Περι της αξίας και αξιολόγησης των ελληνικών πανεπιστημίων

ΒΛΑΣΙΔΗΣ

AVClub Fanatic
19 June 2006
19,341
Θεσσαλονίκη
Σχεδόν κάθε χρόνο εμφανίζονται στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης διάφορες λίστες κατάταξης των πανεπιστημίων παγκοσμίως από τις οποίες απουσιάζουν συνήθως τα ελληνικά πανεπιστήμια, οπότε κι αρχίζει το θάψιμο κι ο οικτιρμός. Κάποιες φορές και η αυτομαστίγωση.
Όσοι βρισκόμαστε μέσα στα πανεπιστήμια έχουμε ανάμεικτες εντυπώσεις. Όμως προτιμούμε να βλέπουμε το ποτήρι μισοάδειο κι όχι μισογεμάτο. Δηλ. προτιμούμε να επικεντρωνόμαστε στα αρνητικά και να αποσιωπούμε ή να μην εκτιμούμε θετικά τα όσα θετικά γίνονται στα ελληνικά πανεπιστήμια κι όσα απολαμβάνουμε.
Από την άλλη, για διάφορους λόγους, οι περισσότεροι όταν πηγαίνουμε σε πανεπιστήμια του εξωτερικού μπορεί να βλέπουμε παρόμοιες καταστάσεις, αλλά να μην κατακρίνουμε το ίδιο αρνητικά ή να μην τις θεωρούμε απαράδεκτες.
Τα ελληνικά πανεπιστήμια πάσχουν στην αξιολόγηση σε σχέση με πανεπιστήμια άλλων χωρών για τους εξής λόγους:
1. Δεν έχουν την αυτονομία που θα έπρεπε με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αναπτύσσουν δράσεις σε δείκτες οι οποίοι είναι σημαντικοί. Π.χ. ο νόμος για τα κληροδοτήματα χρονολογείται από την εποχή Μεταξά. Επομένως ένα πανεπιστήμιο δεν μπορεί να έχει αποθεματικά, διαθέσιμα, κλπ. Δεν μπορεί επίσης να έχει συνεργασίες με άλλους ιδιωτικούς φορείς, οι οποίοι να χρηματοδοτούν μέρος της έρευνας. Έτσι χάνουν επίσης μεγάλο έδαφος σε σχέση με άλλα πανεπιστήμια άλλων χωρών.
2. Υποδομές. Οι κτηριακές εγκαταστάσεις μετρούν πολύ, όχι μόνο οι βασικές, όπου δεν βλέπω να υπολείπονται τα ελληνικά πανεπιστήμια, αλλά σε εγκαταστάσεις έρευνας (π.χ. εργαστήρια με σταθερό προσωπικό και προυπολογισμό) και σε βοηθητικές για τους φοιτητές (π.χ. βιβλιοθήκες, αλλά όχι σπουδαστήρια, όπου τα πράγματα είναι ικανοποιητικά) αλλά και εστίες για τη στέγαση των φοιτητών.
3. Ένας τομέας όπου μέχρι τώρα ασκούσαν σημαντική αρνητική κριτική ήταν και η επιστημοσύνη του ερευνητικού προσωπικού των ελληνικών πανεπιστημίων. Είτε κατηγορούνταν ως τεμπέληδες, είτε ως απόντες από τη διεθνή βιβλιογραφία. Ο αντίλογος ήταν ότι εκτός από τις αγγλόφωνες ψώρες υπάρχει μια εγγενής δυσκολία για τους επιστήμονες όλων των υπόλοιπων χωρών να δημοσιεύσουν σε έγκριτα περιοδικά, διότι αυτοί που κάνουν τις λίστες είναι αυτοί που ελέγχουν τα περιοδικά, αλλά μπορούν να ελέγξουν μόνο τα αγγλόφωνα κι όχι όλη την παραγωγή. Έτσι π.χ. οι Ρώσοι κλπ. που έχουν τεράστια εμπειρία και τεχνογνωσία στην αεροδιαστημική απουσιάζουν από τις σχετικές λίστες, καθώς δεν εμφανίζονται σε αγγλόφωνα καταλογογραφημένα περιοδικά, αλλά σε δικά τους καθόλα αξιόλογα.
 
