DIPIE
AVClub Fanatic
- 13 July 2007
- 17,261
Αντισοβιετική συμμαχία και το σύμφωνο του Μονάχου
Διαφαίνονται έτσι τα πρώτα σημάδια που θα οδηγούσαν στον πόλεμο για το ξαναμοίρασμα της γης από τους ιμπεριαλιστές. Έτσι η δεκαετία του 1930 θα χαρακτηριστεί από κατακτητικές επιδρομές από τις Γερμανία, Ιταλία και Ιαπωνία, που είχαν υπογράψει «αντικομμουνιστικό σύμφωνο» το 1936, οι οποίες θα αποτελέσουν το προπομπό του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Σε αυτή την εξέλιξη οι ΗΠΑ-Αγγλία-Γαλλία τηρούν στάση ανοχής. Επιστέγασμα αυτής της στάσης αποτελεί η υπογραφή του Συμφώνου του Μονάχου στις (29.9.1938) μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας και Ιταλίας και με τη στήριξη των ΗΠΑ, η οποία στην αρχή τηρούσε «ουδέτερη» στάση. Με το σύμφωνο του Μονάχου η Τσεχοσλοβακία διαμελίστηκε και στο τέλος καταχτήθηκε από τους Γερμανούς. Στην ουσία με το σύμφωνο του Μονάχου συγκροτήθηκε ένα αντισοβιετικό μέτωπο με στόχο να στραφεί η ναζιστική Γερμανία κατά της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι αγγλοαμερικανοί θεωρούσαν ότι με αυτό τον τρόπο θα οδηγούσαν στην αμοιβαία εξόντωση των δύο χωρών και έτσι θα άνοιγε ο δρόμος για την παγκόσμια επικράτηση τους. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι προς το τέλος του πολέμου αρνήθηκαν να ανοίξουν ένα δεύτερο μέτωπο στη Δυτική Ευρώπη ενάντια στη Γερμανία κατόπιν επίμονης παρότρυνσης από τη Σοβιετική Ένωση αφού δεν ήθελαν να ελαφρυνθεί το ανατολικό μέτωπο στο οποίο πρωταγωνιστούσε η Σοβιετική Ένωση
Πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η εξωτερική πολιτική του Τσάμπερλεν την δεκαετία του 1930 πέρασε στην ιστορία ως Appeasement Policy (Πολιτική Κατευνασμού). Ο όρος αυτός σημαίνει την προσπάθεια των Βρετανών να κρατήσουν καλές σχέσεις με την ναζιστική Γερμανία. Το 1938 υπέγραψε την Συμφωνία του Μονάχου μαζί με την Ιταλία, την Γαλλία και την Γερμανία, με την οποία η Τσεχοσλοβακία θα έδινε τα ανατολικά εδάφη της Σουδητίας στη Γερμανία, υπό τη λογική να μη γίνει εισβολή στην υπόλοιπη χώρα. Εξακολούθησε την προσπάθεια να συμβιβαστεί με τον Χίτλερ όπου του ήταν δυνατό, προκειμένου να αποτρέψει κάθε κίνδυνο πολέμου. Ιστορική έχει μείνει η φράση με την οποία ανακοίνωσε την υπογραφή της Συμφωνίας του Μονάχου, Peace for our time (Ειρήνη στην εποχή μας), η οποία διαψεύσθηκε τραγικά λίγο αργότερα με το ξέσπασμα του Β' Παγκόσμιου Πολέμου.
Μετά από έξι μήνες η Γερμανία παραβίασε την συμφωνία εισβάλλοντας στην Πράγα και προσαρτώντας ολόκληρη την Τσεχοσλοβακία. Ο Τσάμπερλεν άλλαξε τότε την πολιτική του και υπέγραψε συμφωνίες εγγύησης με την Πολωνία, την Ελλάδα, την Ρουμανία και την Τουρκία για την περίπτωση γερμανικής επίθεσης. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1939, δύο μέρες μετά την γερμανική επίθεση κατά της Πολωνίας, η κυβέρνηση Τσάμπερλεν αναγκάστηκε να κηρύξει τον πόλεμο κατά της Γερμανίας κι έτσι ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος είχε αρχίσει. Μετά την εισβολή της Γερμανίας στη Νορβηγία και την αποτυχία των βρετανικών στρατευμάτων να αντιμετωπίσουν τα γερμανικά, δέχτηκε πολλές επικρίσεις ακόμα και από βουλευτές του κόμματός του, που ζήτησαν την παραίτησή του. Όταν πλέον η Γερμανία εισέβαλλε και στις Κάτω Χώρες και τη Γαλλία ο Τσάμπερλεν εξαναγκάστηκε σε παραίτηση στις 10 Μαΐου 1940. Την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Ουίνστων Τσώρτσιλ, αλλά ο Τσάμπερλεν παρέμεινε μέλος της κυβέρνησης και αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος μέχρι τις 3 Οκτωβρίου οπότε παραιτήθηκε για λόγους υγείας. Πέθανε ακριβώς έξι μήνες μετά την παραίτησή του από την Πρωθυπουργία, στις 10 Νοεμβρίου 1940 από καρκίνο.
