Τις τελευταίες εκείνες δεκαετίες του 19ου αιώνα παρά τις οικογενειακές πικρίες, η φιλοδοξία του Friedrich κατάφερε να διατηρήσει το κύρος της οικογενειακής παράδοσης και να μεγαλώσει και άλλο την εταιρία επενδύοντας στην ανάπτυξη καθώς και στην σημασία στην τελειότητα των κατασκευών του, που εξακολουθούσαν να απολαμβάνουν παγκόσμιο κύρος άσχετα με το υψηλό τους κόστος.

1898
Τα χρόνια του Friedrich και του Sommer μεταξύ άλλων η παρουσίαση της νέας σειράς φακών Euryskop κουβαλούσε πρώτη το βάρος του ονόματος ενώ με την ανακάλυψη του νέου κρυστάλλου στην Jena ανοίχθηκαν νέες προοπτικές σε όλο των οπτικό κόσμο για την παρουσίαση των πρώτων φακών που πια ήταν διορθωμένοι και για αστιγματισμό.
Το 1898 η εταιρία θα γίνει μετοχική (τις μετοχές μοιράστηκαν οι πέντε θυγατέρες του Friedrich) και θα συνεχίσει την έρευνα εκμεταλλευόμενη την πρόοδο στον τομέα παρουσιάζοντας το 1902 τον Heliar, φακό που ο μύθος και οι εφαρμογές του φθάνουν έως τις μέρες μας.


Στις άσχημες οικονομικές συνθήκες και τον ανταγωνισμό που πλέον πίεζε για μαζικά παραγόμενα και φθηνά προϊόντα ο Friedrich αντιστάθηκε όσο μπορούσε αρνούμενος να κάνει εκπτώσεις σε τιμές και ποιότητα μέχρι λίγο πριν τον πρώτο πόλεμο όπου αναγκάστηκε τελικά να παρουσιάσει και κάποια μοντέλα για το ευρύτερο κοινό.
Επίσης, από το τέλος του 19ου αιώνα η εταιρία είχε προσχωρήσει και στον τομέα κατασκευής φωτογραφικών μηχανών κάτι που είχε να συμβεί στην Voigtlander από τα πρώτα χρόνια της δαγεροτυπίας όπου μαζί με τον φακό Petzval είχε κατασκευάσει και πουλήσει με επιτυχία την αντίστοιχη μπρούτζινη φωτογραφική δαγεροτυπίας.

1899

3D κινηματογραφική έτους 1903 (θα μπορούσε) αλλά αυτοί είπαν να είναι σίγουροι μην χαλάσει η μία να έχεις και δεύτερο φιλμ καβάτζα
και "φυσικά" με φακούς Voigtlander.
Το 1923 η Voigtlander θα περάσει στη φαρμακευτική Schering AG, μεγαλώνοντας ακόμη περισσότερο τον κύκλο εργασιών της στα χρόνια μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο, από τον οποίο η εταιρία θα βγει χωρίς ιδιαίτερες απώλειες.
Αργότερα, μετά από μια περίοδο που το σύνολο της παραγωγής της Voigtlander θα πάει στις πολεμικές αποζημιώσεις, η επιτυχημένη πορεία της θα συνεχιστεί και τη δεκαετία του 1950 παρουσιάζοντας ίσως τα τελευταία δείγματα πρωτοποριακής δουλειάς πριν αρχίσει η τελική κάθοδος.

Από το 1944 επικεφαλής οπτικός της Voigtlander με παρελθόν στις Schneider και ISCO, υπήρξε ο Albrecht Wilhelm Tronnier, σχεδιαστής παλιότερα των Angulon, Xenar, και Xenon (ο μπαμπάς κάτι Nikkor των 50ς). Εκεί θα παρουσιάσει νέες δημιουργίες όπως τους Ultron και Nokton, εξελίσσοντας ταυτόχρονα παλαιότερες στην εποχή πια των οπτικών επιστρώσεων, όπως ο Color Skopar της φωτογραφικής που βλέπετε εδώ, που η αρχική του σχεδίαση βρίσκεται πίσω κάπου στη δεκαετία του 1920 ως ένας άλλος Tessar.