Ειδικά στο τελευταίο θέμα έψαξα να βρω έναν αντίλογο. Σας παραθέτω στο http://www.avclub.gr/forum/downloads.php?do=file&id=84 τη βιβλιομετρική ανάλυση ελληνικών δημοσιεύσεων σε ξένα επιστημονικά περιοδικά για την περίοδο 1993-2008 που εκπόνησε ομάδα επιστημόνων του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης.
Η έρευνα ακολούθησε μια σταθερή μεθοδολογία που ακολουθείται και από διεθνείς φορείς και πέρασε από διάφορα στάδια επαλήθευσης, έτσι ώστε να μη θεωρηθεί ούτε μονομερής, ούτε ελέγξιμη επιστημονικά.
Σε αντίθεση με ότι πιστεύει κανείς και ότι νομίζει η κοινή γνώμη, (αντιγράφω από την εισαγωγή του βιβλίου «Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1993-2008, ο αριθμός των ελληνικών δημοσιεύσεων ακολουθεί συνεχή ανοδική πορεία, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να παρουσιάζει από τους μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης μεταξύ των 27 χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και των 30 χωρών μελών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το 2008 δημοσιεύθηκαν 10.562 ελληνικές επιστημονικές εργασίες, αριθμός σχεδόν τετραπλάσιος σε σχέση με το 1993, και η Ελλάδα καταγράφει συντελεστή μεταβολής 3,98, ενώ ο μέσος όρος των χωρών μελών της ΕΕ είναι 1,87 και του ΟΟΣΑ 1,65. Η ικανοποιητική επίδοση της Ελλάδας στην παραγωγή επιστημονικών δημοσιεύσεων αποτυπώνεται και στον αριθμό των δημοσιεύσεων σε σχέση με τον πληθυσμό της. Το 2007, με 820 δημοσιεύσεις ανά 1.000.000 κατοίκους, η Ελλάδα κατατάσσεται 17η μεταξύ των χωρών μελών του ΟΟΣΑ, βελτιώνοντας σημαντικά τη θέση της σε σχέση με το 1993, και ξεπερνώντας χώρες όπως η Ιαπωνία, η Ιταλία και η Ισπανία.»

«Παράλληλα, διευρύνεται η αναγνωρισιμότητα και η απήχηση των ελληνικών δημοσιεύσεων στη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Στη διάρκεια της περιόδου σημειώνεται αύξηση, όχι μόνο στον αριθμό των αναφορών που λαμβάνουν οι ελληνικές δημοσιεύσεις, αλλά και στο ποσοστό των δημοσιεύσεων που αναφέρονται από άλλους επιστήμονες. Την τελευταία πενταετία 2004-2008 σε σύνολο 43.447 ελληνικών δημοσιεύσεων, οι 26.224 (ποσοστό 60,3%) έλαβαν 165.981 αναφορές, ενώ την πενταετία 1993-1997 σε σύνολο 16.869 ελληνικών δημοσιεύσεων, οι 7.919 από αυτές (ποσοστό 46,9%) έλαβαν 35.044 αναφορές.
Παρά τη συνεχή ανοδική πορεία, η απήχηση των ελληνικών δημοσιεύσεων στη διεθνή επιστημονική κοινότητα βρίσκεται ακόμα σε χαμηλότερα επίπεδα από τη μέση απήχηση που έχουν οι δημοσιεύσεις των χωρών μελών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Την πενταετία 2004-2008 οι ελληνικές δημοσιεύσεις έλαβαν κατά μέσο όρο 3,82 αναφορές ανά δημοσίευση, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος των χωρών μελών της ΕΕ είναι 5,03 (σχετικός δείκτης απήχησης Ελλάδας σε σχέση με τις χώρες μέλη της ΕΕ = 0,76) και των χωρών μελών του ΟΟΣΑ 5,20 (σχετικός δείκτης απήχησης Ελλάδας σε σχέση με τις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ = 0,73). Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1993-2008, ο σχετικός δείκτης απήχησης των ελληνικών δημοσιεύσεων αυξάνεται, όχι όμως με τέτοιους ρυθμούς ώστε η Ελλάδα να βελτιώσει τη θέση της μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ και κατατάσσεται 22η σε όλη τη διάρκεια της περιόδου.
Η επίδοση της Ελλάδας στην παραγωγή δημοσιεύσεων με υψηλή απήχηση είναι επίσης χαμηλότερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Την πενταετία 2004-2008, η ποσοστιαία αναλογία που καταλαμβάνουν οι δημοσιεύσεις με υψηλή απήχηση στο σύνολο των ελληνικών δημοσιεύσεων είναι 0,8%, 4,0%, 8,3%, 21,8% και 43,7%, σε όλες τις περιπτώσεις μικρότερη από τον αντίστοιχο παγκόσμιο μέσο όρο 1%, 5%, 10%, 25% και 50%.»
 
Η επιστημονική παραγωγή στην Ελλάδα είναι συνυφασμένη με το πανεπιστήμιο, καθώς το 80,8% του συνόλου των επιστημονικών δημοσιεύσεων σε όλα τα αντικείμενα προέρχονται από τα πανεπιστήμια ή γίνονται σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια. Τα ΤΕΙ συμμετέχουν με περίπου 2%, τα επιστημονικά ιδρύματα και ινστιτούτα του Δημοσίου με σημαντικό ποσοστό , το ίδιο και οι δημόσιοι φορείς υγείας. Πλήρης απογοήτευση από το ποσοστό του ιδιωτικού τομέα το οποίο φθάνει συνολικά το 1,5%, ενώ σε άλλες χώρες φθάνει το 15-25%. (βλ. σελ. 13).
 
