Καλώς τα δέχτηκα λοιπόν.
Αυτό που σου κάνει την πρώτη εντύπωση, είναι το μέγεθος και το βάρος του ενισχυτή. Είναι αρκετά ογκώδης και με περίπου 12 κιλά βάρος, είναι και αρκετά βαρύς. Προφανώς, η πλήρως μεταλλική κατασκευή και ο διαχωρισμός εσωτερικά σε τρία διαμερίσματα με μεταλλικές ενισχύσεις του σασί παίζουν τον ρόλο τους σε αυτό. Η αμέσως επόμενη εντύπωση που σου προκαλεί μόλις τον ξετυλίξεις και τον περιεργαστείς λίγο, είναι η πολύ καλή κατασκευή του και η αίσθηση ποιότητας που σου αφήνει. Δεν ξέρω τι αίσθηση θα άφηνε σε έναν κάτοχο ακριβού Hi End ενισχυτή, αλλά σε εμένα που δεν κατέχω κάποιον άλλο ακριβό ενισχυτή, μου έκανε πολύ καλή εντύπωση. Και το τηλεκοντρόλ του έχει επίσης πολύ καλή αίσθηση και είναι αρκετά βαρύ και στιβαρό. Συγκριτικά με ενισχυτές άλλων εταιριών (όχι βέβαια στα κορυφαία μοντέλα τους αλλά αντίστοιχης ή και λίγο πιο υψηλής τιμής) που έχω δει από κοντά, o Pioneer σου δίνει πολύ πιο στιβαρή και ακριβή αίσθηση όπως και τα βύσματα από πίσω που είναι όλα μεταλλικά και επίχρυσα και δείχνουν πολύ καλής ποιότητας. Οπτικά λοιπόν και στο κομμάτι της προσλαμβανόμενης ποιότητας παίρνει άριστα.
Πάμε τώρα και στα υπόλοιπα. Λίγες πρώτες εντυπώσεις.
Ο ενισχυτής κάνει αρκετή ώρα να ενεργοποιηθεί από την στιγμή που θα πατήσεις το ΟΝ, κάτι που αρχικά με παραξένεψε. Και όταν λέω αρκετή ώρα δεν εννοώ τα 1 -2 δευτερόλεπτα που κάνουν πολλοί ενισχυτές και μετά ακούς το ρελέ και ενεργοποιούνται. Ανάβει αρχικά το μπλε led του ΟΝ και έπειτα από περίπου 5 - 6 δεύτερα ανάβουν και τα υπόλοιπα λαμπάκια και είναι έτοιμος για λειτουργία. Λογικά αυτή η καθυστέρηση θα είναι χαρακτηριστικό των Class D (?) ή απλά του συγκεκριμένου ενισχυτή. Τα πρώτα λεπτά λειτουργίας του ενισχυτή ήταν κάπως περίεργα αλλά μετά από περίπου μισή με μία ώρα λειτουργίας, άρχισε να δείχνει τα δόντια του. Προφανώς έπρεπε να ζεσταθεί λίγο, κάτι που είναι γενικό χαρακτηριστικό του. Όταν τον πρωτοανάβεις, θέλει γύρω στα πέντε λεπτά παίξιμο για να πιάσει την καλή του απόδοση. Επίσης, ήταν ο πρώτος ενισχυτής που είχα όπου πραγματικά είδα διαφορά στον ήχο μετά από κάποιες ώρες λειτουργίας. Στα ''ψαρωτικά'' του στοιχεία το dimmer που χαμηλώνει τον φωτισμό, το auto standby (απενεργοποιείται αν δεν το θέλουμε) καθώς και η γυαλιστερή αλουμινένια πρόσοψη και τα χειριστήρια. Στα θετικά επίσης το πολυλειτουργικό χειριστήριο, το οποίο χειρίζεται όλες τις λειτουργίες του ενισχυτή, ακόμη και την επιλογή ζεύγους ηχείων. Μόνο τα πρίμα και μπάσα δεν αλλάζει.
Γενικά έχει ''γκάζι'' και δύναμη αν και αρχικά ξεγελάει ότι δεν έχει καθώς πρέπει να ανεβάσεις αρκετά το κουμπί για να δυναμώσεις αρκετά(κοντά στην μέση). Αυτό που κάνει αμέσως αίσθηση ηχητικά, είναι τα πολύ δυνατά μπάσα και ο καλός έλεγχος του χαμηλού. Η χροιά του είναι (ειδικά σε σχέση με ότι είχα συνηθίσει μέχρι τώρα) αρκετά flat και και σίγουρα όχι ζεστή. Όχι ότι είναι ψυχρός ή ''κλινικός'' ο χαρακτήρας του. Απλά είναι ιδιαίτερα λεπτομερής και δυναμικός και σου παίζει αυτό που του δίνεις χωρίς να ωραιοποιεί ή να χρωματίζει. Λογικά αυτό είναι και το σωστό, απλά εγώ έχοντας συνηθίσει αλλιώς μέχρι τώρα, σε έντονα ''χρωματισμένο'' ήχο, αρχικά παραξενεύτηκα. Όσο ακούω όμως τόσο αντιλαμβάνομαι ότι άκουγα λάθος τόσο καιρό και ότι τώρα όλα ακούγονται πολύ πιο αληθοφανή και σωστά. Δεν συζητάω βέβαια για το πόσο ανέβηκε η απόδοση των ηχείων μου και πόσο βελτιωμένο πρόσωπο δείχνουν πλέον. Παίρνουν πλέον μπόλικο ρεύμα και οι λεπτομέρειες στην μουσική ξεχειλίζουν. Τα μεσαία απέκτησαν όγκο και λεπτομέρεια και τα πρίμα ''αέρα''. Τα μπάσα είναι το μεγάλο ατού και πολλές φορές θέλουν τιθάσευση καθώς είναι και μικρός ο χώρος. (Στα μελλοντικά σχέδια, ένα ήπιο room treatment αλλά αυτό θα συζητηθεί σε άλλο thread).
Στα αρνητικά θα έβαζα την όχι και τόσο εντυπωσιακή απόδοση στις (αρκετά) χαμηλές εντάσεις, τουλάχιστον όχι τόσο καλή όσο στις μεσαίες και υψηλές εντάσεις.
Αυτά για αρχή. Περισσότερες λεπτομέρειες αργότερα και βεβαίως, ευχαρίστως να απαντήσω στις όποιες απορίες - ερωτήσεις.