Ο καιρός φτιάχνει σιγά σιγά κι επειδή σε λίγο θ’αρχίσουν οι τορνοκατασκευές είπα να πειραματιστώ λίγο με το υγρό γυαλί.
Να δω γιατί δεν μπορούμε εμείς να πετύχουμε τους συνδυασμούς χρωμάτων που βλέπουμε στις έτοιμες μπάρες του εμπορίου.
Γιατι σ’εμάς τα χρώματα, απο τη στιγμή που θα τα αναμείξουμε, μετά από λίγο ομογενοποιούνται και βγαίνει μια σούπα απροσδιορίστου χρώματος, μια μίξη αυτών που έχουμε βάλει.
Η ιδέα ήταν να αφήσω τη ρυτίνη χωριστά μέχρι να αρχίσει να ψιλο-πήζει και μετά να κάνω την ανάμιξη.
Προχθές το βράδυ λοιπόν έφτιαξα 3 διαφορετικά κυπελάκια με 3 διαφορετικά χρώματα διαλεγμένα στην τύχη.
Την επόμενη μέρα το πρωί που ανέβηκα να τα δω ήταν σαν να τα έφτιαξα πρίν 5 λεπτά.
Η ρυτίνη ήταν σχεδόν το ίδιο υδαρής όσο την άφησα το προηγούμενο βράδυ.
Υπομονή.
Το μεσημέρι κάπως καλύτερα, άρχισε να δείχνει κάποια σημάδια πηξήματος αλλά εξακολουθούσε να είναι υπερβολικά ρευστή. Είναι κι αυτός ο καιρός που δε βοηθάει…
Αργά το βράδυ είχε αρχίσει να μελώνει και θεώρησα οτι ήταν η κατάλληλη στιγμή να τα αναμίξω, αν τα άφηνα για το πρωί θα ήταν πολύ αργά.
Πρίν λίγο έβγαλα τη μπάρα απ’το καλούπι και είδα οτι, σε γενικές γραμμές, το αποτέλεσμα είναι ικανοποιητικό.
Κι επειδή «ουδέν καλόν αμιγές κακού» που έλεγε και η μάνα μου
εμφανίστηκε άλλο πρόβλημα, καινούριο.
Η μπάρα ήταν γεμάτη λακούβες, σαν κρατήρες, προφανώς από εγκλωβισμό αέρα.
Δεν ξέρω όμως αν αυτό περιορίζεται στην εξωτερική επιφάνεια ή είναι και στο εσωτερικό του σαν κεφαλοτύρι.
Αυτό θα το δω όταν αρχίσω να το επεξεργάζομαι στον τόρνο αλλά πολύ φοβάμαι οτι και εσωτερικά το ίδιο θα συμβαίνει. Μπορεί το πήξιμο απ’τη μία να βοηθάει στα χρώματα αλλά απ’την άλλη εμποδίζει τον αέρα να διαφύγει.
Φαύλος κύκλος… δε θα ησυχάσουμε ποτέ.