«Με στόχο την ανάδειξη των κυριότερων τομέων της επιστήμης στους οποίους δραστηριοποιούνται οι ελληνικές ερευνητικές ομάδες, οι ελληνικές επιστημονικές δημοσιεύσεις εντάχθηκαν στα έξι κύρια επιστημονικά πεδία “Natural Sciences”, “Engineering & Technology”, “Medical & Health Sciences”, “Agricultural Sciences”, “Social Sciences” και “Humanities” και τις υποκατηγορίες τους, όπως προτείνεται από το αναθεωρημένο εγχειρίδιο Frascati “Revised Field of Science and Technology Classification” του ΟΟΣΑ*. Η κατανομή πραγματοποιήθηκε με βάση τα δεδομένα της τελευταίας πενταετίας 2004-2008, προκειμένου να αποτυπωθεί η συμμετοχή νέων επιστημονικών περιοχών οι οποίες αποσπούν σημαντικό ερευνητικό ενδιαφέρον τα τελευταία έτη.»
«Στο επιστημονικό πεδίο “Social Sciences”, την τελευταία πενταετία περιλαμβάνονται 2.160 δημοσιεύσεις (μερίδιο 5,0% στο σύνολο των ελληνικών δημοσιεύσεων), οι περισσότερες από τις οποίες προέρχονται από τα Πανεπιστήμια. Με σχετικό δείκτη απήχησης 1,27, οι δημοσιεύσεις που εντάσσονται στην εξειδικευμένη θεματική περιοχή “anthropology” έχουν την υψηλότερη απήχηση.
Στο επιστημονικό πεδίο “Agricultural Sciences”, την τελευταία πενταετία εντάσσονται 1.576 δημοσιεύσεις (μερίδιο 3,6% στο σύνολο των ελληνικών δημοσιεύσεων), για τη συγγραφή των οποίων συνεισφέρουν φορείς που περιλαμβάνονται σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες. Το μεγαλύτερο μερίδιο σε δημοσιεύσεις του πεδίου καταγράφεται στην κατηγορία «Λοιποί Δημόσιοι Φορείς» -όπου περιλαμβάνεται το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας- ενώ ο υψηλότερος δείκτης απήχησης (1,10) στην κατηγορία «Ερευνητικά Κέντρα της ΓΓΕΤ».
Το επιστημονικό πεδίο “Humanities” έχει πολύ χαμηλό αριθμό δημοσιεύσεων και αντίστοιχα μικρά μερίδια σε όλη τη διάρκεια της περιόδου 1993-2008. Την τελευταία πενταετία 2004-2008 καταγράφονται 414 δημοσιεύσεις οι οποίες αποτελούν το 1% του συνόλου των ελληνικών δημοσιεύσεων και προέρχονται κυρίως από τα Πανεπιστήμια.»
 
Ειδικά για τα Humanities (φιλολογίες, ιστορίες, θεολογίες κλπ.) έχω να παρατηρήσω ότι υπάρχει μια σοβαρή στρέβλωση παγκοσμίως, καθώς δεν υπάρχει ούτε κάποιος συγκεκριμένος κατάλογος πιστοποιημένων επιστημονικών περιοδικών που να δίνει συγκεκριμένες μονάδες αναφοράς, ούτε citation index όπως γίνεται σε άλλες επιστήμες.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Πρώτα από όλα διότι δεν είναι ανεπτυγμένα τα humanities στον αγγλοσαξωνικό κόσμο επομένως δεν ασχολούνται με τέτοιες ποσοτικότητες. Πιο σημαντικός λόγος όμως είναι ότι η εθνική παραγωγή χωρών με μεγάλο πολιτισμό και κληρονομιά (cultural heritage) όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα, η Αίγυπτος, η Ρωσία, το Ιράκ (παλιότερα), το Ισραήλ, παράγουν πολλές περισσότερες αξιόλογες μελέτες και δημοσιεύσεις από τους αγγλοσάξωνες, ενώ σε κάθε χώρα οι τοπικοί επιστήμονες έχουν την πρωτοκαθεδρία σε θέματα πρωτοτυπίας και εξελίξεων. Όμως από τη στιγμή που δεν είναι καταλογογραφημένη η επιστημονική παραγωγή αυτών των χωρών, απλά δεν μετριέται και δεν συμμετέχει στο σύνολο.

Για να καταλάβετε πάντως για πόσο σημαντικό θέμα μιλούμε αρκεί να σας πω, ότι την περίοδο 2005-2007 που ήμουν εντεταλμένος με το European Common Transfer System άκουσα σε τρεις διαφορετικές χώρες από αξιωματούχους της ΕΕ (διαφορετικούς κάθε φορά) ότι οι τρεις μεσογειακές χώρες (Ιταλία, Ισπανία και Ελλάδα είχαν το 80% του συνόλου της βιβλιογραφικής παραγωγής στα humanities με την Ελλάδα να υπολείπεται από την πρώτη Ιταλία ελάχιστα (2%) , αλλά ότι την είχε ξεπεράσει σε δημοσιεύσεις κάθε χρονιά μετά το έτος 2003.
 
Εκείνο επομένως που προκύπτει από την έρευνα (η οποία δεν έχει κατακριθεί από εξωτερικούς κριτές μέχρι σήμερα) είναι ότι οι Έλληνες επιστήμονες στα ελληνικά πανεπιστήμια αποδεικνύονται εξίσου εργατικοί με τους συναδέλφους τους σε άλλες χώρες (εκτός του αγγλοσαξωνικού κόσμου) και ότι με την πάροδο του χρόνου βελτιώνουν τη θέση της χώρας διεθνώς.

