- 17 June 2006
- 49,563
THE LIVE ADVENTURES OF MIKE BLOOMFIELD AND AL KOOPER
Το 1968 ήταν μιά χρονιά μεταβατική ανάμεσα από δυό χρονιές ορόσημα γιά τη ροκ και γενικώτερα τη σύγχρονη μουσική. Το 1967 ήταν η χρονιά της hippie έκρηξης και την εμφάνιση όλων των συγκροτημάτων των παιδιών των λουλουδιών της δυτικής ακτής κυρίως, καθώς και της παρουσίασης ίσως του ιστορικώτερου πόπ δίσκου του Sgt Peppers Lonely hearts club band. Από την άλλη το 1969 ήταν η χρονιά του πιό σημαντικού μουσικού γεγονότος της συναυλίας του Woodstock.
Μετά τη χρονιά αυτή τίποτα δεν ήταν το ίδιο, και η αθωώτητα και η φρεσκάδα που υπήρχε τότε λίγο πολύ ξέφτισε, καθώς τα μουσικά κινήματα λίγο πολύ μπήκαν σε κανάλια και, γιατί όχι, καπελώθηκαν από πολλούς τακουνάτους μάνατζερς.
Τη χρονιά εκείνη στη δυτική ακτή υπήρχε μιά πολύ σημαντική δραστηριότητα.
Συγκροτήματα όπως οι Jefferson Airplane, Greatful dead, Big brother and the holding company, Paul Butterfield Blues band διαγωνίζονταν το ένα το άλλο στη μουσική σκηνή κάτω από το δραστήριο βλέμμα και οργάνωση του Bill Graham μιάς μορφής που πρόσφερε πολλά στη σύγχρονη αμερικάνικη μουσική.
Στον διάσημο χώρο του Fillmore West Auditorium που έμεινε στην ιστορία γιά τις συναυλίες που φιλοξένησε, στα τέλη του Σεπτέμβρη της χρονιάς εκείνης ο Al Kooper σκέφτηκε ότι θα ήταν καλό να προσπαθήσει να επαναλάβει ζωντανά το super session, μιά μουσική μάζωξη γιγάντων μπλουζ ροκερς όπως ο Mike Bloomfield και ο Stephen Stills που είχε γίνει στο Los Angeles.
Η συναυλία οργανώθηκε μέσα σε ένα ενθουσιώδες κλίμα και εκτός από τον Kooper και Bloomfield στη λίστα ήταν ο Skip Prokop στα τύμπανα και ο John Kahn στο μπάσο. Απλό και λίτό θεωρητικά σχήμα, αν και μόνο οι δυό γίγαντες αρκούσαν γιά εκρηκτικό αποτέλεσμα.
Το όλο event προετοιμάστηκε εντατικά γιά τρεις συνεχείς εμφανίσεις στις 26,27 και 28 Σεπτέμβρη.
Το αποτέλεσμα που καταγράφτηκε στο διπλό δίσκο μπορεί να περιγραφεί μόνο με μιά λέξη από μένα.
Ιστορία.
Όλη η δύναμη και η ενέργεια της live εμφάνισης και της εποχής που χαρακτήριζε είναι εκεί, με την μετάδοση στο κοινό της αγάπης της μουσικής που υπηρετούσαν οι παθιασμένοι ροκάδες παιδιά των μπλουζ. Η παλιά αλλά καλή ηχογράφηση, με αποτυπωμένη τη ζωντάνια της σκηνής και της αντίδρασης του κόσμου, του hiss της ταινίας του μαγνητοφώνου, των λαθών των μουσικών και μερικές φορές της στιγμιαίας έλλειψης συντονισμού αποζημιώνουν απλόχερα τον ακροατή του καναπέ, που νομίζει ώρες ώρες ότι είναι εκεί. (Σήμερα δεν ηχογραφούνται τέτοια live. Όλα γίνονται τέλεια πιά και το κοινό ή οι θόρυβοι της σκηνής πνίγονται διότι δεν προσφέρονται γιά το κοινό…).
Τα κομμάτια κλασικό μπλούζ ρεπερτόριο, από Ray Charles μέχρι τον σύχρονο τότε Paul Simon, ενώ οι φυσιογνωμίες του Bloomfield και του Kooper λάμπουν είτε στην φωνητική ερμηνεία είτε στην κιθάρα ή το Β3.
Η ιστορική εκείνη τριήμερη συναυλία έμελλε όμως να κρύβει μέσα της ακόμα ένα ιστορικό γεγονός στη ροκ μουσική:
Την πρώτη εμφάνιση ενός κιθαρίστα που κυριάρχησε τα επόμενα χρόνια και κυριαρχεί ακόμα και σήμερα. Του Carlos Santana.
Ο Mike Bloomfield που χαρακτηρίζονταν από τους φίλους του σαν ένας αγνός και ειλικρινής σπουδαίος μουσικός είχε ένα και μοναδικό κουσούρι. Μιά απίστευτη αστάθεια αλλά και αφοσίωση στο χαρακτήρα του, τόσο που ήταν αδύνατον να τον επμπιστευτεί κανείς. Ο κιθαρίστας παθιάστηκε τόσο πολύ με την ιδέα του show που έπεσε με τα μούτρα δυό μέρες πρίν στην προετοιμασία και τις πρόβες και συνέχισε σερί άϋπνος μέχρι και τις δυό μέρες των συναυλιών, με την αδρεναλίνη του να χτυπαει βαθύ μώβ και να παραδόξως δίνει τον καλύτερο εαυτό του, με τους μόνους ανήσυχους όλους τους άλλους για το ποιά νότα θα χτυπήσει την επόμενη στιγμή και γενικά τι θα συμβεί.
Έτσι την τρίτη μέρα της συναυλίας ….απλά δεν ήρθε και τον βρήκαν στο νοσοκομείο να κοιμάται σε καταστολή. Ευτυχώς ο Kooper και ο Graham είχαν πολλούς και καλούς φίλους. Ετσι αμέσως έτρεξαν να συνεισφέρουν, ο Elvin Bishop, ο Steve Miller και ένας άγνωστος κιθαρίστας ο Carlos Santana.
Και ευτυχώς γιά την τρίτη μέρα ο κιθαρίστας και τραγουδιστής Elvin Bishop είναι σε απίστευτα καλή μέρα, ενώ ο Carlos εμφανίζεται σε ένα τζαμάρισμα ουσιαστικά και μοναδικό κομμάτι, το Sonny Boy Williamson αφιερωμένο από τον Jack Bruce στον μεγάλο μπλουζίστα.
Ο Carlos φαίνεται ότι έχει το τρακ της ζωής του, αλλά ευτυχώς γι αυτόν το στυλ του είχε ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται. Σε όλο το μονότονο θέμα, ριφ του κομματιού ο Κάρλος κρατάει δειλά δειλά τα ακόρντα. Μπαίνει μπροστά σχεδόν στο δεύτερο λεπτό και δίνει την ψυχή του σε ένα σόλο σχεδόν «ή ταν ή επί τας» Στα 10 πρώτα δευτερόλεπτα του σόλου δίνει την κιθαριστική του φράση - υπογραφή που τον καθιέρωσε. Οι νότες του καθαρές, κοφτές, χτυπημένες στην καρδιά. Ο ήχος του τυπικός της απλής απαραμόρφωτης Gibson SG έδειχνε από την πρώτη στιγμή ότι ήξερε να σμιλεύει τις νότες, αν και τότε σε καθαρά μπλουζ ύφος με μιά τοσο δα μικρή λάτιν υπογραφή. Διαμάντι ακατέργαστο.
Μέσα στο ενάμισυ λεπτό του σόλου η ιστορία είχε γραφτεί.
Το 1968 ήταν μιά χρονιά μεταβατική ανάμεσα από δυό χρονιές ορόσημα γιά τη ροκ και γενικώτερα τη σύγχρονη μουσική. Το 1967 ήταν η χρονιά της hippie έκρηξης και την εμφάνιση όλων των συγκροτημάτων των παιδιών των λουλουδιών της δυτικής ακτής κυρίως, καθώς και της παρουσίασης ίσως του ιστορικώτερου πόπ δίσκου του Sgt Peppers Lonely hearts club band. Από την άλλη το 1969 ήταν η χρονιά του πιό σημαντικού μουσικού γεγονότος της συναυλίας του Woodstock.
Μετά τη χρονιά αυτή τίποτα δεν ήταν το ίδιο, και η αθωώτητα και η φρεσκάδα που υπήρχε τότε λίγο πολύ ξέφτισε, καθώς τα μουσικά κινήματα λίγο πολύ μπήκαν σε κανάλια και, γιατί όχι, καπελώθηκαν από πολλούς τακουνάτους μάνατζερς.
Τη χρονιά εκείνη στη δυτική ακτή υπήρχε μιά πολύ σημαντική δραστηριότητα.
Συγκροτήματα όπως οι Jefferson Airplane, Greatful dead, Big brother and the holding company, Paul Butterfield Blues band διαγωνίζονταν το ένα το άλλο στη μουσική σκηνή κάτω από το δραστήριο βλέμμα και οργάνωση του Bill Graham μιάς μορφής που πρόσφερε πολλά στη σύγχρονη αμερικάνικη μουσική.
Στον διάσημο χώρο του Fillmore West Auditorium που έμεινε στην ιστορία γιά τις συναυλίες που φιλοξένησε, στα τέλη του Σεπτέμβρη της χρονιάς εκείνης ο Al Kooper σκέφτηκε ότι θα ήταν καλό να προσπαθήσει να επαναλάβει ζωντανά το super session, μιά μουσική μάζωξη γιγάντων μπλουζ ροκερς όπως ο Mike Bloomfield και ο Stephen Stills που είχε γίνει στο Los Angeles.
Η συναυλία οργανώθηκε μέσα σε ένα ενθουσιώδες κλίμα και εκτός από τον Kooper και Bloomfield στη λίστα ήταν ο Skip Prokop στα τύμπανα και ο John Kahn στο μπάσο. Απλό και λίτό θεωρητικά σχήμα, αν και μόνο οι δυό γίγαντες αρκούσαν γιά εκρηκτικό αποτέλεσμα.
