Η σημερινή απεργία. Μερικές εκτιμήσεις και σχόλια
Καλησπέρα σε όλους,
Μερικά γενικά και μερικά ειδικά σχόλια. Τα γενικά πρώτα:
1) Όπως έγραψα και πιο πάνω, εγώ συμμετείχα στο απεργιακό συλλαλητήριο στον Πειραιά, όπου εκτός των Πειραιώτικων σωματείων, συμμετείχαν και τα σωματεία του κλάδου μου, εν ενεργεία και συνταξιούχων. Η συγκέντρωση ήταν αρκετά μεγάλη, για τα δεδομένα του Πειραιά, κοντά στις 10,000 κόσμο υπολογίζω ότι είχε. Από άποψη συμμετοχής στην απεργία (εννοώ τα ποσοστά των απεργών και όχι μόνο των διαδηλωτών) οι εκτιμήσεις είναι ότι άγγιξε συνολικά πάνω από το 60%. Σε ορισμένους κλάδους ξεπέρασε το 90% και άγγιξε ή έφτασε στο 100% (όπως π.χ. στο δικό μου τον κλάδο, αλλά και σε άλλους κλάδους - Μέταλλο & Ναυπηγοεπισκευή, Φάρμακο κλπ.). Μετά τις καθιερωμένες ομιλίες, οι διαδηλωτές πορεύτηκαν στους κεντρικούς δρόμους του Πειραιά, συντεταγμένοι και με πολλά, επίκαιρα συνθήματα. Ιδιαίτερη και ευχάριστη νότα έδωσε το μπλοκ των μαθητών των λυκείων και των γυμνασίων του Πειραιά μαζί με τους φοιτητές του ΠΑ.ΠΕΙ. και τους σπουδαστές των Πειραιώτικων ΤΕΙ και των άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, των οποίων τα συνθήματα και οι φωνές ξεχώριζαν, τόσο σε ευρηματικότητα όσο και σε παλμό. Πολύς κόσμος, που δεν ήταν στην αρχική συγκέντρωση στην Πλ. Καραϊσκάκη, μπήκε στον κύριο όγκο της πορείας καθ' οδόν και την ακολούθησε μέχρι τέλους. Όσον αφορά τον όγκο της συγκέντρωσης και της πορείας της, η τελευταία εικόνα που είχα ήταν αυτή λίγο πριν η πορεία τερματιστεί: Η κεφαλή της ήταν στο ύψος του Δημοτικού επί της Λ. Β. Γεωργίου Α' και η ουρά της ήταν ακόμα επί της Γρ. Λαμπράκη (με κατεύθυνση προς την Β. Γεωργίου), στο ύψος του κτηρίου που παλιά στεγαζόταν το Υπ. Εμπ. Ναυτιλίας. Σε πυκνή διάταξη, που έπιανε όλο το πλάτος της Γ. Λαμπράκη και της Β. Γεωργίου.
2) Σύμφωνα με τις τελευταίες ειδήσεις, τελικά οι απεργιακές συγκεντρώσεις και συλλαλητήρια οργανώθηκαν, όχι μόνο στις 55 πόλεις που ανέφερα παραπάνω, αλλά σε πάνω από 70 πόλεις συνολικά στη χώρα.
3) Όπως είπαμε ήδη, την απεργία είχαν κηρύξει οι δυο τριτοβάθμιες οργανώσεις του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα των εργαζομένων. Οι δυο τριτοβάθμιες οργανώσεις των επαγγελματοβιοτεχνών και των εμπόρων, μολονότι ΔΕΝ είχαν καλέσει τα μέλη τους σε κλείσιμο των μικρών επιχειρήσεων, είχαν δηλώσει είτε τη συμμετοχή τους στο Αθηναϊκό συλλαλητήριο είτε απλά είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους στην ασκούμενη πολιτική (ΕΣΕΕ). Αυτά που θέλω να σχολιάσω είναι:
- Σε ότι αφορά τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ, δεν έχω καμιά μα καμιάν αυταπάτη, ότι ξαφνικά οι πλειοψηφίες στις ηγεσίες τους "το είδαν" αγωνιστικά και επαναστατικά. Η διαρκώς επιδεινούμενη κατάσταση των εργαζομένων αφ' ενός και η πίεση που δέχονται από τα σωματεία αφ' ετέρου, ήταν οι δυο βασικοί παράγοντες που τις οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Άλλωστε, αν διαβάσει κανένας το διεκδικητικό πλαίσιο της κηρυγμένης από αυτές απεργίας θα καταλάβει που το πάνε.
- Ένας ακόμα παράγοντας ήταν βέβαια και η στάση των δυνάμεων του ΠΑΜΕ, τόσο μέσα στις διοικήσεις των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, όσο και έξω από αυτές, στις Ομοσπονδίες, τα Εργατικά Κέντρα και τα σωματεία. Έτσι, ουσιαστικά, σύρθηκαν σε αυτή την απόφαση, την οποία μάλιστα οι ίδιες την υπονόμευσαν, αφού σε κανένα φορέα, του οποίου τη διοίκηση ελέγχουν αυτές οι δυνάμεις της πλειοψηφίας δεν έγινε η προετοιμασία που ήταν απαίτηση για να οργανωθεί η απεργία και το συλλαλητήριο.
-Ένα άλλο στοιχείο που επιβεβαιώνει αυτή την κατάσταση αποσύνθεσης του συνδικαλιστικού κινήματος στη χώρα είναι ότι, ούτε η ΓΣΕΕ ούτε η ΑΔΕΔΥ δεν κάλεσαν και - κυρίως - δεν οργάνωσαν συγκεντρώσεις σε άλλη πόλη, πλην της Αθήνας. Στις πάνω από 70 πόλεις της χώρας, όπου οργανώθηκαν τα συλλαλητήρια, την πρωτοβουλία να κληθούν τα σωματεία και οι άλλοι τοπικοί φορείς για συμμετοχή την πήρε αποκλειστικά το ΠΑΜΕ, ανεξάρτητα τελικά αν - κάτω από την πίεση των εργαζομένων - κάποιοι φορείς σύρθηκαν σε αποφάσεις συμμετοχής, και κάποιοι συμμετείχαν κιόλας.
4) Γράφτηκε (και εν ολίγοις επικροτήθηκε) εδώ ότι μια μέρα απεργίας δεν είναι αρκετή. Κάποιοι μάλιστα, υπερθεμάτισαν και το πήγαν και πιο μακριά, λέγοντας ότι αυτή δεν φτάνει "για να πέσει ο καπιταλισμός". Κατ' αρχάς, δεν μπορώ να μη συμφωνήσω ότι μια μέρα απεργίας, ακόμα και πανεργατικής, δε φτάνει. Όχι "για να πέσει ο καπιταλισμός", αλλά ούτε και για την αναστροφή (είδατε, είμαι προσεκτικός, δε λέω "ανατροπή", αλλά "αναστροφή") αυτής της πολιτικής, πόσο μάλλον των εκπροσώπων της. Το ερωτηματικό που τίθεται όμως είναι: Και τι θα κάνουμε? Θα κάτσουμε στ' αυγά μας, μπας και μας πέσει στο κεφάλι η επιφοίτηση ή μπας και αποφασίσουν οι κυβερνώντες ΜΑΖΙ ΜΕ τους βιομήχανους, εφοπλιστές, τραπεζίτες, μεγαλέμπορους και όλο το κακό συναπάντημα, σε αγαστή συνεργασία με τους "εταίρους" τους στην ΕΕ και στο ΔΝΤ, να αλλάξουν πολιτική? Δεν θα μακρύνω πολύ αυτή μου τη θέση και το επιχείρημα. Απλά θα πω ότι, αν το βλέπει κανένας από αυτή την οπτική γωνία, τίποτα δεν πρόκειται ΠΟΤΕ να αλλάξει. Μια απεργία, ανεξάρτητα από τη διάρκεια και το εύρος της, δεν μπορεί ασφαλώς να είναι μια τουφεκιά στον αέρα. Μπορεί όμως να αποτελέσει ένα βήμα για παραπέρα κλιμάκωση ενός διαρκούς, δύσκολου και εν πολλοίς και μακρόχρονου αγώνα, ο οποίος στο στόχαστρό του να έχει τρεις στόχους (μπορεί και περισσότερους, αλλά για αρχή αυτοί οι τρεις είναι αρκετοί):
- Την συνειδητοποίηση του συνόλου (ή έστω της πλειοψηφίας) της Εργατικής Τάξης της χώρας μας ότι αυτή είναι ο παραγωγός του πλούτου και επομένως ο δικαιωματικός ιδιοκτήτης του, και ότι "Χωρίς εσένα γρανάζι δε γυρνά, Εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά"
- Την αναγκαιότητα να γκρεμιστούν από τις διοικήσεις των συνδικάτων όλοι όσοι στο όνομα των εργαζομένων, "τα βρίσκουν" κάθε τόσο με τους εφοπλιστές, τους βιομήχανους αλλά και τους κυβερνώντες και δένουν χειροπόδαρα το εργατικό κίνημα, οδηγώντας το σε συμβιβασμούς και οσφυοκαμψία
- Την αναγκαιότητα να πυκνώσουν οι γραμμές των εργαζομένων στα σωματεία, με διαρκή και ενεργό συμμετοχή, η οποία μάλιστα να έχει διαρκώς μπροστά της και απώτερους στόχους, πέραν των στενών κλαδικών ή επιχειρησιακών, και αυτοί (οι εργαζόμενοι, δηλαδή) να ξεκολλήσουν από τους καναπέδες και από το χαζογυαλί, από το οποίο περιμένουν να αλλάξει η κατάσταση. Και μάλιστα αυτή η αναγκαιότητα να γίνει μόνιμο μέλημα αυτών των ολίγων, που σήμερα εξακολουθούν να λένε ΟΧΙ σε αυτή την κατάσταση.
Αυτοί οι τρεις στόχοι, όχι μόνο είναι αναγκαίοι, αλλά είναι και εφικτοί και μάλιστα για σήμερα, τώρα, και όχι στη Δευτέρα Παρουσία, όπως μας λένε κάποιοι, που μας πιπιλίζουν τα μυαλά ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Και μας λένε ότι η μόνη λύση είναι να εξακολουθούμε να καθόμαστε στους καναπέδες, χαζεμένοι μπροστά στο γυαλί των Πρετεντέρηδων, των Στραβελάκηδων και των Καψήδων, περιμένοντας πότε "θα αλλάξουμε τον καπιταλισμό" με μια ψήφο την Κυριακή. Αυτό κι αν είναι για τη Δευτέρα Παρουσία.
Μερικά ειδικά σχόλια, τώρα:
1) Η ΠΝΟ πήρε απόφαση για συμμετοχή στην απεργία, μετά από πίεση των ταξικών συνδικάτων ΠΕΜΕΝ, ΠΕΕΜΑΓΕΝ (Μάγειροι), ΠΕΚΠΜΕΝ "Ο Στέφενσων". Η απόφαση πάρθηκε στην τελευταία συνεδρίαση της Ε.Ε., στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι από όλα τα σωματεία-μέλη της. Ήταν ομόφωνη. Ως βασικό επιχείρημα των υπολοίπων σωματείων για τη λήψη της απόφασης ήταν ότι αφού την απεργία την κηρύσσει η ΓΣΕΕ, η ΠΝΟ ως μέλος της, πρέπει να συμμετάσχει. Πριν από την κήρυξη της απεργίας από τη ΓΣΕΕ, είχε επανειλημμένα συνεδριάσει η ΕΕ της Ομοσπονδίας, αλλά υπήρχαν διαρκώς δικαιολογίες και κωλυσιεργίες για μη λήψη απόφασης, παρ' όλες τις προσπάθειες των τριών σωματείων. Εν τούτοις, τα προβλήματα του κλάδου έχουν οξυνθεί πολύ, η ανεργία σπάει κόκκαλα, ο αφελληνισμός έχει πάρει πλέον ανεξέλεγκτες διαστάσεις, ακόμα και στην ακτοπλοΐα που ήταν το τελευταίο προπύργιο ελληνικών πληρωμάτων, το ταμείο του ΝΑΤ και ο εξ αυτού εξαρτώμενος Οίκος του Ναύτη πάει για φούντο, οι συντάξεις καταβαραθρώθηκαν και οι μισθοί έχουν μειωθεί περισσότερο από 40%. Για όλους αυτούς τους λόγους, αλλά και λόγω της μεγάλης πίεσης που δέχονται καθημερινά οι διοικήσεις των ναυτεργατικών σωματείων από τους ναυτικούς, η πλειοψηφία της ΠΝΟ δεν μπορούσε να κλείνει άλλο τα μάτια. Όταν λοιπόν πάρθηκε η απόφαση από τη ΓΣΕΕ, η ΠΝΟ είπε κι αυτή το ΝΑΙ.