Το 1956 η Voigtlander θα περάσει στα χέρια της Zeiss συνεχίζοντας όμως ως ανεξάρτητη εταιρία, παρουσιάζοντας το 1959 τον πρώτο φωτογραφικό zoom φακό (36β82/2.8 Zoomar) που κατασκευάζονταν όμως από τον σχολαστικό κύριο Kilfitt.
Και ύστερα άρχισε η κατηφόρα. Το 1965 θα εμφανισθούν στην αγορά κάτι παράξενες φωτογραφικές με 2 σε 1 λογότυπο «Zeiss Ikon β Voigtlander». Αυτό συνεχίστηκε έως το 1971-72 όπου μετά από ένα γρήγορο πέρασμα από 2-3 μετόχους η Voigtlander θα καταλήξει στη Rollei των Paul Franke και Reinhold Heidecke οι οποίοι στο παρελθόν υπήρξαν στο δυναμικό της Voigtlander.
Το 1982 με την χρεοκοπία της Rollei και μετά από μερικές διαδρομές, το brand της Voigtlander κατέληξε και αυτό στην Ιαπωνία από όπου και συνεχίζει σήμερα.

Η τηλεμετρική Vitessa ίσως υπήρξε το τελευταίο πραγματικά καλό νέο στην γκάμα της Voigtlander, και σίγουρα η χαρακτηριστικότερη κατασκευή της σε εκείνη τη δεκαετία. Η πρώτη της έκδοση παρουσιάστηκε το 1951 αποκλειστικά ως μοντέλο εξαγωγής στις ΗΠΑ για δύο χρόνια, ενώ ακολούθησαν μερικές ακόμη εκδόσεις και υποεκδόσεις συνήθως με μικρές διαφορές έως το 1957-58. Μεταξύ αυτών και ένα μοντέλο με φωτόμετρο (Vitessa L).

Οι χαρακτηριστικές «πόρτες αχυρώνα» όπως αποκαλούνται σήμερα αποκαλύπτουν έναν Color Skopar 2.8 ή 3.5, ή στην ακριβότερη εκδοχή έναν Ultron f2. Είναι πραγματικά εργονομική και ιδανική για γρήγορες συνεχόμενες λήψεις, πράγμα που νομίζω την καθιστά ιδανική υποψήφια για κάποιον ρετρολάγνο (ή έστω χιπστερά) φωτογράφο δρόμου για παράδειγμαβ¦
Χωρίς να χρειάζεται να απομακρύνει κάποιος το μάτι του από το σκόπευτρο, με το παλούκι αριστερά μπορεί να προωθεί το φιλμ και να οπλίζει την ίδια στιγμή τη φωτογραφική, ενώ ταυτόχρονα με τον αντίχειρα του άλλου χεριού να χειρίζεται συνεχώς τη ροδέλα εστίασης που μετά από τα πρώτα μοντέλα διόρθωνε αυτόματα και το σφάλμα παράλλαξης στο σκόπευτρο.
Η άψογη ποιότητα κατασκευής είναι εμφανής ίσως και αναμενόμενη, όμως αυτό που με άφησε πραγματικά με το στόμα ανοιχτό είναι το εξαιρετικό -εις το τετράγωνο και με τόνο- φινίρισμα τόσο της ηλεκτροστατικής βαφής, όσο και της επιχρωμίωσης. Πρόκειται πραγματικά για ένα κόσμημα και τα 1000 σημερινά δολάρια για την απόκτησή του εκείνη την εποχή (και κάπου 1400 αν ήθελε κάποιος τον φωτεινό Ultron) μου φαίνονται πολύ λίγα.

Μοναδικός εχθρός των Vitessa πρέπει να είναι η άμμος, που εύκολα μπορεί να εγκλωβιστεί στον μηχανισμό προώθησης του φιλμ ο οποίος βρίσκεται στο χαμηλότερο τμήμα τους εσωτερικά για αυτό καλύτερα κάποιος να μην τριγυρνάει μαζί της στα μπάνια του λαού ή να φωτογραφίζει τον σκύλο του στην ακροθαλασσιάβ¦
Η φωτογραφική που βλέπεται εδώ σύμφωνα με τα γραφόμενα κυκλοφόρησε σε λιγότερα από 7000 κομμάτια κάπου μεταξύ 1954-57, όμως καθώς είναι δύσκολο να αναγνωρίσει κανείς εύκολα τις μικρές διαφορές μοντέλων και ανθυπομοντέλων, δεν σημαίνει ότι κοστίζει και ακριβότερα από άλλες. Μεγαλύτερη ζήτηση και αρκετά υψηλότερες τιμές σήμερα έχουν όσες γεννήθηκαν με τον φωτεινό Ultron.

Θα ήθελα να ήξερα πραγματικά το παρελθόν της, καθώς με την πρώτη ματιά θα μπορούσε να πει κάποιος ότι δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ. Το παραμικρό ίχνος σκόνης, βρωμιάς ή φθοράς δεν υπήρχε, ωστόσοβ¦ κρυμμένοι στα ενδότερα περίμεναν υπομονετικά λίγοι κόκκοι β¦άμμου! Ο -το πιθανότερο- γερμανός προκάτοχος, κατά τα φαινόμενα την κουβαλούσε μόνο στα «μπάνια», ίσως και μόνο για μια σεζόν!
Τέλος, δεν ξέρω τι φαεινή ιδέα ήταν αυτή από την πλευρά της εταιρίας, ώστε μεταξύ 1956-1959 κυκλοφόρησε τη Vitessa Τ που μπορούσε να δεχτεί διαφορετικούς φακούς, πράγμα όμως που μετέτρεψε σε μια στιγμή μια εύχρηστη και κομψότατη φωτογραφική σε κάτι εντελώς διαφορετικό και β¦άνοστο.

Anyway, πραγματικά έχω μείνει με το σαγόνι κάτω, και αν θα πρέπει οπωσδήποτε να γκρινιάξω για κάτι, είναι πως θα την ήθελα λίιιιγο μικρότερη. Σαν να ζητάω πολλάβ¦
Test. Στη δεύτερη φώτο δοκιμή για την ακρίβεια τηλεμέτρου και...ποιότητας...bokeh...Αν και τελείως ανοικτός ο φακός βλέπουμε κάπως την επίδραση του διαφραγματικού κλείστρου στο τελικό αποτέλεσμα.



1898
Τα χρόνια του Friedrich και του Sommer μεταξύ άλλων η παρουσίαση της νέας σειράς φακών Euryskop κουβαλούσε πρώτη το βάρος του ονόματος ενώ με την ανακάλυψη του νέου κρυστάλλου στην Jena ανοίχθηκαν νέες προοπτικές σε όλο των οπτικό κόσμο για την παρουσίαση των πρώτων φακών που πια ήταν διορθωμένοι και για αστιγματισμό.
Το 1898 η εταιρία θα γίνει μετοχική (τις μετοχές μοιράστηκαν οι πέντε θυγατέρες του Friedrich) και θα συνεχίσει την έρευνα εκμεταλλευόμενη την πρόοδο στον τομέα παρουσιάζοντας το 1902 τον Heliar, φακό που ο μύθος και οι εφαρμογές του φθάνουν έως τις μέρες μας.


Στις άσχημες οικονομικές συνθήκες και τον ανταγωνισμό που πλέον πίεζε για μαζικά παραγόμενα και φθηνά προϊόντα ο Friedrich αντιστάθηκε όσο μπορούσε αρνούμενος να κάνει εκπτώσεις σε τιμές και ποιότητα μέχρι λίγο πριν τον πρώτο πόλεμο όπου αναγκάστηκε τελικά να παρουσιάσει και κάποια μοντέλα για το ευρύτερο κοινό.
Επίσης, από το τέλος του 19ου αιώνα η εταιρία είχε προσχωρήσει και στον τομέα κατασκευής φωτογραφικών μηχανών κάτι που είχε να συμβεί στην Voigtlander από τα πρώτα χρόνια της δαγεροτυπίας όπου μαζί με τον φακό Petzval είχε κατασκευάσει και πουλήσει με επιτυχία την αντίστοιχη μπρούτζινη φωτογραφική δαγεροτυπίας.

1899

3D κινηματογραφική έτους 1903 (θα μπορούσε) αλλά αυτοί είπαν να είναι σίγουροι μην χαλάσει η μία να έχεις και δεύτερο φιλμ καβάτζα

Το 1923 η Voigtlander θα περάσει στη φαρμακευτική Schering AG, μεγαλώνοντας ακόμη περισσότερο τον κύκλο εργασιών της στα χρόνια μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο, από τον οποίο η εταιρία θα βγει χωρίς ιδιαίτερες απώλειες.
Αργότερα, μετά από μια περίοδο που το σύνολο της παραγωγής της Voigtlander θα πάει στις πολεμικές αποζημιώσεις, η επιτυχημένη πορεία της θα συνεχιστεί και τη δεκαετία του 1950 παρουσιάζοντας ίσως τα τελευταία δείγματα πρωτοποριακής δουλειάς πριν αρχίσει η τελική κάθοδος.

Από το 1944 επικεφαλής οπτικός της Voigtlander με παρελθόν στις Schneider και ISCO, υπήρξε ο Albrecht Wilhelm Tronnier, σχεδιαστής παλιότερα των Angulon, Xenar, και Xenon (ο μπαμπάς κάτι Nikkor των 50ς). Εκεί θα παρουσιάσει νέες δημιουργίες όπως τους Ultron και Nokton, εξελίσσοντας ταυτόχρονα παλαιότερες στην εποχή πια των οπτικών επιστρώσεων, όπως ο Color Skopar της φωτογραφικής που βλέπετε εδώ, που η αρχική του σχεδίαση βρίσκεται πίσω κάπου στη δεκαετία του 1920 ως ένας άλλος Tessar.

Το 1956 η Voigtlander θα περάσει στα χέρια της Zeiss συνεχίζοντας όμως ως ανεξάρτητη εταιρία, παρουσιάζοντας το 1959 τον πρώτο φωτογραφικό zoom φακό (36β82/2.8 Zoomar) που κατασκευάζονταν όμως από τον σχολαστικό κύριο Kilfitt.
Και ύστερα άρχισε η κατηφόρα. Το 1965 θα εμφανισθούν στην αγορά κάτι παράξενες φωτογραφικές με 2 σε 1 λογότυπο «Zeiss Ikon β Voigtlander». Αυτό συνεχίστηκε έως το 1971-72 όπου μετά από ένα γρήγορο πέρασμα από 2-3 μετόχους η Voigtlander θα καταλήξει στη Rollei των Paul Franke και Reinhold Heidecke οι οποίοι στο παρελθόν υπήρξαν στο δυναμικό της Voigtlander.
Το 1982 με την χρεοκοπία της Rollei και μετά από μερικές διαδρομές, το brand της Voigtlander κατέληξε και αυτό στην Ιαπωνία από όπου και συνεχίζει σήμερα.

Η τηλεμετρική Vitessa ίσως υπήρξε το τελευταίο πραγματικά καλό νέο στην γκάμα της Voigtlander, και σίγουρα η χαρακτηριστικότερη κατασκευή της σε εκείνη τη δεκαετία. Η πρώτη της έκδοση παρουσιάστηκε το 1951 αποκλειστικά ως μοντέλο εξαγωγής στις ΗΠΑ για δύο χρόνια, ενώ ακολούθησαν μερικές ακόμη εκδόσεις και υποεκδόσεις συνήθως με μικρές διαφορές έως το 1957-58. Μεταξύ αυτών και ένα μοντέλο με φωτόμετρο (Vitessa L).

