Προσωπικά, δε συγκρίνω το ψηφιακό με το αναλογικό.
Δεν προσπαθώ να καταλάβω πιο είναι καλύτερο ή όχι.
Ίσως και να μη με ενδιαφέρει, από τη στιγμή που είναι τόσο διαφορετικά ως «σύλληψη», ως ιδέα.
Αυτό που σίγουρα πιστεύω (υποκειμενικά), είναι ότι το ψηφιακό μας απομάκρυνε από την ακρόαση της μουσικής.
Το γράφω αυτό, όχι για λόγους ποιότητας ούτε λόγους «πιστής αναπαραγωγής».
Το γράφω για τους λόγους χρόνου!
Εξηγώ το γιατί (πάντα βασισμένο σε προσωπικά, υποκειμενικά κριτήρια).
Σε ένα ψηφιακό, ο λιγότερος χρόνος αναπαραγωγής που μπορούμε να έχουμε είναι γύρω στα 36 λεπτά (σπάνιο) και πάνω από 40 (συχνό).
Αντίθετα σε ένα βινύλιο, ο μέγιστος χρόνος είναι 23 λεπτά(σπάνιο) και γύρω στα 20 λεπτά το πιο συχνό.
Μετά πρέπει να αλλάξουμε την πλευρά…
Σαν αποτέλεσμα αυτής της διαφοράς χρόνου, είναι (για το ψηφιακό) να μη μπορούμε να παρακολουθήσουμε όλο το «έργο» του καλλιτέχνη, με αποτέλεσμα να μας τραβούν την προσοχή τα πιο γνωστά ακούσματα και τα λιγότερα γνωστά να περνούν στο υποσυνείδητο σαν συνοδεία μίας ασχολίας μας (διάβασμα, η συναρμολόγηση κάποιας κατασκευής κλπ).
Ο χρόνος διάρκειας ενός ψηφιακού δίσκου μας επιτρέπει να ασχοληθούμε ΚΑΙ με κάτι άλλο.
Νομίζω, ότι κανείς δε μπορεί να καθίσει για 40 λεπτά με μόνη ασχολία την ακρόαση.
Κάπου στη «διαδρομή» του ψηφιακού, θα θυμηθεί ότι πρέπει να πάει w.c., να πιεί νερό, να του μιλήσει κάποιος και γενικά να ξεφύγει από την ακρόαση.
Στο αναλογικό δε μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο, δε μας επιτρέπει να ασχοληθούμε με κάτι άλλο εκτός από αυτό.
Έως ότου να διαβάσουμε το κείμενο στο εσωτερικό του δίσκου ή στο οπισθόφυλλο, πρέπει να αλλάξουμε την πλευρά του δίσκου.
Μας κρατά σε μία «εγρήγορση» με αποτέλεσμα όλη την ακρόαση των τραγουδιών και όχι μόνο των γνωστών του συγκροτήματος.