμός του συνολικού δημόσιου χρέους σε βιώσιμα επίπεδα.

«Η χώρα με τον υψηλότερο κίνδυνο στάσης πληρωμών αυτή τη στιγμή είναι κατά την άποψή μας η Ελλάδα, ακολουθούμενη σε μεγάλη απόσταση από μια μικρή ομάδα χωρών, που περιλαμβάνει την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, ακολουθούμενες επίσης σε μεγάλη απόσταση από την Ιταλία, το Βέλγιο, την Αυστρία, την Ιαπωνία και σε ορίζοντα άνω των 5 χρόνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες», παρατηρεί η Τζάνετ Χένρυ, επικεφαλής οικονομολόγος των ευρωπαϊκών υποθέσεων στη HSBC του Λονδίνου.

Και καθώς η Ισπανία δεν αποτελεί λόγο άμεσης ανησυχίας – έχει σημειώσει τη μεγαλύτερη βελτίωση στα φορολογικά έσοδα από τις τέσσερις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας και την μεγαλύτερη περικοπή δημοσίου ελλείμματος – είναι οι μικρές οικονομίες της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας που αποτελούν εν τέλει την εστία των ανησυχιών.

Οι εξελίξεις αυτές μπορεί να και έχουν περιορίσει τις ανησυχίες σχετικά με το μέλλον του ευρώ που κυριαρχούσαν την άνοιξη. Αλλά υπάρχει και μια άλλη εξέλιξη που δοκιμάζει το ενιαίο νόμισμα: η προοπτική ενός νέου ακόμα μεγαλύτερου προγράμματος νομισματικής χαλάρωσης από την αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα, που φαίνεται ότι θα διοχετεύσει περαιτέρω ρευστότητα στην κλονισμένη αμερικανική οικονομία μέσω της αγοράς περισσότερων κρατικών ομολόγων.

Μια τέτοια εξέλιξη όμως προαναγγέλλει την περαιτέρω αποδυνάμωση του αμερικανικού δολαρίου, τάση που η Τράπεζα της Ιαπωνίας προσπαθεί ήδη να αντισταθμίσει παρεμβαίνοντας στην αγορά νομισμάτων και πιέζοντας προς τα κάτω το γεν. Και από τη στιγμή που η Τράπεζα της Αγγλίας δεν έχει επιφυλάξεις να ακολουθήσει το παράδειγμα της αμερικανικής FED, αυτό σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι η μόνη που δεν θα προχωρήσει σε ποσοτική χαλάρωση ανάμεσα στις χώρες / οντότητες κατόχους αποθεματικών νομισμάτων.

«Αυτή τη στιγμή το ευρώ μοιάζει να είναι το μοναδικό σκληρό νόμισμα του κόσμου», καταλήγει η κ. Χένρι.
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Σάββατο, 2 Οκτωβρίου 2010
Το δημόσιο χρέος, η φορολογία και μια ευφυής περαίωση

ΠΗΓΗ: ΑΥΓΗ
Του Άγγελου Κούρου*

Έχει αναφερθεί πολλές φορές ως τώρα, από οικονομολόγους της αριστεράς και όχι μόνο, ότι το πρόβλημα του δημόσιου χρέους είναι πρώτα από όλα πρόβλημα αναδιανομής του εισοδήματος. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ θέλει να μας πείσει ότι το πρόβλημα, πρώτα από όλα, βρίσκεται στις δαπάνες του κράτους και δευτερευόντως στα έσοδα.

Δυστυχώς όμως οι αριθμοί δεν επιβεβαιώνουν τον πρώτο της ισχυρισμό και το έργο του κ. Παπακωνσταντίνου δεν θα πραγματώσει τον δεύτερο. Ας δούμε καταρχάς τα στοιχεία που δημοσιεύει η Eurostat. πάνω σε αυτά τα θέματα και ας τα συνδέσουμε με την εξαγγελία του πρωθυπουργού για περαιτέρω μείωση της φορολογίας των Α.Ε. και ΕΠΕ (συντελεστής φορολογίας από το 24% στο 20%) και την περαίωση των ετών 2000-2009.

Ερώτημα 1ο : Πόσες δαπάνες έχει η Ελλάδα;

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εurostat (Έκθεση Statistical Annex of European Economy SPRING 2010) η Ελλάδα παρουσιάζει τις παρακάτω διαφορές των δαπανών ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (στήλη 4). Αν μετατρέψουμε τις κατ’ έτος διαφορές επί του ΑΕΠ σε χρηματικό αντίτιμο, με βάση το ΑΕΠ της Ελλάδος για το κάθε έτος, βλέπουμε ότι είχαμε αθροιστικά λιγότερες δαπάνες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο της τάξεως των 48 δισ. ευρώ για την περίοδο 1998-2008.


ΕΤΟΣ (1) ΔΑΠΑΝΕΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, σε μονάδες ΑΕΠ
(2) ΔΑΠΑΝΕΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ, σε μονάδες ΑΕΠ
(3) ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ, σε μονάδες ΑΕΠ
(4) ΑΕΠ ΕΛΛΑΔΑΣ
(5) ΛΙΓΟΤΕΡΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΑΠΟ ΕΥΡΩΖΩΝΗ, ποσά σε εκατ. ευρώ
(6)
1998 44,3 48,5 -4,2 118,40 4,97
1999 44,4 48,1 -3,7 126,20 4,67
2000 46,6 46,3 0,3 136,30 4,09
2001 45,3 47,3 -2 146,40 2,93
2002 45 47,6 -2,6 156,60 4,07
2003 44,7 48 -3,3 172,40 5,69
2004 45,5 47,5 -2 185,80 3,72
2005 43,7 47,3 -3,6 195,40 7,03
2006 42,9 46,6 -3,7 210,50 7,79
2007 44,7 46 -1,3 226,40 2,94
2008 46,8 46,8 0 239,10 0,00

ΣΥΝΟΛΟ 47,90

Το θέμα λοιπόν δεν είναι το ύψος των δαπανών αλλά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, η κοινωνική αποτελεσματικότητα και η ορθολογική κατανομή και αξιοποίησή τους. Σε συνδυασμό με τον επόμενο πίνακα, που αφορά στα έσοδα, θα δούμε ότι τελικά η αύξηση του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων είναι αποτέλεσμα της κατάρρευσης των εσόδων και όχι των υπέρογκων δαπανών, όπως θέλουν να μας πείσουν.

Ερώτημα 2ο: Πόσο φόρο εισπράττει το κράτος;

Η Ελλάδα έχει πολύ χαμηλό ποσοστό φορολογικών εσόδων, ως προς το ΑΕΠ, σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε. Συγκεκριμένα υπολείπεται από τον μέσο όρο της Ε.Ε.-27 κατά 6,4 μονάδες του ΑΕΠ και πλέον κατέχει την 24η χειρότερη θέση, ενώ στην περίοδο 2000-2008 προέβη, συγκριτικά με όλη την Ε.Ε.-27, στη δεύτερη μεγαλύτερημείωση των φορολογικών της εσόδων, με ποσοστό -3,7 μονάδες του ΑΕΠ (από 24,1 στο 20,4).

Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η παραπάνω απόκλιση δεν συμπεριλαμβάνει την έννοια της παραοικονομίας, αφού το ύψος των φορολογικών εσόδων υπολογίζεται, κάθε έτος, επί του επίσημου ΑΕΠ. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή τη διευκρίνιση μπορούμε να υπολογίσουμε ότι αν η Ελλάδα βρισκόταν απλά στον μέσο όρο κατά την περίοδο 2000-2008, θα είχε εισπράξει φορολογικά έσοδα της τάξεως των 94,85 δισ. ευρώ. Αν προσθέταμε και για το έτος 2009, που δεν έχουμε στοιχεία, ένα ποσό αντίστοιχο με το 2008 (συντηρητικός υπολογισμός αφού η διαφορά των εσόδων βαίνει αυξανόμενη), θα καταλήγαμε στο ασφαλές συμπέρασμα ότι στην εν λόγω περίοδο άνθησης της ελληνικής οικονομίας, δεν εισπράχτηκε από το κράτος το ποσό των 110 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο επαχθές δάνειο που έλαβε η χώρα από την τρόικα.


ΔΙΑΦΟΡΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΕ- 27
ΕΤΟΣ 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 ΣΥΝΟΛΟ
ΠΟΣΟΣΤΟ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΕΕ-27 ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΑΕΠ 27,8 27,0 26,5 26,2 26,2 26 27,2 27,4 26,8
ΠΟΣΟΣΤΟ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΑΕΠ 24,1 22,6 22,1 20,4 20,1 20,6 20,6 20,6 20,4
ΔΙΑΦΟΡΑ (μονάδες ΑΕΠ) 3,7 4,4 4,4 5,8 6,1 5,4 6,6 6,8 6,4
ΑΕΠ ΕΛΛΑΔΑΣ 136.281 146.428 156.615 172.431 185.813 195.366 210.459 226.437 239.141
ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΣΟΔΩΝ 5.042 6.443 6.891 10.001 11.335 10.550 13.890 15.398 15.305 94.85
Ποσά σε εκατ. ευρώ, τρέχουσες τιμές
Πηγή: Eurostat, Taxation Trends, 2010

Ερώτημα 3ο: Σε ποιους λόγους οφείλεται η υστέρηση των φορολογικών εσόδων;
Το γεγονός ότι στην Ελλάδα υπερφορολογούνται οι μισθωτοί - συνταξιούχοι και ότι η έμμεση φορολογία είναι η βασική πηγή των κρατικών εσόδων είναι κάτι που είναι γνωστό, το έχει παραδεχτεί ακόμα και ο ίδιος ο κ. Παπακωνσταντίνου και άρα δεν θα ασχοληθούμε με αυτό. Ας δούμε όμως τι πληρώνουν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα και γιατί συνεχίζουν να διαμαρτύρονται για τους φόρους τους.

Καταρχάς από τη χρήση 2004 έως τη χρήση 2007 η Ν.Δ. μείωσε την φορολόγηση των Α.Ε. από 35% σε 25%, το ΠΑΣΟΚ το μείωσε περαιτέρω στο 24% για φέτος και για του χρόνου εξήγγειλε ότι θα το φθάσει στο 20%
Το δημόσιο μειώνει τους συντελεστές, υποτίθεται χάριν της ανάπτυξης και των επενδύσεων, αλλά τελικά τα έσοδα από το φόρο νομικών προσώπων μειώνονται και το βάρος της άμεσης φορολογίας μεταφέρεται στους μισθωτούς και στους συνταξιούχους. Η παρουσίαση των φόρων που εισέπραξε το Δημόσιο στα έτη 2008 και 2004 είναι αποκαλυπτική:

ΦΟΡΟΣ 2008 2004 ΜΕΤΑΒΟΛΗ (σε ευρώ) ΜΕΤΑΒΟΛΗ %
ΜΙΣΘΩΤΟΙ-ΣΥΝΤ/ΧΟΙ 6.455.976.620 4.125.948.695 +2.330.027.925
+56 %
ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ 4.713.698.371. 4.775.043.632 -61.345.261
-1 %
Πηγή: Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, ποσά σε ευρώ
Το γεγονός ότι ο φόρος που κατέβαλαν τα Νομικά Πρόσωπα μειώθηκε ακόμα και σεαπόλυτο αριθμό δείχνει ότι η μείωση των συντελεστών φορολόγησης δεν είχε ως αποτέλεσμα την αναμενόμενη αύξηση του κύκλου εργασιών και των θέσεων εργασίας, αλλά τελικά μόνο αποτέλεσμα είχε να χάσει το δημόσιο ένα μεγάλο ποσό φόρων, το οποίο όμως πλήρωσαν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, αφού στο εν λόγω διάστημα πλήρωσαν 2,33 δισ. ευρώ περισσότερα

Σε επίπεδο Ε.Ε. βλέπουμε ότι οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν ένα από τα ευνοϊκότερα φορολογικά καθεστώτα.

Σύμφωνα λοιπόν με τον επόμενο πίνακα οι φόροι που πληρώνουν οι ΑΕ και οι ΕΠΕ στην Ελλάδα, μας κατατάσσουν στην τρίτη χειρότερη θέση στην Ε.Ε.-27. Οι μειώσεις των ονομαστικών φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις, που ξεκίνησε η Ν.Δ. και συνεχίζει πλέον το ΠΑΣΟΚ, είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να επιτύχει, μέσα στην περίοδο 2000-2008, την τρίτη μεγαλύτερη μείωση των φόρων από επιχειρήσεις, της τάξεως των 1,6 μονάδων του ΑΕΠ (μόνο για το έτος 2008 δηλαδή απωλέσθηκαν 3,8 δισ. ευρώ, σε σχέση με αυτά που θα εισέπραττε η χώρα το 2000) .


ΦΟΡΟΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΕΠ

2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 ΚΑΤΑΤΑΞΗ
Ε.Ε.-27 3,2 3,0 2,7 2,6 2,8 3,0 3,4 3,4 3,1
ΕΛΛΑΔΑ 4,1 3,4 3,4 2,9 3,0 3,3 2,7 2,5 2,5 25η
Πηγή: Eurostat, Taxation Trends, 2010

Επίσης, ένας από τους σημαντικότερους δείκτες που υπολογίζει η Eurostsat, είναι οπραγματικός φορολογικός συντελεστής στο Κεφάλαιο, είναι δηλαδή όχι οι ονομαστικοί φορολογικοί συντελεστές αλλά ο πραγματικοί - αυτοί δηλαδή που συμπεριλαμβάνουν όλες τις φοροαπαλλαγές και τις αυτοτελείς φορολογήσεις κερδών που ισχύουν σε κάθε χώρα για τον συντελεστή Κεφάλαιο. Ως Κεφάλαιο νοούνται όλα τα εισοδήματα που δεν έχουν σχέση με την μισθωτή εργασία, όπως φόροι επιχειρήσεων, ελεύθερων επαγγελματιών, τόκοι, μερίσματα φόροι ακίνητης περιουσίας κ.λπ. Σε αυτόν τον συντελεστή λοιπόν η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από το 50% του μέσου όρου της Ε.Ε.-27 (15,8 στην Ελλάδα, έναντι 32,6 στην Ε.Ε.-25). Με άλλα λόγια, η Ελλάδα θα έπρεπε να εισπράττει τους διπλάσιους φόρους κάθε χρόνο από τις επιχειρήσεις και τους εισοδηματίες, για να βρίσκεται στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Οι φόροι που δεν πληρώνει ο παραγωγικός συντελεστής Κεφάλαιο συγκριτικά με την υπόλοιπη Ε.Ε., εξηγούν μόνο κατά ένα μέρος την υστέρηση των φορολογικών εσόδων ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (περίπου 2 μονάδες του ΑΕΠ σύμφωνα με το δείκτη της Eurostat “Φόροι στον συντελεστή Κεφάλαιο’’). Ένα εξίσου σημαντικό μέγεθος, το οποίο συστηματικά υποεκτιμάται από τους εκάστοτε ιθύνοντες, είναι η δραστηριότητα του ναυτιλιακού κεφαλαίου στην Ελλάδα. Ας πάρουμε ένα-ένα τα δεδομένα:

Το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο, κατέχοντας το 16% του παγκόσμιου στόλου. Αυτό είναι και το μοναδικό οικονομικό μέγεθος στο οποίο η Ελλάδα είναι καλύτερη από τους εταίρους της στην Ε.Ε. Η προστιθέμενη αξία που παράγει το εφοπλιστικό κεφάλαιο προσαυξάνει το ΑΕΠ της Ελλάδας. Σύμφωνα με μελέτη της Εθνικής Τράπεζας ολόκληρη η δραστηριότητα της ναυτιλίας παράγει το 7% του ελληνικού ΑΕΠ. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ΑΕΠ αφορά την δραστηριότητα των ποντοπόρων πλοίων.

Ποια όμως είναι τα φορολογικά έσοδα που έχει η χώρα από αυτές τις δραστηριότητες;

Ως γνωστόν, με τον νόμο 27/1975 έχουν απαλλαγεί από τον φόρο εισοδήματος τα εισοδήματα από πλόες ποντοπόρων πλοίων και έκτοτε επιβάλλεται φόρος ανάλογα με την ηλικία των πλοίων και την ολική χωρητικότητά τους σε κόρους.. Σύμφωνα, εξάλλου, με τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2009 (τόμος Ε´, φορολογικές δαπάνες) ισχύουν 58 φοροαπαλλαγές που αναφέρονται στους πλοιοκτήτες και τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις, που εκτείνονται σε ολόκληρο το φάσμα της φορολογίας. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι πραγματικά εντυπωσιακό: ενώ η Ελλάδα έχει τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο στον κόσμο, τα φορολογικά έσοδα από την ναυτιλία, κατά το έτος 2007, ήταν μικρότερα από τα έσοδα που είχε το κράτος μέσω των παραβόλων που πλήρωσαν οι μετανάστες για τη νομιμοποίηση τους (!).

Το ερώτημα που προκύπτει λοιπόν είναι το εξής:

Είναι δυνατόν να χρεωκοπεί μια χώρα 11 εκατομμυρίων, που οι εφοπλιστές της έχουν ως ιδιοκτησία το 16% του παγκόσμιου στόλου; (η αναλογία 11 εκατομμύρια κάτοικοι στα 5,5 δισ. του παγκόσμιου πληθυσμού και η ιδιοκτησία του 16% είναι απλά εξωφρενική).

Καταλήγοντας θα λέγαμε ότι αυτοί οι δύο παράγοντες, η υποφορολόγηση του συντελεστή Κεφαλαίου και η μη φορολόγηση της ναυτιλίας εξηγούν, σε συντριπτικό βαθμό, την υστέρηση των φορολογικών εσόδων και άρα το ποσό των 110 δισ. ευρώ, που υπολογίσαμε στην αρχή.

Τι κάνει όμως η κυβέρνηση Παπανδρέου για αυτά;

Γιατί η Ε.Ε., αφού η ίδια εκδίδει αυτά τα στοιχεία, δεν κάνει συστάσεις για αύξηση των φόρων από αυτές τις δύο ομάδες και συνέχεια προτείνει αυξήσεις στους έμμεσους φόρους; Η απάντηση σε όλα αυτά είναι τραγική και λέγεται περαίωση. Όμως έχετε υπόψη σας τί περαιώνετε κ. Παπακωνσταντίνου; Η δεκαετία 2000-2009 δεν είναι μια οποιαδήποτε περίοδος. Είναι η πιο παραστατική εικόνα της ταξικής φύσης του κράτους αφού σε αυτή την περίοδο:

Η αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδας ήταν από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη (από 1,3% έως 5,9% του ΑΕΠ).

Το κράτος θα έπρεπε να είχε εισπράξει 110 δισ. από τους επιχειρηματίες και τους εισοδηματίες.

Διοργανώθηκε η Ολυμπιάδα και έγιναν τεράστια κατασκευαστικά έργα. Πού είναι οι φόροι από αυτά τα έργα; Ενώ το 2003 το ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε με 5,9 % κατά το έτος 2004 οι φόροι των μισθωτών αυξήθηκαν κατά 4 δισ. ευρώ, ενώ των επιχειρήσεων κατά 1,6 δισ. ευρώ.

Μπήκε η Κύπρος στην Ε.Ε. και οι ιδιότυπες off shore εταιρείες της έγιναν καθεστώς νόμιμης φοροδιαφυγής από τους πλούσιους Έλληνες.

Το χρονικό διάστημα Ιανουάριος 2001- Απρίλιος 2008 σημειώθηκε στον ελληνικό εμπορικό στόλο εντυπωσιακή αύξηση της συνολικής χωρητικότητας των πλοίων κατά 40,8%.

Οι ελληνικές τράπεζες εξαπλώθηκαν με εντυπωσιακό ρυθμό και εξαγόρασαν πάρα πολλές αντίστοιχές τους στα Βαλκάνια.

Τελικά όλα αυτά τα λαμπρά αποτελέσματα αυτής της περιόδου, που πλέον διαγράφεται με μιας, μας έφεραν στο ΔΝΤ. Μίλησε κανείς για φορολογική δικαιοσύνη;

* Ο Άγγελος Κούρος είναι οικονομολόγος
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Σάββατο, 2 Οκτωβρίου 2010
Θα ξεπουλήσουν και τα βράχια


ΠΗΓΗ: ΠΟΝΤΙΚΙ

Του Δημήτρη Καζάκη
οικονομολόγου - αναλυτή

Το μεγαλύτερο μέρος του Τύπου, ηλεκτρονικού και μη, συζητά το αν θα επιβληθεί νέο μνημόνιο ή όχι. Ο λόγος που όλοι έχουν επικεντρωθεί στο μνημόνιο είναι γιατί δεν θέλουν να συζητήσουν τις εξελίξεις που συμβαίνουν σε επίπεδο ευρωζώνης και Ευρωπαϊκής Ένωσης αυτές τις ημέρες. Ο κόσμος δεν πρέπει να ξέρει σε τι βάζει την υπογραφή της η κυβέρνηση. Σε τι καθεστώς καταδικάζουν την Ελλάδα και τον λαό της ο κ. Παπανδρέου και η κυβέρνησή του προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις δικές του προσωπικές φιλοδοξίες και τα κοράκια της πολιτικής και της οικονομίας που έχει μαζέψει γύρω του.

Άλλωστε τι είπε στην εκλεκτή ομήγυρη από κερδοσκόπους επενδυτές, τραπεζίτες, γραφειοκράτες και ό,τι άλλο διαθέτει ο υπόκοσμος της διεθνούς αγοράς στο New York Economist Club (22.9): «Εν ολίγοις μετατρέψαμε την κρίση σε ευκαιρία, προκειμένου να προωθήσουμε τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις, που οι προηγούμενες κυβερνήσεις ανέβαλλαν επί σειρά ετών, φοβούμενες το ενδεχόμενο πολιτικό κόστος».

Τι σημαίνει αυτό;

Ότι για τον πρωθυπουργό και το κόμμα του η κρίση της χώρας δεν ήταν παρά μια ευκαιρία να ξεγελάσει τον κόσμο και να επιβάλει πολιτικές που καθυστερούσαν λόγω κοινωνικής αντίδρασης.

Με άλλα λόγια, ο κ. πρωθυπουργός επαναλαμβάνει ακόμη μια φορά ότι δεν του καίγεται καρφί για την κρίση της χώρας, απλώς είναι μια θαυμάσια ευκαιρία για να κάνει αυτά που δεν μπόρεσε να κάνει ο κ. Καραμανλής, παλιότερα ο κ. Σημίτης και ακόμη παλιότερα ο κ. Μητσοτάκης λόγω της κοινωνικής και πολιτικής απαξίωσης των κυβερνήσεών τους.


Να συνεχίσει δηλαδή την ίδια καταστροφική πορεία έως ότου ξεπουληθεί μέχρι κι ο τελευταίος βράχος αυτού του έρημου τόπου στους αετονύχηδες από το Κατάρ, το Άμπου Ντάμπι, τα Αραβικά Εμιράτα και όπου αλλού βρεθούν βρόμικες και ύποπτες διασυνδέσεις με διεθνή επενδυτικά κεφάλαια. Έως ότου μετατραπεί η χώρα, ή ό,τι θα έχει μείνει από τη χώρα, σε απόπατο της διεθνούς αγοράς.

Άλλωστε ο κ. Παπανδρέου είναι περαστικός από αυτήν τη χώρα. Του ανατέθηκε να φέρει εις πέρας μια συγκεκριμένη αποστολή και ήδη προετοιμάζει την έξοδό του. Αυτός είναι κι ο βασικός λόγος της πολυήμερης περιοδείας του στις ΗΠΑ. Να ενισχύσει το δικό του προσωπικό προφίλ ως διεθνούς προσωπικότητας που διεκδικεί θέση στο σύστημα της «παγκόσμιας διακυβέρνησης», που υποστηρίζει τόσο σθεναρά. Με έξοδα του Έλληνα φορολογούμενου ο κ. Παπανδρέου και η κουστωδία του εξάντλησαν κάθε περιθώριο λομπισμού για να πείσουν τα κέντρα αποφάσεων στις ΗΠΑ ότι είναι ικανός και διαθέσιμος για μια κορυφαία θέση στον ΟΗΕ, την Παγκόσμια Τράπεζα, τον ΟΟΣΑ ή την Ε.Ε.

Οι διεθνείς διπλωματικοί κύκλοι έχουν να λένε για τον ξετσίπωτο τρόπο που ο κύκλος του κ. Παπανδρέου, αλλά και ο ίδιος, προσπάθησε να πείσει ότι είναι η καλύτερη επιλογή που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν οι ΗΠΑ για τη θέση του γ.γ. του ΟΗΕ ή για κάποια άλλη αντίστοιχη. Στις συναντήσεις που είχαν με επιτελικά στελέχη της κυβέρνησης, αλλά και κέντρων που παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση της διεθνούς πολιτικής των ΗΠΑ, εκθείαζαν την «εξαίρετη δουλειά» του κ. Παπανδρέου στην Ελλάδα, αλλά και στη Σοσιαλιστική Διεθνή, που με την προεδρία του πέρασε στον απόλυτο έλεγχο της αμερικανικής πολιτικής.

«Business friendly»

Στο περιθώριο αυτής της δραστηριότητάς του ο κ. Παπανδρέου λειτούργησε ως μεσίτης και πλασιέ της χώρας που είναι πρωθυπουργός. «Η αξία της Ελλάδας δεν έχει προσμετρηθεί δεόντως, αλλά έχει υποτιμηθεί. Για τον λόγο αυτόν θεωρώ ότι η επένδυση στην Ελλάδα αποτελεί μεγάλη ευκαιρία» είπε σε συνέντευξή του στον πρόεδρο του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης (21.9).
Με άλλα λόγια, κάλεσε τους διεθνείς επενδυτές να επωφεληθούν από την πολιτική υποτίμησης που ακολουθούν η τρόικα και ο ίδιος. Φτηνά μεροκάματα, φτηνές δουλειές, φτηνά έργα, φτηνή δημόσια περιουσία, φτηνά τα πάντα, πάρε κόσμε! Αυτό ήταν το μήνυμα του πρωθυπουργού. Και γιατί επέλεξε να το εκπέμψει από το βήμα του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης;

Για τρεις βασικούς λόγους:

Πρώτον: Για να δείξει ότι τόσο από την τωρινή του θέση όσο και αύριο, από την όποια θέση του αναθέσουν στο σύστημα της «παγκόσμιας διακυβέρνησης», είναι και θα παραμείνει business friendly, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ένας από τους ακολούθους του σε στελέχη των αμερικανικών τραπεζών. Δηλαδή φιλικός με τις επιχειρήσεις. Γι’ αυτό και έχουν κάθε λόγο να τον στηρίξουν και να τον προωθήσουν.

Δεύτερον: Επειδή απευθύνεται όχι σε σοβαρούς επενδυτές της διεθνούς αγοράς που σκέφτονται μακροπρόθεσμες επενδύσεις στην παραγωγή, αλλά σε επενδυτές - λαμόγια που έχουν κύριο στόχο το βραχυπρόθεσμο κέρδος μέσα από το χρηματιστήριο. Πρόκειται για επενδυτικά κεφάλαια που δεν επενδύουν με σκοπό την ανάπτυξη μιας αγοράς, αλλά κερδοσκοπούν με ιδιωτικοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων κρατών, με έτοιμες στημένες επιχειρήσεις, με ακίνητα και γη.

Στόχος τους είναι να προσθέσουν πολύ γρήγορα στη χρηματιστική αξία της όλης επένδυσης έτσι ώστε να μπορέσουν να κερδίσουν από τη μεταπώλησή της αφήνοντας πίσω ερείπια. Τέτοιο επενδυτικό κεφάλαιο είναι και του Κατάρ, το οποίο, εκτός όλων των άλλων, αποτελεί καταφύγιο και για το διεθνές πολιτικό χρήμα. Όπως άλλωστε και τα άλλα αραβικά επενδυτικά κεφάλαια. Γι’ αυτό και οι δικοί μας πολιτικοί, ιδίως της σημερινής κυβέρνησης, έλκονται τόσο πολύ από τη χερσόνησο της Αραβίας.

Τρίτον: Για να πείσει τις μεγάλες αμερικανικές τράπεζες, ειδικά τις επενδυτικές, όπως την Goldman Sachs, τη Morgan Stanley κ.ά., ότι παραμένουν κυρίαρχες στη διαμεσολάβηση του ελληνικού δημόσιου χρέους και της επαπειλούμενης αναδιάρθρωσής του σύμφωνα με τις απαιτήσεις των πιο κερδοσκοπικών κεφαλαίων διεθνώς. Κεφάλαια που συνιστούν μερικούς από τους βασικούς και πιο προσοδοφόρους πελάτες αυτών των αμερικανικών επενδυτικών τραπεζών.

Οικονομική διακυβέρνηση

Πριν μεταβεί ο κ. Παπανδρέου στις ΗΠΑ για να «κυνηγήσει το όνειρό του», πέρασε από τις Βρυξέλλες για να παρακολουθήσει την άτυπη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (16.9) προκειμένου να δώσει λευκή επιταγή στην Κομισιόν και στην ΕΚΤ για να μετατρέψουν την ευρωζώνη, αλλά και ευρύτερα την Ε.Ε., σε γκέτο, σε γερμανογαλλικό Νταχάου, έτσι ώστε να αποφευχθεί η κατάρρευση του ευρώ. Να οικοδομηθεί δηλαδή αυτό που χαριτωμένα ονομάζεται «ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση».

Ποιο είναι το βασικό νόημα αυτής της «ευρωπαϊκής διακυβέρνησης»; Μας το ξεκαθάρισε ο Μπαρόζο:«Μέχρι τώρα, η αγορά μας ήταν αλληλεξαρτώμενη, αλλά η επίβλεψη ήταν καθαρά εθνική. Από το 2011 και μετά η Ευρώπη θα είναι η πρώτη περιοχή στον κόσμο που θα έχει εγκαταστήσει έναν εκπληκτικό μηχανισμό εποπτείας σύμφωνο με τις προκλήσεις του μέλλοντος» (23.9, Council on Foreign Relations).

Τι προβλέπει αυτός ο «εκπληκτικός μηχανισμός εποπτείας»; Καταργεί το δικαίωμα της αυτοτελούς σύνταξης του προϋπολογισμού σε κάθε κράτος - μέλος. Για να συνταχθεί ο προϋπολογισμός μιας κυβέρνησης και να προωθηθεί στο εθνικό Κοινοβούλιο, θα πρέπει πρώτα να περάσει ένα εξάμηνο συνεννοήσεων και προσαρμογών στις υποδείξεις και εντολές των οργάνων της Ένωσης.

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Σημαίνει ότι για το τι μισθό ή σύνταξη θα πάρει ο Έλληνας πολίτης, τι έργα είναι σκόπιμο να γίνουν στην ελληνική περιφέρεια, τι δαπάνες πρέπει να καλύψουν τις κοινωνικές ανάγκες Υγείας, Παιδείας, τι φόροι και ποιους θα βαρύνουν κ.ο.κ., θα αποφασίζουν κάποιοι γραφειοκράτες στιςΒρυξέλλες και τη Φρανκφούρτη με την πολύ γνωστή κοινωνική ευαισθησία που τους διακρίνει.

Τι θα γίνει όμως αν ένα κράτος δεν συμμορφωθεί με τις άνωθεν εντολές; Τι θα γίνει αν ένα εθνικό Κοινοβούλιο απορρίψει τον εγκεκριμένο άνωθεν προϋπολογισμό και απαιτήσει νέο προϋπολογισμό με βάση τις εθνικές ανάγκες; Τότε αρχίζουν οι κυρώσεις.

Στις 23.9 ο αρμόδιος επίτροπος Όλι Ρεν παρουσίασε τις τελευταίες προτάσεις του για τις κυρώσεις, που περιλαμβάνουν ένα πρόστιμο ίσο με το 0,2% του ΑΕΠ, με τη μορφή της άμεσης καταβολής, που υποτίθεται ότι θα επιστραφεί άμα το κράτος συμμορφωθεί.

Μόνο η άρνηση ενός κράτους – κυβέρνησης ή εθνικού Κοινοβουλίου, τους είναι αδιάφορο – να υπακούσει στις υποδείξεις των οργάνων της Ένωσης μπορεί να επισύρει πρόστιμο ίσο με το 0,1% του ΑΕΠ, που πρέπει να καταβληθεί αμέσως.

Φυσικά οι κυρώσεις δεν σταματούν στα πρόστιμα. Θα υπάρχει και μια σειρά θεσμικών κυρώσεων, που αφορούν τη θέση του κράτους στην Ένωση, τις χρηματοδοτήσεις προς αυτό κ.λπ., οι οποίες συζητιούνται και αποφασίζονται πίσω από κλειστές πόρτες. Όλες οι κυρώσεις αυτές, πρόστιμα και θεσμικού χαρακτήρα, θα είναι αυτόματες, δηλαδή χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους («Financial Times Deutschland», 24.9).

Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πρακτικά ότι καταργείται κάθε έννοια εσωτερικής έννομης τάξης για το κράτος - μέλος της Ένωσης. Οι λαοί τίθενται επισήμως υπό κηδεμονία από μια υπερκρατική, υπερεθνική εξουσία, που δεν έχει καμιά βάση νομιμοποίησης, αλλά και δεν λογοδοτεί πουθενά και σε κανέναν.

Ο... Ευρωπαίος Γκέμπελς

Από 1.1.2011, όταν επισήμως αναμένεται να ισχύσει το νέο καθεστώς, είτε εκλέγονται κυβερνήσεις και Κοινοβούλια είτε διορίζονται απευθείας από τα όργανα της Ένωσης, θα είναι το ίδιο και το αυτό. Δεν θα έχεικαμιά διαφορά επί της ουσίας. Κι αν νομίζατε ότι ήταν πολύ δύσκολο μέχρι σήμερα να στείλετε με την ψήφο σας ή με την αντίδρασή σας κάποιο μήνυμα στην εξουσία, τώρα γίνεται αδύνατο.

Κι όλα αυτά προς τι; Μα για να προστατευθούν το ευρώ και οι τράπεζες. Από 1.1.2011 και στο διηνεκές, όποια χώρα τολμήσει να παραβεί τις άνωθεν υποδείξεις ή βρεθεί με υπερβολικό έλλειμμα στον κρατικό προϋπολογισμό, στο ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών, στο ύψος του δημόσιου χρέους, κ.λπ., θα αντιμετωπίζει ένα μπαράζ εξοντωτικών κυρώσεων προκειμένου, υποτίθεται, να ξαναμπεί στον ίσιο δρόμο.

Η όλη φιλοσοφία αυτής της «οικονομικής διακυβέρνησης» μας γυρίζει άμεσα και πρακτικά πίσω στονμεσαίωνα. Όχι μόνο οι κρίσεις αποδίδονται ως αμαρτήματα, ως παραστρατήματα από τον ίσιο δρόμο, από την ορθή πίστη, σύμφωνα με τον φονταμενταλισμό των κυρίαρχων κύκλων της Ένωσης – κατά το πρότυπο του καθολικισμού και του παπισμού στον μεσαίωνα –, αλλά ποινικοποιούνται επιλογές και πράξεις ολόκληρων κρατών και λαών, χωρίς καν το δικαίωμα της προσφυγής.

Η εξέλιξη αυτή είναι τόσο απόκοσμη και τρομακτική ώστε σπρώχνει τον παλιό οικονομικό φιλελευθερισμό σε μια νέου τύπου ολοκληρωτική λογική, που παλιά χαρακτήριζε μόνο τον φασισμό.

Η λογική που θέλει να διορθώσει τις ατέλειες ή τα λάθη της αγοράς με κανόνες και κυρώσεις, αποτελεί μια ιδιότυπη νέα εκδοχή του παλιού οικονομικού δόγματος του χιτλερισμού για την «ένωση της Ευρώπης».Για όσους δεν γνωρίζουν, ο Γκέμπελς το 1940 είχε πει ότι μια Ευρώπη μπορεί να ενωθεί μόνο όταν η κυρίαρχη δύναμη θα καθορίζει τη στρατιωτική, οικονομική, νομισματική και εξωτερική πολιτική:

«Σ’ αυτούς τους τέσσερις τομείς η κυρίαρχη δύναμη πρέπει να φέρει το βάρος της κύριας ευθύνης για ολόκληρη την Ευρώπη. Τα μικρότερα κράτη πρέπει να τεθούν υπό την κηδεμονία των ηγετικών δυνάμεων, ειδικότερα σ’ αυτές τις τέσσερεις σφαίρες της πολιτικής ζωής, τόσο για το καλό το δικό τους, όσο και για το καλό της Ευρώπης ως σύνολο» («World Survey», November, 1941, σελ. 18-19).

Σήμερα συμβαίνει αυτό ακριβώς που απέτυχε να επιβάλει η χιτλερική Γερμανία. Με μια μόνο διαφορά. Αυτήν τη φορά επιχειρείται να οικοδομηθεί στο επίπεδο ολόκληρης της Ευρώπης, όχι με τις ορδές της Βέρμαχτ και των Ες-Ες, αλλά με την επέλαση των γραφειοκρατών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ΕΚΤ. Οι μεγάλες τράπεζες και οι αγορές είναι σήμερα η «κυρίαρχη δύναμη», για την οποία μιλούσε παλιά ο Γκέμπελς.

Μνημόνιο επ’ άπειρον

Αν ισχύσει αυτό το καθεστώς από 1.1.2011, τότε τι ανάγκη έχει η τρόικα το μνημόνιο για την Ελλάδα; Τι θα εμποδίσει την επιβολή της πολιτικής του μνημονίου εσαεί, για πάντα, στο διηνεκές, δίχως καμία επίσημη λήξη, από τη στιγμή που η χώρα θα υποταχθεί στο νέο καθεστώς επιτήρησης και κηδεμονίας;

Τίποτε απολύτως. Γι’ αυτό και το έχουμε ξαναπεί: μην εκπλαγείτε αν δείτε τον κ. Παπανδρέου, την κυβέρνησή του, αλλά και την τρόικα να αποκηρύσσουν το μνημόνιο. Άλλωστε η ίδια η ύπαρξη του μνημονίου ήταν εξαρχής ένα προσωρινό, μεταβατικό μέτρο, μέχρις ότου η Ε.Ε. και τα όργανά της βρουν τον τρόπο και τον μηχανισμό για τη μόνιμη διαχείριση τέτοιων κρίσεων. Ο μηχανισμός αυτός ήδη τίθεται σε κίνηση και είναι πολύ πιθανό σύντομα να κάνει την επιβολή του μνημονίου περιττή.

Αυτό θα τους απαλλάξει κι από ένα σοβαρό βάσανο. Το μνημόνιο ήταν και παραμένει μια εντελώςαυθαίρετη κατάργηση της εσωτερικής έννομης τάξης της χώρας, όπως αυτή προκύπτει από το Σύνταγμά της και τους νόμους της. Αυτό δίνει τη δυνατότητα να προσβληθεί η νομιμότητά του σε όλα τα επίπεδα. Όμως η μετάβαση στο νέο καθεστώς εποπτείας, ελέγχου και κηδεμονίας που προωθείται, ανάγει το όλο ζήτημα στη σχέση της χώρας μας με την ευρωζώνη και την Ε.Ε., υπέρ της οποίας συνταγματικά έχουμε εκχωρήσει εθνική κυριαρχία. Κι έτσι μια αυθαίρετη, αντισυνταγματική και παράνομη συμφωνία μνημονίου μετατρέπεται σε υποχρεωτικό καθεστώς για τη χώρα μέσα από την ευρωζώνη και την Ε.Ε.

Γι’ αυτό και οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών και της Φρανκφούρτης επιμένουν να επεκτείνουν το καθεστώς αυτό και έξω από τα όρια της ευρωζώνης. Να αγκαλιάσει δηλαδή το σύνολο των χωρών της Ε.Ε. Γιατί; Μα για να μπορούν με ελεγχόμενο τρόπο να πτωχεύουν μια χώρα, να τη θέτουν υπό αυστηρή επιτήρηση και κηδεμονία εκτός ευρώ, αλλά εντός Ε.Ε., και με τη βοήθεια του ΔΝΤ να την υποτιμούν σε τέτοιο βαθμό ώστε να δημιουργηθεί μια νέα ισορροπία με το κοινό νόμισμα για να μπορεί να επανέλθει στην ευρωζώνη.

Αυτόν τον μηχανισμό αναλύει ο Ζαν Πισανί-Φερί, πρώην σύμβουλος του Μιτεράν και επικεφαλής ενός από τα πιο κοντινά στην Κομισιόν ιδρύματα, το Bruegel, τον οποίο ονομάζει «ευρωπαϊκό μηχανισμό αναδιάρθρωσης χρέους» (Esharp, July-August, 2010), πράγμα που επιβεβαιώνει και η «Wall Street Journal» (24.9) σε ένα εκτενές ρεπορτάζ για το παρασκήνιο της δημιουργίας των «μηχανισμών στήριξης» στην ευρωζώνη.

Με τη σειρά του ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ και σύμβουλος του προέδρου των ΗΠΑ Σάιμον Τζόνσον προτείνει αναδιάρθρωση του χρέους με ευρωομόλογα τύπου Brady (Project Syndicate, 15.9).

Σαν εκείνα δηλαδή που χρησιμοποιήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 για να αναδιαρθρώσουν το χρέος της Λατινικής Αμερικής και οδήγησαν ύστερα από μια κόλαση ολόκληρης δεκαετίας στις χρεοκοπίες της Αργεντινής και άλλων κρατών της περιοχής.
 
Last edited:

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Κυριακή, 3 Οκτωβρίου 2010

Το δημόσιο χρέος και το καθεστώς υποδούλωσης της Ελλάδας

ΠΗΓΗ:Hellenic NEXUS, τ. 45, Οκτώβριος 2010
Του Δημήτρη Καζάκη

Όταν μιλάμε για κρίση σήμερα στην Ελλάδα, είτε το θέλουμε, είτε όχι, είμαστε υποχρεωμένοι να μιλήσουμε πρώτα απ’ όλα για το δημόσιο χρέος. Αν δεν απαντήσεις σήμερα στο πρόβλημα του δημόσιου χρέους, δεν μπορείς να απαντήσεις πειστικά σε τίποτε, ούτε στα εργασιακά, ούτε στα μισθολογικά, ούτε στα ασφαλιστικά, ούτε στο ξεπούλημα των πάντων. Κι αυτό γιατί όλα αυτά, αλλά κι αυτά που έρχονται, πηγάζουν από το πρόβλημα του δημόσιου χρέους. Η ίδια η κρίση έχει επικεντρωθεί στην κατάσταση του χρέους.

Το εγγενές πρόβλημα του δημόσιου χρέους

Υπάρχει πρόβλημα με το δημόσιο χρέος ή όλα όσα λέγονται αποτελούν πρόσχημα, μπλόφα ή φόβητρο; Σαφώς και υπάρχει. Η εξυπηρέτηση του δημόσιου δανεισμού έχει φτάσει να αποτελεί το 35% του ΑΕΠ το 2009. Πράγμα που ισοδυναμεί σχεδόν με το σύνολο των μισθών που πληρώνει κάθε χρόνο η ελληνική οικονομία. Ισοδυναμεί με το 140% των δημοσίων εσόδων και σχεδόν με το διπλάσιο των εισπράξεων της χώρας από τις εξαγωγές της. Με μεγάλη δυσκολία θα βρείτε άλλη χώρα στον κόσμο που να έχει φτάσει σ’ αυτό το έσχατο σημείο εξυπηρέτησης του δημόσιου δανεισμού της.

Η χώρα εδώ και χρόνια έχει οδηγηθεί σε μια κατάσταση όπου η επιβίωσή της εξαρτάται από το αν και κατά πόσο μπορεί να βρει δάνεια για να εξυπηρετήσει το χρέος της. Την τελευταία δεκαετία η χώρα δανείστηκε κοντά στα 490 δις ευρώ από τα οποία το 97% πήγε στην εξυπηρέτηση παλιότερων δανείων, ενώ μόνο το 3% πήγε στην κάλυψη του δημοσιονομικού ελλείμματος. Με άλλα λόγια δανειζόμαστε για να ξεπληρώνουμε παλιότερα χρέη.

Τέλος η δυναμική του δημόσιου δανεισμού είναι τέτοια που είναι αδύνατον να αποπληρωθεί ότι κι αν γίνει. Είναι χαρακτηριστικό ότι την τελευταία δεκαετία η συνολική εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους στοίχισε γύρω στα 450 δις ευρώ, δηλαδή τα έσοδα 8 προϋπολογισμών του 2009. Παρόλα αυτά αντί το δημόσιο χρέος να αναχαιτιστεί, να μειωθεί ή τέλος πάντων να σταθεροποιηθεί, αυτό αυξήθηκε κατά 153 δις ευρώ.

