Το ´´γιοφύρι της Άρτας´´ στα θέματα άμυνας είναι η δομή δυνάμεων. Με τον όρο ‛’δομή δυνάμεων’’ εννοούμε πόσες μονάδες, πόσα πλοία, πόσα αεροσκάφη απαιτούνται να υπάρχουν για να εκτελεσθεί η αποστολή των ενόπλων δυνάμεων σε περίοδο ειρήνης, κρίσης ή πολέμου.
Για να διαφοροποιηθεί αυτή η οροφή των μέσων, των οπλικών συστημάτων και του προσωπικού που τα υπηρετεί θα πρέπει να αλλάξει η απειλή ή να μειωθούν τα διαθέσιμα χρήματα για την προμήθεια ή την συντήρησή τους ή τέλος να μη υπάρχει το διαθέσιμο προσωπικό.
Η μείωση της ποσότητας προκειμένου να κερδίσεις σε ποιότητα πάντοτε προκαλούσε αντιδράσεις. Όταν όμως έχεις δυνάμεις σε περιοχές που δεν χρειάζονται είναι σπατάλη.
Επίσης όταν διατηρείς δυνάμεις με δομή που δεν εξυπηρετεί την αντιμετώπιση της απειλής είναι σπατάλη και κακή διαχείριση των πόρων και του προσωπικού. Όταν κατασκευάζεις ´´απειλές´´ εκεί όπου δεν υπάρχουν για να εξυπηρετήσεις τοπικά ή συντεχνιακά συμφέροντα και μάλιστα προσπαθείς να στηρίξεις αυτές τις απόψεις με προκάλυμμα εθνικής αναγκαιότητας είναι έγκλημα γιατί αποδυναμώνεις την αντιμετώπιση της πραγματικής απειλής και σπαταλάς τα χρήματα του δημοσίου.
Υπόψη ότι η έννοια της απειλής περιλαμβάνει, διεθνώς, στρατιωτικές δυνατότητες συν προθέσεις. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί που θέλουν το κακό μας αλλά αν δεν έχουν δυνατότητα να μας το προκαλέσουν δεν ασχολούμαστε, σε στρατιωτικό επίπεδο, μαζί τους.
Σε εποχή κρίσης θα πρέπει να κυριαρχήσουν σκέψεις που να εξυπηρετούν πρωταρχικά τις εθνικές ανάγκες και να στηρίζονται στις υπάρχουσες δυνατότητες.
Οι ένοπλες δυνάμεις, θα πρέπει να προσαρμοσθούν και να τοποθετηθούν κύρια για την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής. Παράλληλα, να διατηρηθούν για την ενίσχυση της ασφάλειας των βορείων συνόρων, δυνάμεις ανάλογες των κινδύνων που μπορεί να προέλθουν από την περιοχή (μικρές και ευέλικτες), σε λογικό χρόνο (συνήθως η εκτίμηση γίνεται για μια δεκαπενταετία).
Η δομή δυνάμεων θα πρέπει να εξυπηρετεί συγκεκριμένα σχέδια για να αντιμετωπισθούν οι πιθανότεροι τρόποι ενεργείας του τουρκικού γενικού επιτελείου. Δηλαδή, να μη αφεθεί στη διάρκεια της ειρήνης να παραβιάζει τον εθνικό εναέριο και θαλάσσιο χώρο και το FIR, να μη είναι ικανός σε περίοδο κρίσης να απειλεί τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και σε περίπτωση πολέμου να ηττηθεί από τις πρώτες ώρες, εφόσον προσπαθήσει να καταλάβει χερσαίο χώρο στη Θράκη, νησιά μικρά, μεσαία ή μεγάλα ή ακόμη και βραχονησίδες.
Επειδή δε είναι λογικό να αναμένονται κατά προτεραιότητα αεροναυτικές επιχειρήσεις με παράλληλες αεροαποβατικές ενέργειες και μετέπειτα χερσαίες επιχειρήσεις, είναι προφανές ότι πρέπει να δίνεται στη χώρα μας η προτεραιότητα στους εξοπλισμούς και στη προσοχή και φροντίδα κατά σειρά Αεροπορία-Ναυτικό-Στρατός Ξηράς.
Για να γίνει αυτό και να υλοποιηθούν οι προτεραιότητες θα πρέπει υλοποιηθεί η διακλαδικότητα, να συμμαζευτεί και εκλογικευτεί η διάσπαρτη δομή του Στρατού μια και οι δομές της Αεροπορίας και του Ναυτικού χρειάζονται μόνο μικρές προσαρμογές. Για να έχουμε τη δυνατότητα να αντιδράσουμε γρήγορα η δομή μας θα πρέπει να είναι απλή, χωρίς ενδιάμεσα επίπεδα και περιττές διοικήσεις, που αυξάνουν μεν τις θέσεις των στρατηγών αλλά είναι αναποτελεσματικές.
Οι νέες πιο αποτελεσματικές δομές μπορούν να προέλθουν με μικρό ή μηδενικό κόστος από συγχώνευση υπαρχουσών δομών, οι οποίες πλέον δεν εξυπηρετούν. Οι νέες αυτές δομές θα πρέπει να στοχεύουν σε δυο βασικές κατευθύνσεις: την αύξηση της ισχύος πυρός κατά Μονάδα και την αύξηση της ευελιξίας, με τη συγχώνευση λειτουργιών λογιστικής υποστήριξης (Δ.Μ.), με βάση τη διεθνή εμπειρία και δοκιμασμένα πρότυπα.
Στις περισσότερες χώρες έγιναν σημαντικές μειώσεις των οροφών των μέσων και μονάδων, μετά την λήξη του ψυχρού πολέμου (1990).
Στη χώρα μας, μετά το 1974, βρεθήκαμε να κοιτάζουμε με διπλή ματιά προς την τουρκική απειλή στη Θράκη και τα νησιά του Αιγαίου και συγχρόνως προς τα βόρεια σύνορα λόγω της νατοϊκής υποχρέωσης και των εσωτερικών προκαταλήψεων.
Η δεύτερη υποχρέωση έπαψε να υπάρχει μετά το 1991 αλλά στη πράξη τίποτα δεν άλλαξε. Μέχρι σήμερα διατηρούνται στα βόρεια σύνορα δυνάμεις λιγότερες από τα ανατολικά σύνορα αλλά αρκετές για να απομυζούν πόρους και προσωπικό από την πραγματική τουρκική απειλή, παρά την υπάρχουσα ύφεση.
Η ´´απειλή’’ από βορρά διατηρήθηκε με τεχνητούς τρόπους από το 1991, είτε ονομάζοντάς την ‛’ασύμμετρη απειλή’’ είτε υποβαθμίζοντάς την αλλά χωρίς να διαγραφεί. Μόνο το 2010, επίσημα, η Πολιτική Εθνικής Άμυνας (ΠΕΑ) διευκρίνισε ότι δεν υπάρχει από βορρά απειλή. Και σε αυτή όμως την περίπτωση δεν μειώθηκαν οι δυνάμεις που βρίσκονται στα βόρεια σύνορα γιατί εξυπηρετούν τοπικά συμφέροντα, βουλευτές, στρατιωτικούς κ.λ.π.
Υπόψη ότι είχαν προηγηθεί αλλαγές στη δομή δυνάμεων το 1997, το 2001, το 2003, το 2005, το 2008 και σχεδιάσθηκαν άλλες το 2010 και το 2011, οι οποίες δεν άλλαξαν ουσιαστικά τίποτα.
Τον Νοέμβριο του 2009 ο προϋπολογισμός για την άμυνα φάνηκε ότι θα έπεφτε δραματικά. Έγιναν προτάσεις (με προσωπική πρωτοβουλία του γράφοντος) για μείωση των μονάδων του Στρατού κατά 30% (στρατοπέδων, κύριων οπλικών συστημάτων, μονάδων), για να μειωθεί το κόστος λειτουργίας που είναι το μεγαλύτερο από τις νατοϊκές χώρες και να ενισχυθεί παράλληλα η άμυνα προς ανατολάς. Η στρατιωτική ηγεσία τότε έπεισε την πολιτική και δεν έγινε καμία αλλαγή. Μάλιστα δημιουργήθηκαν ορισμένες καινούργιες μονάδες στη περιοχή Θεσσαλονίκης, για λόγους μικροκομματικούς και συντεχνιακούς που εξυπηρετούσαν την τότε πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Οι ανόητες αυτές αντιδράσεις οδήγησαν στη συνέχεια σε περικοπή των αμοιβών των στρατιωτικών αλλά και των δαπανών για χρήσιμα ανταλλακτικά.
Για να γίνει κατανοητό πόσα χρήματα σπαταλούνται, το ετήσιο κόστος των προς βορρά δυνάμεων είναι περί τα έξι (6) εκατομμύρια ευρώ ενώ των δυνάμεων στη Θράκη είναι το τριπλάσιο. Δηλαδή, ο στρατός στα βόρεια σύνορα κοστίζει το 1/3 του στρατού πρώτης γραμμής. Αν υπολογίσουμε το στρατό του εσωτερικού θα δούμε ότι κοστίζει περίπου το μισό του συνολικού κόστους. Για την Αεροπορία και το Ναυτικό υπάρχουν αντίστοιχα παραδείγματα αλλά όχι σε τέτοια έκταση.
Η κατάσταση αυτή τροφοδοτείται από το 1974 με το σκεπτικό ότι ένας μεγάλος στρατός ικανοποιεί, με το μαξιμαλισμό του, τους στρατιωτικούς γιατί διαθέτει πολλές διοικητικές θέσεις, ικανοποιεί το κομματικό κατεστημένο για τα ρουσφέτια, ικανοποιεί τους εμπόρους όπλων γιατί απαιτεί πολλά όπλα και για ορισμένους κατοίκους των περιοχών που υπάρχουν μονάδες ´´παρέχει´´ αίσθημα ασφάλειας.
Του
ΝΙΚΟΥ ΤΟΣΚΑ
Υποστράτηγος ε.α
Διαβαστε και το υπολοιπο κειμενο στο ανωθεν λινκ. Ειναι αρκετα ενδιαφερον