Ειχα διλημμα αν πρεπει να ανοιξω αυτο το θεμα στη μουσικη κατηγορια ή στην "Cafe-Τεχνες" ή στην "Cafe-Επί παντός". Επειδη ομως με ενδιαφερει το πολιτικο σκελος του ζητηματος, διάλεξα την "Επί παντός".
Αυτα συμβαινουν λοιπον στις ΗΠΑ, απο καποια χαζοαμερικανάκια. Εμεις οι αετοί, τι κανουμε? Που ειναι οι δικοι μας καλλιτεχνες? Μονο ο Λαζοπουλος υπαρχει και αυτος τα λεει μισά?
Παραθετω μερος αρθρου της Ελευθεροτυπιας.
Το ροκ βέβαια δεν παύει να είναι η κινητήρια δύναμη αυτού του -αλλόκοτου για τον μέσο καταναλωτή- μουσικού μορφώματος που φέρνει κοντά τις παραδόσεις και τις κατά τόπους ιδιαιτερότητες, απελευθερώνοντας δυναμικές πρωτόγνωρες την εποχή της οικονομικής παγκοσμιοποίησης και προσφέροντας έδαφος για δράση κοινή απέναντι σε ζητήματα που αφορούν όλους. Πριν από τρία χρόνια, δυο σπουδαίοι ρόκερ της δεκαετίας του '70, ο Στιβ Χίλατζ και ο Μπράιαν Ινο, ενώθηκαν στην ηχογράφηση που έκανε ο Ταχά φόρο τιμής στον μέντορά του Τζο Στράμερ των Κλας. Το «Rock the Kasbah» -απαγορευμένο επισήμως την εποχή του πρώτου πολέμου στον Κόλπο- έβρισκε το δρόμο του προς τους Αραβες. Στον ίδιο δίσκο ο διάσημος ιρακινός τραγουδιστής Καντίμ Αλί Σαχίρ έφτανε στα «δυτικά» αφτιά τραγουδώντας για την όμορφη Βαγδάτη που καίγεται. Οι άραβες μετανάστες μπαίνουν ως ράπερ στα «καθωσπρέπει» σπίτια της Δύσης κάνοντας πιο δημοκρατική την ενημέρωση για τον πόλεμο στο Ιράκ.
«Η αλήθεια, στα χέρια των καλλιτεχνών, γίνεται πανίσχυρο όπλο», γράφει ο αμερικανός ιστορικός και πολιτικός επιστήμων Χάουαρντ Ζιν στο βιβλίο του «Artists in times of war». «Οι κλυδωνισμοί των τυραννιών», σημειώνει, «ξεκινούν από τον πολιτισμό. Τη λογοτεχνία, την ποίηση, τη μουσική, εκείνα δηλαδή που δεν θεωρούνται άμεσες απειλές για το σύστημα. Ετσι, αυτό στοιχηματίζει πως δεν θα εξελιχθούν σε πραγματική απειλή εναντίον του, αλλά συνήθως χάνει το στοίχημα». Γι' αυτό και η λογοκρισία που επιβλήθηκε από την αμερικανική κυβέρνηση πάνω στην παγωμάρα της 11/9, δεν έμελε να διαρκέσει για πολύ. Σιγά σιγά, τα μεγάλα ονόματα στη ροκ, ο Μάικλ Στάιπ, ο Μπρους Σπρίνγκστιν, η Πάτι Σμιθ άρχισαν άλλος καλυμμένα, άλλος ευθέως να φωτίζουν με τα τραγούδια τους τις περιπέτειες στις οποίες είχε μπει η χώρα τους. «Ξύπνα με όταν τελειώνει ο Σεπτέμβρης» τραγούδησαν οι παλαίμαχοι πανκ ρόκερ Γκριν Ντέι που στο δίσκο τους «American Idiot» «φωτογραφίζουν» ως υπεύθυνους τους νεοσυντηρητικούς της Ουάσιγκτον. Η καμπάνια «Rock against Bush», στο πλαίσιο της αντίστοιχης προηγούμενης εναντίον της εκλογής Ρίγκαν που κινητοποίησε την αμερικανική πανκ ροκ κοινότητα παραμονές των προεδρικών εκλογών του 2004, συνεχίζεται. Στο χορό πλέον έχουν μπει χιπ χόπερς, ρόκερς, τζαζίστες ακόμα και αστέρες της παραδοσιακά «συντηρητικής» κάντρι. Κι όλοι, ως υπεύθυνο για το ότι η χώρα τους έγινε η πιο αντιπαθής στον πλανήτη, δείχνουν τον πρόεδρο Μπους.