Με βάση τις προβλέψεις του «μνημονίου» που ψήφισε η κυβέρνηση και με την προϋπόθεση ότι όλοι οι στόχοι που έχουν τεθεί από την «τρόικα» θα επιτευχθούν, το δημόσιο χρέος της χώρας όχι μόνο δεν θα συγκρατηθεί, αλλά θα αυξηθεί σημαντικά και θα φτάσει μετά το τέλος της τριετίας στο 167% του ΑΕΠ, από 125% που είναι σήμερα. Με άλλα λόγια ο λαός και η χώρα ρίχνεται στον καιάδα του ΔΝΤ και της ΕΕ με μόνο σίγουρο αποτέλεσμα την ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του δημόσιου χρέους.

Τότε ποιος είναι ο στόχος αυτού του καθεστώτος κατοχής; Να τεθεί η χώρα σε μια ιδιότυπη «καραντίνα» για να μην επεκταθεί η αποκαλούμενη «μόλυνση» και στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης. Το κύριο ενδιαφέρον της «τρόικας» δεν είναι η αποκατάσταση της οικονομίας της χώρας, αλλά η προστασία των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών και του ευρώ.

Γιατί; Διότι οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες κατέχουν πάνω από το 75% των ελληνικών ομολόγων και δεν θέλουν ν’ ακούσουν ούτε λέξη για τυχόν αδυναμία της Ελλάδας να συνεχίσει να πληρώνει τα χρέη της.

Επομένως, η ΕΕ και το ΔΝΤ ήρθε για να εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα δεν θα σταματήσει να πληρώνει τα χρέη της, έστω κι αν πεινάσει ο λαός της, έστω κι αν η χώρα διαλυθεί και ξεπουληθεί στο σύνολό της.

Όσο οι διεθνείς αγορές ήταν ανοιχτές για την χρηματοδότηση του χρέους, όσο οι διεθνείς τράπεζες και οι επενδυτές επιδείκνυαν ασίγαστη όρεξη για αγορά ομολόγων κρατικού χρέους, η εκτίναξη του δημόσιου δανεισμού δεν απασχολούσε κανέναν. Ούτε κυβερνήσεις, ούτε «ειδικούς», ούτε τραπεζίτες, οι οποίοι κέρδιζαν τεράστια ποσά από την κερδοσκοπία με τα ομόλογα. Όλοι είχαν υιοθετήσει το νεοφιλελεύθερο δόγμα που ήθελε την αγορά των δανείων να αυτορυθμίζεται χωρίς να οδηγεί σε κρίσεις και κραχ. Μόνο κάποιες περιοδικές «διαστολές» και «συστολές» αναγνώριζαν, που όμως δεν ήταν ικανές να αντιστρέψουν την ανιούσα των αγορών. Το χρέος ήταν απλά μια ακόμη αγορά, η οποία στο βαθμό που κρατιόταν ελεύθερη από παρεμβάσεις και ελέγχους δεν είχε κανένα λόγο να οδηγήσει σε συντριβή. Κι επομένως δεν υπήρχε κανένας λόγος να απασχολείται κανείς με το ύψος και τη δυναμική του χρέους, παρά μόνο με το κόστος δανεισμού.

Αυτό πίστευαν οι ιεροκύρηκες της σύγχρονης οικονομικής θεολογίας.

Και ήταν τόσο πειστικοί που κατόρθωσαν να πείσουν και αρκετούς στην αριστερά. Γι’ αυτό και βλέπουμε σήμερα τέτοια αμηχανία στην αριστερά απέναντι στο χρέος. Πολλοί μάλιστα, ακόμη και στην ριζοσπαστική αριστερά, πίστεψαν – τουλάχιστον στην αρχή – ότι πρόβλημα δημόσιου χρέους δεν υπάρχει, μόνο πρόβλημα επιτοκίων και όρων δανεισμού. Κι επομένως το γεγονός ότι καταλήξαμε στα νύχια του ΔΝΤ, της ΕΕ και του καθεστώτος κατοχής δεν ήταν παρά μια μεγάλη συνωμοσία της κυβέρνησης και της άρχουσας τάξης.

Έχουμε χρεωκοπήσει εδώ και χρόνια

Ανεξάρτητα από τους σχεδιασμούς της ολιγαρχίας που σίγουρα υπήρξαν και υπάρχουν, το ελληνικό κράτος βρίσκεται υπό καθεστώς δημοσιονομικής χρεωκοπίας εδώ και χρόνια. Απλά συγκαλυπτόταν από το γεγονός ότι μπορούσε να βρει στις διεθνείς αγορές τα νέα δάνεια που χρειαζόταν για να εξυπηρετήσει τα παλιά.

Η κατάσταση αυτή έφτασε στα όριά της στις αρχές του 2009. Κι αυτό γιατί μαζί με την κορύφωση της παγκόσμιας κρίσης με το κραχ του φθινόπωρου του 2008 αποκαλύφθηκε η πλήρης αδυναμία του ελληνικού κράτους να αναχρηματοδοτήσει το χρέος του χωρίς να προσφύγει στη διεθνή αγορά ομολόγων.

Έτσι τον Ιανουάριο του 2009 η κυβέρνηση Καραμανλή αντιμετωπίζει έντονο πρόβλημα κάλυψης των νέων ομολόγων που εκδίδει για νέο δανεισμό. Οι διεθνείς αγορές μετά το κραχ δεν έδειχναν ενδιαφέρον για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα.

Τότε ήταν που για πρώτη φορά η κυβέρνηση Καραμανλή πετά στα σκουπίδια το δόγμα της «ισχυρής Ελλάδας» που κληρονόμησε από τις κυβερνήσεις Σημίτη και άρχισε ξαφνικά να μιλά για «σοβαρή κρίση», για την «παγκόσμια κρίση που αρχίζει να πλήττει την Ελλάδα», κοκ.
Η αλήθεια, όμως, ήταν ότι η ελληνική οικονομία βρισκόταν ήδη στην τελευταία πράξη του δράματός της. Η κρίση που συντρίβει κυριολεκτικά την ελληνική οικονομία δεν ήρθε ξαφνικά από το εξωτερικό, δεν είναι εισαγόμενη, έστω κι αν έχει πια συνυφανθεί με την κρίση που πλήττει την παγκόσμια οικονομία του κεφαλαίου.

Η χώρα οδηγήθηκε συστηματικά στη χρεωκοπία όχι μέσα από κάποια σκοτεινή συνωμοσία, αλλά ως λογικό και αναπόφευκτο αποτέλεσμα ενός πολύ συγκεκριμένου τρόπου εξαρτημένης και παρασιτικής ανάπτυξης. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 επιβλήθηκε στη χώρα ένα καταστροφικό μοντέλο «εξωστρεφούς» ανάπτυξης, ανοιχτό στις πιο ασύδοτες και μονοπωλιακές δυνάμεις των διεθνών αγορών.

Ανοχύρωτη η χώρα και κλειδωμένη στον αυτόματο πιλότο της ΕΕ, οικοδόμησε μια παρασιτική οικονομία υπηρεσιών που αποτέλεσε και αποτελεί παράδεισο κερδοφορίας για το μεγάλο κεφάλαιο.

Η Ελλάδα ενώ αποτελεί το 2,7% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, διαθέτει το χαμηλότερο δείκτη επενδύσεων, μόλις στο 0,3% των συνολικών επενδύσεων στην ευρωζώνης. Αντίθετα τα ιδιωτικά κέρδη που παράγει η οικονομία της Ελλάδας υπερβαίνουν τα 5 % του συνόλου των ιδιωτικών κερδών που παράγει η ευρωζώνη ως σύνολο.

Για να στηριχθεί λοιπόν η κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου και να διατηρήσει αυτά τα εξωφρενικά επίπεδα μέσα σε μια χειμαζόμενη οικονομία, στην οποία η αγοραστική δύναμη και η παραγωγική ικανότητα της οικονομίας συμπιέζονταν διαρκώς, χρειάστηκε η εκρηκτική επέκταση του δανεισμού. Και μάλιστα σ’ όλα τα επίπεδα.

Έτσι φτάσαμε σήμερα το μέσο νοικοκυριό να χρωστά το 70% του διαθέσιμου εισοδήματός του, οι τράπεζες να έχουν εξωτερικό χρέος που ξεπερνά το 52% του ΑΕΠ της χώρας και το δημόσιο χρέος να βρίσκεται στο 125% του ΑΕΠ της χώρας για το 2009.

Η έλευση του ευρώ μαζί με τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν και συνεχίζουν να εφαρμόζονται μετέτρεψαν τη χώρα σε παράδεισο χρηματοπιστωτικής αγυρτείας κυρίως από διεθνείς θεσμικούς επενδυτές και τράπεζες. Ενώ σε συνδυασμό με την απευθείας κρατική τόνωση της πιο απροκάλυπτης κερδοσκοπίας μέσα από την προώθηση επενδύσεων «κοινοτικής επιχορήγησης» και τις γνωστές εργολαβίες των «μεγάλων έργων», η οικονομία της χώρας έχει μεταβληθεί σε προνομιακή σφαίρα τοποθέτησης των πιο κερδοσκοπικών, των πιο παρασιτικών κεφαλαίων διεθνώς.

Ποιος ήταν ο κερδισμένος από την είσοδό μας στην ΟΝΕ; Μια μικρή οικονομική και πολιτική ολιγαρχία που είναι στενότατα συνδεδεμένη με διεθνείς κύκλους τραπεζικής και χρηματιστικής κερδοσκοπίας, η οποία με το ευρώ μπορούσε πια ελεύθερα να μεταφέρει στο εξωτερικό τον πλούτο που λεηλατούσε από τη χώρα και το λαό της.

Έτσι στα τέλη του 2009 το σύνολο των κεφαλαίων από κατοίκους της Ελλάδας που βρισκόταν σε κερδοσκοπικές τοποθετήσεις στο εξωτερικό (μετοχές, ομόλογα, παράγωγα, κλπ.) ανερχόταν πάνω από 250 δις ευρώ, όταν το συνολικό δημόσιο χρέος της χώρας για την ίδια χρονιά ανήλθε λίγο πάνω από 298 δις ευρώ. Κι όλα αυτά χωρίς να υπολογίζουμε τις καταθέσεις του εξωτερικού, ή τις λεγόμενες άμεσες επενδύσεις Ελλήνων στο εξωτερικό, ούτε φυσικά τον πλούτο που βρίσκεται κρυμμένος στις αρκετές χιλιάδες υπεράκτιες εταιρείες (offshore), κλπ., ελληνικών συμφερόντων.
Όλα αυτά οδήγησαν μεν σε μια πλασματική, εικονική άνοδο του ΑΕΠ, αλλά συνέτριψαν κυριολεκτικά την παραγωγική βάση της χώρας και την αγοραστική δύναμη των λαϊκών στρωμάτων. Πράγμα που οδήγησε την ελληνική οικονομία σε μια βαθιά κρίση που την έχει αγκαλιάσει ήδη από το 2001.

Όμως ο πιο κερδισμένος απ’ όλους ήταν φυσικά το διεθνές και κυρίως το ευρωπαϊκό χρηματιστικό κεφάλαιο, το οποίο χάρις στο ευρώ μπόρεσε να μετατρέψει το δημόσιο χρέος της χώρας από πρωτίστως εγχώριο και εκφρασμένο σε δραχμές, σε κυρίαρχα εξωτερικό και εκφρασμένο στο «ισχυρό ευρώ», δηλαδή στο νόμισμα των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Η δυναμική του δημόσιου χρέους σήμερα είναι τέτοια που δεν μπορεί πια να αποπληρωθεί με κανέναν τρόπο. Αργά η γρήγορα οι ίδιοι οι δανειστές της χώρας με τα διεθνή τους όργανα, το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και την ΕΕ, θα οδηγήσουν την χώρα στην επίσημη πτώχευση. Όχι όμως πριν την ξεζουμίσουν όσο δεν παίρνει άλλο, πριν κερδοσκοπήσουν σε βάρος της, πριν την πουλήσουν και την αγοράσουν αμέτρητες φορές.

Το σχέδιο υπαγωγής στο καθεστώς του μνημονίου

Η πολιτική της κυβέρνησης του κ. Παπανδρέου ξεκινά από τη βασική αξιωματική παραδοχή ότι οφείλουμε να συνεχίσουμε την αποπληρωμή των χρεών, που έτσι ή αλλιώς δεν μπορούν να πληρωθούν. Να συνεχίσουμε δηλαδή την ίδια πρακτική που μας έφερε σ’ αυτή την κατάντια. Με όλη την τακτική της οδήγησε την χώρα να είναι κυριολεκτικά έρμαιο των αγορών και των κερδοσκόπων.

Τι έκανε αναγκαίο το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση; Σύμφωνα με την κυβέρνηση η αδυναμία της χώρας να προσφύγει στις αγορές για νέο δανεισμό. Δεν είναι αλήθεια. Η Ελλάδα οδηγήθηκε στην κατάσταση αυτή σκόπιμα, έτσι ώστε να εμφανιστεί ότι δεν είχε άλλη επιλογή. Σ’ αυτό συνέπραξαν οι αγορές – δηλαδή συγκεκριμένα επενδυτικά κεφάλαια και τράπεζες – η ΕΕ και η ΕΚΤ. Το σχέδιο αυτό ήταν εν γνώσει τόσο του κ. Καραμανλή, όσο και του κ. Παπανδρέου ήδη από πριν τις τελευταίες εκλογές. Με δεδομένη την πολιτική κατάρρευση της κυβέρνησης Καραμανλή, σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε η παράδοση των κλειδιών της χώρας στον κ. Παπανδρέου, ο οποίος υπήρξε εξαρχής κάτι παραπάνω από πρόθυμος να εκτελέσει το συγκεκριμένο σχέδιο.

Το σχέδιο αυτό των αγορών και της ΕΕ ήταν εξαρχής να μην επιτρέψουν στο ελληνικό κράτος με κανένα τρόπο να κυρήξει μονομερώς πτώχευση.

Οι δανειστές κρατών, σ’ ολόκληρη την ιστορία των κρατικών χρεοκοπιών, ζουν με έναν βασικό εφιάλτη: την ασυλία που διαθέτει ένα κράτος λόγω της εθνικής του κυριαρχίας. Γι’ αυτό και τα κράτη είναι οι μόνοι οφειλέτες που μπορούν να αρνηθούν τις υποχρεώσεις τους, χωρίς ουσιαστικά οι δανειστές να είναι σε θέση να κάνουν τίποτε. Γι’ αυτό και από τον 19ο αιώνα αποτελεί μόνιμη προσπάθεια των διεθνών δανειστών, αφενός, να εξαναγκάσουν ένα κράτος υπό χρεωκοπία να απεμπολήσει οικιοθελώς την ασυλία του λόγω εθνικής κυριαρχίας και, αφετέρου, να μετατρέψουν τη διαφορά τους σε διακρατική υπόθεση, δηλαδή να πάψει να είναι μια σχέση ιδιώτη-κράτους και να γίνει σχέση διακανονισμού ανάμεσα σε κυρίαρχα κράτη.

Στην περίπτωση της Ελλάδας δεν υπήρχε τίποτε που να την εμπόδιζε τον Οκτώβριο του περασμένου χρόνου να επικαλεστεί την ασυλία της λόγω εθνικής κυριαρχίας και να καλέσει τους δανειστές της σε διαπραγματεύσεις για ρύθμιση του χρέους της. Μια τέτοια κίνηση μπορούσε να γίνει ακόμη και μέσα στα πλαίσια της συνθήκης της Λισαβόνας. Βέβαια στην πράξη θα την οδηγούσε σε ευθεία σύγκρουση με την ΕΕ και θα προκαλούσε σάλο στις διεθνείς αγορές, αλλά θα της έδινε τουλάχιστον τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί με τους δανειστές της.

Το σίγουρο είναι ότι μια τέτοια κίνηση δεν θα είχε χειρότερα αποτελέσματα από αυτά που βιώνει σήμερα η χώρα και ο λαός της. Με μια διαφορά. Στην περίπτωση της μονομερούς πτώχευσης της Ελλάδας, οι δανειστές – δηλαδή τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια και οι τράπεζες – θα έχαναν πολλά και το ευρώ θα δεχόταν ανεπανόρθωτα πλήγματα. Ακόμη κι αν βάζανε το λαό και τη χώρα στο γύψο, όπως έχουν κάνει τώρα, η ζημιά θα είχε γίνει.

Έτσι επινόησαν και προώθησαν ένα σχέδιο «πτώχευσης-μη πτώχευσης» της χώρας, που αργότερα ονομάστηκε επίσημα «ελεγχόμενη», ή «συντεταγμένη πτώχευση». Τι προέβλεπε το σχέδιο αυτό; Πρώτα απ’ όλα να κυρηχθεί επίσημα η χώρα σε καθεστώς αφερεγγυότητας, δηλαδή σε καθεστώς αδυναμίας προσφυγής στις αγορές υπό καθεστώς διεθνούς επιτήρησης. Με τον τρόπο αυτό η Ελλάδα θα εξαναγκαζόταν να παραιτηθεί οικιοθελώς από την ασυλία που της παρέχει η εθνική της κυριαρχία.

Πράγμα που έκανε με την αποδοχή της δανειακής σύμβασης. Κι όχι μόνο αυτό. Με αυτή την δανειακή σύμβαση, που η κυβέρνηση δεν τολμά ούτε καν να την φέρει για επικύρωση στο κοινοβούλιο, παραιτείται από κάθε δικαίωμα έναντι των δανειστών της. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση αθέτησης των όρων της σύμβασης, ολόκληρη η χώρα – δημόσια περιουσία, εθνικό έδαφος, ακόμη και η περιουσία των πολιτών της – τίθεται στη διάθεση των δανειστών. Αποδέχεται επίσης ως δίκαιο διακανονισμού των σχέσεών της με τους δανειστές, το αγγλικό και ως διαιτητικό δικαστήριο το Ευρωπαϊκό.

Επιπλέον μετατρέπει τη διαφορά της με τους ιδιώτες δανειστές της – επενδυτικά κεφάλαια και τράπεζες της ΕΕ – σε διακρατική υπόθεση και έτσι δίνει το δικαίωμα στα κράτη των δανειστών της να επέμβουν σε περίπτωση διαφοράς. Στην πράξη με την δανειακή σύμβαση η κυβέρνηση μετατρέπει μια διαφορά με ιδιώτες δανειστές της αγοράς, σε διακρατική υπόθεση. Δηλαδή αναγνωρίζει το δικαίωμα σε κράτη όπως η Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, κοκ να επέμβουν στη χώρα μας για την προστασία των συμφερόντων των δικών τους δανειστών. Πράγμα που ισοδυναμεί με μονομερή αναγνώριση εκ μέρους της χώρας μας του δικαιώματος άσκησης «πολιτικής κανονιοφόρων» σε βάρος της.

Ανάλογη δανειακή σύμβαση με τέτοιον καθαρά αποικιοκρατικό χαρακτήρα, είναι πάρα πολύ δύσκολο να βρει κανείς σε ολόκληρη την ιστορία των κρατικών χρεωκοπιών από τις αρχές του 19ου αιώνα. Δεν συγκρίνεται ούτε καν με τη διεθνή συνθήκη που επέβαλε στην Ελλάδα τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο μετά τον στημένο ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.

Όμως, η δανειακή σύμβαση δεν συνιστά απειλή μόνο με το τι προβλέπει, αλλά και με το νομικό προηγούμενο που δημιουργεί. Από τη στιγμή που στη διεθνή πρακτική ισχύει η αρχή της ισότιμης μεταχείρισης των δανειστών (pari passu), οι ρήτρες και οι προβλέψεις της δανειακής σύμβασης μπορούν να χρησιμοποιηθούν από οποιονδήποτε δανειστή της χώρας στο μέλλον. Η χώρα με το καθεστώς του μνημονίου και κυρίως της δανειακής σύμβασης είναι πλέον ανοχύρωτη απέναντι σε κάθε επιδίωξη των δανειστών της.

Τι πρέπει να γίνει;

Μήπως πρέπει να προχωρήσουμε σε αναδιάρθρωση του χρέους, όπως προτείνουν πολλοί; Τι σημαίνει όμως αναδιάρθρωση του χρέους; Με απλά λόγια σημαίνει έκδοση νέων ομολόγων που θα αντικαταστήσουν τα παλιά, είτε με «κουρεμένη» αξία, δηλαδή με μειωμένη την παλιότερη ονομαστική τους αξία, είτε με επιμήκυνση της χρονικής διάρκειας εξόφλησής τους. Αυτό φυσικά προϋποθέτει πριν απ’ όλα διαπραγμάτευση και συμφωνία με τους κατόχους ομολόγων. Πράγμα που απαιτεί επιτόκια, αποζημιώσεις και εγγυήσεις ικανές να πείσουν ακόμη και τους πιο κερδοσκόπους από τους ομολογιούχους του ελληνικού χρέους ότι τους συμφέρει μια τέτοια διευθέτηση.

Ορισμένοι λένε ότι αρκεί να τους απειλήσει η χώρα ότι θα χάσουν τα λεφτά τους για να τους καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να πετύχει ένα καλό για την ίδια αποτέλεσμα. Καταρχήν όσο η χώρα βρίσκεται υπό καθεστώς ευρώ, ΟΝΕ και ΕΕ είναι απίθανο να της επιτραπεί οποιαδήποτε μονομερής διαπραγμάτευση. Μην ξεχνάμε ότι η ΕΕ είναι αυτή που μας οδήγησε στο ΔΝΤ και μας επέβαλε το καθεστώς του μνημονίου και της δανειακής σύμβασης, ακριβώς γιατί δεν ήθελε η χώρα να έχει οποιαδήποτε διαπραγματευτική ισχύ.

Γίνεται σήμερα διαπραγμάτευση των ελληνικών ομολόγων;

Ναι. Στο παρασκήνιο και με πρωταγωνιστές το ΔΝΤ, την Κομισιόν και την ΕΚΤ. Η Ελλάδα έχει βρεθεί εγκλωβισμένη σε μια διαπραγμάτευση για το χρέος της που γίνεται ερήμην της και σε βάρος της. Το όλο ζήτημα είναι πότε, με ποιόν τρόπο και προς όφελος ποιού θα προχωρήσει η διαδικασία της ελεγχόμενης πτώχευσης για τη χώρα.