Διαφαίνονται έτσι τα πρώτα σημάδια που θα οδηγούσαν στον πόλεμο για το ξαναμοίρασμα της γης από τους ιμπεριαλιστές. Έτσι η δεκαετία του 1930 θα χαρακτηριστεί από κατακτητικές επιδρομές από τις Γερμανία, Ιταλία και Ιαπωνία, που είχαν υπογράψει «αντικομμουνιστικό σύμφωνο» το 1936, οι οποίες θα αποτελέσουν το προπομπό του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Σε αυτή την εξέλιξη οι ΗΠΑ-Αγγλία-Γαλλία τηρούν στάση ανοχής. Επιστέγασμα αυτής της στάσης αποτελεί η υπογραφή του Συμφώνου του Μονάχου στις (29.9.1938) μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας και Ιταλίας και με τη στήριξη των ΗΠΑ, η οποία στην αρχή τηρούσε «ουδέτερη» στάση. Με το σύμφωνο του Μονάχου η Τσεχοσλοβακία διαμελίστηκε και στο τέλος καταχτήθηκε από τους Γερμανούς. Στην ουσία με το σύμφωνο του Μονάχου συγκροτήθηκε ένα αντισοβιετικό μέτωπο με στόχο να στραφεί η ναζιστική Γερμανία κατά της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι αγγλοαμερικανοί θεωρούσαν ότι με αυτό τον τρόπο θα οδηγούσαν στην αμοιβαία εξόντωση των δύο χωρών και έτσι θα άνοιγε ο δρόμος για την παγκόσμια επικράτηση τους. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι προς το τέλος του πολέμου αρνήθηκαν να ανοίξουν ένα δεύτερο μέτωπο στη Δυτική Ευρώπη ενάντια στη Γερμανία κατόπιν επίμονης παρότρυνσης από τη Σοβιετική Ένωση αφού δεν ήθελαν να ελαφρυνθεί το ανατολικό μέτωπο στο οποίο πρωταγωνιστούσε η Σοβιετική Ένωση
Πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η εξωτερική πολιτική του Τσάμπερλεν την δεκαετία του 1930 πέρασε στην ιστορία ως Appeasement Policy (Πολιτική Κατευνασμού). Ο όρος αυτός σημαίνει την προσπάθεια των Βρετανών να κρατήσουν καλές σχέσεις με την ναζιστική Γερμανία. Το 1938 υπέγραψε την Συμφωνία του Μονάχου μαζί με την Ιταλία, την Γαλλία και την Γερμανία, με την οποία η Τσεχοσλοβακία θα έδινε τα ανατολικά εδάφη της Σουδητίας στη Γερμανία, υπό τη λογική να μη γίνει εισβολή στην υπόλοιπη χώρα. Εξακολούθησε την προσπάθεια να συμβιβαστεί με τον Χίτλερ όπου του ήταν δυνατό, προκειμένου να αποτρέψει κάθε κίνδυνο πολέμου. Ιστορική έχει μείνει η φράση με την οποία ανακοίνωσε την υπογραφή της Συμφωνίας του Μονάχου, Peace for our time (Ειρήνη στην εποχή μας), η οποία διαψεύσθηκε τραγικά λίγο αργότερα με το ξέσπασμα του Β' Παγκόσμιου Πολέμου.
Μετά από έξι μήνες η Γερμανία παραβίασε την συμφωνία εισβάλλοντας στην Πράγα και προσαρτώντας ολόκληρη την Τσεχοσλοβακία. Ο Τσάμπερλεν άλλαξε τότε την πολιτική του και υπέγραψε συμφωνίες εγγύησης με την Πολωνία, την Ελλάδα, την Ρουμανία και την Τουρκία για την περίπτωση γερμανικής επίθεσης. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1939, δύο μέρες μετά την γερμανική επίθεση κατά της Πολωνίας, η κυβέρνηση Τσάμπερλεν αναγκάστηκε να κηρύξει τον πόλεμο κατά της Γερμανίας κι έτσι ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος είχε αρχίσει. Μετά την εισβολή της Γερμανίας στη Νορβηγία και την αποτυχία των βρετανικών στρατευμάτων να αντιμετωπίσουν τα γερμανικά, δέχτηκε πολλές επικρίσεις ακόμα και από βουλευτές του κόμματός του, που ζήτησαν την παραίτησή του. Όταν πλέον η Γερμανία εισέβαλλε και στις Κάτω Χώρες και τη Γαλλία ο Τσάμπερλεν εξαναγκάστηκε σε παραίτηση στις 10 Μαΐου 1940. Την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Ουίνστων Τσώρτσιλ, αλλά ο Τσάμπερλεν παρέμεινε μέλος της κυβέρνησης και αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος μέχρι τις 3 Οκτωβρίου οπότε παραιτήθηκε για λόγους υγείας. Πέθανε ακριβώς έξι μήνες μετά την παραίτησή του από την Πρωθυπουργία, στις 10 Νοεμβρίου 1940 από καρκίνο.
Last edited: