Ποίηση....γιατί όχι;

Λήθη

Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
την πικρία της ζωής. Όντας βυθίσει ο ήλιος και το σούρουπο ακολουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να 'ναι.

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές δίνουν και πάνε
στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,
α στάξει γι' αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.

Κι αν πιουν θολό νερό ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδια από ασφολίδι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.

Αν δεν μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
θέλουν- μα δε βολεί να λησμονήσουν.

Λορέντζος Μαβίλης
 
Re: Απάντηση: Ποίηση....γιατί όχι;

Περασμένα μεσάνυχτα(από ''Τά Ελεγεία τής Οξώπετρας'')

Περασμένα μεσάνυχτα σ' όλη μου τη ζωή


Σαν σε χαμηλωμένο Γαλαξία το κεφάλι μου βαρύ
Κοιμούνται οι άνθρωποι με τ' ασημένιο πρόσωπο∙ άγιοι
Που άδειασαν από τα πάθη κι ολοένα τους φυσάει ο αέρας μακριά
Στον κάβο του Μεγάλου Κύκνου. Ποιος ευτύχησε, ποιος όχι
Και ύστερα;
Ίσα τερματίζουμε όλοι στερνά μένουν
Ένα σάλιο πικρό και στο αξύριστό σου πρόσωπο
Χαραγμένα ψηφία ελληνικά που το ένα στο άλλο ν' αρμοστούν αγωνίζονται ώστε
Η λέξη της ζωής σου η μία εάν...


Περασμένα μεσάνυχτα σ' όλη μου τη ζωή


Περνάν τα οχήματα της Πυροσβεστικής, για ποιαν από τις πυρκαγιές
Κανείς δεν ξέρει. Σ´ένα δωμάτιο τέσσερα επί πέντε ντουμάνιασε ο καπνός. Προεξέχουν μόνο
Η κόλλα το χαρτί και η γραφομηχανή μου. Πλήκτρα
Χτυπά ο Θεός και αμέτρητα είναι τα βάσανα έως το ταβάνι
Κοντά να ξημερώσει
μια στιγμή φανερώνονται οι αχτές με κάθετα
Πάνω τους τα βουνά σκούρα και μωβ. Αλήθεια θα 'ναι φαίνεται ότι
Ζω για τότε που δεν θα υπάρχω


Περασμένα μεσάνυχτα σ' όλη μου τη ζωή


Κοιμούνται οι άνθρωποι στο 'να τους πλευρό, τ' άλλο τους
Ανοιχτό να βλέπεις που ανεβαίνει κύματα
Κύματα η ζωή και να 'ναι τεντωμένο το χέρι σου
Σαν του νεκρού τη στιγμή που του παίρνεται η πρώτη αλήθεια.

Από τον Μεγάλο Ελύτη, στον Διγενή Ακρίτα... (ή αντίστροφα)

Αράχνη είναι η ζωή και κονιορτός η δόξα,
σαν όνειρο είν' ο χρόνος μας, τρέχει και μπροσπερνάει.
Σαν τα νερά του ποταμού, που τρέχουν και διαβαίνουν,
όμοια κι οι αθρώποι θνήσκουνε κι από τον κόσμο φεύγουν.
Στον Άδη παν και κατοικούν κι ούτ' ένας δε γυρίζει.

Λοιπόν τα πάντα μάταια, τα του προσκαίρου βίου.
Αυτά ως άνθος πρόσκαιρο μαραίνονται ταχέως.
Όμοια κι οι αθρώποι θνήσκουνε.
 
Der Tod und das Madchen - Matthias Claudius


Das Madchen:

Voruber! Ach, voruber!
Geh, wilder Knochenmann!
Ich bin noch jung! Geh, lieber,
Und ruhre mich nicht an.
Und ruhre mich nicht an.

Der Tod:

Gib deine Hand, du schon und zart Gebild!
Bin Freund, und komme nicht, zu strafen.
Sei gutes Muts! ich bin nicht wild,Sollst sanft in meinen Armen schlafen!

η απόδοση στα Αγγλικά

The Maiden:

Pass me by! Oh, pass me by!
Go, fierce man of bones!
I am still young! Go, rather,
And do not touch me.
And do not touch me.

Death:

Give me your hand, you beautiful and tender form!
I am a friend, and come not to punish.
Be of good cheer! I am not fierce,
Softly shall you sleep in my arms!

http://www.youtube.com/watch?v=DgvM0g4fGBE


........είναι αδύνατον να μην σε εντυπωσιάσει η σημασία του ότι ο Σούμπερτ ξανάπιασε, τον Μάρτιο του 1824, το τραγούδι του "Ο θάνατος και η κόρη", στο οποίο η βλοσυρή μορφή του θανάτου κάνει στην κοπέλα μια προσφορά που είναι αδύνατον να αρνηθεί:
"Δώσε μου το χέρι σου, πανέμορφο, τρυφερό πλάσμα. Είμαι φίλος, και δεν έρχομαι για να τιμωρήσω. Έχε θάρρος. Δεν είμαι κακός.. θα κοιμηθείς γλυκά στην αγκαλιά μου"

C. Gibbs - Σούμπερτ
 
Μιάν ομορφιά πρωτόφαντη
να με τυλίγη
Και κάποιο φως πρωτόγνωρο
γλυκά να σμίγη,
νέους ρυθμούς και χρώματα που δεν ξανάδα.
-Εκεί κι εγώ ιέρεια
και Εστιάδα.

Α.Τ.
 
Ο πράσινος κήπος

Ἔχω τρεῖς κόσμους.
Μιὰ θάλασσα, ἕναν οὐρανὸ
κι ἕναν πράσινο κῆπο: τὰ μάτια σου.

Θὰ μποροῦσα ἂν τοὺς διάβαινα καὶ τοὺς τρεῖς,
νὰ σᾶς ἔλεγα ποῦ φτάνει ὁ καθένας τους.

... Ἡ θάλασσα, ξέρω.
Ὁ οὐρανός, ὑποψιάζομαι.
Γιὰ τὸν πράσινο κῆπο μου,
μὴ μὲ ρωτήσετε.

Νικηφόρου Βρεττάκου
 
For Katrina's Sun Dial

Time is too slow for those who wait,
Too swift for those who fear,
Too long for those who grieve,
Too short for those who rejoice,
But for those who love, time is Eternity

Henry Van Dyke (1852 - 1933)
 
...κι όλες οι κόρες του πόντου, Νηρηίδες, Γραίες τρέχουν στα λαμπυρίσματα της αναδυομένης. Όποιος ποτέ του δεν αγάπησε θ' αγαπήσει στο φως.

Κίχλη Γ. Σεφέρης.
 
Αν και δεν έχω βρει ακόμα τον ποιητή που θα με συγκινήσει - δεν έχω ψάξει κιόλας - θ ανεβάσω ένα διαχρονικό...-bye-

Τι περιμένουμε στην αγορά συναθροισμένοι;
Είναι οι βάρβαροι να φθάσουν σήμερα.

Γιατί μέσα στην Σύγκλητο μια τέτοια απραξία;
Τι κάθοντ' οι Συγκλητικοί και δεν νομοθετούνε;
Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.

Τι νόμους πια θα κάμουν οι Συγκλητικοί;
Οι βάρβαροι σαν έλθουν θα νομοθετήσουν.

Γιατί ο αυτοκράτωρ μας τόσο πρωί σηκώθη,
και κάθεται στης πόλεως την πιο μεγάλη πύλη
στον θρόνο επάνω, επίσημος, φορώντας την κορώνα;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.
Κι ο αυτοκράτωρ περιμένει να δεχθεί
τον αρχηγό τους. Μάλιστα ετοίμασε
για να τον δώσει μια περγαμηνή. Εκεί
τον έγραψε τίτλους πολλούς κι ονόματα.

Γιατί οι δυο μας ύπατοι κ' οι πραίτορες εβγήκαν
σήμερα με τες κόκκινες, τες κεντημένες τόγες·
γιατί βραχιόλια φόρεσαν με τόσους αμεθύστους,
και δαχτυλίδια με λαμπρά γυαλιστερά σμαράγδια·
γιατί να πιάσουν σήμερα πολύτιμα μπαστούνια
μ' ασήμια και μαλάματα έκτακτα σκαλισμένα;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
και τέτοια πράγματα θαμπόνουν τους βαρβάρους.
Γιατί κ' οι άξιοι ρήτορες δεν έρχονται σαν πάντα
να βγάλουνε τους λόγους τους, να πούνε τα δικά τους;
Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
κι αυτοί βαριούντ' ευφράδειες και δημηγορίες.

Γιατί ν' αρχίσει μονομιάς αυτή η ανησυχία
κ' η σύγχυσις. (Τα πρόσωπα τι σοβαρά που έγιναν).
Γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κ' οι πλατέες,
κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι;

Γιατί ενύχτωσε κ' οι βάρβαροι δεν ήλθαν.
Και μερικοί έφθασαν απ' τα σύνορα,
και είπανε πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν.
Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.

Κωνσταντίνος Καβάφης - Περιμένοντας τους βαρβάρους
 
Ακόμη ένα του Καβάφη για τους Έλληνες της κάτω Ιταλίας:


Ποσειδωνιάται
Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιάται
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι' άλλους ξένους.
Το μόνο που τους έμενε προγονικό
ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,
με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.
Κ' είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
τα παλαιά τους έθιμα να διηγούνται,
και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,
που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.
Και πάντα μελαγχολικά τελείων' η γιορτή τους.
Γιατί θυμούνταν που κι' αυτοί ήσαν Έλληνες-
Ιταλιώται έναν καιρό κι' αυτοί·
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι -ω συμφορά!- απ' τον ελληνισμό.
 
Κι άλλο ένα του Καβάφη, πολύ αγαπημένο.

"Εσκόπευα στης κάμαράς μου έναν τοίχο να την θέσω.
Aλλά την έβλαψεν η υγρασία του συρταριού.
Σε κάδρο δεν θα βάλω την φωτογραφία αυτή.
Έπρεπε πιο προσεκτικά να την φυλάξω.
Aυτά τα χείλη, αυτό το πρόσωπο —
α για μια μέρα μόνο, για μιαν ώρα
μόνο, να επέστρεφε το παρελθόν τους.

Σε κάδρο δεν θα βάλω την φωτογραφία αυτή.
Θα υποφέρω να την βλέπω έτσι βλαμμένη.
Άλλωστε, και βλαμμένη αν δεν ήταν,
θα μ’ ενοχλούσε να προσέχω μη τυχόν καμιά
λέξις, κανένας τόνος της φωνής προδώσει —
αν με ρωτούσανε ποτέ γι’ αυτήν. "

(Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993)
 
Αργοπεθαίνει...Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει και δεν αλλάζει χρώμα στα ρούχα του, όποιος δεν μιλεί σε όποιον δεν γνωρίζει. Αργοπεθαίνει όποιος αποφεύγει ένα πάθος, όποιος προτιμά το μαύρο για το άσπρο και τα διαλυτικά σημεία στο " ι " αντί ενός συνόλου συγκινήσεων που κάνουν να λάμπουν τα μάτια , που μετατρέπουν ένα χασμουργητό σε ένα χαμόγελο, που κάνουν την καρδιά να κτυπά στο λάθος και στα συναισθήματα. Αργοπεθαίνει όποιος δεν αναποδογυρίζει το τραπέζι, όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του, όποιος δεν διακινδυνεύει τη βεβαιότητα για την αβεβαιότητα για να κυνηγήσει ένα όνειρο, όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του να αποφύγει τις εχέφρονες συμβουλές. Αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει, όποιος δεν διαβάζει, όποιος δεν ακούει μουσική, όποιος δεν βρίσκει σαγήνη στον εαυτό του. Αργοπεθαίνει όποιος καταστρέφει τον έρωτά του, όποιος δεν επιτρέπει να τον βοηθήσουν, όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη τύχη του ή για την ασταμάτητη βροχή. Αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει μια ιδέα του πριν την αρχίσει, όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει. Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις, όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής. Μόνο η ένθερμη υπομονή θα οδηγήσει στην επίτευξη μιας λαμπρής ευτυχίας.

Pablo Neruda ( Μετάφραση από Ιταλική δημοσίευση : Βασίλη Χατζηγιάννη )
 
Αργοπεθαίνει...Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει και δεν αλλάζει χρώμα στα ρούχα του, όποιος δεν μιλεί σε όποιον δεν γνωρίζει. Αργοπεθαίνει όποιος αποφεύγει ένα πάθος, όποιος προτιμά το μαύρο για το άσπρο και τα διαλυτικά σημεία στο " ι " αντί ενός συνόλου συγκινήσεων που κάνουν να λάμπουν τα μάτια , που μετατρέπουν ένα χασμουργητό σε ένα χαμόγελο, που κάνουν την καρδιά να κτυπά στο λάθος και στα συναισθήματα. Αργοπεθαίνει όποιος δεν αναποδογυρίζει το τραπέζι, όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του, όποιος δεν διακινδυνεύει τη βεβαιότητα για την αβεβαιότητα για να κυνηγήσει ένα όνειρο, όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του να αποφύγει τις εχέφρονες συμβουλές. Αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει, όποιος δεν διαβάζει, όποιος δεν ακούει μουσική, όποιος δεν βρίσκει σαγήνη στον εαυτό του. Αργοπεθαίνει όποιος καταστρέφει τον έρωτά του, όποιος δεν επιτρέπει να τον βοηθήσουν, όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη τύχη του ή για την ασταμάτητη βροχή. Αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει μια ιδέα του πριν την αρχίσει, όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει. Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις, όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής. Μόνο η ένθερμη υπομονή θα οδηγήσει στην επίτευξη μιας λαμπρής ευτυχίας.

Pablo Neruda ( Μετάφραση από Ιταλική δημοσίευση : Βασίλη Χατζηγιάννη )
:SFGSFGSF:
 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

Κάθε λουλούδι έχει τη θέση του στον ήλιο,
Κάθε άνθρωπος έχει ένα όνειρο.

Κάθε άνθρωπος έχει έναν ουρανό πάνου από την πληγή του,
κι ένα μικρό παράνομο σημείωμα της άνοιξης μέσα στην τσέπη.


''Παραμονές ηλίου''
ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ
 
Χωρίς να σε βλέπω χωρίς να σου μιλάω
χωρίς ν’ αγγίζω ούτε μια σκιά απ’ το βήμα σου
χωρίς – πόσο γυμνός ακόμα θα ‛θελες να μείνω;
Μη με πιστεύεις, σε τίποτα μη με πιστέψεις.
Κι όταν εντάσσω τις στιγμές στα σίγουρα σχήματά μου
όταν ανασκευάζω το χαμόγελό σου
όταν αποκαλώ την ομορφιά φθαρτό περίβλημα
μη με πιστεύεις – κι όμως σου λέω την αλήθεια.
Δεν την αντέχω αυτή τη μάταια ελπίδα
να επιζώ σε μια τυχαία σου σκέψη
μα κάθε βράδυ τη ζεσταίνω απ’ την αρχή.

Χωρίς να σε βλέπω - Τίτος Πατρίκιος
 
Charles Baudelaire - Les Litanies De Satan


O toi, le plus savant et le plus beau des Anges,
Dieu trahi par le sort et prive de louanges,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!

O Prince de l'exil, a qui l'on a fait tort
Et qui, vaincu, toujours te redresses plus fort,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!

Toi qui sais tout, grand roi des choses souterraines,
Guerisseur familier des angoisses humaines,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!

Toi qui, meme aux lepreux, aux parias maudits,
Enseignes par l'amour le gout du Paradis,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!



O toi qui de la Mort, ta vieille et forte amante,
Engendras l'Esperance, — une folle charmante!

O Satan, prends pitie de ma longue misere!



Toi qui fais au proscrit ce regard calme et haut
Qui damne tout un peuple autour d'un echafaud.

O Satan, prends pitie de ma longue misere!


Toi qui sais en quels coins des terres envieuses
Le Dieu jaloux cacha les pierres precieuses,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!

Toi dont l'oeil clair connait les profonds arsenaux
Ou dort enseveli le peuple des metaux,
O Satan, prends pitie de ma longue misere!


Toi dont la large main cache les precipices
Au somnambule errant au bord des edifices,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!


Toi qui, magiquement, assouplis les vieux os
De l'ivrogne attarde foule par les chevaux,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!


Toi qui, pour consoler l'homme frele qui souffre,
Nous appris a meler le salpetre et le soufre,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!

Toi qui poses ta marque, o complice subtil,
Sur le front du Cresus impitoyable et vil,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!

Toi qui mets dans les yeux et dans le coeur des filles
Le culte de la plaie et l'amour des guenilles,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!

Baton des exiles, lampe des inventeurs,
Confesseur des pendus et des conspirateurs,


O Satan, prends pitie de ma longue misere!


Pere adoptif de ceux qu'en sa noire colere
Du paradis terrestre a chasses Dieu le Pere,

O Satan, prends pitie de ma longue misere!


Priere
Gloire et louange a toi, Satan, dans les hauteurs
Du Ciel, ou tu regnas, et dans les profondeurs
De l'Enfer, ou, vaincu, tu reves en silence!
Fais que mon ame un jour, sous l'Arbre de Science,
Pres de toi se repose, a l'heure ou sur ton front
Comme un Temple nouveau ses rameaux s'epandront!


Diamanda Galas

το video clip το βάζω μόνο "για την ιστορία".....

http://www.youtube.com/watch?v=95iTFTkxcpg

και η απόδοση στα Αγγλικά:

O you, the wisest and fairest of the Angels,
God betrayed by destiny and deprived of praise,


O Satan, take pity on my long misery!

O Prince of Exile, you who have been wronged
And who vanquished always rise up again more strong,


O Satan, take pity on my long misery!


You who know all, great king of hidden things,
The familiar healer of human sufferings,


O Satan, take pity on my long misery!


You who teach through love the taste for Heaven
To the cursed pariah, even to the leper,


O Satan, take pity on my long misery!

You who of Death, your mistress old and strong,
Have begotten Hope, — a charming madcap!


O Satan, take pity on my long misery!

You who give the outlaw that calm and haughty look
That damns the whole multitude around his scaffold.


O Satan, take pity on my long misery!


You who know in what nooks of the miserly earth
A jealous God has hidden precious stones,


O Satan, take pity on my long misery!

You whose clear eye sees the deep arsenals
Where the tribe of metals sleeps in its tomb,


O Satan, take pity on my long misery!

You whose broad hand conceals the precipice
From the sleep-walker wandering on the building's ledge,


O Satan, take pity on my long misery!


You who soften magically the old bones
Of belated drunkards trampled by the horses,

O Satan, take pity on my long misery!


You who to console frail mankind in its sufferings
Taught us to mix sulphur and saltpeter,

O Satan, take pity on my long misery!


You who put your mark, O subtle accomplice,
Upon the brow of Croesus, base and pitiless,

O Satan, take pity on my long misery!


You who put in the eyes and hearts of prostitutes
The cult of sores and the love of rags and tatters,

O Satan, take pity on my long misery!

Staff of those in exile, lamp of the inventor,
Confessor of the hanged and of conspirators,


O Satan, take pity on my long misery!

Adopted father of those whom in black rage
— God the Father drove from the earthly paradise,


O Satan, take pity on my long misery!


Prayer

Glory and praise to you, O Satan, in the heights
Of Heaven where you reigned and in the depths
Of Hell where vanquished you dream in silence!
Grant that my soul may someday repose near to you
Under the Tree of Knowledge, when, over your brow,
Its branches will spread like a new Temple!
 
Βάλτε να πιούμε


Τα όνειρα που βυζάξαμε με της καρδιάς μας το αίμα
πέταξαν και χαθήκανε μες της ζωής το ρέμα.
Μα τάχα εμείς παντοτινά τ' άφθαστα θα ζητούμε;
Βάλτε να πιούμε.

Τα περασμένα σβήσανε, το τώρα δε θα μείνει
τροφή των χοίρων έγιναν και οι πιο λευκοί μας κρίνοι
μα τάχα πρέπει τους νεκρούς αιώνια να θρηνούμε;
Βάλτε να πιούμε.

Αδέλφια κάτω η βάρκα μας στο μόλο μας προσμένει
Ελάτε οι ταξιδιάριδες να πιούμε συναγμένοι
στο περιγιάλι το φαιδρό κι ας γλεντοτραγουδούμε
Βάλτε να πιούμε.

Τάχατε κι όποιος δε μεθά κι όποιος δεν τραγουδήσει
κι όποιος στ' αγκάθια περπατά μια μέρα δεν θ' αφήσει
τ' αγαπημένο μας νησί που έτσι γερά πατούμε
Βάλτε να πιούμε.

Πες μας που πάει ο άνθρωπος τον κόσμο σαν αφήνει
πες μας που πάει ο άνεμος, που πάει η φωτιά σαν σβήνει
σκιές ονείρων είμαστε, σύννεφα που περνούμε
Βάλτε να πιούμε.

Στο ξέχειλο ποτήρι μας είναι όλα εκεί γραμμένα
Καπνοί 'ναι τα μελλούμενα κι αφρός τα περασμένα
καπνός κι αφρός το γέλιο μας κι εμείς που τραγουδούμε
Βάλτε να πιούμε.

Ακουσε δε βιαζόμαστε να φύγουμε βαρκάρη
μα σαν είναι ώρα γνέψε μας, δε σου ζητούμε χάρη
μα όσο να φύγεις πρόσμενε κι αν θέλεις σε κερνούμε
Βάλτε να πιούμε.



Κ. Καρθαίος


http://www.youtube.com/watch?v=1SF_XpV8SeE
 
Αποψε το σωμα σου είναι μερος του καιρου
αγγίζω σύννεφα η τα μαλλιά σου;
Απ᾽τα χαράματα πέφτεις συνεχώς
σαν πυκνό χιόνι.

Ν. Βαγενάς, Βάρβαρες Ωδες. XXIII
 
Το πρώτο από τα τέσσερα ποιήματα του Arseny Golenishchev-Kutuzov που αποτελούν τον κύκλο "Τραγούδια και Χοροί του Θανάτου" που συνέθεσε ο Mussorgsky για φωνή και πιάνο, ένα συγκλονιστικό και διαφορετικό νανούρισμα.....

Lullaby



Stonet rebionok. Svecha nagaraya,
Tusklo mertzayet krugom
Tzeluyu noch’, kolybel’ ku kachaya,
Mat’ ne zabylasya snom.
Ranym raniokhon’ ko v dver’, ostorozhno,
Smert’ serdobol’ naya stuk!
Vzdrognula mat’, oglyanulas’ trevozhno …
“Polno pugat’ sya, moi drug!
Blednoye utro uzh smotrit v okoshko.
Placha, toskuya, lyubya
Ty utomilas’. Vzdremni ka nemnozhka,
Ya posizhu za tebya.
Ugomonit’ ty ditya ne sumela,
Slashche tebya ya spoyu.”
Tishe! Rebionok moi mechetsya, b’iotsya,
Dushu terzayet moyu!
“Nu, da so mnoyu on skoro uimiotsya,
Bayushki, bayu, bayu.”
Shchechki bledneyut, slabeyet dykhan’ ye …
Da zemolchi zhe, molyu!
“Dobroye znamen’ ye: stikhnet stradan’ ye.
Bayushki, bayu, bayu.”
Proch’ ty proklyataya!
Laskoi svoyeyu sgubish’ ty radost’ moyu.
“Net, mirnyi son ya mladentzu naveyu;
Bayushki, bayu, bayu.”
Strashnuyu pesnyu
Szhal’ sya, pozhdi dopevat’ khot’ mgnoven’ ye, tvoyu!
“Vidish’, usnul on pod tikhoye pen’ye
Bayushki, bayu, bayu!”

στα Αγγλικά

The child is moaning. The candle burning low
Casts a dim light.
The mother has sat up all night,
Rocking the cradle.
With the first light of dawn,
Death knocks on the door.
Trembling, the mother looks around,
And hears: “Don’t fear, my dear.
It is morning,
And with crying, worrying and loving
You are tired. Rest and sleep for a while.
I’ll watch in your place.
You have failed to soothe the child.
I’ll sing him a better song.”
“Be quiet, the baby is restless again.
It breaks my heart.”
“He’ll soon be asleep in my arms.
Hush, baby, hush!”
The child gets paler; his breathing
becomes weaker …
Oh, do keep silent, I beg thee.
“These are good signs — soon his suffering will be over.
Hush, baby, hush.”
“Go away, accursed death.
You will kill my child with your caresses.”
“No, I’ll only put him to sleep peacefully.
Hush, baby, hush.”
“Have pity on me! Stop your terrible singing,
If only for a moment.”
“You see I have put your child to sleep with my song.
Hush, baby, hush.”




με τον Φινλανδό Martti Talvela

http://www.youtube.com/watch?v=XBXWlGMql8s&feature=related