Με μια δεύτερη ανάγνωση φαίνεται ότι σε αντίθεση με ότι συμβαίνει σε άλλες χώρες οι Έλληνες επιστήμονες έχουν μεγάλη επιστημονική παραγωγή πριν φθάσουν στις ανώτερες βαθμίδες. Αυτό μπορεί να είναι ψόγος για τους παλαιότερους Έλληνες ερευνητές, και ένα καμπανάκι για τους νεότερους, μπορεί όμως να δείχνει ότι οι σημερινοί ερευνητές έχουν πολλά ακόμη να δώσουν. Και φυσικά γνωρίζω ότι πίσω μας υπάρχει μια γενιά 30-35ρηδων που έχουν περισσότερα εφόδια και καλύτερες γνώσεις από εμάς κι ότι αν έχουν τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες να μπουν στο σύστημα θα αποδώσουν το ίδιο με μας μάλλον και περισσότερο.

Τολμώ επίσης να προσθέσω ότι ο νόμος Γιαννάκου που επέβαλε ανοιχτά εκλεκτορικά σώματα (δηλ. με την υποχρεωτική συμμετοχή μελών από άλλα πανεπιστήμια στην 3μελή εισηγητική επιτροπή και στα εκλεκτορικά σώματα) βοήθησε σημαντικά στο σπάσιμο στεγανών και στην αύξηση της αξιοκρατίας. Δεν ήταν σπάνιες οι φορές που «κλειστές» διαδικασίες έσπασαν και εξωτερικοί πιο άξιοι επιστήμονες εκλέχθηκαν στις επόμενες βαθμίδες. Τολμώ επίσης να πω ότι η αυυτοαξιολόγηση που επιβλήθηκε με το νόμο Γιαννάκου επίσης συνέβαλε στην βελτίωση των επιδόσεων των πανεπιστημιακών σε όλα τα τμήματα κι όλες τις βαθμίδες.

Ελπίζω το νέο που θα μας φέρει η Διαμαντοπούλου να μη διαλύσει το παρόν σύστημα, προκειμένου να φέρει κάποιο άγνωστο. Χρειαζόμαστε στήριξη και ευελιξία και όχι νέες τομές, αφού το σύστημα δείχνει ότι λειτουργεί καλά και αυξάνει την ανταγωνιστικότητά του σε σχέση με άλλες χώρες. Αν μάλιστα η κυβέρνηση δώσει στα πανεπιστήμια τη δυνατότητα να χειρίζονται με σύγχρονο τρόπο τα κεφάλαιά τους, τότε η χρηματοδότηση της έρευνας θα αυξηθεί σημαντικά και δεν θα εξαρτάται μόνο από τα ευρωπαικά προγράμματα ή τον κρατικό προυπολογισμό.
 
Αυτά τα παραθέτω, όχι γιατί έχω κάποιο προσωπικό όφελος, αλλά απλά διότι πιστεύω ότι είναι καλό να γίνεται ένας διάλογος με πραγματικά δεδομένα σε ένα υγιές περιβάλλον κι όχι κάτω από την πίεση των μέσων ενημέρωσης, τα οποία δημιουργούν ένα ασφυκτικό περιβάλλον στο οποίο οφείλεις να απολογηθείς.

Ευχαριστώ τη ΔΟ του avclub που δέχθηκε να σηκώσει στο φόρουμ το συγκεκριμένο pdf (είναι ελεύθερης διανομής) προκειμένου να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης.

Στη διάθεσή σας για μια ανοιχτόμυαλη συζήτηση.
 
Παρ´ολα αυτά όμως , και με αφορμή την προβολή κάποιων ρεπορτάζ που έτυχε να δω το τελευταίο διάστημα στην κρατική τηλεοραση, σχετικά με τα ελληνικά πανεπιστήμια , καθόσον και απο προσωπικές γνώσεις , δε μπορώ παρά να συμφωνήσω με όσους λένε ότι η " σαπίλα " , ας μου επιτραπη η έκφραση , που παράγεται είναι δυστυχώς περισιτερη απο τη γνώση.
Θεωρώ το θέμα μεγάλο και πολυσύνθετο για τα στενά όρια της κουβέντες που μπορούμε να κάνουμε εδώ .
 
πολυ ωραιο θεμα φιλτατε,και οντως σηκωνει πολυυυυ κουβεντα..Υπαρχουν πολλα να γραφτουν.Για αρχη να πω οτι τα ratings ειναι βασισμενα σε μεγαλο βαθμο και σε παραμετρους που εκπλησσουν πολλες φορες,Για δημοσιευσεις εργασιων σε επιστημονικα εντυπα δε θα πω ακομα,ομως ειμαι εδω και χρονια πεπεισμενος πως τα Ελληνικα πανεπιστημια δεν ανηκουν σε καμια περιπτωση σε θεσεις ντροπη που εχουν καταταχτει κατα καιρους. Και παλι συγχαρητηρια για το θεμα ιδιεταιρης σημασιας.
 
Παρ´ολα αυτά όμως , και με αφορμή την προβολή κάποιων ρεπορτάζ που έτυχε να δω το τελευταίο διάστημα στην κρατική τηλεοραση, σχετικά με τα ελληνικά πανεπιστήμια , καθόσον και απο προσωπικές γνώσεις , δε μπορώ παρά να συμφωνήσω με όσους λένε ότι η " σαπίλα " , ας μου επιτραπη η έκφραση , που παράγεται είναι δυστυχώς περισιτερη απο τη γνώση.
Θεωρώ το θέμα μεγάλο και πολυσύνθετο για τα στενά όρια της κουβέντες που μπορούμε να κάνουμε εδώ .