«Μα ποια είναι αυτή η Αμερική;» ρωτάνε στο ομώνυμο τραγούδι τους οι Αντιμπάλας, μια πολυεθνική 12μελής άφρομπιτ κολεκτίβα από το Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης και το ίδιο πλέον αναρωτιούνται όλο και περισσότεροι Αμερικανοί. Το έδειξαν και τα φετινά βραβεία Γκράμι. Πέντε βραβεία στις πέντε υποψηφιότητες! Τόσα πήραν οι Ντίξι Τσικς, το γυναικείο τρίο της κάντρι από το Τέξας, που μπήκε στο στόχαστρο των νεοσυντηρητικών και για κάποιο διάστημα στη μαύρη λίστα των αμερικανικών ραδιοφωνικών σταθμών λόγω των δηλώσεών τους κατά του προέδρου Μπους το 2003. Δώδεκα από τους υποψηφίους για τα φετινά βραβεία είχαν με τα τραγούδια τους εκφραστεί κατά του πολέμου στο Ιράκ και της πολιτικής του προέδρου. «Impeach the president»! «Κάντε αγωγές στον πρόεδρο» προέτρεψε ο Νιλ Γιανγκ μέσα από το ομώνυμο τραγούδι του και πάρα πολλοί συμπατριώτες του έσπευσαν να συντονιστούν μέσω Διαδικτύου.
Ο δίσκος του Γιανγκ «Living with war» πήρε το βραβείο του «ροκ δίσκου» της χρονιάς, ενώ το εύγλωττο «Looking for a leader» ψηφίστηκε ως το «καλύτερο ροκ τραγούδι». Τρία χρόνια νωρίτερα βεβαίως, ο Μίκαελ Φραντί ταξίδευε στις εμπόλεμες ζώνες της Παλαιστίνης και του Ιράκ, επιστρέφοντας με οπτικό υλικό και τραγούδια για την ειρήνη, τα τραγούδια του παλιού τροβαδούρου Στιβ Ερλ για τον καινούριο πόλεμο δονούσαν τις πορείες των μανάδων των χαμένων φαντάρων και τις αντιπολεμικές συναυλίες μαζί μ' εκείνα της Πάτι Σμιθ, των Περλ Τζαμ, τα παλιά της Μπαέζ, του Σκοτ Μακένζι και του Ντίλαν.
Η ιστοσελίδα του Νιλ Γιανγκ θυμίζει πρωτοσέλιδο της «USA Today» σε καιρό πολέμου. Το δηλώνει και ο τίτλος: «Living with war today». Το χρονόμετρο δίπλα, μετρά μέρες, ώρες, λεπτά, δευτερόλεπτα που απομένουν ώς το τέλος της θητείας Μπους. Στην απέναντι στήλη το τοπ με τα πάνω από 1.500 έως τώρα σύγχρονα πρωτότυπα τραγούδια διαμαρτυρίας που έχουν στείλει αναγνώστες, ερασιτέχνες ή μη, συνθέτες. Πιο κάτω, άρθρα αναλυτών, ανταποκρίσεις δημοσιογράφων, ένα κείμενο του Μάικλ Μουρ... Στο βίντεο του τραγουδιού «Restless consumer» εικόνες από τον πόλεμο, πετρελαιοπηγές να φλέγονται, ο Μπιν Λάντεν στη σπηλιά, ο Μπους στο ράντσο του, βομβαρδισμοί αμάχων σε κοντράστ με κατάφωτα πολυκαταστήματα, διαφημίσεις, διαδηλώσεις... Και κάτω από την εικόνα να περνούν σε κρόουλ οι τιμές στο χρηματιστήριο παράλληλα με τις μηνιαίες ανθρώπινες απώλειες στο Ιράκ. Δεν το είδαμε στις ειδήσεις ή σε κάποιο απ' τα μουσικά κανάλια που προβάλλουν με το κιλό βιντεοκλίπ, έστω κι αν ο συντελεστής του έχει βραβευτεί πρόσφατα με δύο Γκράμι.
Εμεις εχουμε βεβαια τα βραβεια "Αρίων" που δινουν το στιγμα της Ελληνικης κοινωνιας, των διαπλεκομενων ΜΜΕ και των διαφορων Fame story.
Αυτα συμβαινουν λοιπον στις ΗΠΑ, απο καποια χαζοαμερικανάκια. Εμεις οι αετοί, τι κανουμε? Που ειναι οι δικοι μας καλλιτεχνες? Μονο ο Λαζοπουλος υπαρχει και αυτος τα λεει μισά?
Παραθετω μερος αρθρου της Ελευθεροτυπιας.
Το ροκ βέβαια δεν παύει να είναι η κινητήρια δύναμη αυτού του -αλλόκοτου για τον μέσο καταναλωτή- μουσικού μορφώματος που φέρνει κοντά τις παραδόσεις και τις κατά τόπους ιδιαιτερότητες, απελευθερώνοντας δυναμικές πρωτόγνωρες την εποχή της οικονομικής παγκοσμιοποίησης και προσφέροντας έδαφος για δράση κοινή απέναντι σε ζητήματα που αφορούν όλους. Πριν από τρία χρόνια, δυο σπουδαίοι ρόκερ της δεκαετίας του '70, ο Στιβ Χίλατζ και ο Μπράιαν Ινο, ενώθηκαν στην ηχογράφηση που έκανε ο Ταχά φόρο τιμής στον μέντορά του Τζο Στράμερ των Κλας. Το «Rock the Kasbah» -απαγορευμένο επισήμως την εποχή του πρώτου πολέμου στον Κόλπο- έβρισκε το δρόμο του προς τους Αραβες. Στον ίδιο δίσκο ο διάσημος ιρακινός τραγουδιστής Καντίμ Αλί Σαχίρ έφτανε στα «δυτικά» αφτιά τραγουδώντας για την όμορφη Βαγδάτη που καίγεται. Οι άραβες μετανάστες μπαίνουν ως ράπερ στα «καθωσπρέπει» σπίτια της Δύσης κάνοντας πιο δημοκρατική την ενημέρωση για τον πόλεμο στο Ιράκ.
«Η αλήθεια, στα χέρια των καλλιτεχνών, γίνεται πανίσχυρο όπλο», γράφει ο αμερικανός ιστορικός και πολιτικός επιστήμων Χάουαρντ Ζιν στο βιβλίο του «Artists in times of war». «Οι κλυδωνισμοί των τυραννιών», σημειώνει, «ξεκινούν από τον πολιτισμό. Τη λογοτεχνία, την ποίηση, τη μουσική, εκείνα δηλαδή που δεν θεωρούνται άμεσες απειλές για το σύστημα. Ετσι, αυτό στοιχηματίζει πως δεν θα εξελιχθούν σε πραγματική απειλή εναντίον του, αλλά συνήθως χάνει το στοίχημα». Γι' αυτό και η λογοκρισία που επιβλήθηκε από την αμερικανική κυβέρνηση πάνω στην παγωμάρα της 11/9, δεν έμελε να διαρκέσει για πολύ. Σιγά σιγά, τα μεγάλα ονόματα στη ροκ, ο Μάικλ Στάιπ, ο Μπρους Σπρίνγκστιν, η Πάτι Σμιθ άρχισαν άλλος καλυμμένα, άλλος ευθέως να φωτίζουν με τα τραγούδια τους τις περιπέτειες στις οποίες είχε μπει η χώρα τους. «Ξύπνα με όταν τελειώνει ο Σεπτέμβρης» τραγούδησαν οι παλαίμαχοι πανκ ρόκερ Γκριν Ντέι που στο δίσκο τους «American Idiot» «φωτογραφίζουν» ως υπεύθυνους τους νεοσυντηρητικούς της Ουάσιγκτον. Η καμπάνια «Rock against Bush», στο πλαίσιο της αντίστοιχης προηγούμενης εναντίον της εκλογής Ρίγκαν που κινητοποίησε την αμερικανική πανκ ροκ κοινότητα παραμονές των προεδρικών εκλογών του 2004, συνεχίζεται. Στο χορό πλέον έχουν μπει χιπ χόπερς, ρόκερς, τζαζίστες ακόμα και αστέρες της παραδοσιακά «συντηρητικής» κάντρι. Κι όλοι, ως υπεύθυνο για το ότι η χώρα τους έγινε η πιο αντιπαθής στον πλανήτη, δείχνουν τον πρόεδρο Μπους.
