...Έφτασε η στιγμή να εμπλουτίσουμε τις παρουσιάσεις μας με την αγαπημένη μου μπάντα του Φρίσκο. Οι δίδυμες βιρτουόζικες κιθάρες και η λατρεία τους για τον Bo Diddley, υπήρξαν τα βασικά χαρακτηριστικά τους και σύντομα ανέπτυξαν καλτ φήμη στη περιοχή του κόλπου και έγιναν περιζήτητοι για τις ζωντανές τους παραστάσεις. Όπως πιθανόν να καταλάβατε, πρόκειται για τους Quicksilver Messenger Service.
Αργοπορημένοι δισκογραφικά και με συμβολή στη παραγωγή του πρώτου τους δίσκου, των Nick Gravenites και Harvey Brooks των Electric Flag - επηρεασμένοι κι' από τον ήχο τους, κατά το Rolling Stone της εποχής - το 1968 ηχογράφησαν στην Capitol το αναμενόμενo, καυτό ντεμπούτο τους, αλλά περισσότερα γι' αυτό αργότερα. Τώρα, για την ιστορία τους, θα παραθέσω ένα εξαιρετικό κείμενο του φίλου, Κώστα Λυμπερόπουλου, που είχε παλαιότερα αρθρογραφήσει σε αφιέρωμα για την Ψυχεδέλεια.
Οι Quicksilver Messenger Service άρχισαν μαζί με τους Dead και τους Airplane. Ανεπίσημα αρχηγός τους ήταν ο Dave Freiberg (1938) βιολιστής μέχρι τα 16 του χρόνια (είχε αρχίσει τις σπουδές του στο όργανο απ' τα πέντε του). Στο γυμνάσιο έπαιζε βιόλα στη σχολική ορχήστρα. Παρ' όλα αυτά δεν είχε τη μουσική στα ενδιαφέροντά του όταν μπήκε στο Miami University του Ohio. Κι αυτός ήταν ένας απ' τους λόγους που παράτησε τις σπουδές του μετά τρεισήμισι χρόνια.
Το 1960 μετακινείται στο Σαν Φρανσίσκο και πιάνει δουλειά σαν υπάλληλος της σιδηροδρομικής εταιρείας Southern Pacific. Με την έκρηξη της φολκ του '63 ωστόσο το ενδιαφέρον του για τη μουσική ανανεώνεται κι αρχίζει να παίζει κιθάρα, ενώ τα Σαββατοκύριακα κερδίζει μερικά χρήματα παραπάνω παίζοντας στα φολκ κλαμπ. Στη συνέχεια αφήνει την δουλειά του στην Southern Pacific και φτιάχνει ένα φολκ ντουέτο, ενώ λίγο αργότερα και μετά από δίμηνη διακοπή, λόγω προβλημάτων του με το νόμο και μη έχοντας άλλη εκλογή, μετακινείται στο Sansalito όπου τον περιμένουν δύο παλιοί γνώριμοι, ο Jim Murray (1942-2013) κι ο John Cipollina (1943-1989).
Τούτος δω ο τελευταίος, γόνος κι αυτός μουσικής οικογένειας - η μητέρα του ήταν πιανίστα κονσέρτου - είχε πάρει μαθήματα πιάνου επί μια δεκαετία περίπου μέχρι που αποφάσισε πως αυτό δεν είναι όργανο γι' αυτόν. Ήταν γύρω στα δεκατρία του όταν ο νονός του, του έκανε δώρο μια φτηνή κιθάρα κι άρχισε να μαθαίνει μόνος του. Μερικοί από τους φίλους του έπαιζαν κιθάρα φλαμένκο και ο Cipollina, που κύρια τον ενδιέφεραν τα κάντρι μπλουζ, άρχισε να παίζει ένα μείγμα από φλαμένκο και ρυθμ εντ μπλουζ. Το '64 τον βρίσκει λάτρη του LSD.
Ο Freiberg, ο Cipollina κι ο Murray (που έπαιζε κι αυτός κιθάρα) έμεναν στο σπίτι του τελευταίου επί ένα οκτάμηνο χωρίς να έχουν συζητήσει καθόλου για μουσική. Μια μέρα καθισμένοι στο ξύλινο πάτωμα του σπιτιού, αναρωτήθηκαν τι θα μπορούσαν να κάνουν ώστε να κερδίσουν τα προς το ζην κάνοντας ταυτόχρονα την πλάκα τους. Κατέληξαν στη μουσική κι αποφάσισαν να φτιάξουν ένα γκρουπ. Βρίσκοντας όμως πως τους έλειπε ένας ντράμερ ζήτησαν απ' τον Dino Valenti (1937-1994) ν' αναλάβει το ντραμ-κιτ. Ο τελευταίος δέχεται αλλά λίγο μόλις αργότερα συλλαμβάνεται για ουσίες και καταδικάζεται σε 18 μήνες φυλακή. Οι άλλοι τρεις συναντούν τον Gary Duncan (1946) και τον Greg Elmore (1946) και η γέννηση των Quicksilver είναι γεγονός.
Το γκρουπ αρχίζει να παίζει στο σιρκουί των auditoriums του Φρίσκο και δημιουργεί φανατικούς ακροατές. Τέλη του '67, την εποχή πάνω κάτω που τους εγκαταλείπει ο Murray τους υπολογίζουν σαν έναν απ' τους καλύτερους άσιντ-ροκ συνδυασμούς. Πάντα στα λάιβ όμως μια και ποτέ δεν κατάφεραν να μεταφέρουν την ατμόσφαιρα των κονσέρτων τους στο βινύλιο (μ' εξαίρεση ίσως το "Happy Trails"). Γύρω στην εποχή της κυκλοφορίας του δεύτερου LP τους, του Happy Trails, ο Gary Duncan αποχωρεί. Τον αντικαθιστά ο Nicky Hopkins (1944-1994), πολύ προικισμένος μουσικός με συμμετοχές στις ηχογραφήσεις των Rolling Stones, Jeff Beck, Who, Kinks, Beatles και Steve Miller εκείνης της εποχής.
Μουσικά οι Quicksilver στέκονται κάπου ανάμεσα στα άλλα δύο μεγάλα γκρουπ του Σαν Φρανσίσκο, τους Dead και τους Airplane, με την έννοια ότι ενώ ο ήχος τους ήταν ψυχεδελικός ποτέ δεν αγνόησαν το ρυθμό. Τα κομμάτια τους διακρίνονται από ένα σκληρό ρυθμό και μια δεξιοτεχνία σπάνια για ροκ εντ ρολ γκρουπ, ακόμα και σήμερα. Τα επόμενα άλμπουμ τους έδωσαν την αναγνώριση των κριτικών αλλά ποτέ δεν είχαν ικανοποιητικές πωλήσεις.
Ο Freiberg, εξήγησε την προέλευση του ονόματος της μπάντας. «Αρχικά στην μπάντα, υπήρχαν τέσσερις Παρθένοι και ένα Δίδυμος. Από τους τέσσερις Παρθένoυς, υπήρχαν μόνο δύο γενέθλια, ο Τζον και εγώ γεννηθήκαμε στις 24 Αυγούστου και Γκάρι και Γκρεγκ γεννήθηκαν στις 4 Σεπτεμβρίου... Ο κυρίαρχος πλανήτης για τον Παρθένο στην αστρολογία, είναι ο Ερμής/Mercury, όπως και για τον Δίδυμο. Έτσι, στην αναζήτηση για όνομα, σκεφτήκαμε ότι mercury σημαίνει και υδράργυρος/quicksilver, σωστά; O Ερμής είναι ο μαντατοφόρος των Θεών, οπότε Quicksilver Messenger Service.»
Αργοπορημένοι δισκογραφικά και με συμβολή στη παραγωγή του πρώτου τους δίσκου, των Nick Gravenites και Harvey Brooks των Electric Flag - επηρεασμένοι κι' από τον ήχο τους, κατά το Rolling Stone της εποχής - το 1968 ηχογράφησαν στην Capitol το αναμενόμενo, καυτό ντεμπούτο τους, αλλά περισσότερα γι' αυτό αργότερα. Τώρα, για την ιστορία τους, θα παραθέσω ένα εξαιρετικό κείμενο του φίλου, Κώστα Λυμπερόπουλου, που είχε παλαιότερα αρθρογραφήσει σε αφιέρωμα για την Ψυχεδέλεια.
Οι Quicksilver Messenger Service άρχισαν μαζί με τους Dead και τους Airplane. Ανεπίσημα αρχηγός τους ήταν ο Dave Freiberg (1938) βιολιστής μέχρι τα 16 του χρόνια (είχε αρχίσει τις σπουδές του στο όργανο απ' τα πέντε του). Στο γυμνάσιο έπαιζε βιόλα στη σχολική ορχήστρα. Παρ' όλα αυτά δεν είχε τη μουσική στα ενδιαφέροντά του όταν μπήκε στο Miami University του Ohio. Κι αυτός ήταν ένας απ' τους λόγους που παράτησε τις σπουδές του μετά τρεισήμισι χρόνια.
Το 1960 μετακινείται στο Σαν Φρανσίσκο και πιάνει δουλειά σαν υπάλληλος της σιδηροδρομικής εταιρείας Southern Pacific. Με την έκρηξη της φολκ του '63 ωστόσο το ενδιαφέρον του για τη μουσική ανανεώνεται κι αρχίζει να παίζει κιθάρα, ενώ τα Σαββατοκύριακα κερδίζει μερικά χρήματα παραπάνω παίζοντας στα φολκ κλαμπ. Στη συνέχεια αφήνει την δουλειά του στην Southern Pacific και φτιάχνει ένα φολκ ντουέτο, ενώ λίγο αργότερα και μετά από δίμηνη διακοπή, λόγω προβλημάτων του με το νόμο και μη έχοντας άλλη εκλογή, μετακινείται στο Sansalito όπου τον περιμένουν δύο παλιοί γνώριμοι, ο Jim Murray (1942-2013) κι ο John Cipollina (1943-1989).
Τούτος δω ο τελευταίος, γόνος κι αυτός μουσικής οικογένειας - η μητέρα του ήταν πιανίστα κονσέρτου - είχε πάρει μαθήματα πιάνου επί μια δεκαετία περίπου μέχρι που αποφάσισε πως αυτό δεν είναι όργανο γι' αυτόν. Ήταν γύρω στα δεκατρία του όταν ο νονός του, του έκανε δώρο μια φτηνή κιθάρα κι άρχισε να μαθαίνει μόνος του. Μερικοί από τους φίλους του έπαιζαν κιθάρα φλαμένκο και ο Cipollina, που κύρια τον ενδιέφεραν τα κάντρι μπλουζ, άρχισε να παίζει ένα μείγμα από φλαμένκο και ρυθμ εντ μπλουζ. Το '64 τον βρίσκει λάτρη του LSD.
Ο Freiberg, ο Cipollina κι ο Murray (που έπαιζε κι αυτός κιθάρα) έμεναν στο σπίτι του τελευταίου επί ένα οκτάμηνο χωρίς να έχουν συζητήσει καθόλου για μουσική. Μια μέρα καθισμένοι στο ξύλινο πάτωμα του σπιτιού, αναρωτήθηκαν τι θα μπορούσαν να κάνουν ώστε να κερδίσουν τα προς το ζην κάνοντας ταυτόχρονα την πλάκα τους. Κατέληξαν στη μουσική κι αποφάσισαν να φτιάξουν ένα γκρουπ. Βρίσκοντας όμως πως τους έλειπε ένας ντράμερ ζήτησαν απ' τον Dino Valenti (1937-1994) ν' αναλάβει το ντραμ-κιτ. Ο τελευταίος δέχεται αλλά λίγο μόλις αργότερα συλλαμβάνεται για ουσίες και καταδικάζεται σε 18 μήνες φυλακή. Οι άλλοι τρεις συναντούν τον Gary Duncan (1946) και τον Greg Elmore (1946) και η γέννηση των Quicksilver είναι γεγονός.
Το γκρουπ αρχίζει να παίζει στο σιρκουί των auditoriums του Φρίσκο και δημιουργεί φανατικούς ακροατές. Τέλη του '67, την εποχή πάνω κάτω που τους εγκαταλείπει ο Murray τους υπολογίζουν σαν έναν απ' τους καλύτερους άσιντ-ροκ συνδυασμούς. Πάντα στα λάιβ όμως μια και ποτέ δεν κατάφεραν να μεταφέρουν την ατμόσφαιρα των κονσέρτων τους στο βινύλιο (μ' εξαίρεση ίσως το "Happy Trails"). Γύρω στην εποχή της κυκλοφορίας του δεύτερου LP τους, του Happy Trails, ο Gary Duncan αποχωρεί. Τον αντικαθιστά ο Nicky Hopkins (1944-1994), πολύ προικισμένος μουσικός με συμμετοχές στις ηχογραφήσεις των Rolling Stones, Jeff Beck, Who, Kinks, Beatles και Steve Miller εκείνης της εποχής.
Μουσικά οι Quicksilver στέκονται κάπου ανάμεσα στα άλλα δύο μεγάλα γκρουπ του Σαν Φρανσίσκο, τους Dead και τους Airplane, με την έννοια ότι ενώ ο ήχος τους ήταν ψυχεδελικός ποτέ δεν αγνόησαν το ρυθμό. Τα κομμάτια τους διακρίνονται από ένα σκληρό ρυθμό και μια δεξιοτεχνία σπάνια για ροκ εντ ρολ γκρουπ, ακόμα και σήμερα. Τα επόμενα άλμπουμ τους έδωσαν την αναγνώριση των κριτικών αλλά ποτέ δεν είχαν ικανοποιητικές πωλήσεις.
Ο Freiberg, εξήγησε την προέλευση του ονόματος της μπάντας. «Αρχικά στην μπάντα, υπήρχαν τέσσερις Παρθένοι και ένα Δίδυμος. Από τους τέσσερις Παρθένoυς, υπήρχαν μόνο δύο γενέθλια, ο Τζον και εγώ γεννηθήκαμε στις 24 Αυγούστου και Γκάρι και Γκρεγκ γεννήθηκαν στις 4 Σεπτεμβρίου... Ο κυρίαρχος πλανήτης για τον Παρθένο στην αστρολογία, είναι ο Ερμής/Mercury, όπως και για τον Δίδυμο. Έτσι, στην αναζήτηση για όνομα, σκεφτήκαμε ότι mercury σημαίνει και υδράργυρος/quicksilver, σωστά; O Ερμής είναι ο μαντατοφόρος των Θεών, οπότε Quicksilver Messenger Service.»