Οι χαρακτηριστικές «πόρτες αχυρώνα» όπως αποκαλούνται σήμερα αποκαλύπτουν έναν Color Skopar 2.8 ή 3.5, ή στην ακριβότερη εκδοχή έναν Ultron f2. Είναι πραγματικά εργονομική και ιδανική για γρήγορες συνεχόμενες λήψεις, πράγμα που νομίζω την καθιστά ιδανική υποψήφια για κάποιον ρετρολάγνο (ή έστω χιπστερά) φωτογράφο δρόμου για παράδειγμαβ¦
Χωρίς να χρειάζεται να απομακρύνει κάποιος το μάτι του από το σκόπευτρο, με το παλούκι αριστερά μπορεί να προωθεί το φιλμ και να οπλίζει την ίδια στιγμή τη φωτογραφική, ενώ ταυτόχρονα με τον αντίχειρα του άλλου χεριού να χειρίζεται συνεχώς τη ροδέλα εστίασης που μετά από τα πρώτα μοντέλα διόρθωνε αυτόματα και το σφάλμα παράλλαξης στο σκόπευτρο.
Η άψογη ποιότητα κατασκευής είναι εμφανής ίσως και αναμενόμενη, όμως αυτό που με άφησε πραγματικά με το στόμα ανοιχτό είναι το εξαιρετικό -εις το τετράγωνο και με τόνο- φινίρισμα τόσο της ηλεκτροστατικής βαφής, όσο και της επιχρωμίωσης. Πρόκειται πραγματικά για ένα κόσμημα και τα 1000 σημερινά δολάρια για την απόκτησή του εκείνη την εποχή (και κάπου 1400 αν ήθελε κάποιος τον φωτεινό Ultron) μου φαίνονται πολύ λίγα.

Μοναδικός εχθρός των Vitessa πρέπει να είναι η άμμος, που εύκολα μπορεί να εγκλωβιστεί στον μηχανισμό προώθησης του φιλμ ο οποίος βρίσκεται στο χαμηλότερο τμήμα τους εσωτερικά για αυτό καλύτερα κάποιος να μην τριγυρνάει μαζί της στα μπάνια του λαού ή να φωτογραφίζει τον σκύλο του στην ακροθαλασσιάβ¦
Η φωτογραφική που βλέπεται εδώ σύμφωνα με τα γραφόμενα κυκλοφόρησε σε λιγότερα από 7000 κομμάτια κάπου μεταξύ 1954-57, όμως καθώς είναι δύσκολο να αναγνωρίσει κανείς εύκολα τις μικρές διαφορές μοντέλων και ανθυπομοντέλων, δεν σημαίνει ότι κοστίζει και ακριβότερα από άλλες. Μεγαλύτερη ζήτηση και αρκετά υψηλότερες τιμές σήμερα έχουν όσες γεννήθηκαν με τον φωτεινό Ultron.

Θα ήθελα να ήξερα πραγματικά το παρελθόν της, καθώς με την πρώτη ματιά θα μπορούσε να πει κάποιος ότι δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ. Το παραμικρό ίχνος σκόνης, βρωμιάς ή φθοράς δεν υπήρχε, ωστόσοβ¦ κρυμμένοι στα ενδότερα περίμεναν υπομονετικά λίγοι κόκκοι β¦άμμου! Ο -το πιθανότερο- γερμανός προκάτοχος, κατά τα φαινόμενα την κουβαλούσε μόνο στα «μπάνια», ίσως και μόνο για μια σεζόν!
Τέλος, δεν ξέρω τι φαεινή ιδέα ήταν αυτή από την πλευρά της εταιρίας, ώστε μεταξύ 1956-1959 κυκλοφόρησε τη Vitessa Τ που μπορούσε να δεχτεί διαφορετικούς φακούς, πράγμα όμως που μετέτρεψε σε μια στιγμή μια εύχρηστη και κομψότατη φωτογραφική σε κάτι εντελώς διαφορετικό και β¦άνοστο.

Anyway, πραγματικά έχω μείνει με το σαγόνι κάτω, και αν θα πρέπει οπωσδήποτε να γκρινιάξω για κάτι, είναι πως θα την ήθελα λίιιιγο μικρότερη. Σαν να ζητάω πολλάβ¦
Test. Στη δεύτερη φώτο δοκιμή για την ακρίβεια τηλεμέτρου και...ποιότητας...bokeh...Αν και τελείως ανοικτός ο φακός βλέπουμε κάπως την επίδραση του διαφραγματικού κλείστρου στο τελικό αποτέλεσμα.