«Μα ποια είναι αυτή η Αμερική;» ρωτάνε στο ομώνυμο τραγούδι τους οι Αντιμπάλας, μια πολυεθνική 12μελής άφρομπιτ κολεκτίβα από το Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης και το ίδιο πλέον αναρωτιούνται όλο και περισσότεροι Αμερικανοί. Το έδειξαν και τα φετινά βραβεία Γκράμι. Πέντε βραβεία στις πέντε υποψηφιότητες! Τόσα πήραν οι Ντίξι Τσικς, το γυναικείο τρίο της κάντρι από το Τέξας, που μπήκε στο στόχαστρο των νεοσυντηρητικών και για κάποιο διάστημα στη μαύρη λίστα των αμερικανικών ραδιοφωνικών σταθμών λόγω των δηλώσεών τους κατά του προέδρου Μπους το 2003. Δώδεκα από τους υποψηφίους για τα φετινά βραβεία είχαν με τα τραγούδια τους εκφραστεί κατά του πολέμου στο Ιράκ και της πολιτικής του προέδρου. «Impeach the president»! «Κάντε αγωγές στον πρόεδρο» προέτρεψε ο Νιλ Γιανγκ μέσα από το ομώνυμο τραγούδι του και πάρα πολλοί συμπατριώτες του έσπευσαν να συντονιστούν μέσω Διαδικτύου.
Ο δίσκος του Γιανγκ «Living with war» πήρε το βραβείο του «ροκ δίσκου» της χρονιάς, ενώ το εύγλωττο «Looking for a leader» ψηφίστηκε ως το «καλύτερο ροκ τραγούδι». Τρία χρόνια νωρίτερα βεβαίως, ο Μίκαελ Φραντί ταξίδευε στις εμπόλεμες ζώνες της Παλαιστίνης και του Ιράκ, επιστρέφοντας με οπτικό υλικό και τραγούδια για την ειρήνη, τα τραγούδια του παλιού τροβαδούρου Στιβ Ερλ για τον καινούριο πόλεμο δονούσαν τις πορείες των μανάδων των χαμένων φαντάρων και τις αντιπολεμικές συναυλίες μαζί μ' εκείνα της Πάτι Σμιθ, των Περλ Τζαμ, τα παλιά της Μπαέζ, του Σκοτ Μακένζι και του Ντίλαν.
Η ιστοσελίδα του Νιλ Γιανγκ θυμίζει πρωτοσέλιδο της «USA Today» σε καιρό πολέμου. Το δηλώνει και ο τίτλος: «Living with war today». Το χρονόμετρο δίπλα, μετρά μέρες, ώρες, λεπτά, δευτερόλεπτα που απομένουν ώς το τέλος της θητείας Μπους. Στην απέναντι στήλη το τοπ με τα πάνω από 1.500 έως τώρα σύγχρονα πρωτότυπα τραγούδια διαμαρτυρίας που έχουν στείλει αναγνώστες, ερασιτέχνες ή μη, συνθέτες. Πιο κάτω, άρθρα αναλυτών, ανταποκρίσεις δημοσιογράφων, ένα κείμενο του Μάικλ Μουρ... Στο βίντεο του τραγουδιού «Restless consumer» εικόνες από τον πόλεμο, πετρελαιοπηγές να φλέγονται, ο Μπιν Λάντεν στη σπηλιά, ο Μπους στο ράντσο του, βομβαρδισμοί αμάχων σε κοντράστ με κατάφωτα πολυκαταστήματα, διαφημίσεις, διαδηλώσεις... Και κάτω από την εικόνα να περνούν σε κρόουλ οι τιμές στο χρηματιστήριο παράλληλα με τις μηνιαίες ανθρώπινες απώλειες στο Ιράκ. Δεν το είδαμε στις ειδήσεις ή σε κάποιο απ' τα μουσικά κανάλια που προβάλλουν με το κιλό βιντεοκλίπ, έστω κι αν ο συντελεστής του έχει βραβευτεί πρόσφατα με δύο Γκράμι.
Εμεις εχουμε βεβαια τα βραβεια "Αρίων" που δινουν το στιγμα της Ελληνικης κοινωνιας, των διαπλεκομενων ΜΜΕ και των διαφορων Fame story.
Last edited: