Το έντεχνο τραγούδι και η… τέχνη

ANNA

AVClub Addicted Member
19 June 2006
1,636
Στην αποθήκη!
Μια κατηγορία της μουσικής που ελάχιστα εως καθόλου έχει συζητηθεί εδώ, είναι αυτό που ονομάζουμε «έντεχνη μουσική» και κυρίως «έντεχνο τραγούδι».
Ένας όρος αμφιλεγόμενος, με πολλούς επικριτές, αλλά και καθιερωμένος πλέον.
Ο σκοπός αυτού του θέματος είναι ακριβώς αυτός. Να εξετάσει τον όρο σε βάθος και να αποφανθεί αν, τελικά, υπηρετεί πράγματι αυτό που λέει, την τέχνη.

Ψάχνοντας πολλές και αντικρουόμενες πηγές, κατέληξα ότι ο όρος «έντεχνο» ανήκει στο Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος τον χρησιμοποίησε προκειμένου να χαρακτηρίσει ένα είδος τραγουδιού το οποίο διαχωρίζεται από το λαϊκό. Ο εφευρέτης του θέλει να μιλήσει για κάτι καθαρά καλλιτεχνικό που διακρίνει στην τέχνη του τραγουδιού, ανεξάρτητα από την προέλευσή της.

Μπορούμε να δούμε το έντεχνο ως κάτι πρωτοποριακό, που αγαπά τις μικρές φόρμες. Δίνει στον καλλιτέχνη τη δυνατότητα να επιλέξει τα στοιχεία που τον ενδιαφέρουν μέσα από ολόκληρη τη μουσική φιλολογία. Επηρεάζεται απ’ αυτά, διατηρώντας, παράλληλα, τη δεξιοτεχνία που χρειάζεται μια απαιτητική μουσική. Δεν αναλώνεται σε συνεχείς επαναλήψεις τριών – τεσσάρων νοτών. Οι κανόνες του προέρχονται από τη λόγια μουσική της Δύσης, όμως χρησιμοποιούνται με γνώμονα τις συνθήκες, τα ήθη, και τις συνήθειες της χώρας μας. Σε γενικές γραμμές, το έντεχνο τραγούδι έχει μια απόχρωση «παραδοσιακής» μουσικής, αφού αυτή στο μεγαλύτερο μέρος της γράφεται μετά την εκτέλεση. Αυτό, όμως, δεν αναιρεί το ρόλο που έπαιξε στην αναβάθμιση της ποιότητας της Ελληνικής μουσικής.

Ο όρος «έντεχνο», προκάλεσε τις αντιρρήσεις όσων δε συνειδητοποίησαν ότι πρόκειται για μια ώθηση στο Ελληνικό τραγούδι. Συνήθως συγχέεται με κάτι που έχει ή όχι τέχνη, ενώ στην ουσία πρόκειται για κάτι που είναι τέχνη, βρίσκεται κοντά στις απαιτήσεις της «μεγάλης μουσικής» και είναι, ταυτόχρονα, ασυμβίβαστο με το μουσικό κατεστημένο της εποχής του.

Το έντεχνο τραγούδι, με αφετηρία τη δεκαετία του ’60, συνδύασε σύνθετες μουσικές φόρμες με το λόγο Ελλήνων και ξένων ποιητών. Άρα κατά μια έννοια έχουμε:
μουσική τέχνη + ποιητική τέχνη = έντεχνο τραγούδι
 
Οι αρχικοί εκπρόσωποι αυτής της μουσικής κατηγορίας υπήρξαν ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μάνος Χατζιδάκις, με άξιους συνεχιστές όπως ο Νίκος Μαμαγκάκης, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Δήμος Μούτσης, ο Χρήστος Λεοντής, ο Μάνος Λοΐζος, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Διονύσης Σαββόπουλος (αν και ιδιάζουσα περίπτωση) κλπ. Το ρεύμα αυτό κορυφώνεται στη δεκαετία του '70, αλλά σημαντικά έργα του εμφανίζονται και στη δεκαετία του '80.

Αυτή είναι, επιγραμματικά, η μία εκδοχή του τι σηματοδοτεί ο όρος «έντεχνο».
Κατά την άλλη, όμως, εκδοχή, ο όρος χρησιμοποιείται σήμερα για να καταδείξει το έργο καλλιτεχνών που κινούνται στα πλαίσια ενός «ποιοτικού» τραγουδιού. Έτσι, στο συλλογικό μας υποσυνείδητο έχει εγγραφεί το σύγχρονο έργο ετερογενών καλλιτεχνών, όπως η Γαλάνη, η Πρωτοψάλτη, η Αρβανιτάκη, η Τσανακλίδου, η Αλεξίου, ο Νταλάρας, ο Μάλαμας, ο Θ. Παπακωνσταντίνου, οι Κατσιμιχαίοι, ο Ιωαννίδης, ο Τσακνής, ο Μαχαιρίτσας, ο Δεληβοριάς, οι Πυξ Λαξ, μέχρι και ο Μητροπάνος ή ο Χατζηγιάννης (!), ως έντεχνο. Και αυτός ο χαρακτηρισμός αποδίδεται πλέον σε τραγουδιστές, δηλαδή εκτελεστές, ανεξάρτητα από το έργο τους, το περιεχόμενο και το δημιουργό του.

Κάπου εδώ έρχονται να προστεθούν οι μεγάλες αμφιβολίες και ανησυχίες. Δυστυχώς βλέπουμε το σύγχρονο έντεχνο τραγούδι να στερείται δημιουργικότητας και φαντασίας. Είναι αξιοσημείωτη η ευκολία με την οποία οι νέοι συνθέτες γράφουν μουσική, ενώ κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τους στίχους. Το πρόβλημα είναι πραγματικό.
Βέβαια, αυτό δεν ακυρώνει αυτόματα τον όρο έντεχνο ως μέσο διάκρισης, αφού και πάλι η ποιότητα είναι υψηλότερη συγκριτικά με τα άλλα είδη μουσικής. Συγκριτικά (το τονίζω) αγγίζει το λόγιο περισσότερο από κάθε άλλο είδος, άρα κρατά ακόμη ισχυρούς δεσμούς με την τέχνη. Είναι, όμως, αυτό αρκετό; Δυστυχώς, ακόμη κι αυτό το στοιχείο έχει αρχίσει να φθίνει. Αυτοί οι ουσιώδεις, όμορφοι μη «καψούρικοι» στίχοι, έχουν αρχίσει να επαναλαμβάνονται και να γίνονται προβλέψιμοι.
Όλα στο βωμό της εμπορικότητας, καθώς φαίνεται.
Με λύπη μου βλέπω πως, καλλιτέχνες των οποίων τους νέους δίσκους περίμενα με ανυπομονησία στο παρελθόν, έχουν πάψει να με ενθουσιάζουν. Λίγες είναι πλέον οι δουλειές που αξίζουν αναφοράς.
Δεν κρύβω πως αφορμή για το θέμα αυτό στάθηκε η αρκετά απογοητευτική τελευταία δουλειά της Πρωτοψάλτη, την οποία άλλοτε απολάμβανα.

Κλείνοντας, και επειδή έχω πλατειάσει αρκετά, έχω καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα. Ίσως φαίνονται κάπως αντιφατικά μεταξύ τους, αλλά με μια πιο προσεκτικά ματιά καταλαβαίνουμε πως δεν είναι.

α) Ίσως ο όρος «έντεχνο» να μην είναι ο πιο δόκιμος, όμως, ελλείψει κάποιου άλλου, τον χρειαζόμαστε για να κατατάσσουμε – περιγράφουμε κάπως τα τραγούδια των σύγχρονων τραγουδοποιών και τραγουδιστών που δεν εντάσσονται ούτε στο ροκ, ούτε στο ποπ, αλλά ούτε και στο λαϊκό και ελαφρο-λαϊκό.
β) Δεν έχει σημασία το πώς λέγεται η μουσική που ακούμε, αλλά ποια είναι αυτή, με ποια κριτήρια την επιλέγουμε και, εν τέλει, τι έχει να μας προσφέρει.


Για επίλογο, θα δανειστώ ένα σχόλιο του Μ. Θεοδωράκη :
«Το τραγούδι χωρίζεται σε δυο κατηγορίες. Αυτό που σε κάνει να σκέφτεσαι και αυτό που σε κάνει να ξεχνάς. Και τα δυο είναι εξίσου χρήσιμα.»
 
Πράγματι, πολύ ενδιαφέρον το θέμα και πολύ καλή η ανάλυση που προηγήθηκε. Εγώ θα ξεκινήσω από τον επίλογο:Το τραγούδι χωρίζεται σε δύο κατηγορίες. Σε τραγούδι εμπνευσμένο (άσχετα αν αυτό σε κάνει να σκέφτεσαι - υποθέτω πως ο Θεοδωράκης μιλάει υπό το πρίσμα του "πολιτικού" τραγουδιού με το οποίο ταυτίστηκε, κατά κάποιο τρόπο) και σε τραγούδι "μανιέρα", τυποποιημένο, χωρίς κανένα ίχνος έμπνευσης. Και σίγουρα πολλοί από τους αγαπημένους καλλιτέχνες που ανήκουν στην κατηγορία του "ποιοτικού", ή "έντεχνου" που αναφέρθηκαν έχουν να παρουσιάσουν και αρκετές αδύναμες (εως παντελώς αδιάφορες) στιγμές στην πορεία τους. Πως για παράδειγμα να συγκρίνω τους πρώτους δίσκους του Μάλαμα με τις πιο πρόσφατες δουλειές του, που φαίνεται να ακολουθούν μια συνταγή περισσότερο, παρά το πάθος ενός ανθρώπου που έχει πράγματα να πει. Ή, ο Νταλάρας που ότι καινούριο προτείνει μετά βίας θα συντηρούσε τον μύθο, αν δεν κυκλοφορούσαν παράλληλα κάτι Live και επανεκτελέσεις.
Το περίεργο πάλι, είναι πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι που "φρεσκάρισαν" την ελληνική μουσική στις δεκαετίες 80-90, παρέμειναν κάπου στάσιμοι, και ακόμα τους βλέπουμε ως ...ελπιδοφόρους νέους. Σε κάποια συνέντευξη μάλιστα ο Πορτοκάλογλου έλεγε πως, ενώ κοντεύει τα πενήντα, πολλές φορές τον αποκαλούν ανερχόμενο νέο τραγουδοποιό. Αυτό νομίζω πως οφείλεται κατά πρώτον στο ότι το βάρος που έπρεπε να σηκώσουν οι συνεχιστές του Θεοδωράκη,του Χατζιδάκη, του Τσιτσάνη, του Μάρκου και των άλλων ιερών τεράτων της μουσικής μας ήταν μάλλον αβάσταχτο. Και κατά δεύτερο στο ότι δεν υπάρχει καινούρια πρόταση αξιόλογη. Εντάξει, οι Κατσιμίχα, ο Μάλαμας και όλοι αυτοί, οι διαφορετικοί μεταξύ τους, καλλιτέχνες ανανέωσαν και έδωσαν καινούρια διάσταση στον ελληνικό ήχο και στίχο. Τώρα όμως που οδεύουμε, αν δεν είμαστε, στο μετά από αυτούς... τί γίνεται?
 
Κάποιες σκέψεις σχετικά με το αρχικό post της Άννας και μια ένσταση :)

Κατ' αρχάς, κάθε μουσικό έργο χαρακτηρίζεται από το πρωτογενές υλικό, που έρχεται με την έμπνευση ή τον δανεισμό από άλλο έργο, και την αξιοποίηση του υλικού αυτού ώστε να γινει μουσική. Η δεύτερη γίνεται είτε εμπειρικά/αυτοσχεδιαστικά είτε λόγια, δηλαδη με βαση την θεωρία της δυτικής μουσικής.

Εξ ορισμού, κανένας από τους δυο τρόπους δεν υπηρετεί λιγότερο ή περισσότερο την τέχνη. Απλώς ο λόγιος έχει πιο πολλές δυνατότητες. Αυτή είναι η ένσταση.Χαρακτηριστικο παράδειγμα οι μουσικές του Τσιτσανη, του Βαμβακάρη, των ρεμπετών, δεν ειναι λιγότερο ή περισσότερο τέχνη από τα παραδείγματα που ανέφερες. Ειναι όμως διαφορετικές. Γι αυτό και δεν συμφωνώ με όσα λες σχετικά με την "ποιότητα"(τι είναι ποιότητα; ) στο έντεχνο τραγουδι σήμερα. Ενα έντεχνο τραγουδι χωρίς έμπνευση είναι μακράν κατώτερο από ένα εμπνευσμένο λαϊκό(σ.σ. με τον όρο "λαϊκό" δεν εννοώ φυσικα τα σκυλάδικα...). Η τέχνη δεν πλησιάζεται με κανόνες και θεωρία, αλλά με πρωτότυπες, αυθεντικές ιδέες.

Επίσης, ας έχουμε υποψη μας ότι ενίοτε ειναι διαφορετικό αυτο που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως "ποιότικό" από αυτο που είναι "κοντά στην τεχνη". Καμιά φορά νομιζω οτι αν αυτό που ακούω δεν κατατάσεται πουθενα, τοτε είτε εχει χαρακτήρα δικό του είτε δεν έχει τίποτα.
 
Το "έντεχνο" σήμερα έχει καταντήσει να είναι μία ακόμα ταμπέλα που "έντεχνα" συντηρούν οι δισκογραφικές για να περιχαρακώνουν την πελατεία τους.
Όχι πως δεν υπάρχουν όμορφα καινούρια τραγούδια στις μέρες μας , αλλά δεν αρκούν για να κρατήσουν την συνολική παραγωγή ψηλά.

Η σύγχρονη "έντεχνη" ελληνική τραγουδοποιία βρίσκεται πολλά σκαλιά κάτω από την αντίστοιχη του 60. Όχι γιατί λείπει ανάμεσα από τους νεώτερους ένας Χατζιδάκις ή ένας Θεοδωράκης. Λείπουν όμως όλα αυτά τα βιώματα που κουβαλούσαν μέσα τους αυτοί οι άνθρωποι. Και λείπουν και τα αντίστοιχα βιώματα όλης της κοινωνίας η οποία θα αποζητήσει να μιλήσει μέσα από ένα άλλο διαφορετικό τραγούδι.

Σήμερα οι καιροί είναι άχαροι. Οι αξίες φτηνές, ο ρομαντισμός της κοινωνίας αναίσθητος ή νεκρός, από χρόνια θαμμένος δίπλα στο όραμα. Ο καθένας βράζει στο ζουμί του μόνος. Τι τέχνη να γίνει έτσι;

Εγώ προσωπικά ελάχιστη διάθεση έχω να στρέφω την ακοή μου στους τραγουδοποιούς του σήμερα. Σπάνια έχουν κάτι να μου πούν κι αυτό είναι συνήθως αρκετά επιφανειακό.

Οι ανάγκες μου με γυρίζουν πάντα 40 και πλέον χρόνια πίσω κι εκεί ζω τις δικές μου μουσικές στιγμές.

