Songs of the bailing man / PERE UBU
Σίγουρα ένα από τα πλέον ιδιοσυγκρασιακά σχήματα , οι Pere Ubu χρωστούν την «τρέλλα» και τον σουρρεαλιστικό χαρακτήρα τους , στον David Thomas , ιθύνοντα νού , πολυσχιδή προσωπικότητα και συνάμα γκροτέσκα φιγούρα που σπάνια συναντάται σε άλλα γκρούπ με όλες αυτές τις ιδιότητες . Ο σουρρεαλιστικός garage/punk/new wave ήχος τους είναι αμέσως αναγνωρίσιμος , κυρίως λόγω του τρόπου που τραγουδά ο Thomas και των εξ ίσου σουρρεαλιστικών στίχων του ( «Who would question the worth of a dog / who would query the use of a dog ?» αναρωτιέται στο The use of a dog ενώ στο «The vulgar Boatman bird» όπου υπάρχει σημείωση στο τέλος των στίχων , που έχει ως εξής : «Τhere doesn’t seem to be any such bird. The fact should be overlooked.»[/Ι] ).
Στο Songs of the bailing man , έχει ήδη αποχωρήσει ο μέχρι τότε αρχικός κιθαρίστας τους Tom Herman και ο ντράμερ τους Scott Krauss και τις θέσεις τους έχουν καταλάβει δύο μορφές του underground , ο Mayo Thompson ( Red Krayola ) και ο Αntοn Fier ( Feelies Lounge Lizards και μετέπειτα Golden Palominos ) αντίστοιχα . Αυτές οι αλλαγές έχουν ως αποτέλεσμα το γκρούπ να αποτελείται κατά τα 3/5 του από τα ίδια μέλη με τους Red Crayola ( with Art and Language ) της ίδιας περίπου εποχής ( 1981 ) ( Thompson , Ravenstine και Thomas - αφού ο τελευταίος είχε λάβει μέρος στις ηχογραφήσεις του Soldier Talk του 1979 ) γεγονός εμφανές π.χ στο «The use of a dog» .
Ο Mayo Thompson είναι γνωστός για την ανεκτίμητη συνεισφορά του στην ψυχεδέλεια , όμως η καθοριστική αλλαγή είναι στον ντράμμερ . Ο Fier είναι σαφώς καλύτερος ντράμμερ από τον αποχωρήσαντα Herman , έχει μεγαλύτερη ποικιλία στο παίξιμο του , έχει περισσότερες επιρροές από τζαζ , δεν περιορίζεται στο να συνοδεύει απλώς αλλά προσθέτει συνέχεια λεπτομέρειες και κυρίως δεν βαράει , σαν ξυλοκόπος , με όση δύναμη έχει . Eκτός των άλλων παίζει και marimba , αλλά και πιάνο . Αυτό , συν το γεγονός ότι συνεισφέρει με δύο τουλάχιστον συνθέσεις του – μεταξύ των οποίων και η επτάλεπτη , με jungle tribal χαρακτήρα, «A day such as this» – έχουν ως αποτέλεσμα να χάσει μεν το γκρούπ τον επιθετικό σκληρό ροκ χαρακτήρα του , αλλά να κερδίσει σε σοβαρότητα (αν και παράλογα αστεία) , ποικιλία στην αισθητική του κατεύθυνση , πολυπλοκότητα στις ενορχηστρώσεις , εμφανίζοντας έτσι ένα πιο arty χαρακτήρα , σουρρεαλιστικό όπως πάντα , αλλά μουσικά εξαίρετο , καθώς η πολυρρυθμική υποστήριξη που προσφέρει ο Fier πλουτίζει τον ήχο τους , λειαίνοντας ίσως τις γκαραζοαιχμές προς όφελος ενός πιο μαλακού και μελαγχολικού ήχου που φλερτάρει και με την τζαζ ( στο μισό π.χ. «The long walk home» παίζουν bop κανονικά ) πράγμα που επιτείνει και η χρήση της τρομπέτας . Από την άλλη βέβαια στο Petrified ξεδίνουν σε ένα φρενιτιώδες τέμπο , ενώ στα «Stormy Weather» και «Horns are a dilemma» , τα ηλεκτρονικά του Ravenstine έχουν την τιμητική τους , με το πρώτο ειδικά να κυριαρχείται από την γνωστή παράλογη κακοφωνία τους . Κατά τα λοιπά , το art punk τους είναι εδώ πιο arty και σχεδόν καθόλου punk , οι κακοφωνίες τους το ίδιο υπέροχες , και τα τραγούδια τους παραμένουν αυτοκαταστρεφόμενα όπως πάντα . Ο σαρκασμός και το ντανταϊστικό χιούμορ πάντα σε πρώτη γραμμή ( τα κομμάτια έχουν την ακόλουθη αρίθμηση : 1,2,3,…8,9,0,1 , ενώ το 1 δεν υπάρχει στον δίσκο , αλλά υπάρχουν οι στίχοι του ) .Για μένα ο καλύτερος δίσκος τους , φιλόδοξος , τεχνικά άρτιος , εκτελεστικά εξαιρετικός και με μια παραγωγή και ηχογράφηση άψογη ( βινύλιο , nimbus pressing , στις 45 rpm ) , όπερ σημαίνει πως το Songs of the bailing man με μέτρο σύγκρισης το γενικότερο ηχητικό στίγμα της εποχής είναι αριστουργηματικό .
“On a day such as this / insist / on more than the truth H y p e r b o l e” ( ****1/2 )