2) Τα παραπάνω είναι η μια πλευρά του ζητήματος. Η άλλη πλευρά είναι με ποιο διεκδικητικό πλαίσιο κατεβαίνει στην απεργία και βέβαια, πώς την οργανώνει. Για το διεκδικητικό πλαίσιο τα διαβάσατε. Για την οργάνωση, δεν έχω να πω πολλά. Αν δεν υπήρχαν οι δυνάμεις των τριών ταξικών σωματείων, μαζί με τους πρωτοπόρους συνταξιούχους ναυτικούς που συσπειρώνονται στη Πανελλήνια Ένωση Συνταξιούχων ΝΑΤ (ΠΕΣ-ΝΑΤ) και τους ναυτικούς της Πανελλήνιας Ένωσης Πληρωμάτων Ρυμουλκών & Ναυαγοσωστικών (την οποία η ΠΝΟ αρνείται να εγγράψει στη δύναμή της), τα βαπόρια πιθανόν να είχαν κινηθεί σήμερα. Προς το παρόν, και αφού οι απεργιακές επιτροπές περιφρούρησης δεν έχουν φύγει από τα λιμάνια, η απεργία συνεχίζεται.
3) Ένα ειδικό σχόλιο για τη φορολόγηση των ναυτικών. Από τη δεκαετία του 50 (ίσως και από τη δεκαετία του 40, μετά τον πόλεμο), όλες οι (αστικές) κυβερνήσεις είχαν καθιερώσει έναν ειδικό τρόπο φορολόγησης των εισοδημάτων των ναυτικών, αυτών που προέρχονται αποκλειστικά από τη μισθωτή ναυτική εργασία. Και λέω "αποκλειστικά", γιατί αν επί παραδείγματι κάποιος ναυτικός δήλωνε εισοδήματα από μισθούς ναυτικού και εισοδήματα από άλλου είδους μισθωτή εργασία, τότε έπαυε αυτόματα το ειδικό φορολογικό καθεστώς. Αυτός ο ειδικός τρόπος φορολόγησης είχε και υποδιατάξεις. Αλλιώς εφορολογούντο οι ποντοπόροι ναυτικοί και αλλιώς οι ακτοπλόοι. Και από αυτούς τους δύο, αλλιώς οι αξιωματικοί και αλλιώς τα κατώτερα πληρώματα. Αυτού του είδους οι διατάξεις είχαν νόημα τότε που τις είχαν καθιερώσει και πατούσαν πάνω στις εξής λογικές:
- Ο πρώτος λόγος ήταν ότι αμέσως μετά τον πόλεμο, η ελληνική ναυτιλία και ειδικά η ποντοπόρος, είχε ανάγκη μεγάλου αριθμού ναυτικών και μάλιστα έμπειρων, προκειμένου να επανδρωθούν τα ελληνόκτητα πλοία, ενός στόλου που διαρκώς μεγάλωνε και γιγαντώνονταν. Έγινε λοιπόν, κατ' αρχήν, απαίτηση των εφοπλιστών να δοθούν κάποια κίνητρα στους Έλληνες ναυτικούς, προκειμένου αυτοί να αποτελέσουν το "φρέσκο κρέας" για την επάνδρωση των πλοίων τους. Και επειδή φυσικά, τα μισθολόγια και οι συνθήκες εργασίας δεν μπορούσαν να αποτελέσουν το βασικό κίνητρο, ζήτησαν από το κράτος να παράσχει αυτά τα κίνητρα. Το πρώτο από αυτά ήταν το ειδικό φορολογικό καθεστώς. Αργότερα, όταν η ζήτηση εξακολουθούσε να είναι μεγάλη, μπήκαν στο τραπέζι κι άλλα κίνητρα, όπως η δυνατότητα εισαγωγής κάποιων ειδών οικιακής χρήσης χωρίς δασμούς, η δυνατότητα αγοράς ακινήτου αφορολόγητα, εφ' όσον η αξία του καλύπτεται από ισόποσο εισαχθέν συνάλλαγμα, ακόμα - και για μικρό χρονικό διάστημα - δόθηκε η δυνατότητα αγοράς και εισαγωγής αυτοκινήτου χωρίς δασμούς, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις.
- Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι, μέσα σε όλα τα παραπάνω, η χώρα προσέβλεπε στο ναυτικό σαν μια από τις βασικές πηγές παροχής συναλλάγματος (σε αντίθεση με τους εφοπλιστές, από τους οποίους ουδέποτε απαίτησε κάτι τέτοιο αλλά πάντα βασίστηκε στις "καλές τους προθέσεις"). Ένας από τους βασικούς παράγοντες αλλά και εν πολλοίς και προαπαιτούμενος όρος για ειδική φορολόγηση σε διάφορες δραστηριότητες, ήταν να μπορεί ο ναυτικός να αποδείξει ότι ήταν φορέας συναλλάγματος.
Αυτά όλα, μετά την εξάπλωση των συνεπειών της κρίσης και στο ναυτικό επάγγελμα, αποτελούν πλέον παρελθόν. Τόσο γιατί λόγω του αφελληνισμού, οι εφοπλιστές έμαθαν να βολεύονται με το ξένο "φτηνό κρέας", άρα να μην έχουν ανάγκη τον Έλληνα ναυτικό όσο τουλάχιστον τον είχαν πριν, όσο και γιατί λόγω του μικρού πλέον αριθμού των ναυτικών εύκολα το κράτος και οι εφοπλιστές μπορούν να επιβάλλουν τη θέλησή τους και να αλλάξουν ότι ήταν κεκτημένο για πολλές δεκαετίες τώρα.
Σε ότι αφορά τη συγκεκριμένη θέση της ΠΝΟ, περί "αποκατάστασης της άδικης φορολόγησης των ναυτικών", θα έλεγα ότι υπακούει σε μια συντεχνιακού επιπέδου λογική, η οποία λέει: "Δώστε μας εμάς αυτά που μας πήρατε και οι άλλοι να πάνε να πνιγούνε". Εγώ - και εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι δεν έχω συζητήσει αυτό το ζήτημα με κανέναν από τους συναδέλφους των εν ενεργεία ταξικών σωματείων - πρεσβεύω ότι η φορολογική πολιτική είναι γενικά άδικη (εγκληματική, θα έλεγα) για όλους τους μισθωτούς, μη εξαιρουμένων και των ναυτεργατών. Άρα, αν πρέπει κάτι να μπει στο διεκδικητικό πλαίσιο, που να αφορά τη φορολόγηση, θα πρέπει να είναι κάτι που αφ' ενός να είναι σε αρμονία με το γενικότερο ζήτημα που αφορά την εγκληματική φορολογική πολιτική όλων των μισθωτών, που έχουν καταντήσει τα "φορολογικά υποζύγια" του κράτους και αφ' ετέρου να εξεταστούν οι - υπαρκτές - ιδιαιτερότητες του επαγγέλματός μας, όχι σε αντιδιαστολή με τους άλλους εργαζόμενους, αλλά δίπλα σε αυτούς και κοντά στις όποιες άλλες ιδιαιτερότητες υπάρχουν από κλάδο σε κλάδο.
Και πάνω από όλα:
Είναι καθήκον, όχι μόνο των ναυτεργατών, αλλά κάθε εργαζόμενου να απαιτήσουμε να πάψει αυτό το, πραγματικά άδικο για ολόκληρη την Εργατική Τάξη της χώρας, ασύδοτο φορολογικό καθεστώς των εφοπλιστών, αντί να τρωγόμαστε μεταξύ μας.
Καλό βράδυ
-