Θα συμφωνήσω μαζί σου.
Έτσι πρέπει και μπορεί να γίνει η σύνδεση του Sub.
Υπό τις εξής προϋποθέσεις:
1. Να ξεκινήσει να πειραματίζεται και με το Sub, αφού πρώτα ρυθμίσει τα κύρια ηχεία στο χώρο και τα φέρει να παίζουν στο μάξιμουμ των δυνατοτήτων τους. Επίσης αφού δοκιμάσει και την διπλοκαλωδίωση.
2. Θα πειραματιστεί αν πρέπει να χρησιμοποιήσει (active) το Hi-Pass φίλτρο (με το διακόπτη στα 80 -δυστυχώς δεν έχει πιο κάτω) κι' έπειτα θ' αρχίσει να "παίζει" με το ρυθμιστικό ποτενσιόμετρο περίπου από τα 40 Hz μεχρι τα 50 Hz ανώτατο. Ώστε τα κύρια ηχεία να τροφοδοτηθούν με περιεχόμενο συχνοτήτων από εκεί και πάνω. Έχω τις επιφυλάξεις μου, αν το μονό 10αρι Sub θα μπορεί να καλύψει συχνότητες από τα 40 Hz και κάτω και να ξεπεράσει τα δύο 2πλά 7αρια woofer των κύριων ηχείων, αλλά τέλος πάντων αν ξεκινήσει να πειραματίζεται, δε χάνει τίποτα να δοκιμάσει.
3. Ένα ζήτημα που χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, εάν και εφ' όσον πετύχουν όλα τα παραπάνω, είναι η τοποθέτηση του ίδιου του Sub στο χώρο σε σχέση με τα κύρια ηχεία, ώστε να εκπέμπει εν φάσει με αυτά. Έχει ιδιαίτερη σημασία η τοποθέτηση αυτή, διότι εάν δεν είναι σωστή, θα προκύπτουν χρωματισμοί, "τρύπες", "κρεμάσματα", μπουμαρίσματα και ένα σωρό άλλα. Η χρονική φάση εκπομπής των χαμηλών του Sub πρέπει να συμπίπτει με τη χρονική φάση εκπομπής των κύριων ηχείων. Δεδομένου ότι το συγκεκριμένο Sub δεν έχει κάποιο ρυθμιστικό ποτενσιόμετρο που να καθορίζει αν το εκπεμπόμενο από το Sub ηχητικό σήμα θα προηγείται ή θα καθυστερεί σε σχέση με το εισερχόμενο σήμα, η μόνη δυνατή ρύθμιση μπορεί να γίνει μόνο με τη σωστή τοποθέτηση του σε ευθυγράμμιση με τον νοητό οριζόντιο άξονα των κέντρων των woofer των κύριων ηχείων. (Σημειωτέον ότι άλλα ακριβά Sub που προέρχονται συνήθως από τον επαγγελματικό χώρο διαθέτουν ρυθμιστικό φάσης).
Ας προσπαθήσω να το εξηγήσω.
Έστω ότι έχουμε ένα όργανο, ας υποθέσουμε ένα ηλεκτρικό μπάσο το οποίο παίζει στις πιο κάτω νότες του που ξεκινούν με θεμελιώδη συχνότητα στα 40 Hz. Η νότα που ακούμε όμως δεν αποτελείται μόνο από τη θεμελιώδη συχνότητα των 40 Hz, αλλά και από όλες τις αρμονικές της: 80, 120, 160, 200 κλπ. Συν κάποιες δευτερεύουσες. Αυτές είναι που δίνουν στο όργανο την ιδιαίτερη χροιά που το κάνει να ξεχωρίζει.
Έστω τώρα ότι το subwoofer παίζει ταυτόχρονα με τα κύρια ηχεία. Ένα μέρος από το συχνοτικό περιεχόμενο της κάτω νότας (π.χ. τα 50 Hz) θα παίξει από το subwoofer, διότι έτσι το έχουμε ρυθμίσει. Το υπόλοιπο, οι ανώτερες αρμονικές θα παίξουν από τα κύρια ηχεία.
Αν το subwoofer είναι τοποθετημένο πιο μπροστά από τον άξονα των κύριων ηχείων, τότε η θεμελιώδης συχνότητα θα φτάσει πρώτη στα αυτιά του ακροατή και οι αρμονικές θα ακολουθήσουν.
Αν το subwoofer είναι τοποθετημένο πιο πίσω από τον άξονα των κύριων ηχείων, τότε θα συμβεί το αντίθετο.
Οι αρμονικές συχνότητες θα ξεκινήσουν να εκπέμπονται και να φτάνουν στα αυτιά του ακροατή πρώτες, ενώ η θεμελιώδης θα ακολουθήσει. Στο ένα μέτρο τοποθέτηση κέντρου του μεγαφώνου του Sub μπρος ή πίσω από το οριζόντιο άξονα των κύριων ηχείων προκύπτει μία διαφορά φάσης περίπου 3 msec. Κατα συνέπεια μπορούμε να προσδιορίσουμε πρακτικά ότι κάθε 10 cm απόστασης από τον οριζόντιο άξονα των woofer των ηχείων αυξάνεται αντίστοιχα ή χρονική διαφορά φάσης κατά 0,3 msec θετικά ή αρνητικά (+ - 0,3 msec/10 cm). [Ο υπολογισμός έγινε με ταχύτητα ήχου= 343 m/sec, θερμοκρασία 20 C]
Τρία χιλιοστά του δευτερολέπτου (διαφορά φάσης στό 1μ. από τον οριζόντιο άξονα των ηχείων) ίσως φάινεται μικρή. Είναι όμως ακουστή. Το ανθρώπινο αυτί (ο εγκεφαλος μάλλον που κάνει την επεξεργασία των ακουστικών ερεθισμάτων) είναι πολύ ευαίσθητο στις χρονικές διαφορές. Άλλωστε από τις χρονικές διαφορές μεταξύ κύριου (direct) ήχου και ανακλάσεων από το περιβάλλον προκύπτει η αντίληψη του χώρου και της προέλευσης των ηχητικών σημάτων. Το φαινόμενο λοιπόν της διαφοράς στη φάση γίνεται αντιληπτό ως χρωματισμός, ασάφεια, θόλωμα του χαμηλού και βεβαίως σαν απώλεια της αίσθησης του ρυθμού της μουσικής, δεδομένου ότι το ρυθμικό μέρος αποδίδεται κυρίως με τις χαμηλές συχνότητες. Ιδανικά λοιπόν επιδιώκουμε διαφορά φάσης μεταξύ κύριων ηχείων και sub=0 sec. Τούτο συχνά μπορεί να είναι πολύ δύσκολο, ειδικά αν δεν επιτρέπει ο χώρος τη σωστή τοποθέτηση του Sub ανάμεσα στα δύο κύρια ηχεία και χρειαστεί να τοποθετηθεί κάπου αλλού, π.χ. σε κάποια άκρη ή γωνία του δωματίου.
Προς σύγκριση και για να λυθούν τυχόν απορίες θα προσθέσω ότι το στήσιμο Sub με δορυφόρους (όχι πλήρη ηχεία) που συναντάμε συνήθως είναι πιο εύκολο, διότι σ' αυτή την περίπτωση το Sub αναλαμβάνει να παίζει όλοτο συχνοτικό περιεχόμενο των χαμηλών χωρίς να πηγαίνει τίποτα στους δορυφόρους...