Το όλο event προετοιμάστηκε εντατικά γιά τρεις συνεχείς εμφανίσεις στις 26,27 και 28 Σεπτέμβρη.
Το αποτέλεσμα που καταγράφτηκε στο διπλό δίσκο μπορεί να περιγραφεί μόνο με μιά λέξη από μένα.
Ιστορία.
Όλη η δύναμη και η ενέργεια της live εμφάνισης και της εποχής που χαρακτήριζε είναι εκεί, με την μετάδοση στο κοινό της αγάπης της μουσικής που υπηρετούσαν οι παθιασμένοι ροκάδες παιδιά των μπλουζ. Η παλιά αλλά καλή ηχογράφηση, με αποτυπωμένη τη ζωντάνια της σκηνής και της αντίδρασης του κόσμου, του hiss της ταινίας του μαγνητοφώνου, των λαθών των μουσικών και μερικές φορές της στιγμιαίας έλλειψης συντονισμού αποζημιώνουν απλόχερα τον ακροατή του καναπέ, που νομίζει ώρες ώρες ότι είναι εκεί. (Σήμερα δεν ηχογραφούνται τέτοια live. Όλα γίνονται τέλεια πιά και το κοινό ή οι θόρυβοι της σκηνής πνίγονται διότι δεν προσφέρονται γιά το κοινό…).
Τα κομμάτια κλασικό μπλούζ ρεπερτόριο, από Ray Charles μέχρι τον σύχρονο τότε Paul Simon, ενώ οι φυσιογνωμίες του Bloomfield και του Kooper λάμπουν είτε στην φωνητική ερμηνεία είτε στην κιθάρα ή το Β3.
Η ιστορική εκείνη τριήμερη συναυλία έμελλε όμως να κρύβει μέσα της ακόμα ένα ιστορικό γεγονός στη ροκ μουσική:
Την πρώτη εμφάνιση ενός κιθαρίστα που κυριάρχησε τα επόμενα χρόνια και κυριαρχεί ακόμα και σήμερα. Του Carlos Santana.
Ο Mike Bloomfield που χαρακτηρίζονταν από τους φίλους του σαν ένας αγνός και ειλικρινής σπουδαίος μουσικός είχε ένα και μοναδικό κουσούρι. Μιά απίστευτη αστάθεια αλλά και αφοσίωση στο χαρακτήρα του, τόσο που ήταν αδύνατον να τον επμπιστευτεί κανείς. Ο κιθαρίστας παθιάστηκε τόσο πολύ με την ιδέα του show που έπεσε με τα μούτρα δυό μέρες πρίν στην προετοιμασία και τις πρόβες και συνέχισε σερί άϋπνος μέχρι και τις δυό μέρες των συναυλιών, με την αδρεναλίνη του να χτυπαει βαθύ μώβ και να παραδόξως δίνει τον καλύτερο εαυτό του, με τους μόνους ανήσυχους όλους τους άλλους για το ποιά νότα θα χτυπήσει την επόμενη στιγμή και γενικά τι θα συμβεί.
Έτσι την τρίτη μέρα της συναυλίας ….απλά δεν ήρθε και τον βρήκαν στο νοσοκομείο να κοιμάται σε καταστολή. Ευτυχώς ο Kooper και ο Graham είχαν πολλούς και καλούς φίλους. Ετσι αμέσως έτρεξαν να συνεισφέρουν, ο Elvin Bishop, ο Steve Miller και ένας άγνωστος κιθαρίστας ο Carlos Santana.
Και ευτυχώς γιά την τρίτη μέρα ο κιθαρίστας και τραγουδιστής Elvin Bishop είναι σε απίστευτα καλή μέρα, ενώ ο Carlos εμφανίζεται σε ένα τζαμάρισμα ουσιαστικά και μοναδικό κομμάτι, το Sonny Boy Williamson αφιερωμένο από τον Jack Bruce στον μεγάλο μπλουζίστα.
Ο Carlos φαίνεται ότι έχει το τρακ της ζωής του, αλλά ευτυχώς γι αυτόν το στυλ του είχε ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται. Σε όλο το μονότονο θέμα, ριφ του κομματιού ο Κάρλος κρατάει δειλά δειλά τα ακόρντα. Μπαίνει μπροστά σχεδόν στο δεύτερο λεπτό και δίνει την ψυχή του σε ένα σόλο σχεδόν «ή ταν ή επί τας» Στα 10 πρώτα δευτερόλεπτα του σόλου δίνει την κιθαριστική του φράση - υπογραφή που τον καθιέρωσε. Οι νότες του καθαρές, κοφτές, χτυπημένες στην καρδιά. Ο ήχος του τυπικός της απλής απαραμόρφωτης Gibson SG έδειχνε από την πρώτη στιγμή ότι ήξερε να σμιλεύει τις νότες, αν και τότε σε καθαρά μπλουζ ύφος με μιά τοσο δα μικρή λάτιν υπογραφή. Διαμάντι ακατέργαστο.
Μέσα στο ενάμισυ λεπτό του σόλου η ιστορία είχε γραφτεί.
Attachments
Last edited: