ΒΛΑΣΙΔΗΣ
AVClub Fanatic
Καλημέρα,
έγινα και Μαρξιστής τώρα... χαχααχαχα αυτό δεν το περίμενα...
1. Είμαι δεξιός νεοφιλελεύθερος με εθνοκεντρικό χαρακτήρα, τύπου Θάτσερ για να προσδιοριστώ και να μην έχετε απορία.
2. Στο φιλελευθερισμό και νεοφιλελευθερισμό λέμε, κράτος πρόνοιας για αυτούς που το έχουν πραγματικά ανάγκη. Να πούμε πως, η Θάτσερ δεν κατάργησε ποτέ το κράτος πρόνοιας, μετεξελιχθεί. Επίσης σημαντικό ρόλο παίζουν τα κουπόνια και πως ο κατώτατος μισθός είναι εφεύρημα φιλελεύθερων οικονομολόγων και όχι Κευνσιανων. Αυτό το οποίο πρεσβεύεται είναι κράτος πρόνοιας για αυτούς που το έχουν πραγματικά ανάγκη.
3. Για την παιδεία. Φυσικά και αναφέρομαι στο Αγγλοσαξονικό πρότυπο, στο οποίο ακολουθεί και η Ευρώπη πλέον. Αλήθεια σε ποια κατάταξη είναι τα ΑΕΙ παγκοσμίως? επίσης με την έρευνα σε ανθρωπιστικές επιστήμες δεν βγάζεις χρήματα, οπότε θέλεις χρήματα για να συντηρηθείς, άρα χρειάζεσαι Ελληνικές και ξένες επιχειρήσεις για να χρηματοδοτήσουν την έρευνα. Καινοτομία και νέες ιδέες έτσι ώστε να βγουν νέοι επιχειρηματίες με φρεσκιες ιδέες, αποσκοπεί στην ανάπτυξη.
Επίσης πρέπει να γίνουν συγχωνεύσεις ΑΕΙ, έτσι ώστε να περιοριστούν τα κόστη. Για την αυτονομία τους, όπως και τα λύκεια συμφωνώ. Θα πρέπει ο μαθητής να διαλέγει σχολή και πανεπιστήμιο (με κρατικά κουπόνια αν δεν έχει χρήματα ή να πληρώνει από ένα χρηματικό όριο και άνω), όπως επίσης και τα πανεπιστήμια να διαλέγουν τους φοιτητές. Θα πρέπει να χρηματοδοτούνται ανάλογα με την απόδοσή τους, και όποιο δεν πάει καλά ας το τιμωρήσει η ίδια η αγορά, ακόμα και με λουκέτο. Ας μην γελιόμαστε, το πανεπιστήμιο αποτελεί προθάλαμο για την αγορά εργασίας, οπότε η καριέρα των νέων αποτελεί προτεραιότητα πηγαίνοντας στο πανεπιστήμιο. Κάτι τελευταίο, αφού υπάρχουν ιδιωτικά σχολεία, γιατί να μην υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια? γνωρίζεται πόσος κόσμος θα μπορούσε να έρθει από Βαλκάνια, Ν. Ευρώπη και Αραβικές χώρες για να σπουδάσει?
όσον αφορά τις επιστήμες, το νέο παράδειγμα διεθνώς (paradigm) είναι εδώ και χρόνια πλέον οι θετικές και επιχειρηματικές- οικονομικές επιστήμες, βιολογία, ιατρικές. Για να μην πούμε πόσες έδρες θεωρητικών σπουδών (θεολογία, Ελληνικά, Λατινικά κλπ) έχουν κλείσει εδώ και χρόνια ως έδρες διεθνώς.
1. Φιλελευθερισμός με κέντρο το εθνικό κράτος δεν υφίσταται. Αντιβαίνει στην έννοια της ελευθερίας.