Για όσα πρόβαλε ο Μπαξεβάνης συμφωνώ απόλυτα. Μόνο που η πανεπιστημιακή κοινότητα, όταν έκανε την έρευνα, του έθεσε υπόψη του κι άλλες περιπτώσεις, αλλά εκείνος επέλεξε να προβάλλει μόνο όσες είχαν ήδη πάρει το δρόμο της Δικαιοσύνης. Και οι δυο περιπτώσεις της πρώτης εκπομπής μάλιστα έγιναν με πρωτοβουλία των πρυτάνεων.

Και σίγουρα θα μπορούσαν να πάνε πολλές περισσότερες περιπτώσεις στη Δικαιοσύνη.
Για τα ακαδημαικά θέματα (π.χ. παρανομίες και παρατυπίες σε εκλογές, λογοκλοπή) υπάρχει δυστυχώς το θέμα του έννομου συμφέροντος. Δηλαδή έστω ότι γνωρίζω ότι στο δικό μου τμήμα (έστω λέω...) έγιναν παρατυπίες που οδήγησαν σε κακή εκλογή συναδέλφου. Από το 2007 υπάρχει η έννοια του έννομου συμφέροντος. Δηλαδή ακόμη κι απευθυνθώ στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά του Κράτους γιατί αποδέχθηκε κάτι που δεν έπρεπε, το Συμβούλιο της Επικρατείας θα απορρίψει την αίτησή μου, ακόμη κι αν έχω απόλυτο δίκαιο, αν δεν έχω άμεσο συμφέρον. Δηλ. έστω εγώ ότι είμαι επίκουρος καθηγητής και γίνεται μια εκλογή βίας και νοθείας σε ανώτερη από μένα θέση. Και το καταγγείλω. Δεν έχω έννομο συμφέρον και γι αυτό θα απορριφθεί. Ξέρετε πόσες τέτοιες περιπτώσεις θα είχαν καθαρίσει αν δεν υπήρχε αυτή η δέσμευση, όπως και κάποιες άλλες για τα οικονομικά θέματα;
 
Εχει ερμηνευτεί η ουσιαστική απουσία τού ιδιωτικού τομέα(διαβάζω γιά ποσοστό 1,5%)απο τίς επιστημονικές δημοσιεύσεις σέ σχέση μέ τό ποσοστό (25%)άλλων χωρών??
Καλημέρα.
 
Πανεπιστημιο (University) γενικα σε ολο τον κοσμο ειναι ιδρυμα που εκπαιδευει (σχολειο) και παραγει νεα γνωση (ερευνα).
Ειχε δημιουργηθει τεραστιο θεμα στη Γερμανια με ιδιωτικο "Πανεπιστημιο" που εκανε μονο το πρωτο (αντι αδρας αμοιβης) και το εκλεισαν γιατι δεν ειχε επαρκεια στο δευτερο σκελος.
Οι αμερικανοι εχουν τα "Colleges" που δεν κανουν ερευνα και δεν ειναι "Universities".
Εδω παμε για αλλη μια παγκοσμια πατεντα.
Πανεπιστημια χωρις ερευνητικη δραστηριοτητα.
 
Προσωπικά δεν μπορώ να εκτιμήσω με ακρίβεια. Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό οφείλεται στη στρατηγική επιλογή του ιδιωτικού τομέα να μην επενδύει στην έρευνα, στα καινοτόμα προιόντα και υπηρεσίες και στις εξαγωγές προιόντων υψηλής τεχνολογίας προς άλλες χώρες. Άλλωστε οι περισσότερες ελληνικές μεγάλες επιχειρήσεις είτε είναι στραμμένες προς τη λιανική προιόντων και υπηρεσιών στο εσωτερικό της χώρας (κυρίως καταναλωτικά αγαθά) είτε προς την προμήθεια του Ελληνικού Δημοσίου.

Έτσι οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν στελεχώνουν με νέους ερευνητές με πολλά προσόντα δικά τους ερευνητικά τμήματα, όπως κάνουν πολλές επιχειρήσεις σε άλλες χώρες. Ακόμη κι αν στραφούν προς την έρευνα και την καινοτομία που παράγεται από τα ελληνικά επιστημονικά ινστιτούτα, πολλές φορές επιθυμούν να λάβουν δωρεάν την καινοτομία και σχεδόν πάντα ζητούν ή καλύτερα εκβιάζουν και την κυριότητα, ενώ αρνούνται να καταβάλουν έστω και ένα μέρος από το κόστος της έρευνας.

Υπάρχουν καθηγητές που έχουν εκπονήσει σχετικές έρευνες και οι οποίοι καταδιώχθηκαν από τις τρεις προηγούμενες κυβερνήσεις. Τις έρευνές τους τις έφαγε το μαύρο σκοτάδι.

Όμως στοιχεία για την αδυναμία ή την άρνηση των ελληνικών επιχειρήσεων (ή καλύτερα του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα) να επενδύσει στην έρευνα και την καινοτομία προκύπτουν από έρευνες άλλων επιστημόνων. Π.χ. ο καθηγητής του πανεπιστημίου Μακεδονίας Λόης Λαμπριανίδης έχει κάνει αρκετές μελέτες με πιο πρόσφατη αυτή για τη «διαρροή εγκεφάλων» προς το εξωτερικό , όπως μπορείτε να δείτε στο http://afroditi.uom.gr/rdpru/?q=el/node/198 .

