- 17 June 2006
- 49,351
Το 1968 μια κλασική αστυνομική ταινία cult τότε, αμέσως μετά την παρουσίασή της, και ακόμα πιό cult σήμερα έχει το σπάνιο προνόμιο να είναι ντυμένη από τον μεγαλύτερο ίσως εν ζωή συνθέτη jazz μουσικής, αν και έγινε γνωστός από τις κινηματογραφικές και τηλεοπτικές μουσικές επενδύσεις.
Ο Lalo Schifrin έγραψε το score του Bullitt όσο πιό απλά γινόταν, όπως δηλώνει ο ίδιος.
Βασισμένο πάνω στην πεντατονική blue κλίμακα και χρησιμοποιώντας απλά θέματα, ενός οργάνου που έρχονται να του κάνουν παρέα άλλα όργανα, να το ενοχλήσουν, να το σπρώξουν, να διεκδικήσουν τον ρόλο του διαδοχικά μέχρι να υποκύψουν και να το συνοδέψουν αρμονικά σε ένα ζωηρό παιχνίδισμα χρωμάτων για να υποβάλουν τις ιστορικές σκηνές στα δωμάτια του ξενοδοχείου, στο μπαρ, στα σοκάκια του Σαν Φρανσίσκο και στα προάστεια.
Η ταινία ήταν μια παραγωγή του ίδιου του McQueen που προσέλαβε τον σκηνοθέτη Peter Yates καθώς ήταν σύμφωνα με τις προτάσεις φίλων ο μόνος που μπορούσε να γυρίσει σωστά τη σκηνή της καταδίωξης.
Όλη η ταινία βασίζεται στα 11 λεπτά της καταδίωξης που είναι ακόμα και σήμερα το απόλυτο μάθημα για οποιονδήποτε επίδοξο σκηνοθέτη.
Για την ιστορία για τη σκηνή χρησιμοποιήθηκαν δυό Ford Mustang GT Fastback 390 και δυό 440 Dodge Chargers (κατ άλλους από τρεις).
Οι σκηνές γυρίστηκαν σε διάστημα τριών εβδομάδων μετά από πάρα πολλές διαπραγματεύσεις με τις δημοτικές αρχές του San Fansisco σχετικά με το ποιούς δρόμους θα χρησιμοποιούσαν και θα απέκλειαν από την κίνηση των πολιτών και ΜΜΜ.
Τα αυτοκίνητα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν ειδικά τροποποιημένα για προδιαγραφές αγώνων και περισσότερο ίσως με ειδικές ενισχύσεις, λάστιχα αντοχής και υπερβολική πίεση, σκληρά αμορτισέρ και κάποια χάδια στους κινητήρες από βελτιωτές αγώνων.
Τις Mustang οδηγούσε ο ίδιος ο McQueen σε βασικές σκηνές που έπρεπε να φαίνεται (άλλωστε ο ίδιος ήταν οδηγός αγώνων) ενώ τις πιό επικίνδυνες ένας από τους βασικούς σωσίες του, stuntman και οδηγός αγώνων, ο Loren Janes.
Στο ρόλο του ενός κακού στις Dodge Charger ο διάσημος stuntman και οδηγός αγώνων Bill Hickman που φαίνεται πολύ στην ταινία, με το εμβληματικό σαγώνι και τα γιαλιά με το μαύρο σκελετό.
Σύμφωνα με τις προδιαγραφές που είχε βάλει ο Yates η μέγιστη ταχύτητα που προβλέπονταν για εντός πόλης ήταν έως τα 130 χλμ, αλλά τελικά το νούμερο καταστρατηγήθηκε και έφτασε ακόμα και τα 180, ιδίως έξω από την πόλη.
Για πρώτη φορά ο Yates χρησιμοποιεί πολλαπλές κάμερες για να έχει μεγαλύτερες δυνατότητες στο editing, και φυσικά σε όλη τη διάρκεια της καταδίωξης όλα τα αυτοκίνητα που εμφανίζονται αλλά και οι περαστικοί είναι κομπάρσοι stuntmen με λεπτομερέστατο σενάριο, ποιός θα επιβραδύνει, επιταχύνει, φρενάρει κλπ.
https://www.youtube.com/watch?v=oKI9CmIHmoc
το παραπάνω βίντεο είναι ένα "making of" της εποχής εκείνης όπου βλέπουμε τους πρωταγωνιστές McQueen (και Hickman) και την εμμονή του πρώτου στο γύρισμα μιας σωστής και ασφαλούς (για το κοινό) καταδίωξης.
Παρ όλες τις εντατικές πρόβες των βασικών οδηγών σε πίστες, κυρίως για τα τζαρτζαρίσματα, και τις συνολικά τρεις εβδομάδες γυρισμάτων για τα 11 λεπτά που στηρίζουν την όλη ταινία (ευτυχώς η ταινία σαφέστατα έχει πλοκή και εκτός καταδίωξης) τα λάθη, σφάλματα ή γκάφες είναι πολλά και καταγεγραμμένα στο διαδίκτυο αν και ελάχιστα ενδιέφεραν τον θεατή του 1968 αλλά ακόμα και του σημερινού. Πχ αξιοσημείωτη είναι η τριπλή εμφάνιση του σκουροπράσινου σκαραβαίου που τα δυό αγωνιστικά το περνούν δυό φορές αλλά αυτό καταφέρνει και πάλι είναι μπροστά τους, κάποια χρονικά ανακόλουθα με σημαδεμένα πλαϊνά και στη συνέχεια ολοκαίνουργια κ.ο.κ.
Η όλη σκηνή που ξεκινάει με τους "κακούς" να παρακολουθούν τον Bullitt, αλλά στη συνέχεια αυτός να ανταλλάσσει ρόλους και να τους κυνηγά έξω από την πόλη, μπαίνοντας σε αντίθετα ρεύματα, ρίχνοντας μοτοσυκλετιστές για να καταλήξουν οι διωκόμενοι σε μια έκρηξη σε βενζινάδικο, σχεδόν 50 χρόνια μετά είναι αξεπέραστη.
Και φυσικά μεγάλο ποσοστό της επιτυχίας βασίζεται στο score του Schifrin.
Το 1968 κυκλοφόρησε ένα original soundtrack αλλά όχι πλήρες. Στους μουσικούς περιλαμβάνεται ο Ray Brown στο μπάσο και ο Howard Roberts στην κιθάρα, επίσης η Carol Kaye στο ηλεκτρικό μπάσο.
Μέχρι το 2000 ήταν το μόνο επίσημο, εκτός από εκδόσεις Ιαπώνων μουσικόφιλων.
Το 2000 ο συνθέτης ηχογραφεί ξανά, ουσιαστικά ξαναγράφει όλο το έργο για περισσότερα όργανα, με την WDR, την ορχήστρα Ραδιοφωνίας της Δυτικής Γερμανίας. Το έργο είναι σφιχτό, πλούσιο και καλοδεμένο, χωρίς ο μέσος ακροατής να μπορεί άμεσα να εντοπίσει διαφορές.
Αργότερα το 2009 το περιοδικό Film Score Monthly επανεκδίδει το πλήρες soundtrack από τις αρχικές μήτρες.
Σήμερα όποια έκδοση, κυρίως από τις δυό τελευταίες να ακούσει κανείς, φέρνει αμέσως στο νού τις σκηνές της ταινίας, αν και με ευκολία μπορεί να αγαπηθεί ακόμα και από όσους δεν έχουν δει την ταινία.
Ο Lalo Schifrin έγραψε το score του Bullitt όσο πιό απλά γινόταν, όπως δηλώνει ο ίδιος.
Βασισμένο πάνω στην πεντατονική blue κλίμακα και χρησιμοποιώντας απλά θέματα, ενός οργάνου που έρχονται να του κάνουν παρέα άλλα όργανα, να το ενοχλήσουν, να το σπρώξουν, να διεκδικήσουν τον ρόλο του διαδοχικά μέχρι να υποκύψουν και να το συνοδέψουν αρμονικά σε ένα ζωηρό παιχνίδισμα χρωμάτων για να υποβάλουν τις ιστορικές σκηνές στα δωμάτια του ξενοδοχείου, στο μπαρ, στα σοκάκια του Σαν Φρανσίσκο και στα προάστεια.
Η ταινία ήταν μια παραγωγή του ίδιου του McQueen που προσέλαβε τον σκηνοθέτη Peter Yates καθώς ήταν σύμφωνα με τις προτάσεις φίλων ο μόνος που μπορούσε να γυρίσει σωστά τη σκηνή της καταδίωξης.
Όλη η ταινία βασίζεται στα 11 λεπτά της καταδίωξης που είναι ακόμα και σήμερα το απόλυτο μάθημα για οποιονδήποτε επίδοξο σκηνοθέτη.
Για την ιστορία για τη σκηνή χρησιμοποιήθηκαν δυό Ford Mustang GT Fastback 390 και δυό 440 Dodge Chargers (κατ άλλους από τρεις).
Οι σκηνές γυρίστηκαν σε διάστημα τριών εβδομάδων μετά από πάρα πολλές διαπραγματεύσεις με τις δημοτικές αρχές του San Fansisco σχετικά με το ποιούς δρόμους θα χρησιμοποιούσαν και θα απέκλειαν από την κίνηση των πολιτών και ΜΜΜ.
Τα αυτοκίνητα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν ειδικά τροποποιημένα για προδιαγραφές αγώνων και περισσότερο ίσως με ειδικές ενισχύσεις, λάστιχα αντοχής και υπερβολική πίεση, σκληρά αμορτισέρ και κάποια χάδια στους κινητήρες από βελτιωτές αγώνων.
Τις Mustang οδηγούσε ο ίδιος ο McQueen σε βασικές σκηνές που έπρεπε να φαίνεται (άλλωστε ο ίδιος ήταν οδηγός αγώνων) ενώ τις πιό επικίνδυνες ένας από τους βασικούς σωσίες του, stuntman και οδηγός αγώνων, ο Loren Janes.
Στο ρόλο του ενός κακού στις Dodge Charger ο διάσημος stuntman και οδηγός αγώνων Bill Hickman που φαίνεται πολύ στην ταινία, με το εμβληματικό σαγώνι και τα γιαλιά με το μαύρο σκελετό.
Σύμφωνα με τις προδιαγραφές που είχε βάλει ο Yates η μέγιστη ταχύτητα που προβλέπονταν για εντός πόλης ήταν έως τα 130 χλμ, αλλά τελικά το νούμερο καταστρατηγήθηκε και έφτασε ακόμα και τα 180, ιδίως έξω από την πόλη.
Για πρώτη φορά ο Yates χρησιμοποιεί πολλαπλές κάμερες για να έχει μεγαλύτερες δυνατότητες στο editing, και φυσικά σε όλη τη διάρκεια της καταδίωξης όλα τα αυτοκίνητα που εμφανίζονται αλλά και οι περαστικοί είναι κομπάρσοι stuntmen με λεπτομερέστατο σενάριο, ποιός θα επιβραδύνει, επιταχύνει, φρενάρει κλπ.
https://www.youtube.com/watch?v=oKI9CmIHmoc
το παραπάνω βίντεο είναι ένα "making of" της εποχής εκείνης όπου βλέπουμε τους πρωταγωνιστές McQueen (και Hickman) και την εμμονή του πρώτου στο γύρισμα μιας σωστής και ασφαλούς (για το κοινό) καταδίωξης.
Παρ όλες τις εντατικές πρόβες των βασικών οδηγών σε πίστες, κυρίως για τα τζαρτζαρίσματα, και τις συνολικά τρεις εβδομάδες γυρισμάτων για τα 11 λεπτά που στηρίζουν την όλη ταινία (ευτυχώς η ταινία σαφέστατα έχει πλοκή και εκτός καταδίωξης) τα λάθη, σφάλματα ή γκάφες είναι πολλά και καταγεγραμμένα στο διαδίκτυο αν και ελάχιστα ενδιέφεραν τον θεατή του 1968 αλλά ακόμα και του σημερινού. Πχ αξιοσημείωτη είναι η τριπλή εμφάνιση του σκουροπράσινου σκαραβαίου που τα δυό αγωνιστικά το περνούν δυό φορές αλλά αυτό καταφέρνει και πάλι είναι μπροστά τους, κάποια χρονικά ανακόλουθα με σημαδεμένα πλαϊνά και στη συνέχεια ολοκαίνουργια κ.ο.κ.
Η όλη σκηνή που ξεκινάει με τους "κακούς" να παρακολουθούν τον Bullitt, αλλά στη συνέχεια αυτός να ανταλλάσσει ρόλους και να τους κυνηγά έξω από την πόλη, μπαίνοντας σε αντίθετα ρεύματα, ρίχνοντας μοτοσυκλετιστές για να καταλήξουν οι διωκόμενοι σε μια έκρηξη σε βενζινάδικο, σχεδόν 50 χρόνια μετά είναι αξεπέραστη.
Και φυσικά μεγάλο ποσοστό της επιτυχίας βασίζεται στο score του Schifrin.
Το 1968 κυκλοφόρησε ένα original soundtrack αλλά όχι πλήρες. Στους μουσικούς περιλαμβάνεται ο Ray Brown στο μπάσο και ο Howard Roberts στην κιθάρα, επίσης η Carol Kaye στο ηλεκτρικό μπάσο.
Μέχρι το 2000 ήταν το μόνο επίσημο, εκτός από εκδόσεις Ιαπώνων μουσικόφιλων.
Το 2000 ο συνθέτης ηχογραφεί ξανά, ουσιαστικά ξαναγράφει όλο το έργο για περισσότερα όργανα, με την WDR, την ορχήστρα Ραδιοφωνίας της Δυτικής Γερμανίας. Το έργο είναι σφιχτό, πλούσιο και καλοδεμένο, χωρίς ο μέσος ακροατής να μπορεί άμεσα να εντοπίσει διαφορές.
Αργότερα το 2009 το περιοδικό Film Score Monthly επανεκδίδει το πλήρες soundtrack από τις αρχικές μήτρες.
Σήμερα όποια έκδοση, κυρίως από τις δυό τελευταίες να ακούσει κανείς, φέρνει αμέσως στο νού τις σκηνές της ταινίας, αν και με ευκολία μπορεί να αγαπηθεί ακόμα και από όσους δεν έχουν δει την ταινία.
Last edited by a moderator: