Μια μικρή (όσο γίνεται) παρέμβαση
Είναι γνωστό στους παλιότερους ότι λόγω επαγγέλματος συζύγου (καθηγήτρια σε πρώην ΤΕΕ νυν ΕΠΑΛ - ή μάλλον και τα δύο, ακόμα) με ενδιαφέρει και παρακολουθώ τα της Παιδείας και τα της Εκπαίδευσης εκ του σύνεγγυς.
Α. Δυο κουβέντες για τις αιτίες, την πορεία και την οργάνωση της απεργίας
Είναι γνωστόν τοις πάσι πλέον (ακόμα και σ' αυτούς που κάνουν πως δεν ξέρουν και πως δεν καταλαβαίνουν) ότι τα προβλήματα, τόσο τα οικονομικά όσο και τα θεσμικής φύσης των εκπαιδευτικών ΟΛΩΝ - επαναλαμβάνω, ΟΛΩΝ - των βαθμίδων χρονίζουν άλυτα επί δεκαετίες. Λειψά και κουτσά σχολεία, παιδιά στοιβαγμένα σαν σαρδέλλες σε αίθουσες κτιρίων 50ετίας (και βάλε), μόνιμες ελλείψεις τακτικού εκπαιδευτικού προσωπικού που καλύπτονται ΜΟΝΙΜΑ με αναπληρωτές και ωρομίσθιους (αν καλύπτονται), βιβλιογραφία που θέλει λίγο μαντεία να διδαχθεί αλλά και - κυρίως - να μαθευτεί, διορισμοί ημετέρων στις επιθεωρήσεις και στα συμβούλια ΠΥΣΔΕ και ΚΥΣΔΕ (κι ας υπάρχει ο θεσμός της εκλογής), αλλά πάνω από όλα μισθοί και αποδοχές εξευτελιστικά για το λειτούργημα του εκπαιδευτικού.
Το τελευταίο αίτημα, που είναι και το κυρίαρχο, ΚΑΙ ΚΑΛΑ ΚΑΝΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΥΡΙΑΡΧΟ, είναι αίτημα δεκαετιών για να μην πω αίτημα 20ετιών. Ειδικά ο τομέας της μέσης εκπαίδευσης έχει προσπαθήσει με τους αγώνες του να το αναδείξει και να το λύσει. Έχει όμως φάει κάμποσες σφαλιάρες, κυριώτερες των οποίων είναι αυτές επί ΝΔ (Κοντογιαννόπουλου) και μετά επί ΠΑΣΟΚ (μου διαφεύγει το όνομα του Υπουργού, τότε, ίσως ο Τρίτσης).
Για αυτές τις σφαλιάρες υπάρχουν πολλές ευθύνες. Κύρια βέβαια την ευθύνη την φέρουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις, οι οποίες πάντα ήθελαν τον κλάδο με σκυμμένο κεφάλι και ταπεινωμένο, ώστε να περνάει πιο εύκολα η αντι-εκπαιδευτική πολιτική τους. Σόρρυ, αν στεναχωρώ κάποιους αλλά δεν θέλω να χαριστώ σε κανέναν.
Ευθύνη όμως φέρει και η εκάστοτε συνδικαλιστική ηγεσία τόσο των Λ.Μ.Ε. (ΟΛΜΕ) όσο και των δασκάλων (ΔΟΕ), όποτε κατέληξε η κινητοποίηση σε ταπείνωση και φιάσκο.
Ακόμα, μέρος ευθύνης φέρει και μια μερίδα, άλλοτε μικρή άλλοτε μεγαλύτερη, του κλάδου, η οποία υπό το βάρος των πιέσεων αλλά και των οικονομικών προβλημάτων έσκυψε το κεφάλι και ετράπη εις φυγήν. Θα μου πει κάποιος και τί να κάνει ο έρημος ο εκπαιδευτικός όταν υπάρχει η αδιαλλαξία της άλλης πλευράς; Πόσο μπορεί να αντέξει; Μα γι αυτό κατέστησα κύρια υπεύθυνες τις κυβερνήσεις.
Τέλος μεγάλη μερίδα ευθύνης φέρουν τόσο οι συνδικαλιστικές ηγεσίες όσο και αυτά καθεαυτά τα συνδικαλιστικά όργανα των υπολοίπων εργαζομένων της χώρας, τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα, που κράτησαν και κρατούν παθητική στάση για το μέγιστο αυτό πρόβλημα, που αφορά ΚΑΙ τους ίδιους, μιας και τα παιδιά τους σ' αυτά τα σχολεία πάνε, κι όχι σε κάποια άλλα.
Πρωτίστως βέβαια, οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, αλλά και των μεγάλων και δυνατών δευτεροβάθμιων οργάνων (Ομοσπονδίες και Εργ. Κέντρα), οι οποίες για ένα τόσο σοβαρό πρόβλημα θα έπρεπε να έχουν κινητοποιήσει όλους τους εργαζόμενους της χώρας στο πλευρό των εκπαιδευτικών, και μάλιστα όσο γίνεται πιο δυναμικά.
