και η μεταφραση
ΘΥΡΣΗΣ
Γλυκύτατα, γιδοβοσκέ, τραγουδάει θροΐζοντας
και το πεύκο εκείνο πλάι στην πηγή,
γλυκιά μελωδία παίζεις κι εσύ με τη σύριγγα·
μετά τον Πάνα θα λάβεις το δεύτερο βραβείο.
Αν εκείνος κερδίσει τράγο κερασφόρο, εσύ θα πάρεις αίγα·
αν πάλι πάρει εκείνος αίγα ως έπαθλο, σ᾽ εσένα πέφτει το κατσίκι·
του κατσικιού το κρέας είναι τρυφερό, ώς την ώρα που θα το αρμέξεις.
ΑΙΠΟΛΟΣ
Το δικό σου τραγούδι, βοσκέ, είναι πιο γλυκό
και από εκείνο το νερό που κελαρύζει
καθώς κυλάει ψηλά από το βράχο.
Αν οι Μούσες πάρουν δώρο την προβατίνα,
εσύ θα λάβεις ως έπαθλο αρνί της μάντρας·
αν πάλι εκείνες θελήσουν να πάρουν αρνί,
εσύ θα έχεις τότε την προβατίνα.
ΘΥΡΣΗΣ
Θέλεις για χάρη των Νυμφών,γιδοβοσκέ, θέλεις να καθίσεις εδώ
σ᾽ αυτή την πλαγιά του λόφου με τα αρμυρίκια και να παίζεις
τη σύριγγα;
Όσο εσύ θα παίζεις, θα φυλάω εγώ τις αίγες.
ΑΙΠΟΛΟΣ
Δεν κάνει, βοσκέ, δεν κάνει εμείς να παίζουμε
τη σύριγγα τα μεσημέρια.
Φοβόμαστε τον Πάνα· την ώρα εκείνη αναπαύεται
κουρασμένος από το κυνήγι.
Και είναι ανελέητος· μια ζωή στη μύτη του κάθεται χολή φαρμάκι.
..............................................................................
ΘΥΡΣΗΣ
Αρχίστε, αγαπημένες Μούσες, αρχίστε το βουκολικό τραγούδι.
Εγώ είμαι ο Θύρσης από την Αίτνα,
και είναι γλυκιά η φωνή του Θύρση.
Πού ήσασταν άραγε, Νύμφες, όταν έλιωνε ο Δάφνης, πού ήσασταν;
Μήπως στις θεσπέσιες κοιλάδες του Πηνειού ή μήπως στην Πίνδο;
Στο πλατύ ποτάμι του Ανάπου πάντως δεν ήσασταν, όχι,
ούτε στην κορυφή της Αίτνας, ούτε στα ιερά νερά του Άκιδος.
Αρχίστε, αγαπημένες Μούσες, αρχίστε το βουκολικό τραγούδι.
Για κείνον ωρύονταν τα τσακάλια, για κείνον οι λύκοι,
εκείνον και το λιοντάρι του δρυμού τον έκλαψε όταν πέθανε.
..............................................................................
(ΘΥΡΣΗΣ)
«...Τώρα ας βλαστήσουν μενεξέδες από βάτα,
ας βλαστήσουν από αγκάθια,
ο υπέροχος νάρκισσος ας στέψει την κόμη των κέδρων,
ας ανατραπούν τα πάντα, ας βγάλει αχλάδια και η κουκουναριά,
αφού πεθαίνει ο Δάφνης, ας σπαράξει και το ελάφι τους σκύλους
και οι κουκουβάγιες των βουνών ας συναγωνιστούν τ᾽ αηδόνια.
Ας πάψει το βουκολικό τραγούδι σας, Μούσες, ω ας πάψει.
Αυτά είπε και σώπασε· η Αφροδίτη ήθελε να τον σηκώσει επάνω,
όμως είχε σωθεί το νήμα της Μοίρας
και ο Δάφνης ταξίδεψε στις ροές του ποταμού.140
Το κύμα εσκέπασε τον άνδρα που αγάπησαν οι Μούσες,
που ελάτρεψαν οι Νύμφες.
(μετάφραση Θ. Κ. Στεφανόπουλος)
ΘΥΡΣΗΣ
Γλυκύτατα, γιδοβοσκέ, τραγουδάει θροΐζοντας
και το πεύκο εκείνο πλάι στην πηγή,
γλυκιά μελωδία παίζεις κι εσύ με τη σύριγγα·
μετά τον Πάνα θα λάβεις το δεύτερο βραβείο.
Αν εκείνος κερδίσει τράγο κερασφόρο, εσύ θα πάρεις αίγα·
αν πάλι πάρει εκείνος αίγα ως έπαθλο, σ᾽ εσένα πέφτει το κατσίκι·
του κατσικιού το κρέας είναι τρυφερό, ώς την ώρα που θα το αρμέξεις.
ΑΙΠΟΛΟΣ
Το δικό σου τραγούδι, βοσκέ, είναι πιο γλυκό
και από εκείνο το νερό που κελαρύζει
καθώς κυλάει ψηλά από το βράχο.
Αν οι Μούσες πάρουν δώρο την προβατίνα,
εσύ θα λάβεις ως έπαθλο αρνί της μάντρας·
αν πάλι εκείνες θελήσουν να πάρουν αρνί,
εσύ θα έχεις τότε την προβατίνα.
ΘΥΡΣΗΣ
Θέλεις για χάρη των Νυμφών,γιδοβοσκέ, θέλεις να καθίσεις εδώ
σ᾽ αυτή την πλαγιά του λόφου με τα αρμυρίκια και να παίζεις
τη σύριγγα;
Όσο εσύ θα παίζεις, θα φυλάω εγώ τις αίγες.
ΑΙΠΟΛΟΣ
Δεν κάνει, βοσκέ, δεν κάνει εμείς να παίζουμε
τη σύριγγα τα μεσημέρια.
Φοβόμαστε τον Πάνα· την ώρα εκείνη αναπαύεται
κουρασμένος από το κυνήγι.
Και είναι ανελέητος· μια ζωή στη μύτη του κάθεται χολή φαρμάκι.
..............................................................................
ΘΥΡΣΗΣ
Αρχίστε, αγαπημένες Μούσες, αρχίστε το βουκολικό τραγούδι.
Εγώ είμαι ο Θύρσης από την Αίτνα,
και είναι γλυκιά η φωνή του Θύρση.
Πού ήσασταν άραγε, Νύμφες, όταν έλιωνε ο Δάφνης, πού ήσασταν;
Μήπως στις θεσπέσιες κοιλάδες του Πηνειού ή μήπως στην Πίνδο;
Στο πλατύ ποτάμι του Ανάπου πάντως δεν ήσασταν, όχι,
ούτε στην κορυφή της Αίτνας, ούτε στα ιερά νερά του Άκιδος.
Αρχίστε, αγαπημένες Μούσες, αρχίστε το βουκολικό τραγούδι.
Για κείνον ωρύονταν τα τσακάλια, για κείνον οι λύκοι,
εκείνον και το λιοντάρι του δρυμού τον έκλαψε όταν πέθανε.
..............................................................................
(ΘΥΡΣΗΣ)
«...Τώρα ας βλαστήσουν μενεξέδες από βάτα,
ας βλαστήσουν από αγκάθια,
ο υπέροχος νάρκισσος ας στέψει την κόμη των κέδρων,
ας ανατραπούν τα πάντα, ας βγάλει αχλάδια και η κουκουναριά,
αφού πεθαίνει ο Δάφνης, ας σπαράξει και το ελάφι τους σκύλους
και οι κουκουβάγιες των βουνών ας συναγωνιστούν τ᾽ αηδόνια.
Ας πάψει το βουκολικό τραγούδι σας, Μούσες, ω ας πάψει.
Αυτά είπε και σώπασε· η Αφροδίτη ήθελε να τον σηκώσει επάνω,
όμως είχε σωθεί το νήμα της Μοίρας
και ο Δάφνης ταξίδεψε στις ροές του ποταμού.140
Το κύμα εσκέπασε τον άνδρα που αγάπησαν οι Μούσες,
που ελάτρεψαν οι Νύμφες.
(μετάφραση Θ. Κ. Στεφανόπουλος)