ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ "O αέρας μύριζε καμένο κρέας..."
Στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως του Μαουτχάουζεν έμεινα κρατούμενος από το καλοκαίρι του 1943 ως το τέλος το πολέμου. H παραλαβή μας από τους Ες Ες έγινε ονομαστικά. Μπήκαμε σε πεντάδες. Ο αέρας μύριζε καμένο κρέας... Το χαλίκι του δρόμου ήταν ανάμεικτο με αποκαΐδια και κομμάτια κόκαλα. Ανάμεσα στο πρώτο κτίριο και στον τοίχο 265 πεθαμένοι ήταν αραδιασμένοι στο τσιμέντο, οι νεκροί της ημέρας.
Στην παράγκα αριθμός 10 ο Γιοζέφ Μπαλίνα με συμβούλευσε, «εδώ μέσα για να γλιτώσεις χρειάζεται μια κρούστα τρέλας γύρω από το μυαλό». Μπήκα στο συνεργείο για το φόρτωμα της άμμου. Στον δρόμο ήταν σωροί αποκαΐδια... Τα αποκαΐδια ήταν καλύτερο υλικό για την επίστρωση δρόμων από το ψιλό χαλίκι. Δεν λάσπωνε. Οπως και να το κάνουμε, ο άνθρωπος είναι πάντα το καλύτερο υλικό. Σχεδόν αναντικατάστατο.
Οι Ες Ες στα στρατόπεδα σταδιοδρομούσαν, ανταγωνιζόμενοι ποιος θα είναι ο χειρότερος. Προτιμούσαν Εβραίους ή Ρώσους. Οι Ρώσοι, αιχμάλωτοι πολέμου, πάντα τραγουδούσαν. Τα τραγούδια τους ήταν οι εκκλησίες του Μαουτχάουζεν, εκεί μεταλαβαίναμε θάρρος. Τον Απρίλιο του '44 φέρανε από το Νταχάου, όπου είχαν και τον Ζαχαριάδη, τον Αντώνη από τους Αμπελόκηπους. Μετά φέρανε ιταλούς αξιωματικούς που αρνήθηκαν τον Μουσολίνι και έναν άγγλο αξιωματικό, πολύ ψύχραιμο ως τη στιγμή που βρήκε στη σούπα του ένα κομμάτι κρέας που έμοιαζε με ανθρώπινο.
.......
...
EYA ΚΑΡΑΣΟ "Με έβαλαν να σκάψω τον τάφο μου"
Γεννήθηκα στην Ουγγαρία. Εφτασα στο Αουσβιτς το 1944, ανυποψίαστη, και έγινα το νούμερο «8670031». Εψαξα αμέσως για την αδελφή μου, έτρεχα τη νύχτα στα μπλοκ με χίλιες προφυλάξεις. Δεν την αναγνώρισα αμέσως με ξυρισμένο το κεφάλι· χάλια. Της έδινα το φαγητό μου γιατί ήταν πολύ αδύνατη και μπορεί να την έπαιρναν στη διαλογή. Το βράδυ κοιμόμασταν 28 κοπέλες πάνω σε ένα σανίδι σαν σαρδέλες. Οταν ήθελε κάποια να γυρίσει πλευρό, γυρνούσαμε όλες μαζί. Μας πήγαν αλλού. Μεταφέραμε κορμούς δέντρων στο ποτάμι. Μια μέρα ένας αξιωματικός ζήτησε να του καθαρίσω το γραφείο και μου έδωσε ένα κόκκινο μαντίλι για να κρύβω το ξυρισμένο μου κεφάλι. Ετσι με πρόσεξε ο δεύτερος άντρας μου, ο Ιωσήφ Πέπο Καράσο, από τη Θεσσαλονίκη. Δεν καταλάβαμε πώς ήρθε ο έρωτας.
Μια μέρα αρρώστησα, αυτός ανησύχησε και μου έστειλε ένα ραβασάκι. «Γιατί δεν ήρθες; Ι miss you... Ι love you...». Δυστυχώς το έπιασαν οι Γερμανοί, ο Πέπος έφαγε 25 βουρδουλιές κι εμένα με έβαλαν να σκάψω τον τάφο μου. H αδελφή μου, που δούλευε καθαρίστρια στο σπίτι του διοικητή, έπεσε στα γόνατα και τον παρακάλεσε να τη σκοτώσει πρώτη. Περίεργο, αλλά αυτός, που δεν μπορώ να τον πω άνθρωπο, συγκινήθηκε.
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=163769&ct=75&dt=23/01/2005
για δέστε ρε τι σόι στρατό πολεμήσαμε ,, και λίγους σφάξαμε ,, και καλά θα κάνουμε να το θυμόμαστε και να γουστάρουμε ..
που θα νοιώσουμε και ντροπή !!!!