2. Ποιός ορίζει τί έχουμε ανάγκη; Ποιός είναι αυτός που ορίζει τις κατώτατες ανάγκες των άλλων ατόμων, ενώ για τον εαυτό του διατηρεί το δικαίωμα να αυθαιρετεί; Να θυμίσω τους ελεγκτές της Τρόικα που ζητούν συντάξεις στα 70 για όλους και χαμηλές συντάξεις, ενώ εκείνοι συνταξιοδοτούνται στα 55 και μάλιστα με πολλά μπόνους; Αλήθεια το ΔΝΤ και η Ευρωπαική Επιτροπή από πότε παράγουν κέρδη για να δίνουν τέτοια μπόνους στις συντάξεις; Και με ποιό ηθικό δικαίωμα δεν εφαρμόζει κάποιος για τον εαυτό του αυτά που ορίζει στους άλλους;
3. Για την Παιδεία. Λογικό είναι συνθήκες φτώχειας, όπως ισχύουν τώρα στην Ελλάδα να γίνουν περικοπές. Όμως για να κάνεις περικοπές πρέπει να ξέρεις ποιές είναι οι σπατάλες και πώς να τις καταπολέμήσεις. Όχι σφαξίματα. Π.χ. το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο έχει ζητήσει 2 πράγματα από το Υπουργείο Παιδείας και το Περιβάλλοντος. Πρασινες στέγες και διπλά τζάμια και φωτοβολταικά και φυσικό αέριο σε όλο το πανεπιστήμιο. Η οικονομική μελέτη δείχνει οικονομία σχεδόν 7.000.000 ευρώ το χρόνο για όλα τα κτήρια του πανεπιστημίου από τη θέρμανση και το ηλεκτρικό ρεύμα. Δεν το δέχεται το Υπουργείο γιατί για τέτοια νούμερα πρέπει να είναι ΑΕ και να υπαχθεί στο νόμο για τις επενδύσεις, κάτι που δεν μπορεί να κάνει το ΑΕΙ.
Επίσης ζητά να αλλάξει ο νόμος για τις δωρεές ώστε να μπορεί το Πανεπιστήμιο να ελέγχει και να εκμεταλλεύεται τα περιουσιακά του στοιχεία χωρίς το έλεγχο του Υπουργείου, ο οποίος βασίζεται στο νόμο για τα ιδρύματα του 1938. Αυτό σημαίνει περίπου 5.000.000 το χρόνο σε κανονικές συνθήκες και το μισό σε συνθήκες κρίσης. Αν υπολογίσει κανείς ότι τα λειτουργικά έξοδα (όχι μισθοί και επενδύσεις) του πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας είναι 900.000 το χρόνο και περίπου εκεί είναι τα άλλα τέσσερα μικρά πανεπιστήμια (άντε 50% παραπάνω) καταλαβαίνει κανείς ότι η πολιτική σφάζω άκριτα και μειώνω την Παιδεία δεν θα οδηγήσει σε ποιοτική αναβάθμιση, ούτε σε πραγματική μείωση κόστους και δαπανών.
Για την έρευνα που παράγουν τα ελληνικά πανεπιστήμια. Σας συστήνω να δείτε το http://www.ekt.gr/metrics/ . Είναι ένα σημαντικό έργο που συμβάλλει στην αποτύπωση της ελληνικής ερευνητικής δραστηριότητας ολοκλήρωσε πρόσφατα το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ). Η μελέτη "Ελληνικές Επιστημονικές Δημοσιεύσεις 1993-2008: Βιβλιομετρική ανάλυση ελληνικών δημοσιεύσεων σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά" συγκεντρώνει, για πρώτη φορά, βασικά χαρακτηριστικά της επιστημονικής συγγραφικής δραστηριότητας των ελληνικών οργανισμών και αναλύει τη θέση που καταλαμβάνει η Ελλάδα στο διεθνές περιβάλλον. Η μελέτη καλύπτει ένα εκτεταμένο χρονικό διάστημα (1993-2008) και τους κυριότερους ελληνικούς φορείς που παράγουν επιστημονικές δημοσιεύσεις (11 κατηγορίες φορέων και 70 μεμονωμένους φορείς).
Οι δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά αποτελούν το κυριότερο μέσο για τη διάχυση των ερευνητικών αποτελεσμάτων στην επιστημονική κοινότητα και ταυτόχρονα μια σημαντική πηγή δεδομένων για την καταγραφή και την αποτίμηση του ερευνητικού έργου με το οποίο συνδέονται.
Στο πλαίσιο της μελέτης, πραγματοποιήθηκε αναλυτική καταγραφή και επεξεργασία των δεδομένων που αφορούν τις ελληνικές δημοσιεύσεις της περιόδου 1993-2008 (92.456 δημοσιεύσεις και 749.583 αναφορές σε αυτές) και προσδιορίστηκαν δείκτες που αποτυπώνουν την παραγωγή της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας σε δημοσιεύσεις και την απήχηση του ερευνητικού της έργου διεθνώς. Επίσης, προσδιορίστηκαν επιστημονικές περιοχές "αριστείας" που διαθέτει η Ελλάδα, καθώς και οι συνεργασίες μεταξύ των φορέων που προκύπτουν εντός της χώρας και στο εξωτερικό.
H μελέτη βασίστηκε στη σημαντική τεχνογνωσία που διαθέτει το ΕΚΤ στον τομέα της οργάνωσης και επεξεργασίας πληροφορίας για την έρευνα και τεχνολογία, καθώς και στη δυνατότητα πρόσβασης σε κατάλληλες πηγές για να αντλήσει τα απαραίτητα δεδομένα. Για τη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων και τον υπολογισμό των βιβλιομετρικών δεικτών χρησιμοποιήθηκε εξειδικευμένο λογισμικό που αναπτύχθηκε από το ΕΚΤ.