Αν όμως αυτό μπορεί για μένα να είναι ...έστω μια λύση, δεν μπορεί να είναι το ίδιο για πολλούς. Δεν μπορεί να είναι λύση για τα παιδιά μας.
 
Απάντηση: Re: Το έντεχνο τραγούδι και η… τέχνη

Απλώς ο λόγιος έχει πιο πολλές δυνατότητες. Αυτή είναι η ένσταση.Χαρακτηριστικο παράδειγμα οι μουσικές του Τσιτσανη, του Βαμβακάρη, των ρεμπετών, δεν ειναι λιγότερο ή περισσότερο τέχνη από τα παραδείγματα που ανέφερες. Ειναι όμως διαφορετικές. Γι αυτό και δεν συμφωνώ με όσα λες σχετικά με την "ποιότητα"(τι είναι ποιότητα; ) στο έντεχνο τραγουδι σήμερα. Ενα έντεχνο τραγουδι χωρίς έμπνευση είναι μακράν κατώτερο από ένα εμπνευσμένο λαϊκό(σ.σ. με τον όρο "λαϊκό" δεν εννοώ φυσικα τα σκυλάδικα...). Η τέχνη δεν πλησιάζεται με κανόνες και θεωρία, αλλά με πρωτότυπες, αυθεντικές ιδέες.

Επίσης, ας έχουμε υποψη μας ότι ενίοτε ειναι διαφορετικό αυτο που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως "ποιότικό" από αυτο που είναι "κοντά στην τεχνη". Καμιά φορά νομιζω οτι αν αυτό που ακούω δεν κατατάσεται πουθενα, τοτε είτε εχει χαρακτήρα δικό του είτε δεν έχει τίποτα.


Σαφώς και ποιότητα μπορεί κανείς να βρει σε όλα τα είδη της μουσικής. Άλλωστε πουθενα δε γράφω ότι ποιοτικός είναι μόνο π.χ. ο Νταλάρας (φτου, φτου!) Αλλά στη σημερινή εποχή, όταν κάποια είδη δεν ακούγονται πια, όταν οι νέοι δε γνωρίζουν τη μουσική μας ιστορία - όποια κι αν είναι αυτή - τότε το αποκαλούμενο έντεχνο είναι πράγματι ποιοτικώς ανώτερο. Τα κριτήρια τα ανέφερα ήδη. Γι' αυτό και εν τέλει, κατέληξα στα δυο τελευταία συμπεράσματα.
Όσο για τα εμπνευσμένα λαϊκά που λες... οι δισκογραφικές βρήκαν τη λύση: τα βάφτισαν έντεχνα λαϊκά!!!
 
Εμένα το πρόβλημά μου είναι πως ακούω το "έντεχνο" τραγούδι και δεν νιώθω να λέει τίποτα για μένα: γι αυτό που είμαι, για τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα. Ο Ντύλαν λέει πολύ περισσότερα. Ο παληός Νιόνιος επίσης (μέχρι και το "Βρώμικο Ψωμί").
Η πιο τραγική συνέπεια, κατά τη γνώμη μου, είναι πως τα παιδιά μου μεγαλώνουν χωρίς να τραγουδούν τραγούδια στη μητρική γλώσσα τους, πράγμα που το θεωρώ περίπου καταστροφή.
 
Πολύ ενδιαφέρουσα - για όσους ακούν ελληνικά τραγούδια - είναι και η συζήτηση που άνοιξε εδώ http://mousikaproastia.blogspot.com/2007/06/blog-post_29.html

Πράγματι Δημήτρη, το πέτυχα κάνοντας την έρευνά μου. Έχει καλό υλικό. Δανείστηκα, μάλιστα, και τα ονόματα που αναφέρω ως δείγμα. Άλλωστε, είναι τα πρώτα που έρχονται στο μυαλό του οποιουδήποτε.
 
...το "έντεχνο" τραγούδι και δεν νιώθω να λέει τίποτα για μένα: γι αυτό που είμαι, για τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα. Ο Ντύλαν λέει πολύ περισσότερα. Ο παληός Νιόνιος επίσης (μέχρι και το "Βρώμικο Ψωμί").


Ίσως απλά να αλλάζουν οι εποχές. Οι δίσκοι που αναφέρεις μας πάνε τριάντα-σαράντα χρόνια πίσω. Και'γώ εκεί ακόμη κατοικώ και οποιαδήποτε μουσική ήρθε από εκεί και μετά ήταν άμεσα συγκρίσιμη με αυτούς. Τότε όμως ήταν διαφορετικά, υπήρχαν ενεργοί πολίτες, κινήματα, μπουάτ... Τότε μπορούσες να ζήσεις με ένα τζήν και ένα πακέτο τσιγάρα, σήμερα όλα αυτά έχουν καταπνιγεί και έντεχνος ονομάζεται αυτός που τα καταφέρνει περίφημα να ζει σαν βασιλιάς χωρίς να ξεπουληθεί (υπάρχει άραγε τέτοιος?). Λίγο η παγκοσμιοποίηση του εμπορίου που μας αποσπά με χάντρες και καθρεφτάκια, λίγο το ατέρμονο κυνήγι των πιστωτικών έναντι του μεροκάματου και είναι αρκετό να μας καλύψει και να εφησυχάζόμαστε το έτοιμο φαγητό του προβληματισμού για τα κλιματικά, την τιμή του πετρελαίου και τα τελευταία μοντέλα της αυτοκινητοβιομηχανίας. Ποιος μιλάει σήμερα για την σχέση αφεντικού εργάτη, ποιος ψάχνει μέσα του να βρεί τι είναι και τι/ποιός του ταιριάζει. Ποιος καταγγείλει τους πολέμους και την πείνα? Ποιος τολμάει να πει ότι ζεί σε υπόγειο ή ότι εκμεταλλεύεται αλβανούς, γκόμενες ή την ίδια του την μάνα? Τρέ μπανάλ!
 
Last edited:
Re: Απάντηση: Το έντεχνο τραγούδι και η… τέχνη

Πολύ ενδιαφέρουσα - για όσους ακούν ελληνικά τραγούδια - είναι και η συζήτηση που άνοιξε εδώ http://mousikaproastia.blogspot.com/2007/06/blog-post_29.html

Επισης δεν ειναι ντροπη να αναφερουμε τις πηγες μας, για να μην πω οτι επιβαλλεται απο τον κωδικα ηθικης.:BDGBGDB55:
 
Σωστά. Όμως έψαξα δεκάδες σάιτς, ειδικά για να βρω το σε ποιόν αποδίδεται η πατρότητα του όρου. Αν τα αναφέρω όλα, ίσως η αναφορά είναι μεγαλύτερη σε έκταση από το θέμα.
 
Από το βιβλίο μουσικής που έκανα στο γυμνάσιο έμαθα ότι το έντεχνο τραγούδι είναι σε αντιδιαστολή με το στροφικό, δηλαδή πρόκειται για φόρμα τραγουδιού που δεν ακολουθεί τη διάταξη κουπλέ-ρεφρέν.

Έτσι με την αυστηρή έννοια του όρου, κανένα από τα λεγόμενα έντεχνα ή έντεχνα λαϊκά δεν είναι έντεχνο. Αυτό δεν μειώνει την αξία των τραγουδιών, ειδικά όταν αποτελούν συνδυασμό μεγάλων ποιητών και μεγάλων συνθετών. Αλλά σήμερα αποτελεί και ένα άλλοθι για δήθεν μελοποιήσεις στίχων, για δήθεν μεγαλοιδέες νοήματος και για δήθεν κουλτούρα, υπό το πνεύμα βέβαια μια περιρρέουσας μελαγχολίας γιατί απ' ότι φαίνεται χαρά και έντεχνο δεν πάνε μαζί.

Υ.Γ. Ο Βασίλης τα λέει καλά και ως προς το περιεχόμενο...
 
, υπό το πνεύμα βέβαια μια περιρρέουσας μελαγχολίας γιατί απ' ότι φαίνεται χαρά και έντεχνο δεν πάνε μαζί.

αυτό, νομίζω πως έχει να κάνει με το θυμικό μας σαν λαός: είμαστε κλαψο-μοίρες...πως να το κάνουμε;
το θέμα είναι πως εγώ τα ακούω και λέω "Δεν είμαι Αυτό!".
Είναι σαν να μου λένε πως ο τυπικός Νεοϋορκέζος είναι ο Γούντι Αλλεν - ε, Δεν είναι. -bye-
 
Η αλήθεια είναι ότι σπάνια μπαίνω στην διαδικασία να ανακαλύψω τις οποιεσδήποτε διαφορές που μπορεί να υπάρχουν μεταξύ αυτού που λέμε “έντεχνου” και μη “έντεχνου” κομματιού και όποτε το κάνω δεν καταλήγω σε κάποιο συμπέρασμα Πολύ ενδιαφέρον το θέμα και καλώς συζητείται εδώ. Και δεν ξέρω τελικά και αν έχει ουσία ένας τέτοιος διαχωρισμός αφού αν μου αρέσει ένα κομμάτι δεν θεωρώ απαραίτητο να πρέπει να το κατατάξω κάπου.

Ωστόσο ο όρος υπάρχει, χρησιμοποιείται (πιθανών και από τις δισκογραφικές προκειμένου να δίνουν μια ταυτότητα στα κομμάτια ή ακόμα και να κατευθύνουν τις πωλήσεις στους σε κατηγορίες ακροατών.)

Πέρα από τον “όρο” ένα πράγμα που γενικότερα με ενδιαφέρει είναι ο στόχος ενός κομματιού. Όταν ο στόχος λοιπόν είναι πολύ συγκεκριμένος ή πολύ προφανής τότε μάλλον μιλάμε για ένα κομμάτι καλό ή κακό αλλά ίσως όχι έντεχνο. Το λέω αυτό θεωρώντας ότι ένα “έντεχνο” κομμάτι λογικά δεν θα πρέπει να σε εγκλωβίζει μέσα στον στενό ορίζοντα του προφανέστατου στόχου του. αλλά να σου δίνει αέρα, να το ψάχνεις συνεχώς, να ακούς διαφορετικά πράγματα σε κάθε του ακρόαση και ίσως αυτό αν και αντιλαμβάνομαι ότι μπορεί να είναι μια λαθεμένη ή υπό συζήτηση σκέψη, να είναι και ανεξάρτητο από το είδος στο οποίο κινείται το κομμάτι.

Δίνω ένα παράδειγμα “Το μερτικό μου από τη χαρά” και το “βρέχει φωτιά στην στράτα μου” είναι δύο κομμάτια λαϊκά με πολύ συγκεκριμένο και καθαρό στόχο τραγουδιούνται χορεύονται και λόγω του άμεσου στίχου απευθύνονται σε ευρύ κοινό ενδεχομένως την εποχή εκείνη, και διασκευάζονται ακόμα και σήμερα άλλες φορές επιτυχημένα άλλες όχι.. Το “Ιστορία μιας κυρίας” του Ζαμπέτα είναι ένα λαικό κομμάτι αλλά και όχι μόνο αυτό, ούτε ο στόχος του είναι κατανοητός με την πρώτη, ούτε και τα αντιλαμβάνεσαι όλα για αυτό το κομμάτι με την πρώτη ακρόαση. Έτσι ενώ τα δύο πρώτα τα αντιλαμβάνομαι ως δύο λαϊκά κομμάτια το Ιστορία μιας κυρίας λόγω της αντιφατικότητας μεταξύ της γλυκόπικρης διάθεσης της μουσικής με την απλοϊκότητα των στίχων, την λεπτή ειρωνεία στην ερμηνεία του Ζαμπέτα ,το απίστευτο παίξιμο στο μπουζούκι που τελικά κάνει το κομμάτι να ακούγεται ως rock με παροτρύνουν να δω το κομμάτι με την ευρύτερη έννοια ως “έντεχνο”. αν και σαφέστατα μιλάμε για λαϊκό.

Τις δημιουργίες του Κ Βήτα για την Γαλάνη και Μιχάλη Δ για την Τσανακλίδου, αν και λιτές και όχι στηριζόμενες στις φωνητικές δυνατότητες των ερμηνευτριών και σαφώς με μία electronica διάθεση τις αντιλαμβάνομαι πολύ περισσότερο “έντεχνες” από αυτές του Νίκου Αντύπα για την Αλεξίου/ Πρωτοψάλτη με τις επιθετικές κορώνες της δεύτερης και την υποτιθέμενη πίκρα της πρώτης.
Η ακόμα και το “Λαύριο” του Βαγγέλη Κορακάκη αν και συνολικά πάσχει από στίχο το διακριτικό του φλερτάρισμα με τις δεκαετίες 60 και 70 ,οι προσεγμένες ερμηνείες η διάθεση του που δεν είναι νταλακαδιάρικη ακόμα και το εξώφυλλο και όλα αυτά κάπου κοντά στις αρχές της δεκαετίας του 90 μου δημιουργούν την εντύπωση ότι μιλάμε για ένα “έντεχνο” δίσκο με την στενή έννοια λαϊκό βέβαια. Αυτό δεν το αισθάνθηκα ποτέ ούτε με τον Χατζηγιάννη ούτε με τον Παντελή Θαλασσινό που υποτίθεται ότι “υπηρετούν” με αξιώσεις το έντεχνο.

Το θέμα γενικά έχει ενδιαφέρον και έχει και πολλές πτυχές αλλά η ουσία νομίζω είναι ότι βασικά λίγο πρέπει να μας ενδιαφέρει το τι γενικότερα έχει χαρακτηριστεί ως έντεχνο, πέρα από αυτό που ο καθένας με τον τρόπο του και την αντίληψη του αντιλαμβάνεται ως έτσι.
 
Είναι ιδιαίτερα διασκεδαστικό να απομονώνεις τον στίχο σε πολλά φρέσκα "έντεχνα". Είναι και ένας τρόπος να καταλάβεις το θαύμα του μάρκετινγκ.
 
αυτό, νομίζω πως έχει να κάνει με το θυμικό μας σαν λαός: είμαστε κλαψο-μοίρες...πως να το κάνουμε;
το θέμα είναι πως εγώ τα ακούω και λέω "Δεν είμαι Αυτό!".
Είναι σαν να μου λένε πως ο τυπικός Νεοϋορκέζος είναι ο Γούντι Αλλεν - ε, Δεν είναι. -bye-



+1000
και το 95% αυτών που τελικά ταυτίζονται είναι επειδή δεν γνωρίζουν άλλους δρόμους. Σκουντούφλησαν και βρήκαν. Μυρωδιά παραπέρα...
 
Εγώ το έντεχνο σήμερα το καταλαβαίνω ως διαφορετικό τρόπο ενορχήστρωσης, ερμηνείας και εν τέλει σερβιρίσματος της ίδιας πάνω-κάτω συνταγής. Θα το πει λιγάκι πιο ...περιπαθώς η τραγουριάρα? Ε, τότε θα είναι μια "γνήσια λαϊκή φωνή". Θα το πει πιο "κουλτουρέ", με λιγότερο ηλεκτρικό -ή πάντως "φτιαγμένο"- ήχο (και το μπουζούκι οπωσδήποτε τρίχορδο), ε, τότε μιλάμε για έντεχνο. Ευχαριστώ, δεν θα πάρω.