Από την προηγούμενη Κυριακή , και δεν ντρέπομαι να το πω , υποφέρω. Ενώ θα έπρεπε , μετά από την ευχάριστη κοπή της πίτας του κλαμπ μας , να εμφορούμαι από συναισθήματα χαράς , εν τούτοις , από μια υπόσχεση στον Υπέρηχα που έδωσα ελαφρά τη καρδία – που να ξέρω πόσο δύσκολο ήταν να την κρατήσω- είμαι σε άθλια κατάσταση έχοντας απωλέσει κατά τις πλέον συντηρητικές εκτιμήσεις το 30% του Δείκτου Ευφυίας μου – όσος κι αν ήταν αυτός . Αιτία : ακούω συνεχώς και αδιαλείπτως και κατ’ αποκλειστικότητα το “Smile” του Brian Wilson .
Και τι ακούω τόσες ημέρες ; Επιτρέψτε μου να σας διηγηθώ , εν ολίγοις , το μαρτύριο που πέρασα όλο αυτό το διάστημα που μου φάνηκε αιώνας . Συμπλήρωσα ήδη 6 ½ φορές που άκουσα το εν λόγω πόνημα και παρά το ότι υποσχέθηκα να το ακούσω δέκα φορές , δεν θα το κάνω . Ως εδώ και μη παρέκει . Η ανθρώπινη υπομονή έχει όρια . Και ξέρω ότι οι δυνατότητες αντοχής του ανθρώπου στις κακουχίες είναι τεράστια και τα ψυχικά αποθέματα σχεδόν ανεξάντλητα , αλλά το κλειδί βρίσκεται στο σχεδόν. Τα δικά μου εξαντλήθηκαν. Εδώ . Τελεία και παύλα . Πάμε λοιπόν
Ο δίσκος αρχίζει με το Our prayer . Μακράν η πιο βαρετή εισαγωγή της τελευταίας 50ετίας . Βραβείο βλακείας . Πόσο υποψιασμένος να είσαι όμως για το τι θα επακολουθήσει; Τέλος πάντων .Πολλές φωνές μαζεμένες κάνουν Ουουου ουουου ουουου ( θα το βρούμε πολύ συχνά μπροστά μας αργότερα αυτό .
Και περνάμε στο Ηeroes & Villains. Πριν περάσουν 30 δεύτερα τα γνωστά φωνητικά κάνουν και πάλι την εμφάνιση τους . Αμέσως διακόπτονται από ένα σόλο τρομπόνι το οποιο μπαίνει εκεί εμβόλιμα , χωρίς λόγο . Ακολουθεί ένα χορωδιακό λα λα λα κι αμέσως ξεφυτρώνει ένα άλλο θέμα . Με εφφέ όμως – από κάποιο μπαρ. Μετά ξανά ακούγονται – θα τόχετε καταλάβει ήδη – ου ου ου και μια φωνή εκφέρει την φράση “You ‘ re under arrest” . Μέχρι στιγμής δηλαδή έχουν αρχίσει τουλάχιστον 4-5 τραγούδια τα οποία δεν ολοκληρώνονται λόγω της προφανούς αδυναμίας του φερόμενου ως συνθέτη , να τα ολοκληρώσει.
Ξαφνικά από την ένδειξη της αρίθμησης στο cd player καταλαβαίνεις ότι τώρα πλέον, έχει όντως αλλάξει το τραγούδι – που κάλλιστα θα μπορούσε να είναι και το προηγούμενο . Ούτως ή άλλως συνέχεια , ειρμός και λογική εξέλιξη δεν υπήρχε και πριν μέσα από τις άσκοπες εναλλαγές θεμάτων . Τι στο καλό ; Ο,τι θέλουμε κάνουμε . Λογαριασμό θα δώσουμε ; Και φτου-και-πάλι-απ-την-αρχή τα φωνητικά . Ου ου ου και ντου γου ου οπ και νάσου οι άσκοπες παραθέσεις θεμάτων . Μια φωνή τραγουδά σε ακατάληπτη γλώσσα κάτι σαν Αχελελουλε Αχελελουλά ( καμμία σχέση με τον γνωστό λουλά – που τέτοια τύχη ) και ξανά μανά τα ίδια γλυκανάλατα φωνητικά .
Κάπου εδώ έχεις αρχίσει να αναρωτιέσαι : Δεν μπορεί κάποιος να είναι τόσο ευτυχισμένος . Λογικά θα πρέπει νάναι κρετίνος . Ε ναι είναι κρετίνος – απλώς το συνειδητοποιείς όταν τελειώσει όλος ο δίσκος .
Ακολουθεί το Barnyard. Κοτούλες , προβατάκια , κατσικούλες ( πήραμε καινούργια κονσόλα με μεγάλες δυνατότητες στα εφέ ) . Μου θυμίζει μια ξαδερφούλα μου , τα καλοκαίρια που παραθερίζαμε μαζί κι είχε λατρεία στις κατσικούλες . Αγνή , αθώα 6χρονη παιδούλα γαρ . Και πάλι χαρούμενα φωνητικά από την Χορωδία Προβληματικών Υπαλλήλων του Δήμου. Παραδίπλα , άλλοι τρόφιμοι χτυπάνε παλαμάκια , κάνοντας εργασιοθεραπεία. Ολοι έχουμε δικαίωμα στην ευτυχία .Α να κι ένα τσέλλο ( όπως λέγαμε παλιά στα αναγνωστικά της Α´Δημοτικού : Να Λό-λα Ε-να μη-λο ) και πάλι καταλαβαίνεις ότι περάσαμε στο επόμενο κομμάτι – το 5ο – απ’ την αρίθμηση , το οποίο τελειώνει προτού αρχίσει και περνάμε στο 6ο. Αυτό έχει και μπαντζο . Φαντάζομαι ολοζώντανο τον ροδαλό κρετίνο που το παίζει ευτυχισμένος . Και φυσικά «Ου ου ου τι ωραία και καλά» - «Χαρωπά τα δύο μου χέρια τα χτυπώ» «Πλάθω κουλουράκια με τα δυο χεράκια» . Ούτε στο Stupidville , USA δεν θάχε τόση καντιοζάχαρη και τόση γλυκανάλατη , φτηνή ευτυχία . Εχω ήδη αναγούλα στο στομάχι και δεν φτάσαμε ούτε στη μέση .
Wonderful με συνοδεία τσέμπαλου παρακαλώ . Και φυσικά φωνητικά . Τελικά ο δίσκος είναι σαν την μονοφαγία – μακαρόνια άσπρα , μακαρόνια Ναπολιτέν , μακαρόνια με κιμά , μακαρόνια με ψαρικά , μακαρόνια καρμπονάρα , putanesca , alle vongole , πάντως μακαρόνια .
Κάπου εδώ έχω αρχίσει να αισθάνομαι ότι έχω απέναντι μου τον τοίχο με το ηλίθιο χαμόγελο ενός μάρτυρα του Ιεχωβά ή των παιδιών του Μω ( ξέρετε τα βλαμμένα με τα μαύρα παντελόνια , άσπρα πουκάμισα και μαύρες γραβάτες που μοιράζουν όλο ευτυχία φυλλάδια και μετά αυτοκτονούν μαζικά – ΠΙΣΤΕΨΤΕ )
Kαι να ξαφνικά στο 10 το Surf’s Up . Κάτι που για σχεδόν δύο λεπτά έχει νόημα . Τραγουδάρα σε σχέση με τά άλλα . Φυσικά μετά τα δύο λεπτά το καταστρέφει αμέσως για τα επόμενα δύο . Δεν πειράζει. Κάτι ήταν κι αυτό . Μετά από 10 τραγούδια είμαι πιά σίγουρος ότι θα βάλει ένα σαξόφωνο , μια τρομπέτα , ένα τσέλο , μόνα τους ή και όλα μαζί , κάπου ή σχεδόν παντού . Ετσι υποχρεωτικά , ψυχαναγκαστικά , προϊόν ενός διαταραγμένου εγκεφάλου σε παροξυσμική παράκρουση.
Ακολουθεί το ανεκδιήγητο Vega Tables – κάτι για λαχανικά , χαζοχαρούμενα και μετά το On A holiday με εισαγωγή αλά Βέγγοταινία . Μόνον η Μπαρμπι Μαριπόζα λείπει . Κι ίσως η Μάγια η Μέλισσα με το τσιβδό Βίλυ . ( Ολοι με ειδικές ανάγκες – λογικό μου φαίνεται εδώ που φτάσαμε )
Ευχάριστο μονόλεπτο στο Wind Chimes μέχρι να έρθουν τα Ου ου ου ουουου και οι ήχοι από την Βεγγοταινία . Ξανά. Στο Μrs O’ Leary’s Cow επιταχύνεται και το τέμπο – μην νομίσει κανείς ότι είμαστε και ογδοντάχρονοι συνταξιούχοι . Και ακολουθεί το In Blue Hawaii – τι χαρούμενοι που είμαστε ( Δεν θα με εξέπληττε ουδόλως εάν ανεκαλύπτετο ότι ο Wilson έκρυβε στο υπόγειο του σπιτιού του συμπαθητικές γριούλες τις οποίες ακρωτηρίαζε λίγο – λίγο . Πως ν’ αντέξεις τόση ρόζ ευτυχία ; )
Κι ο δίσκος κλείνει με το "περίφημο Good Vibrations. Χαρούμενες γιαγιάδες με Αλτζχάιμερ , χτυπούν ρυθμικά το ποδαράκι τους στο πάτωμα , κοντεύοντας να κλατάρουν από συγκίνηση . Τα’ ασθενοφόρα απ’ έξω σε πλήρη ετοιμότητα για να προλάβουν τυχόν ανακοπές απ’ την συγκίνηση . Μετά είμαι σίγουρος , αν επιζήσουν , θα τραγουδάνε το "Πουναι τα χρόνια , ωραία χρόνια" και το "Αν παρήλθον οι χρόνοι εκείνοι"
Ναι. Τέλειωσε . Ούτε που το κατάλαβα . Η συνειδητοποίηση έρχεται αμείλικτη . Αυτός είναι ένας δίσκος φτιαγμένος από έναν κρετίνο . Γκαραντί . Δεν θα το ακούσω 10 φορές . Λυπάμαι Μήτσε δεν αντέχω Για την ακρίβεια δεν θέλω να το ξανακούσω ποτέ πιά . Ούτε και θα κρατήσω το αντίγραφο ασφαλείας . Δεν έχω σκοπό να βασανίσω κανέναν .
Και ναι θυμίζει Beatles . Αν δεν υπήρχε ο Λέννον που είχε το feeling του ρόκερ να συγκρατεί τον μυγοχάφτη Μακάρτνεϋ και να λειτουργεί ως αντίβαρο , τέτοιες γλυκανάλατες αηδίες θα έπαιζαν .