Η δημιουργία μιας αξιόπιστης βάσης βιβλιομετρικών δεικτών είναι απαραίτητη για τη συνολική και συγκριτική εικόνα του ελληνικού ερευνητικού περιβάλλοντος. Θέματα "μέτρησης της έρευνας" βρίσκονται σήμερα στην αιχμή της διεθνούς συζήτησης και η έκδοση αναμένεται να αποτελέσει έναυσμα για την ανταλλαγή επιστημονικών απόψεων, καθώς και βάση για περαιτέρω διεύρυνση μέσω της εμπλοκής και άλλων φορέων.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, κατά την περίοδο 1993-2008, ο αριθμός των ελληνικών δημοσιεύσεων ακολουθεί συνεχή ανοδική πορεία, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να παρουσιάζει από τους μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης μεταξύ των 27 χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και των 30 χωρών μελών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).
Τη συγκεκριμένη περίοδο δημοσιεύθηκαν συνολικά 92.456 επιστημονικά άρθρα και ο ετήσιος αριθμός των ελληνικών δημοσιεύσεων τετραπλασιάστηκε: το 2008 δημοσιεύθηκαν 10.562 ελληνικές επιστημονικές εργασίες, έναντι 2.654 δημοσιεύσεων το 1993 (Διάγραμμα 2.1). Η Ελλάδα παρουσιάζει από τους μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης του αριθμού των επιστημονικών δημοσιεύσεων συγκριτικά με τις χώρες μέλη της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Καταλαμβάνει την 5η θέση μεταξύ των 30 χωρών του ΟΟΣΑ με συντελεστή μεταβολής σε αριθμό δημοσιεύσεων 3,98, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος των 27 χωρών της ΕΕ είναι 1,87 και του ΟΟΣΑ 1,65.
Η ικανοποιητική επίδοση της Ελλάδας στην παραγωγή επιστημονικών δημοσιεύσεων αποτυπώνεται και στον αριθμό των δημοσιεύσεων σε σχέση με τον πληθυσμό της. Το 2007, με 820 δημοσιεύσεις ανά 1.000.000 κατοίκους, η Ελλάδα κατατάσσεται 17η μεταξύ των χωρών μελών του ΟΟΣΑ, βελτιώνοντας σημαντικά τη θέση της σε σχέση με το 1993, και ξεπερνώντας χώρες όπως η Ιαπωνία, η Ιταλία και η Ισπανία.
Οι μεγάλοι ρυθμοί αύξησης στον αριθμό δημοσιεύσεων είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση της συμμετοχής της χώρας μας στην παραγωγή των επιστημονικών δημοσιεύσεων της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Στη ζώνη του ΟΟΣΑ οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέχουν ηγετική θέση με ποσοστό μεγαλύτερο από 40% και ακολουθούν το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία και η Ιαπωνία με ποσοστά τα οποία κυμαίνονται στο 10%. Η συμμετοχή της Ελλάδας εμφανίζει συνεχή αύξηση και το 2008 καταλαμβάνει μερίδιο 1,24% και την 19η θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, ενώ το 1993 είχε μερίδιο 0,52% και βρισκόταν στην 22η θέση (Διάγραμμα 2.3).
Αντιγράφω από τη σύνοψη της μελέτης Ο αριθμός των αναφορών που γίνονται από άλλους επιστήμονες σε μια δημοσίευση αποτελεί μέτρο για την "απήχηση" που έχει η δημοσίευση στην επιστημονική κοινότητα, δηλαδή τη βαρύτητα και την πρωτοτυπία των επιστημονικών αποτελεσμάτων, την αναγνωρισιμότητα και το κύρος των επιστημόνων και γενικότερα τη συμβολή της στην πρόοδο του επιστημονικού τομέα όπου εντάσσεται.
Από το 1993 έως το 2008, η αναγνωρισιμότητα και η απήχηση των ελληνικών δημοσιεύσεων στη διεθνή επιστημονική κοινότητα διευρύνεται όλο και περισσότερο. Στη διάρκεια της περιόδου σημειώνεται αύξηση, όχι μόνο στον αριθμό των αναφορών που έχουν οι ελληνικές δημοσιεύσεις, αλλά και στο ποσοστό των δημοσιεύσεων που, από το σύνολο των ελληνικών δημοσιεύσεων, τελικά λαμβάνουν αναφορές (Διάγραμμα 2.6). Την τελευταία πενταετία 2004-2008 σε σύνολο 43.447 ελληνικών δημοσιεύσεων, οι 26.224 (ποσοστό 60,3%) έλαβαν 165.981 αναφορές, ενώ την πενταετία 1993-1997 σε σύνολο 16.869 ελληνικών δημοσιεύσεων, οι 7.919 από αυτές (ποσοστό 46,9%) έλαβαν 35.044 αναφορές.
Ο ρυθμός αύξησης που παρουσιάζει το ποσοστό των ελληνικών δημοσιεύσεων που λαμβάνουν αναφορές είναι μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο των χωρών μελών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Αυξανόμενο είναι και το ποσοστό που έχουν οι αναφορές σε ελληνικές επιστημονικές δημοσιεύσεις, στο σύνολο των αναφορών που πραγματοποιούνται σε δημοσιεύσεις των χωρών μελών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Το ποσοστό των αναφορών το 2008 αντιστοιχεί στο 1,78% των χωρών της ΕΕ (το αντίστοιχο ποσοστό το 1993 ήταν 0,76%) και στο 0,85% των χωρών του ΟΟΣΑ (το αντίστοιχο ποσοστό το 1993 ήταν 0,32).
Ο δείκτης απήχησης (Citation Impact) των ελληνικών δημοσιεύσεων αποτυπώνει την απήχησή τους στη διεθνή επιστημονική κοινότητα, αποδίδει τον μέσο όρο των αναφορών ανά δημοσίευση και υπολογίζεται από τον λόγο του συνολικού αριθμού των αναφορών που έλαβαν οι ελληνικές δημοσιεύσεις προς τον συνολικό αριθμό των ελληνικών δημοσιεύσεων.
Παρά τη συνεχή ανοδική πορεία, ο δείκτης απήχησης των ελληνικών δημοσιεύσεων στη διεθνή επιστημονική κοινότητα βρίσκεται ακόμα σε χαμηλότερα επίπεδα από τη μέση απήχηση που έχουν οι δημοσιεύσεις των χωρών μελών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ (Διάγραμμα 2.9). Στη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας 2004-2008 οι ελληνικές δημοσιεύσεις έλαβαν κατά μέσο όρο 3,82 αναφορές ανά δημοσίευση, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος των χωρών μελών της ΕΕ είναι 5,03 και του ΟΟΣΑ 5,20. Συνολικά, την περίοδο 1993-2008 ο δείκτης απήχησης των ελληνικών δημοσιεύσεων αυξήθηκε κατά 1,74 μονάδες έναντι 1,54 μονάδων των χωρών της ΕΕ και 1,24 των χωρών του ΟΟΣΑ.
Σημαντικό κριτήριο για την αποτίμηση της απήχησης των επιστημονικών δημοσιεύσεων αποτελεί επίσης η κατάταξή τους στις εργασίες που δημοσιεύθηκαν παγκοσμίως το ίδιο έτος, στο ίδιο επιστημονικό πεδίο, και είχαν υψηλή απήχηση. Οι σχετικοί βιβλιομετρικοί δείκτες αναφέρονται στις δημοσιεύσεις που κατατάχθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο στο 1%, 5%, 10%, 25% και 50% των δημοσιεύσεων με την υψηλότερη απήχηση ανά έτος και επιστημονική περιοχή.
Η επίδοση της Ελλάδας στην παραγωγή δημοσιεύσεων με υψηλή απήχηση είναι επίσης χαμηλότερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Την πενταετία 2004-2008, η ποσοστιαία αναλογία που καταλαμβάνουν οι δημοσιεύσεις με υψηλή απήχηση στο σύνολο των ελληνικών δημοσιεύσεων είναι 0,8%, 4,0%, 8,3%, 21,8% και 43,7%, σε όλες τις περιπτώσεις μικρότερη από τον αντίστοιχο παγκόσμιο μέσο όρο 1%, 5%, 10%, 25% και 50%.
Άρα η Ελλάδα βρίσκεται σε ανοδική πορεία και δεν υστερεί σε σχέση με άλλες χώρες παρόμιου μεγέθους και επιστημονικού προσωπικού. Υπόψη ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει η στήριξη από τον ιδιωιτκό τομέα.
Και τέλος για τις επιστήμες. Αν νομίζετε ότι το κριτήριο "αυτό θέλει η αγορά" θα πρέπει να επικρατήσει στις σπουδές , άρα θα πρέπει να καταργηθούν οι ανθρωπιστικές σπουδές, το οποίο με τόση ευκολία το λέτε, απλώς δεν υπάρχει περιθώριο συζήτησης. Ότι δεν συμφέρει, θα πρέπει να το καταργούμε;;; και τί θα γίνει αν σε επόμενα χρόνια κάποιες σπουδές γίνουν και πάλι ελκυστικές; θα δεχθούμε την ίδια αγορά να μας ψέγει διότι την ακούσαμε και κλείσαμε τις σπουδές;
Last edited: