Καλοκαίρι του 1978
Περίοδος τρελλού διαβάσματος, τις παραμονές των επικείμενων εισαγωγικών εξετάσεων
Ένας φίλος μόλις έχει αποκτήσει αυτές τις ομορφιές:
Marantz 2226B και Celestion Ditton 15 XR
Τα βραδάκια του φορτωνόμασταν για μουσικούλα. Και αποφόρτιση.
Κάθε φορά τα ίδια: «Κανα δυό τσιγάρα και θα φύγουμε. Να σηκωνόμαστε αύριο πρωϊ..». Ναι, καλά... Και ύστερα να ψάχνουμε στο Τέρμα για περίπτερο ανοιχτό. Δυνατά δεν τα βάζαμε, αλλά και χαμηλά που τα παίζαμε, τέτοιον ήχο δεν είχαμε ξανακούσει. Χαϊφιντελίστες, να πούμε. Εκπαιδευόμενοι.
Με το ραδιοενισχυτή καράβι ολόφωτο, πότε με το πικάπ, πότε με τον «Αμερικάνο» στο ράδιο, ταξιδεύαμε αλλού, πολλές φορές αμίλητοι για ώρα . Φχαριστιόμασταν μουσική.
.....Κάτι σαν σιτάρ ξεκινάει να παίζει και φτιάχνει ένα ψυχεδελικό background... Μετά οι αρμονικές ξεπηδούν, μετρώντας, απο το απαλό άγγιγμα των χορδών της κιθάρας, παιγμένων απο τα μπάσσα προς τα καντίνια, συνηθισμένη τεχνική για κιθαρίστες που τσεκάρουν το κούρδισμά τους: ντιν-ντιν-ντιν...
Και μετά μπαίνει το κομμάτι: μια βαριά φυσαρμόνικα παίζει την μελωδία. Μια «καθαρή» κιθάρα με vibrato την ντουμπλάρει. Μια συμπαγής και κάπως θολή rhythm section “βάζει” ένα boogie. Και μετά η ιδιόρρυθμη λεπτή φωνή, φαλτσέτο εκ του φυσικού της, ξεκινάει να μουρμουρίζει:
Well, I'm so tired of crying, but Ι'm out
on the road again.
I'm on the road again.
I ain't got no woman
Just to call my special friend.
και συνεχίζει
You know the first time I traveled out
in the rain and snow,
I didn't have no payroll,
Not even no place to go.
Η μουσική συνεχίζει στο αρχικό απλό μοτίβο και ο εθιστικός ρυθμός «μετράει» το Δρόμο .
And my dear mother left me when
I was quite young,
She said "Lord, have mercy
οn my wicked son.”
Take a hint from me, mamma, please
don't you cry no more,
'Cause it's soon one morning
Down the road I'm going.
Για να καταλήξει
But I aint going down that
long old lonesome road
All by myself.
“I can't carry you, Baby,
Gonna carry somebody else.”
Λήξη ίδια με την εισαγωγή
Πήρα το εξώφυλλο στα χέρια μου
The Very Best of Canned Heat
Κολάζ απο σχισμένες φωτογραφίες και παρτιτούρες, αποκόμματα εφημερίδων, κουκουβάγιες και αρκουδάκια, ελεφαντάκια (αναφορά σε παρατσούκλια των μελών), ένα αστέρι του Νόμου, ένα μπουκάλι μπύρα, μια ακουστική κιθάρα με μεταλλικό tailpiece, μια φυσαρμόνικα Hohner Marine Band σε ντό, ένα διαφημιστικό σετάκι σπίρτα (που η σύγχρονη ιντερνετική έρευνα απεκάλυψε ένα ρεστωράν στην Ισπανία!).
Κομματάρα ε; 'Ετσι μούρχεται να το ακούω όλο το βράδυ..
Που να ακούσεις και τα άλλα..
Going up the Country, Bullfrog Blues, Amphetamine Annie, Rollin’ and Tumblin’ κλπ.
Παιδιά, το ψάχνω σφαιράτος.
Μάταια. Καταργημένος
Κατά καιρούς πέρασαν απο τα χέρια μου σχεδόν όλοι οι δίσκοι τους μαζί με διάφορα Best και βέβαια, σε συνδυασμό, είχα όλα αυτά τα κομμάτια. Και τι με αυτό. Ο συγκεκριμένος παρέμεινε απωθημένο, για κάποιο λόγο ανεξήγητο καταρχήν, αλλά ολοφάνερο στη συνέχεια.
Το άκουσμα των Canned Heat πάντα μου έφερνε στο μυαλό την πρώτη φορά και εκείνο το εξώφυλλο, τα μαλμποροκαπνισμένα μπλέ λαμπάκια του Marantz στο μισοσκόταδο, το φόβο του τερματοφύλακα πρίν απο τα πέναλτυ.
Τον έψαχνα για χρόνια, είτε εισαγωγής, είτε με φίλους ή συγγενείς στο εξωτερικό, μέχρι που το πήρα απόφαση και σταμάτησα..
Καλοκαίρι του 2006. Εικοσιοκτώ χρόνια, μετά το πρώτο άκουσμα
Σε ένα υπαίθριο παζάρι δίσκων, το παλληκάρι μέ καλεί να ρίξω μια ματιά.
Δεν αγοράζω πια βινύλια.
Έλα τσάμπα τα έχω, ρίξε μια ματιά.
Δεν ξέρω τι με οδήγησε στη συγκεκριμένη στοίβα και μετά ένα δυό ψαξίματα να πέσω επάνω του. Δεν πίστευα στα μάτια μου. Και οι άλλοι στα δικά τους με την αντίδρασή μου. Ειναι σε άριστη κατάσταση μάλιστα.
Υ.Γ. Απ’οτι μαθαίνω, τα λαμπάκια του έχουν καεί πιά, αλλά ο ενισχυτής παίζει ακόμη, συνδεδεμένος πάντα με τα ίδια ηχεία.