Όσο περισσότερα bits έχουμε τόσο περισσότερο μεγαλώνει η ανάλυση στον κατακόρυφο άξονα δηλαδή στον άξονα του πλάτους της κυματομορφής.
Δηλαδή υπάρχουν περισσότερες διαθέσιμες τιμές ανάμεσα στο 0 και στο μέγιστο για να περιγραφεί το πλάτος (η ένταση ας πούμε) της κυματομορφής.
Στα 16bit έχουμε μόνο 32.768 διαφορετικές τιμές για την θετική ήμιπερίοδο και άλλες τόσες για την αρνητική. Στα 24bit έχουμε αντίστοιχα 8.388.608 διαθέσιμες τιμές για κάθε ημιπερίοδο. Δηλαδή το 24bit σήμα είναι κατά 256 φορές πιο αναλυτικό ή πιο ακριβές από το 16 bit στο πλάτος του.
Όσο μεγαλύτερη συχνότητα δειγματοληψίας έχουμε τόσο μεγαλώνει η ανάλυση του σήματος στον οριζόντιο άξονα, αυτόν του χρόνου ή της συχνότητας με άλλα λόγια, και τόσο πιο μεγάλες συχνότητες μπορούμε να περιγράψουμε. Δηλαδή στα 44.1KHz μετράμε το πλάτος του σήματος 44100 φορές το δευτερόλεπτο και αυτό που "διαβάζουμε" σε κάθε μέτρηση το γράφουμε κάθε φορά με μία λέξη ανάλυσης 16...ή...24bit
Όταν το σήμα που μετράμε είναι συχνότητας πχ 441 Hz, (δηλαδή η νότα "λα" ελαφρώς φάλτσα-παρακουρδισμένη), τότε έχουμε περιθώριο να μετρήσουμε 100 φορές την κάθε περίοδό της και να καταγράψουμε με ασφάλεια το σχήμα της. Όταν όμως πάμε να μετρήσουμε τα 20500 Hz τότε προφταίνουμε να τα μετρήσουμε μόνο 2 φορές στην κάθε περίοδό τους. Και για μεγαλύτερες συχνότητες δεν βγάζουμε ασφαλή συμπεράσματα.
Ανεβάζοντας την δειγματοληψία μας στο διπλάσιο, δηλαδή στα 88.2ΚHz, μπορούμε να μετρήσουμε όχι μόνο καλύτερα τα 20500Hz, (4 φορές αντί για 2), αλλά μπορούμε να μετρήσουμε με σχετική πιστότητα και μεγαλύτερες συχνότητες μέχρι και 44100Hz .
Αυτά για το PCM. Το DSD είναι δύσκολο και δεν το ξέρω...