Όταν λοιπόν εμφανίζονται σήμερα ορισμένοι και προτείνουν αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα» 20%, 30% ή και 50% επί της ονομαστικής αξίας των ελληνικών ομολόγων, η πρόταση αυτή μπορεί να φαντάζει στον αφελή ως σημαντική μείωση του χρέους. Στην πραγματικότητα όμως κρύβει την προσπάθεια αφενός να αποζημιωθούν οι κάτοχοι των ομολόγων του ελληνικού χρέους για τις ζημιές που έχουν ήδη υποστεί λόγω της κρίσης. Και αφετέρου να τους εξασφαλίσει νέες καλύτερες αποδόσεις.

Οι προτάσεις αναδιάρθρωσης του χρέους δουλεύουν πάντα υπέρ του δανειστή, του κερδοσκόπου, του τοκογλύφου. Πρώτα και κύρια γιατί ισοδυναμούν με κήρυξη επίσημης πτώχευσης της χώρας. Και τι σημαίνει πτώχευση; Σημαίνει παράδοση άνευ όρων στους δανειστές. Αυτός είναι και ο λόγος που όσοι διεθνείς αναλυτές προτείνουν αναδιάρθρωση χρέους με «κούρεμα» μιλούν κατ’ ουσία για «συντεταγμένη πτώχευση». Τι είναι η «συντεταγμένη πτώχευση». Είναι μια πτώχευση που γίνεται όχι μονομερώς από την ίδια τη χώρα-οφειλέτη, αλλά σε συμφωνία με τους δανειστές της και υπό καθεστώς διεθνούς επιτήρησης και κηδεμονίας.

Επομένως, όσοι προτείνουν αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα» ή χωρίς ως εναλλακτική λύση απέναντι στο μνημόνιο, στην ουσία ζητούν να επιταχυνθούν οι διαδικασίες επίσημης πτώχευσης της χώρας υπό καθεστώς κατοχής και δήμευσης. Ιδίως αν αυτή συμβεί εντός της ευρωζώνης.

Μια ριζικά διαφορετική πολιτική που ξεκινά στη βάση των αληθινών συμφερόντων του λαού και της χώρας οφείλει να ξεκαθαρίζει ευθύς εξαρχής τα στοιχειώδη: Το χρέος δεν το δημιούργησε ο λαός, ούτε χρηματοδότησε την ανάπτυξη της χώρας. Πρόκειται για προϊόν ρεμούλας, κερδοσκοπίας και λεηλασίας της χώρας. Γιατί λοιπόν θα πρέπει ο ελληνικός λαός να το αναγνωρίσει και να το πληρώσει;

Το αίτημα της άρνησης της πληρωμής του χρέους δεν είναι ένα επαναστατικό μέτρο, αλλά ένα βαθύτατα λαϊκό και δημοκρατικό μέτρο που απαντά όχι μόνο στην αδυναμία της αποπληρωμής του σημερινού δημόσιου χρέους της χώρας, αλλά και στον χαρακτήρα αυτού του χρέους. Δηλαδή στο γεγονός ότι αποτελεί το προϊόν της οργανικής διαπλοκής ανάμεσα σε ένα διεφθαρμένο, διάτρητο, σάπιο πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης και σε διεθνείς κερδοσκόπους και τοκογλύφους.

Αυτός είναι ο λόγος που το κεντρικό ζήτημα της άρνησης της πληρωμής του χρέους δεν είναι η παύση πληρωμών και η διαπραγμάτευση ή μη, η μερική ή ολική διαγραφή του χρέους, αλλά η μη αναγνώριση του χρέους και των υποχρεώσεών του από τον λαό, ως χρέος "απεχθές", ως μοχλός κατάλυσης της κυριαρχίας της χώρας και του λαού. Πρόκειται για την μόνη καθαρή, έντιμη, δημοκρατική και εθνικά συμφέρουσα απάντηση στο καθεστώς του μνημονίου και της δανειακής σύμβασης.
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Δευτέρα, 4 Οκτωβρίου 2010
Το "θαύμα" της Αργεντινής, οι νέοι κίνδυνοι και η Ελλάδα
ΠΗΓΗ: ΑΥΓΗ

Η Αργεντινή πέρασε μια πολυετή κρίση (1998-2002), η οποία κατέληξε στη μεγαλύτερη μεταπολεμική χρεωκοπία κράτους. Από την κρίση αυτή εξήλθε θριαμβικά σχεδόν με μονομερή παύση πληρωμών, υποτίμηση του πέσο κατά 67% και δυναμική αναδιαπραγμάτευση και ακύρωση μεγάλου μέρους του χρέους της. Αποτέλεσμα: αποξενώθηκε από τις ξένες αγορές κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων της, αλλά εισήλθε σε μια δυναμική ανάπτυξη που εξάλειψε ουσιαστικά τα ελλείμματα αυτά και επέτρεψε τη μείωση των χρεών και του ποσοστού ανεργίας της.

Η κρίση της Αργεντινής μοιάζει με αυτήν της Ελλάδας και αυτός είναι ο λόγος που όχι μόνον πρέπει να παρακολουθείται στενά η πορεία της οικονομίας της, αλλά το μείγμα πολιτικής που εκείνη ακολούθησε έχει ουσιαστικά υιοθετήσει με παραλλαγές ένα μέρος της αριστεράς στη χώρα μας ως προγραμματική θέση και πρόταση για την έξοδο από την ελληνική κρίση. Έχει ενδιαφέρον, λοιπόν, να εξετάσουμε τη πορεία της στη μετά την κρίση περίοδο πριν σχολιάσουμε το «αργεντίνικο υπόδειγμα» για την Ελλάδα.

Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ν. Αμερικής αποτόλμησε τη στροφή στην οικονομική της πολιτική στα τέλη του 2002, όταν χρεωκόπησε, ενάντια στο ΔΝΤ και τη διεθνή τραπεζική κοινότητα, υπό την πίεση μιας βαθύτατης πολιτικής κρίσης και την απειλή της κοινωνικής εξέγερσης.

Με την υποτίμηση και τη χρεωκοπία του 2002 αρχικά το ΑΕΠ βυθίστηκε (-11%), ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε (26%), τα συναλλαγματικά διαθέσιμα μειώθηκαν κατά το 1/3 περίπου και το εξωτερικό και δημόσιο χρέος της υπερδιπλασιάστηκαν ως ποσοστό στο ΑΕΠ. Συγχρόνως, όμως, μειώθηκε το δημόσιο έλλειμμα και το εμπορικό έλλειμμα έγινε πλεόνασμα, με συνέπεια το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών από -1,4% του ΑΕΠ το 2001 να εκτιναχθεί στο 9% το 2002. Οι μακροοικονομικές ανισορροπίες της χώρας αρχίζουν έκτοτε να διορθώνουν θεαματικά αφού: την περίοδο 2003-2008 ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης αγγίζει το 9%, ο πληθωρισμός από 26% το 2002 πέφτει στο 4,4% το 2004 για να αυξηθεί σταδιακά τα επόμενα χρόνια στο 21,8% το 2008 και 17,7% το 2009, ενώ το πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει θετικό γύρω στο 2,5-3% του ΑΕΠ την περίοδο αυτή.

Ακόμη, το δημόσιο έλλειμμα γίνεται πλεόνασμα μέχρι το 2009, ενώ το εξωτερικό και δημόσιο χρέος συμπιέζονται δραστικά ως ποσοστό του ΑΕΠ από 153% και 91% αντίστοιχα το 2002 σε 39% κα 18% αντίστοιχα το 2010. Τέλος, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας το 2009 έχει επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα, ενώ η ανεργία έχει υποχωρήσει από 22% σε 8% περίπου και το ποσοστό ανθρωποκτονιών (με πρόθεση) έχει μειωθεί στο μισό ως αποτέλεσμα της αξιοσημείωτης βελτίωσης της κοινωνικής κατάστασης.

Η έξοδος από την κρίση είναι, λοιπόν, αξιοζήλευτη και πρωτοφανής για τα ιστορικά χρονικά. Πόσο βιώσιμη είναι όμως αυτή η πορεία της Αργεντινής και σε ποιο βαθμό μπορεί να αποτελέσει «μοντέλο» για την ελληνική κρίση;
Σημειώνουμε, πρώτον, ότι η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση λίγο έπληξε τις αναδυόμενες οικονομίες, τη Λ. Αμερική και την Αργεντινή ειδικότερα, οι οποίες, με την εξαίρεση της ύφεσης του 2009 (και όχι όλες), συνέχισαν να αναπτύσσονται δυναμικά, με τις ξένες άμεσες επενδύσεις και τα συναλλαγματικά τους διαθέσιμα να αυξάνουν.

Στην περίπτωση της Αργεντινής όμως, οι εκτιμήσεις για το 2010 και οι προβλέψεις για το 2011 μαρτυρούν μια μερική διολίσθηση των ισορροπιών της οικονομίας προς τα πίσω. Συγκεκριμένα, ο ρυθμός ανάπτυξης τη διετία 2010-2011 προβλέπεται να περιορισθεί σε 4-6%, δηλαδή περίπου στο μισό της εξαετίας 2003-2008. Επίσης, το δημόσιο έλλειμμα επιστρέφει σε -3% του ΑΕΠ, το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών περιορίζεται σε 1% του ΑΕΠ, η συναλλαγματική ισοτιμία υποχωρεί κατ’ εκτίμηση 16% μεταξύ 2009 και 2011 χωρίς όμως να αποσοβήσει τη διάβρωση της ανταγωνιστικότητας που προκαλεί η αύξηση του πληθωρισμού κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες στο 25% και ενώ το εξωτερικό δημόσιο χρέος αυξάνει κάπως σε απόλυτο και σχετικό μέγεθος.

Τι, λοιπόν, συμβαίνει; Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η οικονομία της Αργεντινής είναι μια καπιταλιστική οικονομία πλούσια σε φυσικούς πόρους η αξιοποίηση των οποίων προϋποθέτει δυναμικά αναπτυσσόμενη εξωτερική ζήτηση.

Τη ζήτηση αυτή για τα αγροτικά και βιομηχανικά της προϊόντα η Αργεντινή την είχε την τελευταία δεκαετία από την Κίνα κυρίως και τη Βραζιλία, χώρες οι οποίες εξακολουθούν να αναπτύσσονται δυναμικά, αν και με εσωτερικά προβλήματα. Η άνοδος των διεθνών τιμών των εμπορευμάτων βοήθησε επίσης σημαντικά. Εάν η παγκόσμια οικονομία δεν κατορθώσει να ανακάμψει οριστικά και πέσει σε νέα κρίση ή στασιμότητα, όπως δείχνουν τα πράγματα για το αμέσως προσεχές μέλλον, τότε ο βασικός αναπτυξιακός κινητήρας της Αργεντινής θα μπλοκάρει.

Από την άλλη, η διατήρηση των ρυθμών ανάπτυξης στα τρέχοντα ικανοποιητικά επίπεδα του 5-6% βασίζεται σε σημαντικό βαθμό πλέον και στην εγχώρια ζήτηση. Την οποία κατά ένα παράδοξο τρόπο τροφοδοτούν οι κλιμακούμενες πληθωριστικές προσδοκίες από τη νομισματική υποτίμηση, την επιστροφή στα ελλείμματα και την αύξηση του τιμάριθμου στα επίπεδα της κρίσης των αρχών της δεκαετίας.

Σε μια περίοδο διεθνούς αποπληθωρισμού, η Αργεντινή έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο πληθωρισμό στον κόσμο μετά τη Βενεζουέλα και καθώς οι καταναλωτές πιστεύουν πως φέτος θα ανέλθει στο 25% τρέχουν να αγοράσουν τηλεοράσεις, αυτοκίνητα και κατοικίες (31% πάνω οι τιμές των κατοικιών τον Ιούνιο στο Μπουένος Άιρες) για να μην χάσουν τα χρήματά τους την αξία τους και να προλάβουν να αγοράσουν φθηνότερα. Πρόκειται για μια εμφανώς νοσηρή κατάσταση που δείχνει πως η ανάπτυξη στην Αργεντινή είναι πληθωριστική και ενέχει τους κινδύνους που έχει το σπάσιμο μιας φούσκας.

Στο μεταξύ, παρά τη μεγάλη βελτίωση του χρηματοπιστωτικού προφίλ της χώρας και μια δεύτερη ρύθμιση των κρατικών χρεών, που ανέβασε το ποσοστό της αναδιάρθρωσης του παλιού χρέους στο 92%, οι ξένες αγορές κεφαλαίου παραμένουν κλειστές και τα αμερικανικά δικαστήρια όπου προσφεύγει η χώρα για να αποφύγει επιτόκια της τάξης του 101% σε ανεξόφλητα χρέη της απορρίπτουν τις εφέσεις και ενστάσεις της θεωρώντας δικαιολογημένα τα υψηλά επιτόκια.

Με τον πληθωρισμό στα ύψη και τις ξένες αγορές κεφαλαίων κλειστές (βλ. πολύ υψηλά σπρεντ), μια πιθανή νέα διεθνής ύφεση είναι ικανή να ξαναρίξει σε περιπέτειες την οικονομία της Αργεντινής.

Όσον αφορά την Ελλάδα, δεν νομίζω πως χωρούν συγκρίσεις, αφού τα χρέη μας και τα ελλείμματα είναι πολλαπλάσια της τότε Αργεντινής, δεν διαθέτουμε τον φυσικό της πλούτο και τις εξαγωγικές της αγορές, διανύουμε περίοδο διεθνούς κρίσης και όχι ανάπτυξης όπως απήλαυσε τότε η Αργεντινή, ενώ, σύμφωνα με τους εισηγητές της εξόδου από το ευρώ η πρόταση για υποτίμηση δεν υπερβαίνει το 15%. Η νύχτα με τη μέρα δηλαδή...
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Αιχμάλωτοι του ευρώ

του Κώστα Λαπαβίτσα*

Από τον Guardian της Παρασκευής, 1 Οκτωβρίου 2010

Μόνο ένας γενναίος άνθρωπος ή ένας υψηλόμισθος αξιωματούχος μπορεί να αισιοδοξεί στις μέρες μας για το μέλλον της ευρωζώνης. Η λιτότητα επεκτάθηκε και υπάρχει κίνδυνος μακρόχρονης στασιμότητας με υψηλή ανεργία σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Οι κοινωνικές εντάσεις ενισχύονται και οι τριβές μεταξύ των κρατών- μελών πιθανότατα θα κλιμακωθούν. Πρόγευση των επερχομένων γεγονότων αποτέλεσαν οι πορείες και απεργίες που οργανώθηκαν σε διάφορες πόλεις της ηπείρου την εβδομάδα που πέρασε από τα συνδικάτα.

Σε μεγάλο βαθμό, το πρόβλημα ξεκίνησε από τις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης- Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία και Ιρλανδία. Όλες μπήκαν σε ύφεση τη διετία 2008-9 καθώς ξεδιπλώθηκε η παγκόσμια κρίση και απέφυγαν μόλις και μετά βίας την καταστροφή χάρη στην παρέμβαση του κράτους. Προτού όμως ανακάμψουν επαρκώς, Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία εξαναγκάσθηκαν από την Ε.Ε. να περικόψουν τις δημόσιες δαπάνες, να μειώσουν τους δημοσίους υπαλλήλους και να φιλελευθεροποιήσουν περαιτέρω τις αγορές. Η Ιρλανδία είχε βαδίσει νωρίτερα στον ίδιο δρόμο, αν και ήταν ευθυγραμμισμένη στη γραμμή της Ε.Ε. Οι ολέθριες επιπτώσεις εκδηλώθηκαν ξεκάθαρα αυτή τη βδομάδα: η ιρλανδική οικονομία συρρικνώθηκε και το μέλλον διαγράφεται ακόμη περισσότερο δυσοίωνο, καθώς σχεδιάζονται νέες, δραστικές περικοπές για να διασωθούν οι τράπεζες.

Υπάρχει μία μέθοδος πίσω από αυτή την τρέλα, αν και απαιτεί κάποια προσπάθεια για να την ανακαλύψει κανείς. Στην ευρωζώνη κυριαρχούν λίγες χώρες του πυρήνα: Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία και Βέλγιο. Αυτές επέβαλαν το σύμφωνο σταθερότητας, το οποίο θέτει το αυθαίρετο όριο του 3% στα δημόσια ελλείμματα. Επιπλέον, επέβαλαν τη φυγή προς τον κατώτατο κοινό παρονομαστή, αναφορικά με την αγορά εργασίας. Είναι αυτές οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που στηρίζουν το ευρώ και προωθούν τις διεθνείς δραστηριότητες των μεγάλων τραπεζών και επιχειρήσεων των χωρών του πυρήνα.

Προϊόντος του χρόνου, το αποτέλεσμα υπήρξε καταστροφικό για τις περιφερειακές χώρες. Έχασαν την ανταγωνιστικότητά τους καθώς η Γερμανία συμπίεσε τους εργάτες της και κράτησε τα μεροκάματα πρακτικά παγωμένα για χρόνια. Αποτέλεσμα ήταν να συσσωρεύσει η Γερμανία μεγάλο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο προέρχεται κυρίως από τις συναλλαγές της με τις άλλες χώρες- μέλη της Ένωσης. Αντίθετα, οι περιφερειακές χώρες αντιμετωπίζουν μεγάλα ελλείμματα. Η απάντησή τους ήταν να δώσουν ώθηση στην ιδιωτική κατανάλωση και να ενθαρρύνουν τις φούσκες στην αγορά ακινήτων. Για ένα διάστημα, αυτή η τακτική φαινόταν να αποδίδει και οι ρυθμοί ανάπτυξης ήταν υψηλοί. Ωστόσο, η επιτυχία ήταν κάλπικη, κατά κύριο λόγο αποτέλεσμα της φτηνής πίστωσης. Το συνολικό χρέος των περιφερειακών χωρών αυξήθηκε κατακόρυφα.

Εν ολίγοις, η ρίζα των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ευρωζώνη βρίσκεται περισσότερο στον ιδιωτικό παρά στον δημόσιο τομέα. Αυτό μπορεί να ακούγεται αλλόκοτο, δεδομένων των πληθωρικών αναφορών στον «παραφουσκωμένο» δημόσιο τομέα των περιφερειακών κρατών, ιδιαίτερα της Ελλάδας. Στην Ισπανία, ο δημόσιος τομέας υπήρξε, στην πραγματικότητα, περισσότερο υπάκουος στη Βίβλο του Συμφώνου Σταθερότητας από ό,τι συνέβη στη Γερμανία. Ακόμη και η Ελλάδα είχε μάλλον αξιοπρεπείς επιδόσεις αναφορικά με το δημόσιο έλλειμμα την προηγούμενη δεκαετία, αν πιστέψουμε τους αριθμούς. Από το συνολικό χρέος της χώρας στο τέλος του 2009, το 58% αφορούσε στον ιδιωτικό τομέα και μόνο το 42% στον δημόσιο.

Οι κατ’ εξοχήν ωφελημένοι από την έκρηξη του χρέους ήταν οι τράπεζες τόσο των πυρηνικών όσο και των περιφερειακών κρατών. Πραγματικά, οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες συμπεριφέρθηκαν με εξαιρετικά ανόητο τρόπο συνεχίζοντας να δανείζουν τις περιφερειακές χώρες, ακόμη και το 2009. Ωστόσο, η κρίση μεγάλωσε τα ελλείμματα των περιφερειακών χωρών και οι τράπεζες του πυρήνα τελικά συνειδητοποίησαν ότι απειλούνταν να τιμωρηθούν για την κραιπάλη τους. Κρατούσαν μεγάλο μέρος του χρέους της περιφέρειας, ενώ την ίδια στιγμή αντιμετώπιζαν προβλήματα ρευστότητας, με το ευρώ να πέφτει ως προς το δολάριο. Την περασμένη άνοιξη, οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονταν στο χείλος μιας μείζονος κρίσης.

Τα μέτρα λιτότητας είναι μέρος του σχεδίου για την εκ νέου διάσωση των τραπεζών. Οι κυβερνήσεις σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης υποκύπτουν στη συμμαχία των τραπεζών με τους μεγάλους κατόχους του δημόσιου χρέους, που αγωνιούν να αποφύγουν την τιμωρία για την ανόητη δανειακή πολιτική τους. Μεγάλα ποσά τέθηκαν στη διάθεση της Ελλάδας και άλλων χωρών με τελικό στόχο την προστασία των τραπεζών του πυρήνα. Το τίμημα ήταν η λιτότητα σε όλη την περιοχή, σε μια γυμνή προσπάθεια μετατόπισης του κόστους της κρίσης στους φορολογούμενους και τους δημοσίους υπαλλήλους. Στο μεταξύ, η ευρωζώνη γίνεται ολοένα και πιο ανελαστική, εισάγοντας αυστηρές ποινές για τους κατά συρροήν «παραβάτες» που υπερβαίνουν το όριο του 3% αναφορικά με το δημοσιονομικό έλλειμμα.

Αλλά η λιτότητα είναι απίθανο να αποδώσει, ακόμη και με τους δικούς της όρους. Οι ιδιωτικές επενδύσεις παραμένουν υποτονικές και η κατανάλωση ασθενική. Η πίστωση είναι δύσκολη και ακριβή, ενώ οι εξαγωγές δεν μπορούν να αποτελέσουν λύση καθώς η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνεται. Η λιτότητα σημαίνει πιθανότητα στασιμότητα, κάτι που κάνει το ενδεχόμενο χρεωκοπίας μιας ή περισσότερων χωρών της περιφέρειας ακόμη περισσότερο πιθανό. Οι αγορές έχουν πλήρη επίγνωση του κινδύνου, γι αυτό και τα επιτόκια δανεισμού Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ελλάδας έφτασαν σε επίπεδα- ρεκόρ τον Σεπτέμβριο.

Η ευρωζώνη εξελίσσεται σε παγίδα για τις περιφερειακές χώρες. Συνθλίβονται από το χρέος, αδυνατούν να ανταγωνιστούν τον πυρήνα, ασφυκτιούν με τη λιτότητα και αντιμετωπίζουν την προοπτική μακρόχρονης στασιμότητας. Η στάση πληρωμών και η επανεκτίμηση της σκοπιμότητας συμμετοχής στην ευρωζώνη δεν ανήκουν πλέον στη σφαίρα του αδιανόητου. Αλλά για να έχει αποτέλεσμα μια τέτοια κατεύθυνση χρειάζεται να διαρραγεί η πολιτική ισχύς της συμμαχίας των τραπεζιτών και των δανειστών. Απαιτείται κοινωνική αλλαγή προς όφελος των εργαζόμενων ανθρώπων που διαδήλωσαν αυτή την εβδομάδα και οι οποίοι εκπροσωπούν την πηγή της μελλοντικής ευημερίας. Μόνο τότε θα γίνει δυνατή η χάραξη μιας οικονομικής πολιτικής που θα δημιουργεί ανάπτυξη και απασχόληση.

*Ο Κώστας Λαπαβίτσας είναι οικονομολόγος, καθηγητής του πανεπιστημίου του Λονδίνου.
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Το γουάν ανάβει φωτιές

ΠΗΓΗ: Το ΒΗΜΑ


Η «μάχη του συναλλάγματος» ίσως να έχει μόλις αρχίσει. Η Κίνα επιμένει παρά τις ισχυρές πιέσεις που δέχεται από Ευρώπη και Αμερική ότι μια πιθανή υποτίμηση του εθνικού της νομίσματος θα ήταν καταστρεπτική όχι μόνο για την εγχώρια οικονομία, αλλά και για το σύνολο των χωρών του πλανήτη. Ο υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών Τίμοθι Γκάιτνερ τόνισε την Τετάρτη ότι η στάση της κινεζικής ηγεσίας εγκυμονεί μια «επικίνδυνη δυναμική» για την παγκόσμια ανάπτυξη. Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και η οικονομική ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) κατά τη συνάντησή της με τον κινέζο πρωθυπουργό Γουέν Ζιαμπάο στις Βρυξέλλες.

Η απάντηση του κινέζου ηγέτη ήταν σαφής:

«Σταματήστε να πιέζετε την Κίνα για να υποτιμήσει το γουάν». Διότι όπως τόνισε κάτι τέτοιο « θα οδηγούσε πολλές κινεζικές επιχειρήσεις στη χρεοκοπία, θα πυροδοτούσε κοινωνική αναταραχή» και τελικά «θα οδηγούσε σε μια κρίση που δεν θα συνέφερε κανέναν στον κόσμο».


«Η Ευρώπη δεν πρέπει να συμμετέχει στη χορωδία » της πίεσης για την υποτίμηση του γουάν, δήλωσε ο κινέζος πρωθυπουργός προσερχόμενος σε σύσκεψη επιχειρηματιών που προηγήθηκε της Συνόδου Κορυφής ΕΕ- Κίνας που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη στις Βρυξέλλες. Αλλωστε, επισήμανε ο κινέζος ηγέτης, η Κίνα έχει ήδη προχωρήσει σε μια ισχνή έστω ανατίμηση του γουάν έναντι του δολαρίου κατά 2% από τον περασμένο Ιούνιο. Αυτή ήταν η απάντησή της στις αυξανόμενες πιέσεις ότι με το φτηνό νόμισμα η Κίνα δημιουργεί μια ασπίδα προστασίας της δικής της οικονομίας την ίδια στιγμή που οι υπόλοιπες οικονομίες προσπαθούν να ανακάμψουν.



«Αυτό που παρακολουθούμε να παίζεται στη διεθνή οικονομική σκηνή είναι ένα παιχνίδι στρατηγικής των άκρων » εκτιμά ο οικονομολόγος της Αction Εconomics Ντέιβιντ Κοέν. «Υποθέτω ότι στο τέλος οι Κινέζοι θα είναι αυτοί που θα υποχωρήσουν και θα συμβιβαστούν με μια σταδιακή υποτίμηση του νομίσματός τους » προσέθεσε ο αμερικανός οικονομολόγος μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο Βloomberg.


Ο λόγος για τον οποίο θεωρείται «μη αποδεκτή» η διατήρηση του κινεζικού νομίσματος σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα έναντι των άλλων νομισμάτων είναι ότι αυτή η ισοτιμία καθιστά ιδιαίτερα ελκυστικά τα κινεζικά προϊόντα σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά και τα αμερικανικά. Είναι ενδεικτικό ότι το εμπορικό έλλειμμα των 16 χωρών-μελών της ευρωζώνης έναντι της Κίνας διευρύνθηκε κατά 6,7% το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους αγγίζοντας τα 48,1 δισ. ευρώ. Ακόμα μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα για την αμερικανική οικονομία, καθώς το εμπορικό ισοζύγιο ΗΠΑ- Κίνας (για το α´ εξάμηνο του 2010) διευρύνθηκε προς όφελος των Κινέζων κατά 16% και αντιστοίχως το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ ξεπέρασε τα 119 δισ. δολάρια. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι οι εξαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων παρουσιάζουν αύξηση άνω του 40% το προαναφερθέν διάστημα.

Αυτό σημαίνει ότι το εμπορικό ισοζύγιο Ευρώπης- Κίνας θα μπορούσε να είναι ακόμα πιο θετικό για τους ευρωπαίους παραγωγούς αν η Κίνα συναινούσε να ανατιμήσει το νόμισμά της.

Βέβαια ακριβώς το ίδιο στατιστικό στοιχείο χρησιμοποίησε ο Γουέν Ζιαμπάο προκειμένου να επισημάνει ότι η ευρωπαϊκή οικονομία μπορεί να εξάγει τα προϊόντα της ακόμα και με ακριβό ευρώ. Το ευρωπαϊκό νόμισμα καταγράφει σταθερά ανοδική πορεία έναντι όλων των βασικών νομισμάτων. Ενδεικτικά, σημειώνεται άνοδος κατά 16% έναντι του δολαρίου, κατά 14% έναντι του γουάν και κατά 6% έναντι του ιαπωνικού γεν. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν-Κλοντ Τρισέ δήλωσε ότι η στάση της Κίνας ως προς τις συναλλαγματικές ισοτιμίες « δεν είναι ακριβώς αυτή που περιμένει η Ευρώπη ». Αλλωστε, όπως σημειώνουν πρόσφατες έρευνες του γερμανικού ινστιτούτου στατιστικής Ιfo, αλλά και της γαλλικής στατιστικής υπηρεσίας Ιnsee, το β´ εξάμηνο αναμένεται κάμψη των ευρωπαϊκών εξαγωγών. Οι ευρωπαϊκές στατιστικές υπηρεσίες εκτιμούν ότι η ανάπτυξη στην ευρωζώνη θα υποχωρήσει στο 0,4% το γ´ τρίμηνο και στο 0,3% το δ´ τρίμηνο του έτους (από το 1% του α´ τριμήνου του 2010). Αντιστοίχως, υποχώρηση αναμένεται και στην ιδιωτική κατανάλωση λόγω της μείωσης των εξαγωγών.


«Αν το ευρώ συνεχίσει να φέρει ένα δυσανάλογο (προς την ευρωπαϊκή οικονομία) βάρος στις διεθνείς νομισματικές ισοτιμίες τότε η ανάκαμψη των οικονομιών της ζώνης του ευρώ θα είναι αδύναμη» προειδοποιεί ο ευρωπαίος επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της ΕΕ κ. Ολι Ρεν.


Ο επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Ντομινίκ Στρος-Καν επισημαίνει σε χθεσινή συνέντευξή του στον γαλλικό «Le Μonde» ότι λαμβάνει «πολύ σοβαρά υπόψη την απειλή ενός πολέμου των νομισμάτων, ακόμα και σε λανθάνουσα μορφή». Αλλωστε και η Ιαπωνία παρενέβη προκειμένου να διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα το γεν, αλλά και η Βραζιλία έλαβε μέτρα ώστε να αποφύγει τη μαζική είσοδο κεφαλαίων από το εξωτερικό που θα είχαν ως αποτέλεσμα την άνοδο του ρεάλ. Ο υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας Γκίντο Μαντέγκα το είπε ξεκάθαρα κατά την πρόσφατη σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσιγκτον: « Εχει ήδη ξεκινήσει ένας παγκόσμιος συναλλαγματικός πόλεμος».
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Οι εξελίξεις στο διεθνές μέτωπο


ΠΗΓΗ: Techie Chan

Για αρχή έχουμε έναν ρούμπο στην πλευρά ΤΙΝΑ (There Is No Alternative), αυτή τη φορά για τη Λετονία. Ο,τι και να λέει το άρθρο, το ζήτημα είναι πως οι νεοφιλελεύθεροι φεουδάρχες κέρδισαν και οι Λετονοί θα μάθουν με ακόμα καλύτερο τρόπο τι θα πει αναπροσαρμογή (η λετονία είναι ήδη στο -20% όσον αφορά το ΑΕΠ). Ήδη μεγάλο μέρος της χώρας είναι υποθηκευμένο σε σουηδικές (κυρίως) τράπεζες. Και τα δάνεια της ΕΕ πηγαίνουν στις ευρωπαϊκές τράπεζες απαγορεύεται να κατευθυνθούν προς την ενίσχυση των εξαγωγών (γιατί λέει είναι παράνομες επιδοτήσεις

Δεύτερος ρούμπος για την Ισλανδία.

Γι’ αυτή τη μικρή χώρα σας υπόσχομαι μια καλύτερη εικόνα μέσα στον επόμενο μήνα, για αρχή κρατήστε πως παρά τις σαρωτικές αλλαγές στις εκλογές, η κυβέρνηση συνεργασίας σοσιαλδημοκρατών και πράσινων λειτουργεί σε μια λογική business (allmost) as usual. Ήδη προχώρησαν στην πώληση μια εταιρίας ηλεκτρικής ενέργειας σε καναδικά συμφέροντα (ο ηλεκτρισμός στην ισλανδία λόγω των γεωθερμικών πηγών είναι φθηνός και εν πολλοίς κρατικά ελεγχόμενος). Ήδη ξεκίνησαν να βρίσκουν αποδιοπομπαίους τράγους στο πρόσωπο του πρώην πρωθυπουργού, μήπως και ξεπλυθεί και το υπόλοιπο μαγαζί από την οργή του κόσμου. Όμως σε μια τόσο μικρή χώρα (300.000 κάτοικοι) , οι περισσότεροι υπεύθυνοι για την κρίση, συνεχίζουν να βρίσκονται στις θέσεις τους.

Τρίτος ΤΙΝΑ ρούμπος για τη Βρετανία (που κατέχει και το copyright). Δεν πέρασε ούτε ένα εξάμηνο από τις εκλογές και το κόμμα των φιλελευθέρων που συγκέντρωσε όλη τη δυσαρέσκεια του κόσμου εναντίων τόσο των συντηρητικών όσο και των νέων εργατικών, άρχισε ήδη να χορεύει τσάμικο.

Οι φιλελεύθεροι στη Βρετανία είναι πιο παραδοσιακά φιλελεύθεροι και δεν έχουν μεγάλη σχέση με απολειφάδια νεοφιλελεύθερων φεουδαρχών που ξεπηδούν από εδώ κι από κει στην Ευρώπη.

Είναι υπέρ του κοινωνικού κράτους κλπ κλπ. Στη θεωρία φυσικά. Διότι αντί η συμμαχία συντηρητικών και φιλελευθέρων να οδηγήσει σε έναν μετριασμό του κόμματος που εισήγαγε τον θατσερισμό στην Ευρώπη, οι φιλελεύθεροι του Nick Clegg έχουν μπει σε μια λογική περιορισμού των (κοινωνικών) δαπανών και διατήρησης των προνομίων του City. Δηλαδή της ίδιας φεουδαρχικής αριστοκρατίας που όλοι γνωρίζουμε, καθώς το City ιστορικά ήταν ο τόπος που μαζεύονταν όλοι οι ελαφρά πιο ευφυείς αριστοκράτες για να κάνουν μπίζνες. Όταν λοιπόν ένας αριστοκράτης πούλαγε μέρος της περιουσίας του σε γη για να ασχοληθεί με το εμπόριο και τις επιχειρήσεις, δεν ρίσκαρε προσθεού τα χρήματά του. Τα τοποθετούσε σε εξασφαλισμένα επικερδείς θέσεις.

Κοιτάξτε λοιπόν ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Πολιτικός, φίλος μιας κοινωνίας που διψάει για αλλαγή, με καθαρό πρόσωπο, αγαπημένος των ΜΜΕ και του κόσμου, αδιάφθορος από τον νεο-φιλελευθερισμό, σαρώνει τις εκλογές για να πάρει γρήγορα τη θέση του στο κατεστημένο. Η δημοκρατία επιτέλεσε για μια ακόμα φορά το καθήκον της. Ομπάμα, Κλέγκ, ΓΑΠ (σοσιαλισμός η βαρβαρότητα baby) και σε μικρότερο βαθμό η Johanna της Ισλανδίας (οι Ισλανδοί δεν έχουν πραγματικά επίθετα).

Με τέτοιο καρέ, οι ελπίδες μου πως ο αδερφός Miliband που ανέλαβε την αρχηγία των (νεο)-εργατικών στη Βρετανία θα ακολουθήσει τον δρόμο των προηγούμενων είναι μεγάλες.

Οικονομικές.

Ο κύκλος της ζωής των δολαρίων.

Λοιπόν, αυτός ο υπουργός οικονομικών της βραζιλίας είναι πολύ ζαβολιάρης. Ο κ.Mantega μου έκλεψε τη δόξα με το να δηλώσει επίσημα πρώτος πως έχει αρχίσει ένας παγκόσμιος νομισματικός πόλεμος. Με αυτό δεν εννοεί τους αμερικάνους που προσπαθούν να σκίσουν το ευρώ (άλλωστε οι ευρωπαίοι έχουν αποδείξει πως μπορούν να κάνουν τη δουλειά από μόνοι τους). Εννοεί πως καθώς η κρίση βαθαίνει και η ανάκαμψη δεν λέει να έρθει (εκτός εαν πιστεύετε τις διάφορες μαζορέτες με τα πον πον τους), οι κυβερνήσεις γίνονται ανυπόμονες. Και καθώς το δόγμα της παγκοσμιοποίησης έχει κάτσει για τα καλά στο σβέρκο όλων, δεν μπορούν ούτε να βάλουν δασμούς, ούτε να επιδοτήσουν υπερβολικά τις επιχειρήσεις τους. Μπορούν όμως να υποτιμήσουν το νόμισμά τους και με αυτόν τον τρόπο να γίνουν αυτομάτως πιο ανταγωνιστικοί σε σχέση με τους γείτονες.

Οι πρώτοι που τον ξεκίνησαν αυτόν τον χορό ήταν οι Ελβετοί πριν 4-5 μήνες. Βλέπετε καθώς διάφοροι πλούσιοι ευρωπαίοι άρχισαν να φοβούνται πως το ευρώ μπορεί κάποια στιγμή να καταρρεύσει, άρχισαν να μεταφέρουν κάποια από τα χρήματά τους σε ελβετικές τράπεζες και σε ελβετικό νόμισμα. Αυτό οδήγησε σε μια κατακόρυφη αύξηση του φράγκου και η ελβετική κεντρική τράπεζα άρχισε να πουλάει ελβετικά φράγκα προκειμένου να διατηρήσει μια ομαλότητα στην ισοτιμία ευρώ/φράγκου.

Στη συνέχεια (και εννοούμε τις αρχές του καλοκαιριού) οι πάντες κατάλαβαν πως οι αμερικάνοι θα προχωρήσουν σύντομα σε περαιτέρω αγορές αμερικάνικων ομολόγων από την κεντρική τράπεζα (θα το ακούτε με τον σέξυ όρο Quantitive Easing 2). Αυτό ισοδυναμεί με τύπωμα χρήματος λίγο πολύ και μαντέψτε σε ποιανών τα χέρια πηγαίνει? Καλά το καταλάβατε, των τραπεζιτών και της wall street. Και αυτή η διαπίστωση, οδήγησε του πάντες να πουλήσουν το δολάριο. Με λίγα λόγια το δολάριο υποτιμήθηκε σε σχέση με τα άλλα νομίσματα, κι αυτό οι Ιάπωνες αποφάσισαν να μην το αφήσουν ατιμώρητο. Έτσι άρχισαν κι αυτοί να πουλάνε γιέν προκειμένου να κρατήσουν τις εξαγωγές τους` ανταγωνιστικές.

Χουντίνι (από το χούντα)


Προσέξτε όμως τι γίνεται τώρα μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ. Οι φεουδάρχες που είδαν τις γούνες τους να καίγονται από την κρίση του 2007-08, ρέφαραν με τα χρήματα που τους έδωσε το κράτος μέσω του QE1, μέσω δηλαδή αυτού του έμμεσου τυπώματος. Αυτά τα χρήματα φούσκωσαν το χρηματιστήριο αρχικά (που σταθεροποιήθηκε αντί να καταρρεύσει) και έδωσαν κέρδη στις μεγάλες επιχειρήσεις. Μη φανταστείτε πραγματικά κέρδη, μιλάμε μόνο για μάρκες στο καζίνο αυτή τη στιγμή. Τώρα που όλοι στις ΗΠΑ περιμένουν τις νέες διευκολύνσεις και το νέο “τύπωμα” (QE2), αντί να περιμένουν, παίρνουν όλα τα χρήματα που “κέρδισαν” πέρσι και τα βγάζουν εκτός ΗΠΑ, “επενδύοντας” στο εξωτερικό, σε οικονομίες που θεωρούνται ακόμα υγιείς.

Ήδη το βραζιλιάνικο ρεάλ έχει ανατιμηθεί από το ζεστό χρήμα που εισέρχεται στη χώρα και έκανε τον υπουργό οικονομικών να γκρινιάζει. Το ίδιο συμβαίνει και με το Ταιλανδικό Μπάχτ (ναι αυτό που ξεκίνησε την κρίση του 1997) που έχει ανατιμηθεί ήδη 11% από τις αρχές του χρόνου σε σχέση με το δολάριο.

Την ίδια γκρίνια ακούμε και από τις αρχές της Κορέας, της Σιγκαπούρης και της Κολομβίας.

Μα λεφτά τους δίνουνε, θα μου πείτε, γιατί παραπονιούνται. Δεν βλέπουν τον ΓΑΠ που θέλει απεγνωσμένα ξένες “επενδύσεις”? Λοιπόν δώστε βάση στο κόλπο. Τα λεφτά για τα οποία μιλάμε εδώ, δεν είναι ακριβώς ίδια με αυτά που βγάζετε εσείς κι εγώ από τις δουλειές μας. Μοιάζουν το ίδιο, μυρίζουν το ίδιο και έχουν την ίδια αξία. Μόνο που αυτά τα χρήματα δημιουργήθηκαν από ένα λογιστικό τρύκ που έκανε η αμερικάνικη FED αγοράζοντας αμερικάνικα ομόλογα και τοξικά δάνεια από τις τράπεζες.

Με λίγα λόγια οι αμερικάνοι φεουδάρχες πάνε να “επενδύσουν” σε όλες αυτές τις χώρες με χρήματα του “αέρα”. Τα οποία μπαίνουν στην τοπική οικονομία, αγοράζουν ακίνητα, μετοχές και άλλα assets και περιμένουν την ανατίμησή τους (ή την υποτίμηση του δολαρίου λόγω του QE2). Όμως η ίδια η εισαγωγή αυτού του ζεστού αέρα, δημιουργεί από μόνη της πίεση και στρεβλώσεις στις τιμές της ντόπιας αγοράς. Διότι τα σπίτια δεν τα θέλει κανείς για να ζήσει, τα θέλει μόνο για όσο διάστημα κρατά η νέα υποτίμηση του δολαρίου. Και φυσικά ούτε λόγος για τη δημιουργία παραγωγικών υποδομών.

Το ζεστό χρήμα πρέπει να είναι έτοιμο να φύγει με την πρώτη ευκαιρία και το μόνο που το απασχολεί είναι η εκμετάλλευση των ήδη υπαρχουσών υποδομών (άρα ιδιωτικοποιήσεις).
Για να καταλάβουμε τη διαφορά του “αέρα”, σκεφτείτε πως εγώ (ένας Ταϊλανδός μεσοαστός) έχω 50.000 ευρώ στην τράπεζα από τη δουλειά μου.

Κι εσείς (ένας φτωχομπινές αμερικάνος με MBA) δεν έχετε παρά 10.000 ευρώ. Εγώ πάω στην τράπεζα και ζητάω δάνειο και η τράπεζα μου λέει πως μπορεί να μου δώσει άλλα 100.000 ευρώ. Αυτό το ονομάζουμε μόχλευση 2 προς 1. Έτσι εγώ βγαίνω στην πιάτσα και πάω να πάρω το σπίτι που αξίζει 150.000 ευρώ. Εσείς όμως επειδή έχετε έναν φίλο στην τράπεζα (ας τον ονομάσουμε τυχαία Μπερνάνκι), σας προσφέρει μεγαλύτερο δάνειο ύψους 200.000 ευρώ και έτσι έχετε μεγαλύτερη μόχλευση 20 προς 1. Κι έτσι εσείς με τα 210.000 ευρώ στην τσέπη πάτε και μου κλέβετε το σπιτάκι μου.

Κι όλο αυτό το παιχνίδι υπερβάλλουσας ρευστότητας γίνεται την ίδια στιγμή που πάνω από 50εκ αμερικάνοι ζούνε με επιδόματα πρόνοιας (κι όταν λέμε πρόνοια μη φανταστείτε τη σουηδία), ενώ πάνω από 30% των στεγαστικών δανείων είναι αρνητικά (το δάνειο είναι μεγαλύτερο της αξίας του σπιτιού, κάτι που ονομάζεται και underwater). Ελπίζω να καταλαβαίνετε τι εννοώ πως πάμε ολοταχώς για φεουδαρχοποίηση?

Και ο νέος πληθωρισμός.


Τώρα σε περίπτωση που δεν μπερδευτήκατε αρκετά σας έχω και συνέχεια. Όλη αυτή η “υπερβάλλουσα ρευστότητα” που βρίσκεται σε χέρια ελαχίστων, δεν πηγαίνει μόνο σε αγορές σπιτιών στο Ρίο και την Μπανγκοκ. Πηγαίνει και σε διάφορα άλλα assets τα οποία περιμένουμε να “ανατιμηθούν”. Δηλαδή τα commodities. Δώστε λίγο βάση (είναι ειδήσεις σεπτεμβρίου όλες αυτές).

