Η πληροφορία που μετέδωσε από την Κωνσταντινούπολη ο ανταποκριτής του MEGA, Ανδρέας Ρομπόπουλος, είναι από εκείνες που κάνουν τη διαφορά ανάμεσα σε ένα καλό ρεπορτάζ και μία τυπική ανταπόκριση. Στην κεφαλή του τραπεζιού, όπου κάθονται και συνεδριάζουν τα μέλη του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου, υπήρχαν μέχρι πρότινος δύο καθίσματα: Ένα για τον πρωθυπουργό και ένα για τον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων. Ο συμβολισμός ήταν παραπάνω από σαφής: Η εξουσία, μοιρασμένη στα δύο.
Στην τελευταία συνεδρίαση, όμως, έπειτα από τις έκτακτες, μαζικές κρίσεις στην κορυφή της ιεραρχίας, που προκάλεσαν οι προηγούμενοι αρχηγοί του Γενικού Επιτελείου και των τριών όπλων παραιτούμενοι ομαδικά, η μία καρέκλα είχε αφαιρεθεί. Στο εξής, ο Ερντογάν θα κάθεται μόνος στην κεφαλή…
Όσοι παρακολουθούν με προσοχή τα τεκταινόμενα στην Τουρκία, δεν εξεπλάγησαν. Αυτή η συμβολική χειρονομία είναι το τελευταίο από τα πολλά βήματα του Ερντογάν, από την αναρρίχησή του στην πρωθυπουργία, το 2003. Κάθε ένα από αυτά έγινε με μεθοδικότητα, σχεδιασμό, όραμα και ατσαλένια αποφασιστικότητα. Το πλέον πρόσφατο ήταν ο σχηματισμός της νέας τουρκικής κυβέρνησης, έπειτα από τις εκλογές, στις 12 Ιουνίου. Ο Ερντογάν άλλαξε αρκετούς υπουργούς –αλλά κράτησε στη θέση τους δύο: Τον Αχμέτ Νταβούτογλου στο υπουργείο Εξωτερικών και τον Εγκεμέν Μπαγίς στο υπουργείο Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Είναι δύο επιλογές συνέχειας και συνέπειας, άκρως αποκαλυπτικές των προθέσεων του Τούρκου πρωθυπουργού.
Εδώ και 25 μήνες, δηλαδή από την Πρωτομαγιά του 2009 που μπήκε στην κυβέρνηση, ο Νταβούτογλου δεν κουράστηκε ποτέ να μιλά για τον ηγετικό ρόλο που αναζητά η Αγκυρα στην παγκόσμια και περιφερειακή σκακιέρα. Για τη θεωρία των “μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες”, που ουδέποτε εφαρμόστηκε στην πράξη, αλλά αποτελεί ένα εξαιρετικό επικοινωνιακό περίβλημα.
Ο Joshua Walker, από τους έμπειρους αναλυτές του German Marshall Fund, γράφει στις 20 Ιουλίου, στον απόηχο της επίσκεψης της Χίλαρι Κλίντον στην Τουρκία και στην Ελλάδα: “Η Τουρκία καυχιέται σήμερα για μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες του κόσμου και, ίσως, την πλέον δυναμική εξωτερική πολιτική στη Μέση Ανατολή. Οι πρόσφατες εκλογές, που συνέπεσαν χρονικά με την “αραβική άνοιξη”, απλώς υπογραμμίζουν την αυτοπεποίθησή της ως παγκόσμιου παίκτη”.
Η παραμονή στην κυβέρνηση των Νταβούτογλου – Μπαγίς, που έμειναν αμετακίνητοι στις θέσεις τους, αποτελεί ένα ισχυρότατο τεκμήριο συνέχειας και συνέπειας στην τουρκική εξωτερική πολιτική. Πού πηγαίνει η Τουρκία, επί των ημερών του Νταβούτογλου στο υπουργείο Εξωτερικών;
-Δεδομένο πρώτο: Απομακρύνεται από την Ευρώπη. Όποιος δεν το βλέπει, απλώς εθελοτυφλεί. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις πρακτικά βρίσκονται σε αδιέξοδο. Στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή το μεταναστευτικό ανεβαίνει σταθερά. Η επιφυλακτικότητα απέναντι στους Μουσουλμάνους εξελίσσεται σε ποικίλες φοβίες και αρνητικές συμπεριφορές. Ακροδεξιά κόμματα αναφύονται παντού και κερδίσουν πόντους. Οικοδομούν ολόκληρες καμπάνιες πάνω στο αντι-μουσουλμανικό αίσθημα και παρασύρουν στην ίδια κατεύθυνση συντηρητικά κόμματα και ενίοτε ομάδες προοδευτικών πολιτών. Ακόμη και η επίθεση του σφαγέα της Νορβηγίας κάτι μας λέει… Ταυτόχρονα, Τουρκία και ΕΕ διαφωνούν ανοιχτά σε μία ευρύτατη γκάμα θεμάτων, από το μεταναστευτικό και την ελεύθερη εγκατάσταση πολιτών, μέχρι την αγροτική πολιτική και το Κυπριακό.
Το κερασάκι στην τούρτα είναι η οικονομική κρίση, που είναι λογικό να κάνει (τουλάχιστον προς το παρόν) τους Τούρκους να αισθάνονται πολύ καλά, που ΔΕΝ ανήκουν στην όμορφη ευρωπαϊκή οικογένεια. Όσο για την Ελλάδα, οι «πληροφορίες» περί συνυποσχετικού για το Αιγαίο (στις διερευνητικές επαφές) και οι προβλέψεις ότι είμαστε κοντά σε κοινή προσφυγή στη Χάγη, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως επιστημονική φαντασία. Ακόμη και για την σύγκληση του κοινού υπουργικού συμβουλίου, που εκκρεμούσε για αυτό το καλοκαίρι, θα χρειαστεί να περιμένουμε αρκετά.
-Δεδομένο δεύτερο: Καθώς η Αγκυρα διαπιστώνει ότι ο δρόμος προς τη Δύση στενεύει και γίνεται κακοτράχαλος, στρέφεται προς ανατολάς. Για την κυβέρνηση του ΑΚΡ υπό τον Ερντογάν, αυτή η εξέλιξη μοιάζει με νομοτέλεια.
Στον συγκεκριμένο χώρο η Τουρκία μπορεί να αισθάνεται “ανώτερη”. Μία χώρα – μοντέλο, που προηγείται στον εκδημοκρατισμό, στις οικονομικές μεταρρθμίσεις και διεκδικεί με αξιώσεις τον ηγετικό ρόλο στον αραβικό κόσμο. Είναι έτοιμη να τον κερδίσει; Aυτό απομένει να το δούμε και, πάντως, δεν θα είναι εύκολο. Το Ιράν διατηρεί ακριβώς τις ίδιες βλέψεις. Πού μπορεί να “μετρηθούν” η Άγκυρα με την Τεχεράνη; Την απάντηση δίνει ο Ερσίν Καλαϊτσίογλου, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Sacanci, σε άρθρο του –και πάλι στο German Marshall Fund, στις 15 Ιουλίου: “Το Παλαιστινιακό είναι η ευκολότερη λύση για κάθε χώρα, προκειμένου να επιχειρήσει να αναδειχθεί σε ηγέτιδα δύναμη σε αυτή την περιοχή. Το Ιράν έχει χρησιμοποιήσει το ίδιο θέμα για πολλά χρόνια. Για να διεκδικήσει η Τουρκία τον ηγετικό ρόλο στην περιοχή, ήταν απαραίτητη μία σκληρή κριτική στο Ισραήλ για το Παλαιστινιακό.” Όσοι βιάστηκαν να συμπεράνουν, λοιπόν, πως η Τουρκία, έπειτα από την επίσκεψη της Χίλαρι, θα σπεύσει να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με το Ισραήλ, έπεσαν έξω.
Η ψυχρότητα στις σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ αποτελεί δομικό στοιχείο της νεο-οθωμανικής οπτικής στην εξωτερική πολιτική της. Ωστόσο, η υλοποίηση των μεγαλεπήβολων οραμάτων του Ερντογάν περνά από την αναδιαμόρφωση των συσχετισμών στο εσωτερικό της χώρας – δηλαδή, από την ανακατανομή της εξουσίας. Η σχεδόν «βελούδινη» αλλαγή φρουράς στα ηγετικά κλιμάκια των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, που έδωσε στον Ερντογάν την ευκαιρία να εξουδετερώσει μία ακόμη ομάδα από τους εκπροσώπους του στρατιωτικού κατεστημένου που τον αμφισβητεί, επιβεβαιώνει την σταδιακή επικράτησή του στο εσωτερικό παιχνίδι εξουσίας. Ο επόμενος στόχος του Ερντογάν είναι η συνταγματική μεταρρύθμιση, που στοχεύει στην οριστική αποδυνάμωση των στρατηγών και των δικαστών – δηλαδή των σημαντικότερων φορέων εξουσίας που συνδέονται με το λεγόμενο «κοσμικό» κράτος. Ο Τούρκος δημοσιογράφος Μουσταφά Ακιόλ, σε ανάλυσή του στο «Foreign Affairs» στις 8 Ιουλίου, εξηγούσε συνοπτικά πόσο σημαντικό είναι το διακύβευμα της μάχης για την συνταγματική μεταρρύθμιση: «Τα επόμενα χρόνια, το ΑΚΡ θα πρέπει να ανταποκριθεί στις λαϊκές επιταγές για ένα νέο, φιλελεύθερο Σύνταγμα και να οικοδομήσει πολιτική συναίνεση ώστε να το επικυρώσει – κάτι που θα απαιτήσει συνεννόηση ανάμεσα στους συντηρητικούς και στους κοσμικούς της Τουρκίας, αλλά και ανάμεσα σε Τούρκους και Κούρδους. Αν ο Ερντογάν κατορθώσει να επιτύχει αυτή την ευρεία συναίνεση, τότε πραγματικά ίσως μπορέσει να μετατρέψει την Τουρκία σε φάρο δημοκρατίας για όλα τα άλλα μουσουλμανικά έθνη…»