Αντιγράφω από τον Τύπο (Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=16/05/2010&id=162705
Μία σημαντική επισήμανση που κάνει ο καθηγητής, Λ. Λαμπριανίδης, είναι ότι η διαρροή δεν είναι αποτέλεσμα υπερπροσφοράς πτυχιούχων στην Ελλάδα, όπως πιστεύουν πολλοί, αλλά «της χαμηλής ζήτησης για επιστημονικό προσωπικό στην ελληνική αγορά εργασίας» ( η Ελλάδα διαθέτει το μεγαλύτερο ποσοστό -περίπου 30%- άνεργων πτυχιούχων στην Ευρωπαϊκή Ενωση).
Οι νέοι επιστήμονες που δοκιμάζουν την τύχη τους στο εξωτερικό ανήκουν συνήθως στην κατηγορία των αποφοίτων με τα περισσότερα προσόντα (γλώσσες, μεταπτυχιακά). Σύμφωνα με την έρευνα, το 73% από αυτούς έχει μεταπτυχιακό τίτλο, το 51,2% έχει διδακτορικό, ενώ το 41% έχει σπουδάσει στα 100 καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου.
Και
Γιατί υπάρχει και εντείνεται η διαρροή εγκεφάλων στην Ελλάδα; Την απάντηση επιχειρεί να δώσει ο επιστημονικά υπεύθυνος της έρευνας: «Η βασική αιτία είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει μετακινηθεί στην αλυσίδα παραγωγής της αξίας, ώστε να παράγει πιο σύνθετα προϊόντα και υπηρεσίες (έντασης γνώσης/τεχνολογίας). Ετσι, υπάρχει περιορισμένη ζήτηση για πτυχιούχους και συνεπώς η διαρροή εγκεφάλων δεν είναι απόρροια της υπερπροσφοράς πτυχιούχων. Παρ' όλο ότι στη χώρα μας ο αριθμός των πτυχιούχων αυξάνεται τα τελευταία χρόνια, εξακολουθεί να είναι μικρότερος αναλογικά με τον πληθυσμό, σε σχέση με άλλες αναπτυγμένες χώρες».
Ενα άλλο ελληνικό παράδοξο, σύμφωνα με την έρευνα, που μελέτησε και στοιχεία της Eurostat, είναι ότι ενώ στην Ε.Ε όσο ανεβαίνει το μορφωτικό επίπεδο, ο μέσος όρος των ποσοστών ανεργίας πέφτει, στην Ελλάδα αυτό δεν συμβαίνει.

Και Καθημερινή 30/5/2010 στο http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_30/05/2010_402440
Γιατί φεύγουν οι πτυχιούχοι έξω; Παράγουμε πολύ περισσότερους πτυχιούχους απ’ όσους μπορούμε να καταναλώσουμε, όχι όμως περισσότερους από άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Οι πτυχιούχοι μας φτάνουν το 27,7%, της Ιρλανδίας το 39,3%, της Φινλανδίας το 38%. Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι πρόβλημα προσφοράς, αλλά ζήτησης. Οι ελληνικές επιχειρήσεις παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες που είναι έντασης εργασίας και όχι έντασης γνώσης, συνεπώς δεν έχουν ανάγκη από επιστημονικό προσωπικό. Γι’ αυτό και ενώ η ανεργία σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες μειώνεται όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο της εκπαίδευσης, στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίστροφο. Απαιτείται, λοιπόν, ένας αναπροσανατολισμός της ελληνικής οικονομίας.
Ενα άλλο ερώτημα: Γιατί μαζικοποιείται το φαινόμενο κατά τη δεκαετία του ’90; Μια απάντηση είναι ότι επήλθε μια εξοικείωση με το “έξω”, αυτό που λέμε στη γεωγραφία “συρρίκνωση του χώρου”. Το φαινόμενο, λοιπόν, συνέβαινε ανεξαρτήτως της κρίσης. Βεβαίως, οδηγηθήκαμε στην κρίση εξαιτίας αυτού του λανθασμένου προσανατολισμού της ελληνικής οικονομίας, όμως η αιμορραγία των πτυχιούχων μας στο εξωτερικό δεν είναι απόρροια της κρίσης. Οι νέοι μας πάνε στο εξωτερικό διότι βρίσκουν δουλειά πάνω στο αντικείμενό τους, δεν χρειάζεται να έχουν μέσον, συγγενή, μπλε ή πράσινη ταυτότητα και τέλος, βρίσκουν εκεί προοπτική εξέλιξης.
Η θεωρία λέει ότι το ανθρώπινο δυναμικό είναι καθοριστικό για την ανάπτυξη. Για να αναπτυχθεί μια χώρα, μια “περιφέρεια”, όπως λέμε οι γεωγράφοι, πρέπει να προσελκύσει τα ταλέντα της. Διαχρονικό ελληνικό έλλειμμα και εκεί. Ενα ακόμα ζήτημα είναι ότι ως χώρα οφείλουμε να σκεφτούμε τη θέση μας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Μια λύση είναι να παράγουμε προϊόντα και υπηρεσίες που βρίσκονται πιο ψηλά στην αλυσίδα παραγωγής αξίας, δηλαδή να έχουν ενσωματωμένη γνώση. Αυτό είναι κάτι μακροπρόθεσμο, όμως έτσι θα υπάρξει προσφορά εργασίας και αυτοί οι άνθρωποι θα γυρίσουν.
 
Πέραν των papers.
Αυτό που πολλές φορές έχει καταγραφεί είναι ότι δε προκύπτουν patents…

Πάντως στο nature όπου είμαι ακόμα συνδρομητής ελληνικές παρουσίες υπάρχουν συχνά πυκνά σε papers με μεγάλο Impact, δυστυχώς συνήθως πρόκειται για έλληνες σε πανεπιστήμια εξωτερικού.
 
Η παραπάνω έρευνα δείχνει και κάτι άλλο....

ότι η φυγή εγκεφάλων προς το εξωτερικό (η οποία επιταχύνεται με καταπληκτικούς ρυθμούς από τον 6ο μήνα του 2010 και αναμένεται να λάβει μορφή χιονοστοιβάδας το φθινόπωρο του 2011) θα στερήσει την Ελλάδα από ένα πολύ μεγάλο μέρος των λαμπρών μυαλών που ξεχώριζαν και ξεχωρίζουν από το σωρό. Και αυτό θα το πληρώσουμε στο μέλλον.

Η μελέτη του Λόη Λαμπριανίδη, όπως και η δημοσίευση της έρευνας του ΕΚΤ δείχνει ότι ουσιαστικά η όποια έρευνα και καινοτομία γίνεται στις μέρες μας στην Ελλάδα είναι ταυτισμένη με τα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά ινστιτούτα του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ).

Η πιο αξιόλογη παρουσία από τον ιδιωτικό τομέα είναι το νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν (που δεν είναι ακριβώς ιδιωτικό). Και ναι.... (!!!!) ω του θαύματος είναι αυτό που δέχεται πολύ ισχυρό πρέσινγκ από τον Βγενόπουλο για εξαγορά. Ενώ οι δυο μεγάλοι ιδιωτικοί όμιλοι στην Υγεία δεν δείχνουν ικανοί ή δεν επιθυμούν να βρεθούν στην πρωτοπορία στο χώρο της Υγείας.
 
Παιδιά όσοι εχετε εμπειρία από Ελληνικά πανεπιστήμια γνωρίζετε τι συμβαίνει....
Αν και πρεπει να τονιστεί οτι η καταξη μας δεν προκύπτει από το προπτυχιακό επιπεδο αλλά από το ερευνητικό μεταπτυχιακό και τις δημοσιευσεις.
Όταν εχουμε νόμους οι οποίοι δεν βοηθάνε....μην περιμένουμε πολλά πραγματα.
Οταν οι καθηγητές εχουν γκετοποιήσει τις θέσεις, μην περιμένετε νέους επιστήμονες-ερευνητές να μείνουν εδώ.
Εδω για να κανεις καριέρα πρέπει να εισαι ο χαμάλης ενος καθηγητή για δεκαετία+.
Ποιος ερευνητης στο εξωτερικό κανει και τον βοηθό στις παραδόσεις για το 1/3των απολαβών που δινουν σε σχεση με εξω?

Αυτό που πλέον είναι κατα τη γνώμη μου αισχρό είναι οτι πλέον δεν γραφουν τα διδακτορικά τους για να κερδίσουν χρόνο και να παρουν το χρημα.
Αυτο είναι πολύ σοβαρό.

Το πανεπιστημίο μου για να μπορει να σταθεί ερευνητικά και οικονομικά εχει ανοιξει παραρτημα το ΙΤΕ, το οποίο είναι κερδοσκοπικού χαρακτήρα με μεγάλες συνέργασιες ξενων πανεπιστημίων και μεγαλων ιδιωτικών επιχειρησεων.
 
Παιδιά όσοι εχετε εμπειρία από Ελληνικά πανεπιστήμια γνωρίζετε τι συμβαίνει....
Αν και πρεπει να τονιστεί οτι η καταξη μας δεν προκύπτει από το προπτυχιακό επιπεδο αλλά από το ερευνητικό μεταπτυχιακό και τις δημοσιευσεις.
Όταν εχουμε νόμους οι οποίοι δεν βοηθάνε....μην περιμένουμε πολλά πραγματα.
Οταν οι καθηγητές εχουν γκετοποιήσει τις θέσεις, μην περιμένετε νέους επιστήμονες-ερευνητές να μείνουν εδώ.
Εδω για να κανεις καριέρα πρέπει να εισαι ο χαμάλης ενος καθηγητή για δεκαετία+.
Ποιος ερευνητης στο εξωτερικό κανει και τον βοηθό στις παραδόσεις για το 1/3των απολαβών που δινουν σε σχεση με εξω?

Αυτό που πλέον είναι κατα τη γνώμη μου αισχρό είναι οτι πλέον δεν γραφουν τα διδακτορικά τους για να κερδίσουν χρόνο και να παρουν το χρημα.
Αυτο είναι πολύ σοβαρό.