“Οι τιμές του γάλακτος που προορίζεται για τυρί αυξήθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο της διετίας”

“Οι τιμές του τυριού είναι ήδη 22% υψηλότερες από τα τέλη Ιούνη”

“Οι τιμές του χαλκού αυξήθηκαν ήδη 22% σε σχέση με πέρσι”

“Οι τιμές του βαμβακιού αυξήθηκαν στο υψηλότερο σημείο από το 1995”

“Οι τιμές του βαμβακιού στις ΗΠΑ ξεπέρασαν το 1 δολάριο/pound, τιμή που έχουμε να δούμε από τον Αμερικάνικο εμφύλιο”

“Οι τιμές των σιτηρών είναι ήδη 35% υψηλότερες από πέρσι”

“Οι τιμές του καφέ βρέθηκαν στο υψηλότερο σημείο της 12ετίας”

“Οι τιμές του χρυσού έφτασαν στο υψηλότερο επίπεδο της προηγούμενης 30ετίας”

Νομίζω πως βλέπουμε όλοι που κατευθύνεται το “φρεσκοτυπωμένο” χρήμα της νέας αριστοκρατίας. Διότι μην ξεγελιέστε από τις διάφορες ειδήσεις περί φυσικών καταστροφών και “ελλείψεων” σε διάφορα αγαθά. Όλες οι παραπάνω τιμές δεν έχουν καμία σχέση με την προσφορά και τη ζήτηση των πραγματικών προϊόντων. Έχουν να κάνουν με την προσφορά και τη ζήτηση χρηματο-οικονομικών παραγώγων των παραπάνω αγαθών. Κανείς δεν θέλει 50 τόνους σιτάρι έξω από την πόρτα του. Θέλει όμως να κερδίσει από την αναμενόμενη μείωση των τιμών του δολαρίου σε σχέση με το σιτάρι και γιαυτό αγοράζει παράγωγα σιταριού.

Άρα το νέο χρήμα, κάποια στιγμή θα βρει διέξοδο προς την αγορά, αλλά όχι με το αποτέλεσμα που αναμένει η κ.Γκρουγκμαν. Ο όποιος πληθωρισμός δεν θα δημιουργηθεί από τους καταναλωτές που με νέα χρήματα στην τσέπη, αγοράζουν περισσότερα αγαθά. Θα δημιουργηθεί από το χρηματιστηριακό παιχνίδι της νέας αριστοκρατίας που θα κάνει ακόμα πιο φτωχούς τους άνεργους ή εργαζόμενους καταναλωτές (που δεν έχουν πρόσβαση σε αυτό τον αέρα). Με λίγα λόγια έχουμε μια διπλή πίεση που τη βλέπουμε πολύ ξεκάθαρα στην ελλάδα. Από τη μία οι άνθρωποι χάνουν τις δουλειές τους ή δέχονται να δουλέψουν με μειωμένους μισθούς, και από την άλλη ένας σταθερά υψηλός πληθωρισμός κάνει τους πάντες πιο φτωχούς.

Η πολιτική του Κέυνς μας εξήγησε πως υπάρχει καλός πληθωρισμός. Ο ΑΓΠ τον εισήγαγε στον ελλαδικό χώρο. Αλλά αυτό που θα βιώσουμε θα είναι το άλλο είδος, ο κακός πληθωρισμός που έρχεται από έξω και από πάνω και δεν περνάει πρώτα από έναν πληθωρισμό στις τσέπες των καταναλωτών (μέσω αυξήσεων). Οι αυξήσεις έρχονται στις τσέπες της χρηματο-οικονομικής φεουδαρχίας. Γιαυτό και οι VW και Fiat, ανακοίνωσαν αύξηση στη ζήτηση των πολύ ακριβών αυτοκινήτων τους (Buggatti και Ferrari αντίστοιχα).

The end game.

Πόσο θα κρατήσει αυτή η παράνοια? Σιγά μην ήξερα. Αυτό που μπορώ να σας πω, είναι πως βλέπουμε ολοένα και πιο γρήγορους κύκλους και ολοένα πιο σπασμωδικές κινήσεις χωρίς καμία λογική.

Θα σκάσει όλο αυτό σ’ένα μπαμ υπερπληθωρισμού (δηλαδή άρση της εμπιστοσύνης του κόσμου στην αξία του νομίσματος)? Εξαρτάται από το εάν οι κεντρικές τράπεζες -μέσα σε αυτή την παράνοια- θα χρησιμοποιήσουν το φρένο των επιτοκίων. Θα πόνταρες ότι οι Γερμανοί θα το χρησιμοποιήσουν, αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Εάν ένα νόμισμα αυξήσει τα επιτόκιά του για να συγκρατήσει την πτώση του, αυτομάτως θα αρχίσει να ανατιμάται σε σχέση με τα υπόλοιπα νομίσματα (ή εάν θέλετε τα υπόλοιπα νομίσματα θα συνεχίσουν να πέφτουν). Αυτό θα καταστρέψει ταυτόχρονα τις εξαγωγές του κράτους με τα ψηλά επιτόκια, την ίδια στιγμή που θα πλημμυρίσει η αγορά του με “φθηνά” εισαγόμενα προϊόντα. Αν το δεχθεί αυτό χωρίς να βάλει δασμούς στις εισαγωγές, αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσει τον δρόμο της Αργεντινής καταστρέφοντας τη βιομηχανική του βάση.

Κι αν οι γερμανοί αγαπάνε τη σταθερότητα, αγαπάνε και τις βιομηχανίες τους.
Είναι πιθανή μια νέα συμφωνία τύπου Plaza Accord?

Η συμφωνία αυτή οδήγησε στην ανατίμηση του γιέν και στην καταστροφή της Ιαπωνικής οικονομίας 6 χρόνια αργότερα από το σκάσιμο της φούσκας που δημιούργησε αυτή η ανατίμηση. Ιδανικά οι μισοί φεουδάρχες αμερικάνοι θα ήθελαν μια τέτοια συμφωνία με την Κίνα, αλλά υπάρχουν τα εξής προβλήματα.

Πρώτον οι Κινέζοι βλέποντας τι έπαθαν οι Ιάπωνες δεν είναι έτοιμοι να θυσιαστούν. Ειδικά εάν σκεφτούμε πως οι Ιάπωνες είχαν ήδη ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο τη στιγμή της συμφωνίας και επιπλέον ήταν προτεκτοράτο των ΗΠΑ, κάτι που δεν μπορούμε να ισχυριστούμε για τους Κινέζους. Δεύτερον, υπάρχει μια πολύ μεγάλη μερίδα αμερικάνων φεουδαρχών που διαθέτουν εργοστάσια στην Κίνα και κερδίζουν από τη σημερινή κατάσταση. Άρα το μπλόκ δεν είναι τόσο μονοκόμματο όσο στην περίπτωση του Plaza Accord. Τρίτον, ακόμα κι αν οι Κινέζοι αποφασίσουν να χορέψουν το χωρό του Ζαλόγγου, τα προβλήματα της αμερικής δεν θα λυθούν. Απόδειξη.

Όταν οι Αμερικάνοι επέβαλαν δασμούς στα κινέζικα ελαστικά προκειμένου να βοηθήσουν υποτίθεται τα ντόπια εργοστάσια, μαντέψτε τι συνέβη. Το μερίδιο των “κινέζικων” εισαγωγών μειώθηκε από 45% του συνόλου σε 24%, την ίδια στιγμή που οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 21%.

Με λίγα λόγια οι πολυεθνικές εταιρίες ελαστικών έκαναν μια μικρή αλλαξοκωλιά. Εισήγαγαν ελαστικά από χώρες που δεν επηρεάζονταν από τους δασμούς και έστρεψαν την κινέζικη παραγωγή σε χώρες που δεν είχαν δασμούς κατά της Κίνας. Αυτό μας δείχνει πως όλο το τρίξιμο των δοντιών του Ομπάμα έχει να κάνει με τις εκλογές του Νοέμβρη και την κινεζοφοβία (όπως πριν το plaza accord υπήρχε ιαπωνοφοβία) και όχι με κάποια πραγματική αλλαγή πολιτικής.

Δηλαδή είναι πιθανό να επιστρέψουμε σε καθεστώς εμπορικού προστατευτισμού και δασμών? Ναι, είναι πάρα πολύ πιθανό, αλλά κι αυτό εξαρτάται από τον βαθμό διεθνοποίησης της κάθε φεουδαρχικής ελίτ. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα είναι εξαιρετικά απίθανο να δούμε την ελίτ να επιθυμεί δασμούς, τη στιγμή που έχει μεταφέρει όλη την παραγωγική δραστηριότητα της χώρας έξω από τη χώρα. Έτσι θα προσπαθήσει να κρατήσει το υπάρχον καθεστώς όσο περισσότερο είναι δυνατό.

Η Γερμανία, η Γαλλία και η Σουηδία από την άλλη, είναι χώρες όπου οι βιομηχανίες τους βρίσκονται κυρίως μέσα στα όρια του κράτους. Μέσα στην επιθυμία τους (εάν υφίσταται ακόμα) να προστατεύσουν τον (παραγωγικό) πλούτο τους, είναι πολύ πιο πιθανό να επιβάλουν γενικούς δασμούς εάν δουν το πράγμα να ξεφεύγει πολύ.

Άρα δεν έχει βάση η πρόταση των υπέρμαχων της εξόδου από το ευρώ? Φυσικά και έχει, αλλά εδώ βρίσκεται το παράδοξο και (τραγικά) αστείο της υπόθεσης. Η Ελλάδα είναι μια ανοιχτή οικονομία που μοιάζει περισσότερο με τις ΗΠΑ, παρά με τη Γερμανία και τη Σουηδία. Δεν διαθέτει καμία ιδιαίτερη παραγωγή και βασίζεται στις εισαγωγές από τη μία και στον τουρισμό από την άλλη. Τα κέρδη λοιπόν που θα είχε από έναν απομονωτικό προστατευτισμό (σαν κι αυτόν που προτείνουν οι υπέρμαχοι της εξόδου από το ευρώ), θα ήταν μάλλον αρνητικά, μέχρι τουλάχιστον να αναπτύξει μια κάποια παραγωγική δυνατότητα. Όμως αυτό το κρίσιμο μεσοδιάστημα μέχρι να δημιουργηθεί η εσωτερική αυτάρκεια θα είναι τόσο σκληρό, που οι περισσότεροι και ικανότεροι κάτοικοι θα μετανάστευαν προς το εξωτερικό (αναζητώντας μια καλύτερη ζωή). Κι αυτή η μετανάστευση θα φτωχύνει τη χώρα από εκείνο το εργατικό δυναμικό που θα ήταν πιο απαραίτητο. Εκτός εάν τους απαγορεύσεις την έξοδο, κάτι που θα σε κάνει να παραδεχθείς πως θα είσαι μία ακόμα μπανάλ δικτατορία.

Δεν είμαστε καταδικασμένοι έτσι κι αλλιώς? Φυσικά και είμαστε. Καθώς η ανισότητα στην ελλάδα συνεχίζει να αυξάνεται και το σύστημα θα προσφέρει δωράκια σε ολοένα και λιγότερους (και κυρίως μεγαλύτερους σε ηλικία έναντι των μικρών), πολλοί από αυτούς τους μικρούς και ικανούς ανθρώπους θα φύγουν από τη χώρα. Η Λετονία με την οποία ξεκίνησε αυτό το παραλήρημα, χάνει κάθε χρόνο περίπου 5% του πληθυσμού της. Κάτι που με την υπάρχουσα κατάσταση κάνει ακόμα καλύτερη τη ζωή των βολεμένων στις “σωστές” θέσεις της οικονομίας, αλλά φυσικά ταυτόχρονα “φτωχαίνει” συνολικά τη χώρα και κάνει τη ζωή των μη βολεμένων αφόρητη.

Σε αυτό μπορείτε να προσθέσετε τις πολιτικές ισορροπίες των κοινωνικών ομάδων που είναι ξεκάθαρο πως ακόμα προσπαθούν να φυλάξουν τα προνόμιά τους έναντι των υπολοίπων, στο γνωστό φεουδαρχικό πελατοκεντρικό μοντέλο εξουσίας που έχουν συνηθίσει να λειτουργούν τόσες δεκαετίες. Φέρνουν τα παιδιά κοντά στο σπίτι-φρούριο, κλειδαμπάρουν την πόρτα (με ολίγη από ξενοφοβία), κρατιούνται όσο μπορούν από τα προνόμια της παλιάς τάξης πραγμάτων και περιμένουν να περάσει η μπόρα. Όμως έχω την εμπιστοσύνη πως ο αντι-εξουσιαστής ΓΑΠ και η φύση της κρίσης τους έχει μια δυσάρεστη έκπληξη.

Υπομονή λοιπόν μέχρι το επόμενο κεφάλαιο που θα ονομάζεται Failed State.
 

aime

Senior Member
14 April 2007
595
Paris
Για τα αγροτικα προιόντα, έχουν αυξηθεί σε σχέση με πέρυσι, αλλά είναι ακόμα κάτω 30% από τα ιστορικά ψηλά! Αρα έχουμε περιθώριο!

Ο χρυσός έχει κάνει ρεκόρ, αλλά 1300 δολλάρια σημερινά δεν συγκρίνονται με τα 800 του 1980.... Πρέπει να πάει γύρω στις 5000 - 6000 νομίζω για να φθάσει αποπληθωρισμένα την τιμή του 1980.

Όσοι πάντως πιστεύουν στην άνοδο των τιμών των αγροτικών μπορούν να επενδύσουν σε αυτό το αμοιβαίο της Schroders...

http://www.schroders.com/greece/com...ce&cwReferrer=/greece/schroder-as/fund-prices
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Η δεύτερη φάση της ελληνικής κρίσης



ΠΗΓΗ: ΑΥΓΗ
Ημερομηνία δημοσίευσης: 10/10/2010

του Κώστα Λαπαβίτσα*

Τις τελευταίες εβδομάδες έχει εμφανιστεί δειλά-δειλά μια αλλαγή στην «επίσημη» ανάλυση της κρίσης. Η κυρίαρχη θέση μέχρι πρόσφατα ήταν ότι φταίει το κράτος, που είναι σπάταλο, διεφθαρμένο και ούτω καθεξής. Το Μνημόνιο είναι οδυνηρό μεν, ευεργετικό δε, διότι αναγκάζει την Ελλάδα να συμμαζέψει το δημόσιο. Αναρίθμητοι δημοσιογράφοι και πανεπιστημιακοί έβαλαν το πετραδάκι τους για να στηθεί αυτό το ιδεολόγημα. Ακόμη και μέσα στην Αριστερά ακούστηκαν τέτοιες απόψεις.

Σταδιακά παρατηρείται μετάβαση σε άλλα επιχειρήματα, που συμβαδίζουν με τις πραγματικές εξελίξεις μετά την υιοθέτηση του Μνημονίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη έκθεση του ΙΟΒΕ που εστιάζει την προσοχή της στα δομικά αίτια της κρίσης, όπως η υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας, το διεθνές έλλειμμα και η κατάρρευση της αποταμίευσης. Το δημόσιο παραμένει μεν προβληματικό, αλλά και η υπόλοιπη οικονομία φέρεται να πάσχει.

Το συμπέρασμα του ΙΟΒΕ δεν εκπλήσσει: απαιτείται απελευθέρωση των αγορών, την οποία το Μνημόνιο έτσι κι αλλιώς επιβάλλει, αλλά και ολοσχερής αναδιάταξη του ιδιωτικού τομέα. Παράλληλα, άλλες πηγές διατυπώνουν πλέον ανοιχτά την άποψη ότι, όση επιτυχία και να έχει η δημοσιονομική σύσφιξη, είναι απαραίτητο να μειωθεί τάχιστα ο όγκος του χρέους. Όπερ σημαίνει αναδιάρθρωση με τη συναίνεση της ΕΕ.

Η αλλαγή οφείλεται, πρώτον, στο ότι οι δημοσιονομικές περικοπές έχουν προχωρήσει με ελάχιστο πολιτικό και κοινωνικό κόστος για τους κρατούντες. Δεύτερον, το Μνημόνιο απομάκρυνε τον κίνδυνο της άμεσης χρεοκοπίας, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να προσεγγίσει Κινέζους, Άραβες και άλλους κρατικούς κεφαλαιούχους. Τρίτον και κυριότερο, τα λαϊκά στρώματα απορρίπτουν μεν μαζικά το Μνημόνιο, αλλά δεν διαθέτουν θεωρητική ανάλυση, οργάνωση και ηγεσία για να επιβάλλουν άλλη πολιτική.

Αισθάνεται λοιπόν ικανή η άρχουσα τάξη να θέσει ωμότερα την ουσία του προβλήματος, την οποία πάντα γνώριζε, αλλά φρόντιζε να καλύπτει πίσω από την πολυλογία περί κακού δημοσίου. Παραδέχεται δηλαδή την προβληματική ένταξη του ελληνικού κεφαλαίου στην παγκόσμια αγορά, καθώς και το ανέφικτο της σταδιακής μείωσης του χρέους.

Η Αριστερά και η διαφαινόμενη αλλαγή

Είναι εξαιρετικά σημαντικό για την Αριστερά να αξιολογήσει σωστά τη διαφαινόμενη αλλαγή. Ως τώρα έχει συρθεί πίσω από τις εξελίξεις, αρχικά λόγω της θέσης ότι η κρίση είναι πλασματική, κατόπιν λόγω της εξίσου εσφαλμένης θέσης ότι υπάρχουν πολλές κρίσεις, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του κεφαλαίου που δε νχρειάζεται να απασχολεί την εργατική τάξη. Πάνω απ’ όλα, η Αριστερά αποδείχτηκε εξαιρετικά διστακτική να αποδεχθεί τα δομικά αίτια της κρίσης, ιδίως όπως αυτά προκύπτουν εντός της ΟΝΕ. Για τους λόγους αυτούς τελικά περιορίστηκε στην κριτική του Μνημονίου, που είναι μεν απολύτως απαραίτητη, αλλά δεν συγκροτεί συνολική πρόταση προς την κοινωνία. Η αντιπαράθεση στο Μνημόνιο αδυνατεί να αντιμετωπίσει τη νέα φάση της κρίσης, η οποία θέτει ζητήματα που βρίσκονται εκτός Μνημονίου, όπως οι μισθοί και η οργάνωση του ιδιωτικού τομέα, καθώς και η αναδιάρθρωση του χρέους.

Για να αξιολογηθεί σωστά η νέα φάση είναι λοιπόν απαραίτητο να εκλείψει η σύγχυση όσον αφορά τα αίτια της κρίσης. Η άποψη ότι «πρόκειται για παγκόσμια κρίση που πηγάζει από τη φύση του συστήματος» είναι φυσικά ορθή, αλλά δεν λέει τίποτε συγκεκριμένο. Από την άλλη, η άποψη ότι η κρίση απορρέει από τον δυναμισμό του ελληνικού κεφαλαίου, που είναι μάλιστα ισότιμος εταίρος των ώριμων καπιταλιστικών χωρών της ΕΕ, είναι τελείως παραπλανητική. Απεναντίας, η κρίση οφείλεται στις αδυναμίες του ελληνικού κεφαλαίου, που λειτούργησαν καταστροφικά όταν ξέσπασε η παγκόσμια κρίση του 2008-9 και πλέον φάνηκε η πραγματική φύση της ΟΝΕ.

Η απώλεια ανταγωνιστικότητας, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, η ροπή προς την ιδιωτική κατανάλωση, ο υπερδανεισμός των νοικοκυριών, η γιγάντωση των τραπεζών μέσα το σύστημα του ευρώ συνιστούν την ουσία του ελληνικού προβλήματος. Η Ελλάδα είναι καθηλωμένη στην περιφέρεια της ΟΝΕ, μαζί με την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, και όλες κυριαρχούνται από το κέντρο.

Το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος της περιφέρειας είναι απόρροια αυτής της κατάστασης. Είναι σημαντικό ότι αυτά πλέον λέγονται και από «επίσημα» χείλη, αν και οι μελέτες του RMF τα είχαν από καιρό καταδείξει.
Η καταλυτική διαφορά βρίσκεται φυσικά στο διά ταύτα. Οι κρατούντες επιθυμούν να λύσουν το πρόβλημα με σκληρό ταξικό τρόπο, χωρίς να διακινδυνεύσουν τη στρατηγική επιλογή της συμμετοχής στην ΟΝΕ. Θα επιδιώξουν βελτίωση της ανταγωνιστικότητας συμπιέζοντας τους μισθούς και χειροτερεύοντας τις συνθήκες εργασίας του ιδιωτικού τομέα.

Παράλληλα, θα προωθήσουν την απελευθέρωση των αγορών και θα ευνοήσουν τη συγκέντρωση κεφαλαίου στον τραπεζικό και άλλους τομείς. Τα μέτρα αυτά βρίσκονται σε πλήρη αρμονία με την κυρίαρχη πολιτική λιτότητας στην ΕΕ.

Η Αριστερά θα χάσει και πάλι το τρένο αν αντιμετωπίσει τη νέα φάση της κρίσης σε συνδικαλιστική βάση. Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης δεν είναι παρά το αυτονόητο και ελάχιστο. Αυτό που πραγματικά απαιτείται είναι, πρώτον, να καταδειχθεί ότι οι επιλογές των κρατούντων δεν θα οδηγήσουν σε ανάπτυξη, αλλά θα φέρουν στασιμότητα, ανεργία και ακόμη μεγαλύτερη ανισότητα.

Δεύτερον, να υπάρξει συνολική πρόταση προς την κοινωνία που θα εμπεριέχει και προοδευτική λύση της κρίσης, πρόταση η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει δημόσιο έλεγχο και ιδιοκτησία των τραπεζών και άλλων τομέων της οικονομίας, χωρίς βεβαίως να μιμείται τις αποτυχημένες πρακτικές του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Και η οποία δεν θα διστάζει να κατονομάσει την ΟΝΕ ως πηγή του προβλήματος, θέτοντας επί τάπητος το ζήτημα της συνεχιζόμενης συμμετοχής της χώρας στη νομισματική ένωση. Εν ολίγοις, απαιτείται προγραμματική πρόταση που θα ξεκινάει από την ανάλυση της κρίσης, θα προτείνει μεθόδους επίλυσης και θα προωθεί τον κοινωνικό μετασχηματισμό υπέρ της εργασίας.

Η κομβική σημασία της αναδιαπραγμάτευσης του δημόσιου χρέους
Το δημόσιο χρέος έχει κομβική σημασία στην προγραμματική πρόταση, καθώς πλέον μόνο από θαύμα μπορεί να μπει σε διαχειρίσιμη τροχιά, πράγμα που αντιλαμβάνονται και οι κρατούντες. Όλο και συχνότερα ακούγεται η ιδέα της συναινετικής αναδιάρθρωσης εντός ΟΝΕ, ίσως με επιμήκυνση της αποπληρωμής των δανεικών του Μνημονίου, και αφού επανέλθει κάποια αξιοπιστία στα δημοσιονομικά. Πρόκειται για κακή και εμφανώς ταξική επιλογή. Θα προστατεύσει καταρχήν τα συμφέροντα των δανειστών, κυρίως των εγχώριων και ξένων τραπεζών, χωρίς να μειώσει ουσιαστικά το βάρος του χρέους. Θα σύρει την Ελλάδα σε μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις με αμφίβολα αποτελέσματα. Το ΔΝΤ, για παράδειγμα, ακόμη και αν συναινούσε, θα αντιμετώπιζε μεγάλες καταστατικές δυσκολίες. Δεν θα άρει, τέλος, το βραχνά της λιτότητας που πνίγει την οικονομία.

Η προγραμματική απάντηση της Αριστεράς θα πρέπει να περιλαμβάνει μονομερή παύση πληρωμών και ανάληψη πρωτοβουλίας για τη συνολική αναδιαπραγμάτευση του χρέους. Πράγμα που προϋποθέτει απόλυτη διαφάνεια και κοινωνική κινητοποίηση. Ο στόχος θα πρέπει να είναι το ουσιαστικό «κούρεμα» των δανειστών και το κλείσιμο της εκκρεμότητας το δυνατόν ταχύτερα. Το ύψος του «κουρέματος» θα εξαρτηθεί και από τι θα δείξουν τα βιβλία όταν θα ανοιχτούν δημόσια. Αν η αναδιαπραγμάτευση γίνει γρήγορα και αποφασιστικά, με πρωτοβουλία της Ελλάδας και συμμετοχή της κοινωνίας, θα μπορέσει να άρει το άχθος του χρέους. Παράλληλα θα απαλλάξει τη χώρα από τη μέγγενη της λιτότητας, ενώ θα εγείρει άμεσα το ζήτημα της συμμετοχής στην ΟΝΕ.

Δεν τίθεται βεβαίως θέμα πλήρους άρνησης του χρέους. Ένα μέρος του χρέους ίσως είναι «απεχθές», αλλά προφανώς όχι όλο. Ακόμη, θα πρέπει οπωσδήποτε να αποπληρωθούν τα χρέη προς τα συνταξιοδοτικά ταμεία, ελληνικά και ξένα, καθώς και άλλα παρόμοιας φύσης. Δεδομένου δε ότι θα χρειαστεί να περιέλθουν οι ελληνικές τράπεζες υπό δημόσια ιδιοκτησία, η άρνηση του χρέους θα ισοδυναμούσε με άρνηση του δημοσίου να πληρώσει τον εαυτό του.

Εν συνόψει, η δεύτερη φάση της κρίσης βρίθει δύσκολων και πολύπλοκων ζητημάτων. Η κοινωνία πιθανόν να δώσει στην Αριστερά την ευκαιρία να τα λύσει, όπως έκανε και κατά την πρώτη φάση. Για να μη χαθεί και αυτή, η Αριστερά θα πρέπει να έχει προγραμματική πρόταση, συλλογικά διαμορφωμένη. Η υλική και θεωρητική βάση για το σκοπό αυτό υπάρχει. Μένει να δούμε αν οι πολιτικές και εργατικές οργανώσεις θα αναλάβουν τις ευθύνες τους.


*Ο Κώστας Λαπαβίτσας διδάσκει οικονομικά στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών (SOAS) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Ο καημένος ο Κρούγκμαν...

του Ρικ Γουλφ*

Από τον ιστότοπο Truthout, 6/10/2010

Ο καημένος ο Πολ Κρούγκμαν , κολλημένος στην παλιά κεϊνσιανή ρουτίνα με τις παρωπίδες της. Η ύφεση θα τέλειωνε, λέει, αν απλώς η κυβέρνηση διατηρούσε περισσότερα και μεγαλύτερα ελλείμματα, προκειμένου να εξασφαλίζει την αναγκαία δημοσιονομική τόνωση. Αν απλώς οι άνθρωποι του Ομπάμα και εκείνοι οι τρελοί Ρεπουμπλικάνοι φοβούνταν λιγότερο μια τέτοια τολμηρή δράση της κυβέρνησης, αν ήταν λιγότερο σαστισμένοι από την ιδεολογία και λιγότερο αδαείς περί τα οικονομικά. Και συνεχίζει να προειδοποιεί ότι το 2010 θα είναι μια επανάληψη του 1937 και ότι η οικονομία θα βυθιστεί και πάλι.

Ακόμη και οι οπαδοί του δημοσιονομικού συντηρητισμού, οι Ρεπουμπλικάνοι και οι πλούσιοι, μια ομάδα η οποία αποτελείται λίγο-πολύ από τους ίδιους ανθρώπους, προτιμούν να δανείζεται η Ουάσιγκτον παρά να τους φορολογεί. Υπ´ αυτή την έννοια, υποστηρίζουν τις κεϊνσιανές ελλειμματικές δαπάνες. Επίσης, οι ίδιοι είναι αυτοί που αγοράζουν τα κρατικά ομόλογα κι έτσι κερδίζουν από τα ελλείμματα, παίρνοντας τόκο από την κυβέρνηση. Όταν οι κρίσεις είναι βαθιές και επαπειλείται μεγάλη ύφεση, η ομάδα αυτή ευθυγραμμίζεται, έστω και απρόθυμα, με τις κεϊνσιανές πολιτικές (όπως έκανε στα τέλη του 2008 και στις αρχές του 2009). Αλλά θέλει αυτές οι πολιτικές να είναι περιορισμένες ως προς το μέγεθος και τη διάρκεια. Αυτοί βάζουν τον Κρούγκμαν στην ίδια μοίρα με τους πεσιμιστές.

Γιατί διαπληκτίζονται με τόσο μένος; Στην προαναφερόμενη ομάδα ανθρώπων δεν αρέσουν τα μεγάλα, μακροχρόνια ελλείμματα , λόγω των κινδύνων που δημιουργούν.

Πρώτον, ανησυχούν ότι η Ουάσιγκτον, παραφουσκωμένη με δανεικό χρήμα, θα μπει στον πειρασμό –-λόγω πολιτικής πίεσης-- να προσλάβει άνεργους εργάτες απευθείας και να παράγει αγαθά και υπηρεσίες που ανταγωνίζονται την παραγωγή των ιδιωτών.

Δεύτερον, ανησυχούν ότι οι κρατικές επιχειρήσεις θα μπορούσαν να μη λειτουργούν όπως οι ιδιωτικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις -– δηλαδή θα μπορούσαν να λειτουργούν πιο δημοκρατικά, με μεγαλύτερη συμμετοχή των εργαζόμενων στις βασικές αποφάσεις--, επηρεάζοντας έτσι τους εργάτες του ιδιωτικού τομέα οι οποίοι θα απαιτούσαν ενδεχομένως παρόμοιες συνθήκες.

Τρίτον, ως δανειστές που χρηματοδοτούν τα ελλείμματα της κυβέρνησης, ανησυχούν ότι η αύξηση της εξυπηρέτησης του χρέους βαραίνει τους κρατικούς προϋπολογισμούς και θα προκαλέσει λαϊκές απαιτήσεις για επέκταση της εξόφλησης, περικοπή του χρέους ή και πλήρη αθέτησή του. Τέταρτον, ανησυχούν ότι ο μεγαλύτερος κυβερνητικός δανεισμός θα “στριμώξει” τους ιδιώτες δανειστές και/ή θα τους επιβάλει υψηλότερο κόστος για τόκους. Πέμπτον, αμφιβάλλουν ότι τα σημερινά ελλείμματα του προϋπολογισμού θα μειωθούν μέσω μελλοντικών πλεονασμάτων.

Όμως, πιο πολύ απεχθάνονται τις κεϊνσιανές ελλειμματικές δαπάνες , επειδή πιστεύουν ότι καθυστερούν τις βασικές οικονομικές προσαρμογές που είναι αναγκαίες για να τερματίζονται οι κρίσεις και να επιτυγχάνεται ξανά οικονομική μεγέθυνση, απασχόληση και εισόδημα.

Υποστηρίζουν ότι οι δαπάνες μέσω ελλειμμάτων –-μειώνοντας την ανεργία-- επιβραδύνουν ή σταματούν την πτώση των μισθών και των ημερομισθίων, που είναι αναγκαία για να αναζωογονηθεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων, μόνη ικανή να επιφέρει αύξηση των επενδύσεων και οικονομική μεγέθυνση. Παρομοίως, επιβραδύνοντας τη συρρίκνωση της παραγωγής, οι ελλειμματικές δαπάνες επιβραδύνουν ή σταματούν την πτώση του κόστους των υλικών που είναι αναγκαία για να αναζωογονηθεί η κερδοφορία.

Εν ολίγοις, όλοι αυτοί πιστεύουν πως οι ελλειμματικές δαπάνες, εκτός από περιπτώσεις πολύ γρήγορων, σύντομων ενέσεων προκειμένου να αντισταθμιστούν ακραίες υφέσεις, συνιστούν μια πολιτική αναποτελεσματική και καταστροφική για την αναζωογόνηση του καπιταλισμού που βρίσκεται σε κρίση. Επιμηκύνει και συνεπώς επιδεινώνει τους οικονομικούς κύκλους αντί να επιτρέπει τη “δημιουργική καταστροφή” -- εξαφανίζοντας αυτές που θεωρούν “αναποτελεσματικές” θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις.

Όλες αυτές οι ανησυχίες απορρέουν λογικά από την κατεστημένη (νεοκλασική) θεωρία για το πώς λειτουργεί ο καπιταλισμός. Οι κεϊνσιανοί έχουν μια ελαφρώς διαφορετική θεωρία, αλλά κυρίως τους απασχολεί ένα διαφορετικό ζήτημα. Γι´ αυτούς, η “δημιουργική καταστροφή” μπορεί να προκαλέσει ένα κοινωνικό κίνημα που θα αμφισβητήσει τον καπιταλισμό και θα απαιτήσει θεμελιακή κοινωνική αλλαγή.

Αυτή η μανιασμένη συζήτηση αναπαράγει τον κλασικό ανταγωνισμό ανάμεσα στη Δεξιά και το Κέντρο για το πώς θα έπρεπε να χειρίζονται οι κυβερνήσεις τους οικονομικούς κύκλους. Ο κοινός αντικειμενικός σκοπός τους είναι η διασφάλιση του καπιταλισμού και η αναβίωση της οικονομικής μεγέθυνσης πριν από την επόμενη ύφεση. Γι´ αυτό η κάθε πλευρά καρφώνει την άλλη κατηγορώντας την ότι “με την πολιτική της απειλεί το καπιταλιστικό σύστημα με το πρόσχημα της αναζωογόνησής του”.

Οι ατελείωτες συζητήσεις μεταξύ των δύο πλευρών αποτελούν θεάματα μαζικού αντιπερισπασμού: το πολιτικό θέατρο για “το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης”. Καθώς η σχετική δύναμή τους μετατοπίζεται, η δημόσια πολιτική ταλαντώνεται μεταξύ των δύο πλευρών.

Ο Μπους έκανε σχετικά λίγα πράγματα το 2007 και το 2008, οι σύμβουλοί του ήταν πιστοί οπαδοί της “δημιουργικής καταστροφής”. Όταν όμως η ύφεση βάθυνε, εξαπλώθηκε και προέκυψε η απειλή των ανεξέλεγκτων διαστάσεών της, πολλοί από αυτούς, τους ίδιους συμβούλους άλλαξαν και ασπάστηκαν τον κεϊνσιανό παρεμβατισμό. Ο Ομπάμα τους κράτησε στη δούλεψή του για να κάνουν ακριβώς το ίδιο. Και οι ελπίδες του Κρούγκμαν αναπτερώθηκαν.

Από τη στιγμή που φάνηκε πως η “ανάκαμψη” είχε επιστρέψει, στη διάρκεια του 2009 και στις αρχές του 2010, η πολιτική δυναμική μετατοπίστηκε προς την ομάδα των οπαδών του δημοσιονομικού συντηρητισμού, των Ρεπουμπλικάνων και των πλουσίων, η δέσμευση του Ομπάμα στον κεϊνσιανισμό εξασθένησε και ο Κρούγκμαν άρχισε να πανικοβάλλεται.

Εν τω μεταξύ, κάτω από την επιφάνεια αυτών των συζητήσεων, η πραγματική οικονομία κάνει τον κύκλο της με τον συνήθη καπιταλιστικό τρόπο. Η διαρκής υψηλή ανεργία, οι κατασχέσεις σπιτιών και η στάσιμη παραγωγή κρατούν χαμηλά τους μισθούς, τα επιδόματα και το μη ανθρώπινο κόστος των ιδιωτικών επιχειρήσεων (πτώση στο κόστος του εξοπλισμού από δεύτερο χέρι, των ενοικίων κ.λπ).

Τελικά, όλα αυτά θα πέσουν αρκετά χαμηλά για να εμφανιστούν πιθανότητες κέρδους αρκετά ελκυστικές, ώστε να αποφασίσουν οι καπιταλιστές να κάνουν επενδύσεις. Μετά θα σημειωθεί η συνήθης οικονομική άνοδος. Ωστόσο, ο χρόνος, τα βάσανα και η κριτική της οικονομίας που εμπεριέχονται σ´ αυτό το “τελικά” μπορεί να γεννήσουν κοινωνικές εντάσεις και κινήματα που πρέπει να αναχαιτιστούν.

Αυτή η εξέλιξη θα απαιτήσει μια νέα κεϊνσιανού τύπου παρέμβαση. Και τότε οι οπαδοί του δημοσιονομικού συντηρητισμού, οι Ρεπουμπλικάνοι και οι πλούσιοι θα ξαναμπούν στη θέση της νομιμόφρονος αντιπολίτευσης και θα περιμένουν ξανά την “ανάκαμψη” για να επιστρέψουν στην εξουσία.

Ούτε η μία ούτε η άλλη πλευρά διασφαλίζει κατά τον καλύτερο τρόπο το καπιταλιστικό σύστημα έναντι των ασταθειών του. Μάλλον η ταλάντωση του κοινού μεταξύ τους είναι που παίζει αυτό το ρόλο. Παρομοίως, ούτε οι Ρεπουμπλικάνοι ούτε οι Δημοκρατικοί εγγυώνται κατά τον καλύτερο τρόπο την υποταγή της κυβέρνησης στην καπιταλιστική οργάνωση της οικονομίας. Αυτό επιτυγχάνεται πάνω απ´ όλα από τις ταλαντώσεις μεταξύ τους, οι οποίες καθιστούν την καθεμία πλευρά το αντίδοτο για τις αποτυχίες της άλλης.

Σπανίως ακούγονται επιχειρήματα πως το πρόβλημα είναι ο καπιταλισμός και ότι λύση είναι ένα άλλο σύστημα. Τα ΜΜΕ, οι πολιτικοί, η προαναφερόμενη ομάδα οπαδών του δημοσιονομικού συντηρητισμού, Ρεπουμπλικάνων και πλουσίων και ο Πολ Κρούγκμαν συντηρούν αυτή τη σιωπή. Όμως, με μια περίεργη τροπή των πραγμάτων, η εναλλακτική του σοσιαλισμού έχει έλθει ξανά στην επιφάνεια. Οι οπαδοί του Τea Party , που έχουν εξαιρετικά αναπτυγμένη την αμερικανική τάση να κατηγορείται για τα οικονομικά προβλήματα πρώτα απ´ όλα και κυρίως η κυβέρνηση, επικρίνουν τον Ομπάμα και την πολιτική του ως “σοσιαλιστική”.

Επειδή τον όρο τον έβαλαν στη συζήτηση οι αντίπαλοι του Ομπάμα, οι εναπομείναντες υποστηρικτές του, ιδίως οι νέοι, έχουν αρχίσει να ρωτούν γι´ αυτόν το “σοσιαλισμό”. Είναι ένα αυθεντικό ενδιαφέρον (και όχι ενοχή) λόγω συνάφειας. Σε αμέτρητους τόπους, ερχόμαστε αντιμέτωποι με φιλικά ερωτήματα σχετικά με το σοσιαλισμό και ποιες είναι οι σοσιαλιστικές απαντήσεις στην κρίση του καπιταλισμού. Η Αριστερά των ΗΠΑ βρίσκεται ενώπιον μιας ιστορικής στιγμής πραγματικών ευκαιριών.

*Ο Ρικ Γουλφ είναι μαρξιστής καθηγητής Οικονομικών
 

Emilot

AVClub Fanatic
18 June 2006
32,823
Εξάρχεια
Ένα εξαιρετικό άρθρο....

Η σκληρή δραχμή, η υποτίμηση της, το ευρώ, η ONE και η αλήθεια για όλα αυτά


ΠΗΓΗ: ΟΥΤΟΠΙΑ (τ.29 Μαρτ. - Απρ 1998)
Γιώργος Σταμάτης


Εκ των υστέρων, δηλαδή μετά την τελευταία υποτίμηση, όλοι γνώριζαν ' ότι η δραχμή ήταν, συνεπεία της πολιτικής της σκληρής δραχμής, δηλαδή της πολιτικής των υψηλών επιτοκίων, υπερτιμημένη και θα έπρεπε να είχε προ πολλού ήδη υποτιμηθεί.

Ήδη το 1995 εκτιμούσαμε ότι η δραχμή ήταν υπερτιμημένη και ότι προσεχώς θα υποτιμηθεί κατά το πολύ 15% και γι' αυτό το 1995/96 εκπονήσαμε (αυτονοήτως ούτε από την ΓΓΕΤ ούτε από την EE, αλλά από εμάς τους ίδιους χρηματοδοτημένη) μελέτη για τις επιπτώσεις μιας υποτίμησης της δραχμής κατά ποσοστό 15%, 14% κ.ο.κ. μέχρι και 5% στο κόστος και κατά συνέπεια στις τιμές των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων, βασιζόμενοι στους Πίνακες Εισροών-Εκροών της ελληνικής οικονομίας1.


Η μέσω υψηλών επιτοκίων ασκηθείσα πολιτική της σκληρής δραχμής αποσκοπούσε αποκλειστικά και μόνο στην πάση θυσία μείωση του πληθωρισμού, όπως επέβαλε η συνθήκη του Μάαστριχτ. Ίσως ορισμένοι, στα πλαίσια της επικρατούσας εθνικιστικής έξαρσης, τη θεωρούσαν και αναγκαία για μια επιτυχή οικονομική διείσδυση στα Βαλκάνια. Το τίμημα αυτής της πολιτικής ήταν υψηλά επιτόκια και, κατά συνέπεια, μειωμένες επενδύσεις, μειωμένη αύξηση της απασχόλησης και συνεπώς αύξηση της ανεργίας, αύξηση των κρατικών δαπανών για την πληρωμή των τόκων του δημόσιου χρέους και αντίστοιχη μείωση των υπόλοιπων δημόσιων δαπανών, μείωση των εξαγωγών, αύξηση των εισαγωγών, αύξηση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου και συνεπώς και του εξωτερικού χρέους και, τέλος, αντί της δήθεν επιδιωκόμενης αναδιάρθρωσης της εγχώριας παραγωγής μέσω της λελογισμένης έκθεσής της στο διεθνή ανταγωνισμό, μια σχετική αποδιάρθρωση του εγχώριου δυναμικού παραγωγής.

Γιατί όμως υποτιμήθηκε η τόσο σκληρή δραχμή; Η σε κάθε στιγμή ισχύουσα συναλλαγματική ισοτιμία του ημεδαπού νομίσματος προσδιορίζεται από την προσφορά και τη ζήτηση αυτού του νομίσματος στη διεθνή αγορά συναλλάγματος2.


Ένα μέρος αυτής της προσφοράς και αυτής της ζήτησης καθορίζεται από τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της Ημεδαπής. Οι εισαγωγές συνιστούν προσφορά και οι εξαγωγές εν μέρει ζήτηση δραχμών στη διεθνή αγορά συναλλάγματος. Και επειδή οι ελληνικές εισαγωγές είναι συνεχώς μεγαλύτερες από τις ελληνικές εξαγωγές, έχουμε, όσον αφορά αυτό και μόνο το μέρος της προσφοράς και ζήτησης δραχμών, μια συνεχή υπερβάλλουσα προσφορά δραχμών και συνεπώς μια συνεχή πίεση για διολίσθηση ή/και υποτίμηση της δραχμής. Αυτή η τελευταία μπορεί να αποφευχθεί μόνο με μια πολιτική υψηλών —σε σχέση με τα ισχύοντα στην Αλλοδαπή— επιτοκίων, η οποία αυξάνει αντιστοίχως τη ζήτηση για δραχμές και μειώνει την προσφορά για δραχμές, επειδή λόγω αυτής ακριβώς της διαφοράς των επιτοκίων πολλοί τοποθετούν τα χρηματικά τους κεφάλαια σε χαρτιά της Ημεδαπής λόγω του ότι, για τη δεδομένη ισοτιμία και για το δεδομένο επιτόκιο, αυτή η τοποθέτηση είναι πιο κερδοφόρα από μια τοποθέτηση στην Αλλοδαπή.

Αυτό όμως ισχύει μόνον όσο θεωρούν ότι το ημεδαπό νόμισμα δεν είναι υπερτιμημένο και δεν επίκειται προσεχώς η υποτίμησή του. Αν εκτιμήσουν ότι πρόκειται σύντομα να υποτιμηθεί, τότε, για να αποφύγουν τις αντίστοιχες ζημίες που θα υποστούν όταν πουλήσουν τα ελληνικά χαρτιά τους πριν τη λήξη τους ή όταν εξαργυρώσουν τα ελληνικά χαρτιά τους όταν αυτά λήξουν, τότε θα αρχίσουν να τα πουλούν, να προσφέρουν δηλαδή δραχμές και να ζητούν συνάλλαγμα, οπότε αυξάνεται η προσφορά σε δραχμές και μειώνεται η ζήτηση για δραχμές και έτσι αυξάνεται η πίεση για υποτίμηση της δραχμής. Αν τότε η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να υποτιμήσει τη δραχμή, θα πρέπει να αυξήσει ακόμη περισσότερο τα επιτόκια. Η διαδικασία αυτή έχει όμως κάποτε ένα τέλος. Διότι από ένα σημείο και μετά καμιά αύξηση του επιτοκίου δεν πείθει τους κατόχους ελληνικών χαρτιών ότι η δραχμή δεν θα υποτιμηθεί3.

Τότε η υποτίμηση είναι απλώς και μόνο ζήτημα χρόνου. Έτσι συνέβη και κατά την πρόσφατη υποτίμηση της δραχμής κατά 14%. Ωστόσο, κατά κανόνα η κυβέρνηση έχει —αν το πράγμα δεν έχει ακόμη φτάσει στα άκρα, οπότε και της υπαγορεύει η αγορά πότε και πόσο πρέπει να υποτιμήσει— τη δυνατότητα να επιλέξει τόσο το ποσοστό όσο και το χρονικό σημείο της υποτίμησης. Αυτό το τελευταίο συνέβη και στη δεδομένη περίπτωση. Ωστόσο —πράγμα που δεν γνώριζαν όσοι εκ των υστέρων, δηλαδή εκ του ασφαλούς, γνώριζαν ότι η δραχμή ως υπερτιμημένη θα υποτιμάτο— ήταν βέβαιο ότι η δραχμή θα υποτιμάτο πριν το Μάιο του 1998.

Η βεβαιότητα αυτής της πρόβλεψης συναγόταν απλούστατα από τα εξής:

α) ότι η ελληνική κυβέρνηση (παρά τις όποιες κατά καιρούς παραπλανητικές και ως εκ τούτου φαινομενικά αντικρουόμενες δηλώ*σεις της) ήθελε να προσχωρήσει στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 2, β) ότι είχε —για ευνόητους λόγους— τη δυνατότητα να αιτηθεί την προσχώρησή της σε εύλογη χρονική στιγμή πριν την 2α Μαΐου 1998 και γ) ότι οι ευρωπαίοι εταίροι δεν θα δέχονταν επ' ουδενί μια υπερτιμημένη δραχμή στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 2 και στη συνέχεια στο ευρώ. Γιατί δεν θα την εδέχοντο θα το εξηγήσουμε παρακάτω.

Η κυβέρνηση επέλεξε το χρονικό σημείο για να κάνει την αναπόφευκτη πλέον υποτίμηση της δραχμής, έτσι ώστε να μπορεί να συνδυάσει την υποτίμηση —δηλαδή ό,τι αυτή η ίδια, όσο ακολουθούσε την πολιτική της σκληρής δραχμής, μόνον ως εθνικό ντε-φαϊτισμό και εθνικό όνειδος θα χαρακτήριζε αν της είχε προταθεί από Έλληνες και δεν της είχε επιβληθεί εκ των πραγμάτων από τη διεθνή αγορά συναλλάγματος ή για τους λόγους που θα αναπτύξουμε παρακάτω και από την Ευρωπαϊκή Ένωση— με την «επιτυχία» της ένταξης της χώρας στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 2. Αποκρύπτοντας βεβαίως ότι προκατέλαβε μια υποτίμηση α) που έτσι κι αλλιώς θα επέβαλε η αγορά και β) που, καίτοι δεν της την είχε ακόμη επιβάλλει η αγορά, της την επέβαλε η Ε.Ε. για να δεχτεί τη δραχμή στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 2.

Η «επιτυχία» έγκειται, σύμφωνα με την κυβέρνηση, στο ότι η ένταξη της δραχμής στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 2 θα «θωρακίσει» τη δραχμή κατά των «επιθέσεων των κερδοσκόπων». Η αλήθεια είναι ότι αυτός ο ισχυρισμός είναι ανυπόστατος. Διότι ο Μηχανισμός Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 2 προβλέπει διακυμάνσεις ±15%, με το νόημα ότι όποιο νόμισμα υπερβεί αυτά τα όρια βγαίνει από το Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 2. Συγχρόνως όμως, δεν προβλέπει μέτρα στήριξης των ισοτιμιών (stand-by-πιστώσεις κ.τ.λ.).

Και τώρα —τώρα μετά την υποτίμηση της δραχμής τι θα γίνει; Τώρα η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει την υποτίμηση και τη συνακόλουθη αύξηση των εισαγόμενων και την κατά συνέπεια μεγάλη δήθεν αύξηση των τιμών των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων ως πρόσχημα α) για μια ακόμη πιο σκληρή πολιτική λιτότητας κατά των μισθωτών εργαζομένων και συνταξιούχων και υπέρ των επιχειρηματιών, β) για την επιτάχυνση και ριζοσπαστικοποίηση του ξεπουλήματος των δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών, γ) για την κεφαλαιοποίηση και ιδιωτικοποίηση των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δ) για την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και ε) για την αύξηση των φόρων εις βάρος των μισθωτών και συνταξιούχων και τη μείωση των δραχμών, ιδίως των δημοσίων κοινωνικών δαπανών.


Πόσο όμως θα αυξηθούν οι τιμές συνεπεία της υποτίμησης της δραχμής κατά 14%;

Στην προαναφερθείσα μελέτη μας για τις επιπτώσεις μιας υποτίμησης της δραχμής στο κόστος και στις τιμές των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων υπολογίσαμε ότι η κατά 14% υποτίμηση της δραχμής θα οδηγήσει τον πρώτο χρόνο σε μια αύξηση του γενικού επιπέδου των τιμών κατά 1,16%, το δεύτερο χρόνο σε μια αύξηση κατά 0,73%, τον τρίτο χρόνο σε μια αύξηση κατά 0,33% κ.ο.κ. Κατ' αυτό δε τον υπολογισμό της αύξησης του γενικού επιπέδου των τιμών, έχουμε προϋποθέσει ότι οι επιχειρηματίες θα μετακυλίσουν εξ ολοκλήρου την κατά 14% αύξηση των τιμών των εισαγόμενων προϊόντων στο κόστος και στις τιμές των προϊόντων που παράγουν αυτοί οι ίδιοι χρησιμοποιώντας ως εισροές τα ανατιμημένα κατά 14% εισαγόμενα προϊόντα. Πράγμα που σημαίνει ότι, επειδή αυτές οι επιχειρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη και τη ζήτηση, δεν θα μετακυλίσουν όλο το κόστος της υποτίμησης στις τιμές, οι τελευταίες θα αυξηθούν ακόμη λιγότερο απ' ό,τι υπολογίσαμε στη μελέτη μας.

Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με τα παραπάνω, οι κατ' επιστημονική εκτίμηση αναμενόμενες αυξήσεις των τιμών δεν δικαιολογούν κατά κανέναν τρόπο καμιά απολύτως πολιτική λιτότητας χάριν μιας δήθεν συγκράτησης του πληθωρισμού. Εκτός κι αν, πρώτον, εμείς —κατά παραχώρησιν— δεχτούμε ότι για να πέσει ο πληθωρισμός4 πρέπει να μειωθούν ακόμα περισσότερο οι μισθοί και οι συντάξεις και, αντιστοίχως, να αυξηθούν ακόμη περισσότερο τα κέρδη και, δεύτερον, η κυβέρνηση αποδείξει από μελέτες που εκπόνησαν τα ερευνητικά της κέντρα, το περιβόητο ΚΕΠΕ, π.χ., ότι συνεπεία της υποτίμησης οι τιμές θα αυξηθούν κατά πολύ περισσότερο απ' όσο εκτιμήσαμε εμείς.
Παράλληλα όμως, σύμφωνα με την προαναφερθείσα μελέτη μας, η δεδομένη υποτίμηση της δραχμής κατά 14% συνεπάγεται την αύξηση της αφορούσας τις τιμές ανταγωνιστικότητας της ελληνικής εξαγωγικής οικονομίας στο πρώτο ήδη έτος κατά 11,27% —ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, το οποίο, σύμφωνα με την ίδια αυτή μελέτη, θα περάσουν 20 τουλάχιστον χρόνια μέχρι να εξαλειφθεί.

Ωστόσο —κι ας μην υπάρξει επ' αυτού καμιά αμφιβολία— η κυβέρνηση θα προ*βάλλει την υποτίμηση και τις δήθεν συνέπειές της επί των τιμών ως πρόσχημα για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που ανέλαβε απέναντι των ευρωπαίων εταίρων προ*κειμένου να γίνει δεκτή στο Μ.Σ.Ι.2, δηλαδή για να ξεπουλήσει τις δημόσιες επιχειρήσεις και τους δημόσιους οργανισμούς, να κεφαλαιοποιήσει και να ιδιωτικοποιήσει τις κοινωνικές ασφαλίσεις, να απορρυθμίσει την αγορά εργασίας, να αυξήσει τους φόρους για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, να μειώσει τις δημόσιες και ιδίως τις δημόσιες κοινωνικές δαπάνες, να μειώσει μισθούς και συντάξεις και —εντέλει— να αυξήσει τα κέρδη.

Αρκεί απλώς να αντιπαραβάλλει κανείς τα μέτρα της 16.3.1998 με τους κεντρικούς άξονες που έθετε πριν ένα χρόνο η κυβέρνηση στο λεγόμενο κοινωνικό διάλογο καθώς και με τις κύριες γραμμές των λεγομένων «Εκθέσεων Σπράου»5, για να καταλήξει σ' αυτό το συμπέρασμα.

Είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ότι δεδομένης της υπαγωγής της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής στο πρόγραμμα σύγκλισης του Μάαστριχτ και της συνακόλουθης αναγόρευσης του πληθωρισμού στο υπ' αριθμόν ένα πρόβλημα της οικονομίας και της κοινωνίας, το μόνο διαθέσιμο μέσο οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης είναι η εισοδηματική πολιτική εις βάρος των μισθωτών και των συνταξιούχων

6.
Μετά, λοιπόν, από μια επιμελώς ενορχηστρωμένη αλλά και αποτυχημένη προσπάθεια αναγωγής του ύψους των μισθών σε αιτία της ανεργίας, η υποτίμηση της δραχμής, όπως άλλωστε και η προηγηθείσα πολιτική της σκληρής δραχμής, προσφέρει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα μιας περαιτέρω σκλήρυνσης της εισοδηματικής πολιτικής εις βάρος των μισθωτών εργαζομένων και των συνταξιούχων και υπέρ των επιχειρηματιών.

Θα συνεχίσει η κυβέρνηση και στο εξής την πολιτική της σκληρής δραχμής; H απαντηση σε αυτό το ερώτημα είναι χωρίς καμιά επιφύλαξη: Ναι! Διότι δεν έχει καμιά άλλη επιλογή.

Αυτό είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι το Δημόσιο είναι πλέον αναγκασμένο να καλύπτει τα ελλείμματά του στη διεθνή χρηματαγορά. Αυτό πάλι είναι απόρροια της εκ μέρους της Ε.Ε. απαγόρευσης της χρηματοδότησης έστω και ελάχιστου μέρους του ελλείμματος του Δημοσίου από την Κεντρική Τράπεζα. Έτσι κατά το δη λεγόμενον η Ε.Ε. «έκανε πάσα» το Δημόσιο στους τοκογλύφους της διεθνούς χρηματαγοράς

7.

Σε παρελθόντες χρόνους, στους οποί*ους το Δημόσιο ήταν ισχυρό και η διεθνής χρηματαγορά στα σπάργανα και χωρίς τη σημερινή πολιτική ισχύ της, το Δημόσιο πουλούσε, για να καλύψει το έλλειμμά του, αντίστοιχα χαρτιά στην Κεντρική Τράπεζα. H Κεντρική Τράπεζα πλασάριζε όσα απ' αυτά μπορούσε στο κοινό και κρατούσε η ίδια τα υπόλοιπα. Έτσι το έλλειμμα του Δημοσίου το χρηματοδοτούσε αρχικά η Κεντρική Τράπεζα και στη συνέχεια η Κεντρική Τράπεζα και το κοινό. Σήμερα, μετά την απαγόρευση από την Ε.Ε. της χρηματοδότησης του ελλείμματος του Δημοσίου από την Κεντρική Τράπεζα, το Δημόσιο είναι αναγκασμένο να προσφύγει στη χρηματαγορά.


Μέχρι πριν λίγα χρόνια τα χαρτιά του ελληνικού Δημοσίου τα αγόραζαν στο μεγαλύτερο τους μέρος οι ελληνικές εμπορικές τράπεζες. Με την παγκοσμιοποίηση των αγορών το πράγμα άλλαξε. Το ελληνικό Δημόσιο εκπλειστηριάζει τρεις φορές το χρόνο (η τελευταία φορά ήταν στις 22 Μαρτίου 1998) χαρτιά ύψους 1-1,5 τρισεκατομμυρίων δραχμών. Οι κύριοι αγοραστές είναι πλέον όχι οι ελληνικές εμπορικές τράπεζες, αλλά τα μεγάλα αμερικανικά, καναδικά κ.τ.λ. funds. Έρχεται λοιπόν το ελληνικό Δημόσιο στον πλειστηριασμό και — απλοποιούμε το πράγμα για να γίνει κατανοητό— προσφέρει, π.χ., χαρτιά ονομαστικού επιτοκίου 10% και ονομαστικής αξίας 1 εκατομμυρίου δραχμών το καθένα μέχρι το ύψος του 1 τρισεκατομμυρίου δραχμών. Έστω ότι κάποιες ελληνικές εμπορικές τράπεζες αγοράζουν μ' αυτούς τους όρους, βάζοντας βαθιά το χέρι στην τσέπη, χαρτιά για μερικά δισεκατομμύρια.

Τα μεγάλα funds σιωπούν. Και σιωπούν και όταν ο πλειστηριαστής προσφέρει τα ίδια χαρτιά στις 990 χιλιάδες δραχμές. Και εξακολουθούν επίσης να σιωπούν όταν αυτός τα προσφέρει στις 950 χιλιάδες δραχμές και τα αγοράζουν όλα μόλις αυτός τα προσφέρει, π.χ., στις 900 χιλιάδες δραχμές. Κι έτσι ανέβασαν το πραγματικό επιτόκιο από 10 τοις εκατό σε 10/900 (=11,..) τοις εκατό.

θέλει, λοιπόν, δεν θέλει, το Δημόσιο κάνει, για να χρηματοδοτήσει το έλλειμμά του έτσι όπως του έχει επιβληθεί να το χρηματοδοτεί, μια πολιτική υψηλών επιτοκίων και «σκληρής δραχμής».

θα υποτιμηθεί λοιπόν και πάλι η δραχμή; Ασφαλώς. Πότε; Όποτε κρίνει η αγορά ότι τα επιτόκια δεν είναι τόσο υψηλά ώστε να καλύπτουν τις ζημίες από μια πιθανή υποτίμηση. Το αργότερα πάντως λίγο πριν χτυπήσουμε την πόρτα για να μπούμε στο ευρώ. Γιατί; Διότι οι ευρωπαίοι εταίροι δεν θα δεχτούν ποτέ μια υπερτιμημένη δραχμή στο ευρώ.

Ο λόγος είναι προφανής: Είναι ένα εξαιρετικής σημασίας ζήτημα με ποια ισοτιμία εισέρχεται ένα νόμισμα στο υπό δημιουργία κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. Όταν μια χώρα, όπως η Ελλάδα, οφείλει στις άλλες χώρες της Ε.Ε. (το εξωτερικό χρέος της Ελλάδας αγγίζει τα 40 δισεκατομμύρια δολάρια), τότε έχει συμφέρον να συμμετάσχει στο κοινό νόμισμα με όσο το δυνατόν υψηλότερη ισοτιμία του νομίσματός της (νοούμενη φυσικά ως τιμή του νομίσματός της σε ξένο νόμισμα). Διότι προφανώς όσο πιο υψηλή είναι αυτή η ισοτιμία, τόσο λιγότερα θα έχει αργότερα να πληρώσει σε κοινό πλέον ευρωπαϊκό νόμισμα στους πιστωτές ευρωπαίους εταίρους της για τα χρέη της προς αυτούς. Και αντιστρόφως: Οι πιστωτές εταίροι της έχουν συμφέρον (και ασφαλώς και τον τρόπο τους να το προασπιστούν) να τη δεχτούν στο κοινό νόμισμα με χαμηλή ισοτιμία, διό*τι όσο χαμηλότερη είναι αυτή η ισοτιμία, τόσο περισσότερα θα πάρουν πίσω σε κοινό πλέον νόμισμα εις εξόφλησιν των δανείων που της έχουν δώσει.

Δεν είναι βέβαια δυνατό να γίνει εδώ η συζήτηση που θα έπρεπε να είχε γίνει πριν 20 τουλάχιστον χρόνια για το αν έπρεπε ή δεν έπρεπε να προσχωρήσουμε στην ΕΟΚ και στην μετέπειτα Ε.Κ. και Ε.Ε., ούτε επί*σης η συζήτηση, που κι αυτή θα έπρεπε να είχε γίνει προ πολλού, για το αν θα πρέπει να υιοθετήσουμε το ευρώ και να εισέλθουμε στην ΟΝΕ. Η επιδέξια και πλουσιοπάροχη πολιτική δημοσίων σχέσεων της Ε.Ε. απετρεψε οριστικά αυτές τις επικίνδυνες συζητήσεις.

Το μόνο που μπορούμε να πούμε αυτή τη στιγμή για την ΟΝΕ είναι ότι με την υιοθέτηση του ευρώ, τη νομισματική πολιτική θα ασκεί πλέον αποκλειστικά η πολιτικά παντελώς ανεξέλεγκτη και παντοδύναμη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, από την οποία και θα παίρνει, σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο, εντολές η Τράπεζα της Ελλάδος. Όποιος θέλει να πάρει μια εικόνα για το μέτρο της παντοδυναμίας και της από την οποιαδήποτε πολιτική εξουσία ανεξαρτησίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν έχει παρά να μελετήσει το νέο νόμο που ψηφίστηκε το Δεκέμβριο του 1997 για την Τράπεζα της Ελλάδος. Αλλά ανεξαρτήτως όλων αυτών και αδιάφορο ποια θα είναι η ενιαία νομισματική πολιτική της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας, και μόνο το γεγονός ότι θα είναι ενιαία θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα για τις οικονομικά καθυστερημένες περιοχές της ενωμένης Ευρώπης όπως είναι η Ελλάδα

8.
Εν κατακλείδι: Όταν η πολυπόθητη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ολοκληρωθεί με το καλό, τότε, αν δεν έχει ακόμη αλλοτριωθεί και η στοιχειώδης λογική αντίληψή μας για τα πράγματα, θα διαπιστώσουμε ότι κάποιοι, τους οποίους γνωρίζουμε από τα ΜΜΕ αλλά δεν γνωρίζουμε ποιοι τους εξουσιοδότησαν και σε ποιους λογοδοτούν, αποφάσιζαν ήδη προ πολλού και συνεχίζουν να αποφασίζουν για πολύ σημαντικά για τη ζωή μας πράγματα, όχι προς το συμφέρον όλων ημών, αλλά προς το συμφέρον όλων εκείνων, τους οποίους δεν κατονομάζουν τα ΜΜΕ, τους οποίους όμως εμείς θα έπρεπε να κατονομάσουμε επιτέλους. Ποιοι, π.χ., εξουσιοδοτημένοι από ποιους και προς το συμφέρον ποιων διαπραγματεύονται σήμερα για να θέσουν σύντομα σε ισχύ τη Δια*κρατική Συμφωνία για τις Επενδύσεις;


Σημειώσεις
1.H συνοπτική εκδοχή της μελέτης κυκλοφόρησε το 1996 (Δες θ. Μαριόλης, X. Οικονομίδης, Γ. Σταμάτης, Ν. Φουστέρης, «Ποσοτική εκτίμηση των επιπτώσεων της υποτίμησης στο "κόστος" παραγωγής», Τεύχη Πολιτικής Οικονομίας, Φθινόπωρο 1996, σσ. 5-55). H ολοκληρωμένη εκδοχή κυκλοφόρησε με τον ίδιο τίτλο το 1997 στις Εκδόσεις Κριτική.

2.Σπεύδουμε να σημειώσουμε ότι τα ακόλουθα δεν σημαίνουν πως οι ισοτιμίες προκύπτουν ανεξάρτητα από τις παραγωγικότητες της εργασίας και του κεφαλαίου των χωρών. Διότι όσα ακολουθούν προϋποθέτουν —για αρχικά δεδομένες ισοτιμίες— δεδομένες τιμές των διεθνώς εμπορευομένων προϊόντων των διαφόρων χωρών. Αυτές όμως οι —για δεδομένες ισοτιμίες— δεδομένες τιμές δεν δύνανται να ερμηνευτούν χωρίς την προσφυγή στις διαφορές των παραγωγικοτήτων της εργασίας και των παραγωγικοτήτων του κεφαλαίου των διαφόρων χωρών.

3.Χάριν απλούστευσης του πράγματος αφήνουμε εκτός θεώρησης το εξής σημαντικό δεδομένο: Ότι, πρώτον, κάθε αύξηση του επιτοκίου γίνεται μόνο μέ*σω της έκδοσης νέων χαρτιών με αυξημένο επιτόκιο και, δεύτερον, για να μπορεί η επιδιωκόμενη αύξηση του επιτοκίου να εδραιωθεί και να έχει τα παραπάνω αποτελέσματα, θα πρέπει να εισάγεται μέσω μιας με*γάλης έκδοσης νέων χαρτιών.

4.Εντέλει ποιος; Αυτός του 4,5%;

5.Δες Γ. Σταμάτης, Μια έκθεση για την πλήρη αποδόμηση των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Εποχή, 26.10.1997, και θ. Μαριόλης, Σχετικά με την έκθεση «Αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και Εισοδηματική Πολιτική 1998-1999,
θέσεις, τεύχος 64.


6.Δες αναλυτικά Γ. Σταμάτης (επιμ.), Ηκρατική διαχείριση της οικονομικής κρίσης,
Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα, 1990, καθώς και θ. Μαριόλης, ό.π.


7.Για τα πλεονεκτήματα μιας χρηματοδότησης των ελλειμμάτων του Δημοσίου από την Κεντρική Τράπεζα, δες Γ. Σταμάτης (επιμ.), «H κρατική διαχείριση», ό.π., σσ. 98-102.


8.Οικονομικά καθυστερημένη θα είναι βεβαίως η Ελλάδα και όταν θα έχει πετύχει τους στόχους του Μάαστριχτ.
 
Last edited: