Ψάχνοντας προς τα πίσω, τα κομμάτια του puzzle άρχισαν να μπαίνουν σιγά σιγά στη θέση τους. Ο Γάτος, στην πραγματικότητα ονομάζεται Leandro Barbieri και γεννήθηκε στο Ροζάριο της Αργεντινής, το 1934. Φτωχόπαιδο, ξεκίνησε την καριέρα του παίζοντας κλαρινέτο και άλτο σαξόφωνο στα καμπαρέ του Μπουένος Αϊρες, κατέληξε στην ορχήστρα του Lalo Schifrin. Η θητεία του σ αυτή την ορχήστρα υπήρξε ανεκτίμητη: ο ίδιος δηλώνει ακόμα σε όλους τους τόνους πως εκεί έμαθε να παίζει με τις πιο τολμηρές αρμονικές, εκεί έμαθε τη δομή των τραγουδιών και εκεί ήταν που του κόλλησαν το παρατσούκλι του. “Εκείνη την εποχή, στην καρδιά της δικτατορίας του Περόν, δεν επιτρεπόταν να παίζεις τζάζ”, λέει ο ίδιος. “Επρεπε να παίζεις παραδοσιακά πράγματα όπως tango και carnabalito και χρησιμοποιούσα αυτά σαν αφετηρία”. Στα 19 του (1953), άλλαξε σε τενόρο σαξόφωνο που τον συντροφεύει σταθερά από τότε. Του δόθηκε ωστόσο η ευκαιρία να ανέβει στο πάλκο δίπλα σε κολοσσούς που επισκέπτονταν τη χώρα του: τον βασιλιά του μάμπο Perez Prado, τον Coleman Hawkins, τον Dizzy Gillespie, τον Herbie Mann. Αρχές της δεκαετίας του ‘60 εγκαταστάθηκε στη Ρώμη όπου γνώρισε τη γυναίκα του, άρχισε τις...κακές παρέες και το φλερτ με την avant garde: Don Cherry, Ed Blackwell, Steve Lacy, Abdullah Ibrahim…ο Γάτος έπαιξε με όλους και έμαθε από όλους. Από το 1969 και μετά, ιδιαίτερα μετά από το δίσκο που έκανε με τον Charlie Haden, άρχισε να εισάγει στοιχεία Λάτιν από τη μουσική της πατρίδας του και εκείνη της Βραζιλίας.
Ηταν πάρα πολύ εύκολο να μαγευτείς από το Γάτο εκείνα τα χρόνια: εκεί που οι άλλοι είχαν, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, για αναφορά τους τα blues, ο Γάτος αντλούσε τις ιδέες του από ΛατινοΑμερικάνικα boleros, tangos και milongas. Ηταν οπλισμένος με μιά σπάνια αρμονική εφευρετικότητα -οι ειδικοί παρατηρούσαν ότι την έμαθε μάλλον από τον Lalo Schifrin παρά από τον Coltrane- και το παίξιμό του ήταν τόσο προσωπικό που τον ξεχώριζες αμέσως, σαν τη μύγα μες στο γάλα: τον ακούς στο μνημειακό “Escalator Over The Hill” της Carla Bley, δίπλα από τύπους σαν τον Roswell Rudd ή τον Perry Robinson και η φωνή του είναι τόσο μοναδική που δεν τον μπερδεύεις με κανέναν.
Ενα παίξιμο που άλλοτε φέρνει στο νού ασκήσεις συγκρατημένου, απόλυτα ελεγχόμενου λυρισμού κι άλλοτε τραχύ, με βραχνές στριγγλιές, να επενεργεί πάνω σου σαν σπρωξιές ακατάσχετης καλλιτεχνικής ευφορίας. Ενας ήχος που αστράφτει και λαμποκοπάει και σφύζει από ερμηνευτική αυτοπεποίθηση και μιά άκρως μεταδοτική ενέργεια. Αυτός είναι ο Γάτος. άλλοτε τον ακούς να νιαουρίζει φτύνοντας θολές νότες ολοτρίγυρα μέσα στο κομμάτι κι άλλοτε ραψωδικός, δεσμώτης της μελωδίας, να περιφέρεται παραπαίοντας μέσα στα σπλάχνα της, σαν μοναχικός λύκος που ψάχνει μία διέξοδο.