- 17 June 2006
- 14,350
The Mothers Of Invention - Burnt Weeny Sandwich (Rykodisc CD - 1969)
Τον θεωρούσα “καμένο” από νωρίς σχετικά. Από το 1971 για την ακρίβεια. Κλασσική περίπτωση Too much too soon – τα είπε όλα στους 5 ή 6 πρώτους δίσκους του…μετά με έπρηζε. Πάντα τον συμπαθούσα και τον θεωρούσα “δικό μου” αλλά μου έφερνε στο νού shock-aholic και ξυνισμένο γερο-τράγο που δεν του άρεσε τίποτα. Κακό σπυρί στον κώλο. Αρχισε τις ηθικολογίες και τις παρωδίες, φτηνές πολιτικολογίες της πεντάρας, δεν του άρεσαν οι “κλώσες”, “στράβωνε” στα clubs, είχε κηρύξει πόλεμο στους μπάφους, το έπαιζε ταγός του έθνους. Είχε και την ανθυγιεινή, για την τσέπη μου, συνήθεια να κυκλοφορεί τα πάντα: όλα στη φόρα, ό τι του πέρναγε απ το μυαλό, ό τι ηχογραφούσε στο στούντιο, είτε μόνος του παίζοντας αργά τη νύχτα, είτε με το γκρούπ δοκιμάζοντας ιδέες, ένα σωρό πειράματα και δοκιμές, αδιεξοδικά στην πλειοψηφία τους, μου έφερναν στο νού το “απορία ψάλτου = βήξ”. Από editing του έβαζα ένα ολοστρόγγυλο μηδενικό: δεν υπάρχει δίσκος του που να μη βρήκα μέσα ενδιαφέροντα πράγματα, έως και διαμάντια – αλλά συνήθως έπρεπε να …σκάψω πολύ.
Για μένα τελείωσε με το “Cruising With Ruben & The Jets”. Το τελευταίο του, κατά τη γνώμη μου, ολοκληρωμένο concept άλμπουμ, εκεί που η αγάπη του για τα παιδικά του ακούσματα και ειδικά το doo-wop, του βγαίνει από τα αυτιά. Το “Hot Rats” μπορεί να προκάλεσε σεισμό όταν βγήκε αλλά εμένα δεν μου λέει τίποτα που να μην ήξερα ήδη γι αυτόν: το άκουσα το 1973, με εντυπωσίασε τότε, αλλά μετά άκουσα τα προηγούμενα. Από τότε το θεωρώ μια σύνθεση των Πρίν, σαν να κοντοστάθηκε για να δεί προς τα πού να τραβήξει, ας είναι καλά γιατί εκεί ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με τον Καπετάνιο. Μετά, με κάποιο κουφό τρόπο, έπεσε στα χέρια μου από σπόντα το “Burnt Weeny Sandwich”. Κατευθείαν από τα αρχεία του, ένας μεταθανάτιος φόρος τιμής, στους Mothers, που μόλις είχε διαλύσει. Όταν βγήκε χαρακτηρίσθηκε “σαλάτα” και “χαρούμενο μπουρδέλο”. Τα κοσμητικά δεν απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Μόνο που, εκτός από αυτά, ο δίσκος είναι στην ουσία μία περίληψη πεπραγμένων. Και, μαζί, ένα στοργικό “Αντίο” του Frank στην πρώτη δημιουργική του φάση και σε ολόκληρη τη δεκαετία του ’60.
Ο δίσκος ήταν σκέτος καρνάβαλος. Βυθίστηκα στην πρώτη πλευρά για καναδυό μήνες: “Igor’s Boogie Phase I & II” για τον Stravinsky, κάτι ακυκλοφόρητα σπαράγματα, ανεμομαζώματα στην πραγματικότητα, αλλά το ένα καλύτερο από το άλλο. Εφερνες τον δίσκο τούμπα κι έσκαγε στα μούτρα σου το “Little House I Used To Live In” – κοιτάζει παντού και πουθενά, είναι “πιάσε με αν μπορείς”: 18 λεπτά, δομημένη σύνθεση, με σάρκα και οστά μπροστά σου σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια το φιλόδοξο αρχικό σχέδιο του Zappa που έβλεπε τότε την μουσική σαν ολοκληρωτική εκφραστική φόρμα, μέσα στους κόλπους της οποίας χωρούσαν σχεδόν τα πάντα, μιά δίνη που σου μιλάει με πολλές μουσικές γλώσσες ταυτόχρονα. Η …ομάδα, ένας κι ένας: Lowel George στις κιθάρες, Ian Underwood στα πλήκτρα και τα σαξόφωνα, Roy Estrada, Jimmy Carl Black και Art Trip στη rhythm section, ο μεγάλος Don Preston μπάσο, πιάνο και πλήκτρα γενικώς, Don “Sugarcane” Harris στο ηλεκτρικό βιολί …από πού ν αρχίσεις και που να τελειώσεις.
Κανένα άλλο του δεν ξεπέρασε αυτό το άλμπουμ στην καρδιά μου. Κρατώ το ζωντανό “Mothers, Fillmore East, June 1971”, κύρια για τους παρτσακλούς Kaylan και Volman και κατά δεύτερο λόγο για τον Aynsley Dunbar στα ντράμς – δεν νομίζω να είχε ποτέ του καλύτερο ντράμερ ο Frank.
Κρατώ, ως κόρη οφθαλμού φυσικά, τα “Freak Out” και “We’re Only In It For The Money”.
Κρατώ επίσης τα 2 ύστερα διαμάντια του με το synclavier, “Jazz From Hell” και “Civilization Phase III” που τους έχω ιδιαίτερη αγάπη.
Αμφιταλαντεύομαι με το “Zappa In New York” – ένα κομμάτι μου αρέσει αλλά τι κομμάτι! (“Tities & Beer”). Θα το κρατήσω γι αυτό το νούμερο, τον Terry Bozzio.
Όλα τα ενδιάμεσα τα ξεφορτώθηκα.
Να είσαι καλά νταβραντισμένε γερο-τράγο όπου κι αν βρίσκεσαι.:ernaehrung004:
Your guitar, finally, did kill my mama