Το πανεπιστημίο μου για να μπορει να σταθεί ερευνητικά και οικονομικά εχει ανοιξει παραρτημα το ΙΤΕ, το οποίο είναι κερδοσκοπικού χαρακτήρα με μεγάλες συνέργασιες ξενων πανεπιστημίων και μεγαλων ιδιωτικών επιχειρησεων.
Νίκο συμφωνώ σε όλα!
 
Παιδες μην μπλεκεστε με περιεργες στατιστικες και ανεκδοτολογικου τυπου τηλεοπτικες εκπομπες.
Σε ολο τον κοσμο το επιπεδο ενος πανεπιστημιου/πανεπιστημιακου εξαρταται κυρως απο το ερευνητικο του εργο.
απλα πραγματα, μετρησιμα μεγεθη (αριθμος ετεροαναφορων, impact factor, H factor). Αν κανεις ρουσφετολογικες προσληψεις η γυμνια φαινεται πεντακαθαρα και σε ολο της το μεγαλειο απο τα νουμερα.

το γεγονος οτι στο Nature δεν δημοσιευονται εργασιες απο ελληνικα κεντρα (που υπαρχουν δηλαδη αλλα πολυ σπανια), οφειλεται στις δυσθεωρητες διαφορες χρηματοδοτησης.
Υπαρχουν θαυμασια εξειδικευμενα περιοδικα που δημοσιευουν ακομα και "μεγαλοι".
 
Εγώ θα μιλήσω μόνο για την δική μου εμπειρία που αφορά την Θεσσαλονίκη και συγκεκριμένα την Ιατρική. Όχι οτι δεν έχω άποψη κ εικόνα και για πολλά ακόμα τμήματα (8 χρόνια στο "Campus" κάτι μάθαμε) αλλά καλύτερα ας αυτοπεριοριστώ.

Χάος, ρουσφέτι και κομματισμός μέχρι κ στα πιο ασήμαντα πράγματα, γραφειοκρατεία που καταντά αστεία (αρνουνταν να μου περάσουν περασμένο μάθημα επιλογής για πτυχίο χωρίς να περάσει απο Γ.Σ. επειδή κάποιος κατα την "μηχανογράφηση" άλλη ξένη γλώσσα απο αυτήν που είχα δηλώσει. Λές και είχε σημασία...),
επαφή των καθηγητών με τους φοιτητές μηδαμινή (μία φορά το εξάμηνο στις προφορικές εξετάσεις), βιβλία με πλήθος άχρηστων και ξεπερασμένων πληροφοριών (είναι εκπληκτικό να ακούς έναν απο τους συγγραφείς ενός βιβλίου να δηλώνει οτι είναι άχρηστο, ενώ συνεχίζει να το διδάσκει και να το εξετάζει).
Όσον αφορά την αξιοκρατία, αρκεί να δεί κανείς τις ομοιότητες στα ονόματα των νέων επίκουρων με των καθηγητών. Για ερευνητικό έργο καλύτερα να μην μιλήσω...

Γενικά τα καλύτερα...

Είμαι 6 μήνες τώρα στην Γερμανία σε ένα ακαδημαϊκό νοσοκομείο και κάνω ειδικότητα. Οι διαφορές είναι χαώδεις... Κοινή διαπίστωση όλων ανεξαιρέτως όσοι ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο (και είναι πάρα πολλοι) οτι μπροστά σε έναν αντίστοιχο Γερμανό που μόλις ξεκινάει είμαστε πολλά επίπεδα πίσω. Ο καθηγητής μου εδώ, στους 3 μήνες επάνω με κάλεσε να με ρωτήσει αν εγώ είμαι ευχαριστημένος απο αυτούς... Αν το πώ αυτό κάτω θα γελάνε...
Πέρασα εκπληκτικά χρόνια φοιτητής στην Θεσσαλονίκη. Πραγματικά. Και δεν θα τα άλλαζα με τίποτα. Αλλά η εκπαίδευση μας και το πανεπιστήμιο μας υπολείπεται των σοβαρών Ιδρυμάτων αδιαμφισβήτητα.
 
Το μόνο που θα ήθελα να αναφέρω, και ειδικά όσον αφορά τις πολυτεχνικές σχολές, είναι ότι χωρίς βιομηχανική παραγωγή στη χώρα, αλλά ούτε και βιομηχανική παράδοση, η όποια έρευνα γίνεται στους τομείς αυτούς είναι μια τρύπα στο νερό, μιας και παραμένει ανεφάρμοστη. Η Βρετανία, παρόλο που αποβιομηχανοποιήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του '80, επειδή μέχρι τότε ήταν καθόλα βιομηχανική χώρα, κατάφερε και μετέτρεψε τα πανεπιστήμιά της σε εταίρους των μεγαλύτερων corporates παγκοσμίως, παίρνοντας τα σκύπτρα στο R&D από τις υπόλοιπες βιομηχανικές χώρες της ευρώπης. Εμείς εδώ το μόνο που καταφέρνουμε να πάρουμε είναι τα κόκκαλα που αφήνουν οι μεγάλοι κολοσοί της ευρωπαϊκής βιομηχανιας και αυτό μόνο χάρις σε ευρωπαϊκά προγράμματα που επιβάλλουν να μπαίνουν στο παιγνίδι και ομάδες από χώρες του "αναπτυσσόμενου Νότου"...