ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ
απο το cine dog
Tο σινεμά του υπέροχου Φινλανδού Άκι Καουρισμάκι, έχει φώτα που τρεμοπαίζουν στο σούρουπο σαν ερωτοχτυπημένες καρδιές. Έχει μπαρ και καταγώγια βγαλμένα από χρονοκάψουλα, με μεθυσμένους ναυαγούς της ζωής, αστραφτερά τζουκ μποξ, παρδαλές ταπετσαρίες και χρωματιστά λουλούδια. Έχει ροκ μπάντες που σολάρουν σαν να είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για ένα κοινό που είτε δεν υπάρχει είτε τις αγνοεί ολοκληρωτικά.
Έχει μυστηριώδεις φιγούρες, θλιμμένες αλλά ποτέ θλιβερές, με μουτσούνες σαν τον Ντρούπι, που κινδυνεύουν να τσαλαπατήσουν το πρόσωπό τους καθώς περπατούν. Έχει χαρακτήρες-σημαδούρες, με στολές αντί για ρούχα, που πνίγουν τον πόνο τους σε μελωδίες και αλκόολ, αλλά αρνούνται να υποκύψουν στην αποκτήνωση και στην αναξιοπρέπεια. Φυσικά, έχει αυτό το τόσο ιδιόρρυθμο σκανδιναβικό χιούμορ του κλαυσίγελου, που βουτά στον παραλογισμό της ζωής και στη λύτρωση του αυτοσαρκασμού, ένα χιούμορ που αποζητά το διακριτικό μειδίαμα και όχι το τρανταχτό γέλιο.
Πάνω απ' όλα, όμως, στο σινεμά του μεγάλου Φινλανδού ουμανιστή δεσπόζει η απαράβατη ηθική επιταγή. Οι ήρωές του, όσο κι αν μοιάζουν κλεισμένοι στο καβούκι τους, όταν κληθούν να ξυμυτίσουν επειδή τα πράγματα έχουν ζορίσει, θα το πράξουν χωρίς δεύτερη σκέψη, προτάσσοντας την καλοσύνη και την αλληλεγγύη ως τις μέγιστες αξίες της ζωής.
Οι ταινίες του Καουρισμάκι δεν μας θέλουν απλούς παρατηρητές. Αντιθέτως, μας ζητούν επιτακτικά να κάνουμε το βήμα παραπάνω: να διακρίνουμε και να παραδειγματιστούμε από την ντροπαλή ενσυνσαίσθηση, την αδέξια ανάγκη για ανθρωπιά, την αμήχανη τρυφερότητα, την πάντα πρόθυμη χείρα βοηθείας, την αγάπη που κρύβεται κάτω από τη φαινομενική ψυχρότητα. Το σινεμά του Καουρισμάκι, αν με κάποιο τρόπο εξαφανιζόταν από προσώπου γης, θα ήταν στην κυριολεξία -και χωρίς καμία υπερβολή- αναντικατάστατο.

απο το cine dog
Tο σινεμά του υπέροχου Φινλανδού Άκι Καουρισμάκι, έχει φώτα που τρεμοπαίζουν στο σούρουπο σαν ερωτοχτυπημένες καρδιές. Έχει μπαρ και καταγώγια βγαλμένα από χρονοκάψουλα, με μεθυσμένους ναυαγούς της ζωής, αστραφτερά τζουκ μποξ, παρδαλές ταπετσαρίες και χρωματιστά λουλούδια. Έχει ροκ μπάντες που σολάρουν σαν να είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για ένα κοινό που είτε δεν υπάρχει είτε τις αγνοεί ολοκληρωτικά.
Έχει μυστηριώδεις φιγούρες, θλιμμένες αλλά ποτέ θλιβερές, με μουτσούνες σαν τον Ντρούπι, που κινδυνεύουν να τσαλαπατήσουν το πρόσωπό τους καθώς περπατούν. Έχει χαρακτήρες-σημαδούρες, με στολές αντί για ρούχα, που πνίγουν τον πόνο τους σε μελωδίες και αλκόολ, αλλά αρνούνται να υποκύψουν στην αποκτήνωση και στην αναξιοπρέπεια. Φυσικά, έχει αυτό το τόσο ιδιόρρυθμο σκανδιναβικό χιούμορ του κλαυσίγελου, που βουτά στον παραλογισμό της ζωής και στη λύτρωση του αυτοσαρκασμού, ένα χιούμορ που αποζητά το διακριτικό μειδίαμα και όχι το τρανταχτό γέλιο.
Πάνω απ' όλα, όμως, στο σινεμά του μεγάλου Φινλανδού ουμανιστή δεσπόζει η απαράβατη ηθική επιταγή. Οι ήρωές του, όσο κι αν μοιάζουν κλεισμένοι στο καβούκι τους, όταν κληθούν να ξυμυτίσουν επειδή τα πράγματα έχουν ζορίσει, θα το πράξουν χωρίς δεύτερη σκέψη, προτάσσοντας την καλοσύνη και την αλληλεγγύη ως τις μέγιστες αξίες της ζωής.
Οι ταινίες του Καουρισμάκι δεν μας θέλουν απλούς παρατηρητές. Αντιθέτως, μας ζητούν επιτακτικά να κάνουμε το βήμα παραπάνω: να διακρίνουμε και να παραδειγματιστούμε από την ντροπαλή ενσυνσαίσθηση, την αδέξια ανάγκη για ανθρωπιά, την αμήχανη τρυφερότητα, την πάντα πρόθυμη χείρα βοηθείας, την αγάπη που κρύβεται κάτω από τη φαινομενική ψυχρότητα. Το σινεμά του Καουρισμάκι, αν με κάποιο τρόπο εξαφανιζόταν από προσώπου γης, θα ήταν στην κυριολεξία -και χωρίς καμία υπερβολή- αναντικατάστατο.