Β. Τί μέλλει (και τί πρέπει) γενέσθαι
Οι ηγεσίες των ομοσπονδιών των εκπαιδευτικών ΑΛΛΑ ΚΑΙ τα πρωτοβάθμια όργανά τους (ενώσεις) θα πρέπει να μην υποστείλουν την σημαία ούτε για μια στιγμή. Δυστυχώς από αυτά που ακούμε και βλέπουμε, διακρίνει κανείς μια τάση συμβιβασμού, η οποία ευτυχώς ακόμα δεν έχει φανεί ξεκάθαρα, αλλά αν εκδηλωθεί και τελικά υπάρξει συμβιβασμός, θα οδηγήσει τους εκπαιδευτικούς για τρίτη (ή ίσως τέταρτη) φορά τα τελευταία χρόνια στην οπισθοχώρηση και στην ταπείνωση. Κι έτσι τα προβλήματα της Παιδείας θα διογκωθούν και θα παραμείνουν άλυτα ες αεί. Εδώ απαιτείται ο κάθε εκπαιδευτικός να πάρει τις τύχες στα χέρια του τόσο ατομικά όσο και συλλογικά.
Οι υπόλοιποι κλάδοι των εργαζομένων πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως αυτά είναι ΚΑΙ δικά τους προβλήματα. Πρωτίστως δικά τους, μάλιστα. Και να σταθούν στο πλευρό των εκπαιδευτικών, και μάλιστα όσο γίνεται πιο δυναμικά. Όχι να παρουσιάζονται εναντίον τους. Άλλωστε, είναι πάγια η πολιτική των κρατούντων να προσπαθούν να στρέψουν τον ένα εργαζόμενο εναντίον του άλλου, για να δημιουργηθεί κοινωνική αναταραχή και αντιπαράθεση, που θα διευκολύνει την εφαρμογή της πολιτικής τους.
Και θα πρέπει να καταλάβουμε όλοι, τέλος πάντων: Τίποτα δεν χαρίζεται με παρακάλια και πολιτισμένους τρόπους. Κι όταν υπάρχει κοινωνική αναταραχή, να αναρωτιόμαστε αν είναι για κακό μας ή τελικά για καλό μας.
Τα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης (διότι για το κυβερνητικό θα ήταν ουτοπία να συζητάμε) να σταθούν στο πλευρό τους με ουσιαστικό τρόπο, κι όχι με μεμψιμοιρίες και ψευτοκλάματα για την "κοινωνική αναταραχή που προκαλείται".
Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (η Τιβούλα μας δηλαδή) να πάψουν επι τέλους να κατασκευάζουν ειδήσεις ή να τις παρουσιάζουν επιλεκτικά. Το τελευταίο διάστημα όλα τα δελτία ξεκινάνε με το κλασσικό:
"Συνεχίζεται η αναταραχή στο χώρο της Παιδείας και τα σχολεία παραμένουν κλειστά, αφού δεν επετεύχθη συμφωνία μεταξύ Υπουργού Παιδείας και εκπαιδευτικών"
Δηλαδή για την ταμπακιέρα, τίποτα. Και μετά έχουμε κι εκείνα τα απίθανα παράθυρα όπου εμφανίζονται οι "ειδήμονες" που κουνούν αυστηρά το δάκτυλο μπροστά στη μύτη των εκπροσώπων των απεργών και τους λένε να σταματήσουν αμέσως τον κατήφορο που έχουν πάρει.
Γ. Καταλήψεις
Θα διαφωνήσω με τους φίλους που ομιλούν περί ανωριμότητας και μικρής ηλικίας.
Όταν το 1962-63 κατεβήκαμε, όλη η μαθητιώσα νεολαία, στο δρόμο με μόνο ένα σύνθημα: "15% για την παιδεία!", ήμασταν ανώριμοι; Για σκεφτείτε πόσο διαφορετική θα ήταν σήμερα η κατάσταση, αν είχε επιτευχθεί εκείνος ο στόχος.
Κι οποιος θέλει να καταλάβει την πραγματική αιτία ή τις αιτίες των καταλήψεων ας πάρει σβάρνα τα σχολεία, αλλά τα υποβαθμισμένα (Γκράβα, ΣΚΥΠ, Δραπετσώνα κλπ.) κι ας συζητήσει με τα παιδιά για να διαμορφώσει γνώμη. Κι όχι να ακούει τα κανάλια με τα επιλεκτικά ρεπορτάζ τους.
Συμφωνώ πως μια μερίδα μαθητών βλεπει τις καταλήψεις σαν παρατεταμένες διακοπές και σαν νόμιμο σκασιαρχείο, αλλά δεν είναι αυτοί που εκφράζουν το συνολικό κλίμα. Τα παιδιά καλά κάνουν γιατί έχουν δίκιο. Χώρια που μιας τέτοιας μορφής κινητοποίηση τα βοηθάει να ωριμάσουν πιο γρήγορα.
Αυτά και θα τα ξαναπούμε αύριο, γι αοποιον έχει όρεξη να συζητήσουμε.
Άντε καληνύχτα, τώρα